Είθισται οι βιογραφίες σημαντικών ανθρώπων να λαμβάνουν χαρακτήρα αγιογραφίας, ειδικά όταν πρόκειται για συμπολίτες μας που έχουν διαβεί τις πύλες για το μεγάλο ταξίδι στο επέκεινα. Ωστόσο, για κάποιους από αυτούς ο όρος «αγιογραφία», λόγω της πορείας ζωής τους, τούς ταιριάζει απόλυτα. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο θεολόγος καθηγητής, ιεροκήρυκας, συγγραφέας και αρθρογράφος Γιάννης Γ. Κουμεντάκης, που με τη ζωή του και το έργο του δίδαξε ήθος και άνοιξε δρόμους σε νέους ανθρώπους, ενώ ταυτόχρονα παρέμεινε πιστός στην αγάπη για τον τόπο του και στην παράδοση, ιστορική και εκκλησιαστική.
Σε μια εξαιρετική έκδοση με τίτλο «Βίος και Λόγος Γιάννη Γ. Κουμεντάκη», που θα κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα, από τις εκδόσεις ΓΡΑΦΟΤΕΧΝΙΚΗ Κρήτης, ο πρώην Διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης Μιχάλης Ν. Τζεκάκης – εισαγωγή επιμέλεια και επίμετρο δικά του -, σκιαγραφεί ένα εκτενές πορτρέτο του αξιόλογου Ρεθεμνιώτη θεολόγου, παραθέτοντας ταυτόχρονα ανέκδοτο υλικό από το αρχείο του και δημοσιευμένα τεκμήρια από το σύνολο του έργο του. Ο Τζεκάκης με πραγματικό διεισδυτικό βλέμμα αλλά και απέραντη αγάπη για τον εκλιπόντα φίλο του καταφέρνει να μας παρουσιάσει τη μεγάλη εικόνα μέσα από το καθημερινό και διαχρονικό έργο του Γιάννη Κουμεντάκη.
Στο υψηλής αισθητικής βιβλίο, τόσο από άποψη εικόνας όσο και περιεχομένου, ο αναγνώστης με τη σχολαστική δουλειά του Μιχάλη Τζεκάκη και την επιλογή μιας διάρθρωσης σε μικρά κείμενα, απολαμβάνει θέσεις, απόψεις και περιγραφές, που διαβάζονται είτε στο σύνολό τους, είτε ως ενότητες, είτε ως αυτοτελή κείμενα. Δημιουργεί ένα πόνημα ενδιαφέρον ακόμη και γι’ αυτούς που δεν γνωρίζουν τον Γιάννη Κουμεντάκη, το Ρέθυμνο ή την Κρήτη. Οι λαογραφικές αναφορές, η συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή χωρίς να είναι ιερέας και ο σχολιασμός της επικαιρότητας που προσδίδει διαστάσεις ιστορικότητας, συγκροτούν μια μελέτη που απευθύνεται ταυτόχρονα στο ευρύ κοινό αλλά και στους μύστες της φιλολογίας και της θεολογίας.
Στο πλαίσιο αυτό τα «Ρ.Ν.» επέλεξαν να προχωρήσουν όχι σε μια απλή βιβλιοπαρουσίαση, αλλά σε μια προδημοσίευση αποσπασμάτων του βιβλίου για τον βίο και τον λόγο του Γιάννη Κουμεντάκη, δίνοντας το στίγμα μιας συναρπαστικής βιογραφίας που δεν οφείλεται σε κάποια πολυτάραχη ζωή, αλλά στην προσήλωση του βιογραφούμενου σε υψηλές αξίες και ιδανικά που τα υπηρέτησε σε όλη του ζωή. Κάτι που αποδίδει με αριστοτεχνικό τρόπο ο άοκνος εργάτης των ρεθεμνιώτικων γραμμάτων Μιχάλης Τζεκάκης. Κι ένας λόγος παραπάνω, αφού ο Γιάννης Κουμεντάκης υπήρξε για πολλά χρόνια συνεργάτης των «Ρ.Ν.» και φίλος του αείμνηστου εκδότη μας Γιάννη Χαλκιαδάκη.
