Λέγεται και ακούγεται συχνά ο λόγος ότι για το Ρέθυμνο το Πανεπιστήμιο αποτελεί τον ένα από τους δυο κύριους και βασικούς άξονες πάνω στους οποίους στηρίζει την πνευματική, την κοινωνική και την οικονομική επιβίωση και ανάπτυξή του. Το γεγονός ότι ο άλλος, ο δεύτερος άξονας είναι ο Τουρισμός κάνει ιδιαίτερα κρίσιμη τη σημασία που έχει για την πόλη η παρουσία του Πανεπιστημίου. Έχοντας υπόψη περιοχές όπου ο Τουρισμός αποτελεί τη μοναδική δραστηριότητα των κατοίκων (και το μυαλό μας δεν πάει μακριά… έχουμε πολλά Μάλια και πολλές Χερσονήσους… τριγύρω μας), ώστε το μέλλον να προβάλλει εφιαλτικό και δυσοίωνο στην περίπτωση που δεν πάει καλά το Πανεπιστήμιο και μείνουμε μόνο με τον τουρισμό. Ένα απέραντο τουριστικοπάζαρο όπου τα ξενυχτάδικα, τα μπαρ οι discotheκ δεν αφήνουν ούτε ανθρώπους ούτε ζώα να κοιμηθούν, όπου οι μαγαζάτορες σέρνουν από τα μανίκια τους ξένους να τους μπάσουν στα μαγαζιά τους, όπου οι προθήκες των καταστημάτων είναι πλημμυρισμένες με «αριστουργήματα» της κρητικής λαϊκής τέχνης made in Hong Kong…, όπου οι μαυροποκαμισάδες με τα φουσκωμένα λόγω επιδοτήσεων πορτοφόλια εισβάλλουν μόλις νυχτώσει για καμάκι ή άλλα σχετικά… όπου… όπου…
Γι’ αυτό το σοβαρό και κρίσιμο για την πόλη θέμα θα θέλαμε, συνεχίζοντας το διάλογο που ξεκίνησαν τα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» για το παρόν και το μέλλον του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο να καταθέσουμε τις κάποιες εμπειρίες και τους προβληματισμούς που αποκομίσαμε από την μακρόχρονη θητεία και ενασχόλησή μας μ’ αυτό από τις μέρες τις δημιουργίας του ως τα σήμερα.
Το άρθρο μας θα έχει δυο μέρη:
(α) Το σημερινό: Τί θα ήθελε το Ρέθυμνο από το Πανεπιστήμιο και τους πανεπιστημιακούς συμπολίτες του
(β) το άρθρο της προσεχούς Τρίτης με θέμα: Τί περιμένουν, τί θα ήθελαν οι Πανεπιστημιακοί (διοίκηση και ακαδημαϊκή κοινότητα) από το Ρέθυμνο, την πόλη που φιλοξενεί τρεις (3) σχολές και εννέα (9) πανεπιστημιακά Τμήματα. Σεβόμενοι τους αναγνώστες μας θα προσπαθήσουμε να είμαστε κατά το δυνατόν λιγόλογοι και ουσιαστικοί.
Να πούμε πρώτα ότι στον όρο πόλη δίνομε διπλό περιεχόμενο. Εννοούμε (α) τους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτή την πόλη, τους πολίτες, εννοούμε όμως και τα πρόσωπα και τις υπηρεσίες που απαρτίζουν τις διορισμένες ή εκλεγμένες αρχές. Να πούμε επίσης ότι η πόλη δεν έχει και δεν πρέπει να έχει διάθεση να ασχολείται, να συζητεί ή να αμφισβητεί θέματα που σχετίζονται με το Αυτοδιοίκητο της Ακαδημαϊκής Κοινότητας. Το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου είναι de facto και ασυζητητί σεβαστό και αποδεκτό από την πόλη. Η πόλη δε θέλει και δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να φιλοξενεί ένα ταπεινωμένο και αδύναμο ανώτατο ίδρυμα. Θέλει να σεμνύνεται να είναι υπερήφανο γι’ αυτό. Δε θέλει να βρίσκεται στην αδιανόητη θέση ή ανάγκη να ζητεί ανάκληση αποφάσεων της Συγκλήτου, που είναι το ανώτατο διοικητικό όργανο του Ιδρύματος. Πολύ περισσότερο μάλιστα στην περίπτωση της Συγκλήτου του Π.Κ. που απαρτίζεται από εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητα και στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο. Τα όρια της πόλης ως προς αυτό το ζήτημα είναι αφ’ εαυτών περιορισμένα. Πρέπει να αφήνεται μόνη της η Ακαδημαϊκή κοινότητα να λύνει τα όποια προβλήματά της, χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις.
Έχοντας εισαγωγικά ξεκαθαρίσει το παραπάνω ζήτημα είναι ώρα να μπούμε στο θέμα μας. Θέλει λοιπόν η πόλη να νιώθει τα μέλη της ακαδημαϊκής της κοινότητας να παίρνουν τη δουλειά τους στα σοβαρά, να μην έρχονται ως φευγαλέοι ταξιδιώτες κάνοντας, όπως όπως και στα γρήγορα το μάθημά τους, επιστρέφοντας αμέσως μετά στις όποιες πρωτεύουσες τις διαμονής τους ή καραδοκούντες την πρώτη ευκαιρία να βρουν θέση στην όποια επιθυμητή γι’ αυτούς πόλη και να «δώσουν των αματιών των». Η πόλη θέλει να νιώθει περήφανη και να καμαρώνει για την ποιότητα των σπουδών και των καθηγητών της.
Θέλει ακόμα η πόλη τους να νιώθει την ακαδημαϊκή της κοινότητα, όχι ως ξένο σώμα, αλλ’ ως σαρξ εκ της σαρκός της. Να συμμετέχει και να συμβάλλει με την παρουσία της στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων της. Θέλει να βλέπει τους ακαδημαϊκούς της να μην είναι αδιάφοροι θεατές, αλλά να ενδιαφέρονται, να πονούν να αγωνίζονται για την πόλη που ζουν και οι ίδιοι και οι φοιτητές της. Τους θέλει να ασκούν έντονη κριτική σε σοβαρές και απαράδεκτες καταστάσεις που επικρατούν και δυσκολεύουν τη ζωή των πολιτών και της ακαδημαϊκής κοινότητας, όπως: παράνομες και αυθαίρετες καταλήψεις δημοσίων χώρων πεζοδρομίων, ιδιαίτερα των μανάβικων, παράνομα και ετσιθελικά παρκαρίσματα, επικίνδυνη παγανιά των ντεληβεράδων και των μηχανοκίνητων συμπολιτών, φαινόμενα ανομίας, τραμπουκισμού, κυκλοφοριακού χάους, του άγους που λέγεται κόμβος Ατσιποπούλου κλ. κλ. κλ. Η πόλη και ιδιαίτερα οι πολίτες ζητούν τη βοήθειά της ακαδημαϊκής κοινότητας, να ενώσουν τις φωνές τους και να αυξήσουν από κοινού τις πιέσεις τους στις όποιες αρχές, ώστε αυτές να σπάζουν αυγά και να παίρνουν μέτρα, ώστε η κοινή τους πόλη να γίνει τέτοια που να τιμά το όνομά της ως πανεπιστημιούπολης. Το θέλουν αυτό οι Ρεθεμνιώτες και το ζητούν από τους συμπολίτες τους ακαδημαϊκούς. Μέχρι τώρα δυστυχώς η φωνή της πλειοψηφίας των πολιτών είναι ασθενής και δεν επαρκεί για να αντιμετωπιστούν αυτού του είδους τα προβλήματα. Χρειάζεται κοινός αγώνας και συνένωση δυνάμεων πολιτών, φοιτητών, ακαδημαϊκών και… βεβαίως αρχών, ώστε να μηδενιστούν τα όρια ανοχής ως προς την παρανομία και την κοινωνική αναλγησία. Θέλουν ακόμα οι πολίτες αυτής της πόλης από την Ακαδημαϊκή Κοινότητα να συμβάλλει πιέζοντας στη βελτίωση των υποδομών παιδείας, που διαθέτει η πόλη: των βιβλιοθηκών της, των αρχείων της, των βιβλιοπωλείων της. Η ταμπέλα: Το Ρέθυμνο είναι η πόλη των γραμμάτων, πρέπει κάποτε να πάρει ουσιαστικό περιεχόμενο. Η συμβολή του Πανεπιστημίου για μια τέτοια αλλαγή είναι απαραίτητη. Έχει όλο το δικαίωμα να απαιτεί συνεχώς και να συντρέχει και το ίδιο, ώστε «η γυνή του καίσαρος να μη φαίνεται μόνο, αλλά και να είναι τιμία».
Συνεχίζομε το β’ μέρος την επόμενη Τρίτη με θέμα τί περιμένει το Πανεπιστήμιο και οι πανεπιστημιακοί από την πόλη.