Από μια βιογραφία δεν θα μπορούσε να λείπει το βιογραφικό του πρωταγωνιστή της, που, ωστόσο, ο ίδιος μας βοήθησε να το επισυνάψουμε, αφού οκτώ χρόνια πριν από την αποδημία του, το είχε συντάξει ο ίδιος «λακωνικά και απέριττα» όπως εύστοχα αναφέρει ο επιμελητής του τόμου. Είναι αξιοσημείωτο της ταπεινοφροσύνης του ότι δεν το γράφει σε πρώτο ενικό πρόσωπο αλλά στο τρίτο ενικό και μεταξύ άλλων αναφέρει: «Ο Ιωάννης Κουμεντάκης, του Γεωργίου και της Όλγας, θεολόγος-τέως Γυμνασιάρχης, γεννήθηκε στο μικρό χωριό Κάνεβος της Κοινότητος Άγιος Ιωάννης, (Αη-Γιάννης) της επαρχίας τότε Αγ. Βασιλείου, σήμερα Δήμου Φοίνικα, το έτος 1927. Τέλειωσε το Δημοτικό Σχολείο του χωριού του και, κατόπιν εξετάσεων, εισήχθη στο Γυμνάσιο Αρρένων Ρεθύμνης το έτος 1940. Αναγκάσθηκε όμως να διακόψει τη φοίτησή του σ’ αυτό, λόγω δυσμενών συνθηκών ζωής (πείνας, τρόμου κ.ά.), κατά τη διάρκεια της Γερμανοκατοχής και να γίνει ποιμένας προβάτων στο χωριό της μητέρας του, Καρέ Ρεθύμνης, για να έχει τα προς το ζην αναγκαία και δι’ αυτών να βοηθήσει και την οικογένειά του.
(…) Ήλθε εις γάμου κοινωνίαν με την Ευαγγελία, το γένος Νικολ. Χατζάκη, το έτος 1956 και απέκτησε τρία παιδιά: την Όλγα, φιλόλογο καθηγήτρια, τον Γεώργιον, συνθέτη, και τον Νικόλαον, ιδιωτ. υπάλληλον.
(…) Σήμερα διανύει την ογδόη δεκαετία της ζωής του, ευχαριστεί από ψυχής τον καλό Θεό «πάντων ένεκεν» και Τον παρακαλεί νυχθημερόν να τον ανεχθεί και να τον δεχθεί εις την εν ουρανοίς Βασιλείαν Αυτού. Έχει, δε, τη γνώμη ότι αγαπά τους ανθρώπους και τους θεωρεί αδελφούς, οπουδήποτε της γης και εάν ευρίσκονται.
Ι. Γ. Κουμεντάκης (Ρέθυμνο 26-01-2007)».
Για το αγαπημένο του χωριό και την «προίκα» του, όπως θεωρεί τα παιδικά του χρόνια γράφει χαρακτηριστικά σε άλλο σημείο (σελ. 71):
«Τί είναι ένα χωριό; Μα, η συνύπαρξη και συμβίωση, στον ίδιο χώρο, ανθρώπων και όσων άλλων εκείνοι χρειάζονται και αγαπούν. Τα κτίσματά του μπορεί να είναι ταπεινής και ευτελούς κατασκευής, αλλά, καίτοι άβια, εκπέμπουν ακτίνες έμφορτες από πολλά και ευγενή συναισθήματα. Μια ταπεινή στάμνα, παλαιότερα, μ’ ένα πυκνό σταμναγκάθι στο στόμιο κι ένα καρύδι εντός αυτού (που έκρυβε, δυνάμει, τη θεόρατη καρυδιά μιας αυλής), «ομιλούσε» ευγλωττότερα από χίλια στόματα, γιατί «θέρμαινε» τη λαβή της, πολλές φορές τη μέρα, το θερμουργό χέρι της Μάννας. Ένα δοκάρι στην οροφή ήτο αξιαγάπητο, επειδή ανέβηκε εκεί με τον κόπο και τον ιδρώτα του σεβάσμιου γεννήτορα. Ένα τελάρο ύφανσης, με τους κτύπους του «πετάλου» του, τους μονότονους, σε μουσικές νότες μεταβάλλεται, γιατί το χειριζόταν χέρι Μάνας ή αδελφής αγαπημένης».
Ενεργός όσο μπορούσε συνεισέφερε με τον τρόπο του στον αντιστασιακό αγώνα κατά των Γερμανών κατακτητών. Στη σελίδα 26 παρατίθεται η μαρτυρία συνομήλικου συγχωριανού του Νικολάου Στ. Βαβουράκη, που κλείνει ως εξής: «Στην Κάνεβο εμείς είχαμε κι άλλον ένα κρυψώνα για τους ξένους στρατιώτες που κυνηγούσαν οι Γερμανοί, το σπίτι του Παυλιδομανώλη, πλάι στο σπίτι του παπα-Κυριάκου· τον κρυψώνα αυτόν τον γνώριζαν μόνο ο πατέρας μου, εγώ, η μητέρα μου και ο Γιάννης ο Κουμεντάκης, ο θεολόγος». Ενώ σε άλλο σημείο (σελ. 28) με πνεύμα πατριωτισμού μεταφέρει την άποψή του για τα βάσανα της πατρίδας, με αφορμή τη διακοπή των σπουδών του για να στρατευθεί: «Στον πρώτο κιόλας χρόνο της φοίτησής μου, ήλθε η εντολή να υπηρετήσω στο Στρατό. Τότε δεν έδιναν αναβολές λόγω σπουδών, γιατί ήταν στη μέση (δυστυχώς, δυστυχέστατα) ο εμφύλιος πόλεμος. Ευτυχώς που, όταν η σειρά μου έφθασε στο μέτωπο (Σεπτέμβριος του ’49), η θλιβερή αυτή αδελφοσφαγή είχε τελειώσει».
Ο Γιάννης Κουμεντάκης όπως γράφει και ο υπότιτλος μας ήταν μια προσωπικότητα που συνδύαζε αρμονικά τη θεολογία με τα εγκόσμια. Όπως γράφει και ο Μιχάλης Τζεκάκης στη σελίδα 52, τον «Ορθό Λόγο δεν τον υποτιμούσε και δεν τον παραμέριζε. (…) Εκτιμούσε τη λογική ως πολύτιμο δώρο του Θεού στον Άνθρωπο». Γι’ αυτό και διέπρεψε τόσο από την έδρα του καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης και τον Άμβωνα όσο και μέσα από τις λέξεις και τα νοήματα που επέλεγε για τις στήλες της αρθρογραφίας του και τα βιβλία του. Ο Κουμεντάκης παρουσιάζεται ως ένας σύγχρονος αλλά όχι απόκοσμος «Παπαδιαμάντης».
Με αφορμή αυτό το γεγονός και την εμβάθυνση του βιογραφούμενου στον Σκιαθίτη εμβληματικό συγγραφέα αξίζει να παραθέσουμε τα λόγια του Μιχάλη Τζεκάκη για τη διαμέσω πατρός επίδραση του Παπαδιαμάντη στον σημερινό καλλιτεχνικό διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργου Κουμεντάκη (σελ. 64-65): «Όταν, στις 19 Νοεμβρίου του 2014, ανέβηκε στο μέγαρο μουσικής, ως όπερα, η «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, από τον συνθέτη Γεώργιο Ιωάννου Κουμεντάκη, σημειώνοντας πρωτοφανή επιτυχία, όλοι απόρησαν: πώς μπόρεσε ο δημιουργός της να διεισδύσει τόσο βαθιά στην ψυχή του παπαδιαμαντικού κόσμου, και ιδιαίτερα της Χαδούλας της Φραγκογιαννούς, της γριάς με τον φρικιαστικά διασαλεμένο ψυχισμό, και να αποδώσει μελοποιημένο με τόση επιτυχία τον πανίσχυρο παπαδιαμαντικό λόγο, έναν λόγο που αναδύεται απευθείας από την καρδιά της ελληνικής παράδοσης και της λαϊκής ψυχής;
Οι εν Ρεθύμνω κατοικούντες, όμως, γνώριζαν το μυστικό. τον δρόμο προς τον αληθινό Παπαδιαμάντη τον είχε δείξει, από πολύ νωρίτερα, στον συνθέτη ο Γιάννης Γεωργίου κουμεντάκης, ο γεννημένος και αναθρεμμένος στον Αη-Γιάννη τον Καμένο θεολόγος Πατέρας του, σε πραγματικό χρόνο ζωής, εμπειρικά και έξω από βιβλία και διαβάσματα. η ζωή και οι αγάπες κι εκείνου είχαν κυλήσει, «ανεπαισθήτως», πανομοιότυπα προς τη ζωή και το έργο του μεγάλου Σκιαθίτη».
Τέλος, σε έναν άνθρωπο πιστό, όπως αναφέραμε, στην παράδοση και στην ιστορία του τόπου του αλλά και σημαντικό δάσκαλο, η μεγαλύτερη απόδοση τιμών είναι αυτή των συμπολιτών και μαθητών του όπως αποτυπώνεται στο έμμετρο στιχούργημα (μια πιο μακροσκελή κρητική μαντινάδα στη σελ. 211) του δικηγόρου Κωστή Ι.Γ. Καλλέργη:
«Γιάννη Κουμεντάκη,
Πολλές χαρές στον βίο σου και έδωσες κι επήρες
γιατί εδιαμόρφωσες με ήθος χαρακτήρες!
Άγιος ήσουν Δάσκαλος σε όλα τα Σχολεία.
Ένιωθες βήμα ηθικής, κάθε διδασκαλία.
Ωσάν το μέλι στάλαζες τον Λόγο στα παιδιά σου!
Περβόλι ήταν του Θεού κι ο νους και η καρδιά σου!
Θρηνούμε την απώλεια του μέγιστου Δασκάλου,
που θα ‘ναι το παράδειγμα κάθε Δασκάλου άλλου …
Πάντα στη μνήμη ζωντανή θα ’χουμε τη μορφή σου!
Η «εικόνα» μας φέρει πλατειά και την υπογραφή σου!»
H έκδοση πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου.
Στις 22 Ιανουαρίου 2022, ημέρα Σάββατο, θα πραγματοποιηθεί, παρουσία μελών της οικογένειας του Γιάννη Κουμεντάκη, εκδήλωση – παρουσίαση του βιβλίου, στο Σπίτι του Πολιτισμού στο Ρέθυμνο.