Το πολύ σημαντικό θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης απασχόλησε τη χθεσινή επιστημονική ημερίδα του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του πανεπιστημίου Κρήτης που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Επιμελητηρίου με κεντρικό ομιλητή τον υπουργό Επικρατείας Χριστόφορο Βερναρδάκη.
Ο κ. Βερναρδάκης χαρακτήρισε τη συνταγματική αναθεώρηση ως μια κορυφαία διαδικασία που αφορά στη ζωή όλων των πολιτών και για τον λόγο αυτό, όπως έχει ξεκινήσει και ο κύκλος των δημόσιων συζητήσεων σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και μέσα από το διαδίκτυο, στο πλαίσιο της οποίας εξετάζεται και το τεράστιο ζήτημα της σχέσης πολιτικής και δικαστικής εξουσίας.
Όπως είπε η «πρωτοτυπία αυτής της αναθεώρησης είναι ότι πρώτον θέλει να φτιάξει μία βαθιά δημοκρατική τομή, να μην είναι μία απλώς διαχειριστική αναθεώρηση και το δεύτερο είναι να το κάνει με την κοινωνία, δηλαδή να είναι αποτέλεσμα ευρύτατης συζήτησης» και πρόσθεσε ότι: «Είναι μια κορυφαία διαδικασία. Αφορά τη ρύθμιση της ζωής όλων μας, τη σχέση ιδιωτικού και δημόσιου βίου, αφορά όλες τις διαστάσεις της καθημερινότητας, τα δημόσια αγαθά και δικαιώματα, αφορά τα ιδιωτικά δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος, το πολιτικό σύστημα και την κρίση της Δημοκρατίας, γιατί όλα αυτά είναι πάντα επίκαιρα. Τώρα, δε, είναι ακόμα πιο επίκαιρα με δεδομένο ότι στα χρόνια των μνημονίων δημιουργήθηκε και ένα παραθεσμικό, παρασυνταγματικό πλαίσιο άσκησης της δημόσιας εξουσίας. Και με αυτή την έννοια χρειάζεται να επανατοποθετηθούμε όλοι για τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να φτιάξουμε έναν καταστατικό χάρτη συμβίωσης. Πρέπει να δείξουμε μέσω του συντάγματός μας, τι θα είναι δημόσιο, τι θα είναι ιδιωτικό, τι θα είναι δικαίωμα, τι θα είναι ασφάλιση, τι θα είναι δημόσιες επιχειρήσεις, τι θα είναι η ενημέρωση – όλα αυτά δηλαδή που πρέπει να επανατοποθετηθούν. Τόσα χρόνια είχαμε ως χώρα ένα πολύ προοδευτικό ως προς την πολιτική και τη διάσταση των ατομικών δικαιωμάτων σύνταγμα – το σύνταγμα του 1975. Η ζωή όμως αλλάζει, κι από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια και κάποια πράγματα πρέπει να επικαιροποιηθούν».
Ο υπουργός Επικρατείας τόνισε τα τελευταία αρκετά χρόνια η άσκηση της πολιτικής όχι μόνο στην Ελλάδα άλλα παγκοσμίως δεν γίνεται από την πολιτική αλλά από τα οικονομικά κέντρα και αυτό όπως είπε θα πρέπει να συζητηθεί.
Ειδικότερα ανέφερε: «Από το 1975 ως σήμερα όχι μόνο στη δομή του ελληνικού κράτος, αλλά σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες έχει δημιουργηθεί ένα πλέγμα άσκησης της πολιτικής που έχει μεταφέρει τη δύναμη και την εξουσία από την πολιτική στα οικονομικά κέντρα. Αυτό για παράδειγμα είναι μία βασική αλλαγή που έχει γίνει όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό πρέπει να το συζητήσουμε, το ποιος παίρνει τις αποφάσεις, το που εδραιώνεται η δημοκρατία και που δεν εδραιώνεται είναι ένα τεράστιο ζήτημα».
Αναφερόμενος στις ανεξάρτητες αρχές ο υπουργός ανέφερε:
«Σε αυτές έχουν ενσωματωθεί κομμάτια και της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας, ενώ δεν ήταν αυτός ο ρόλος τους. Αυτό αφορά σε μία εξέλιξη πέρα της διάθεσης του νομοθέτη για τις ανεξάρτητες αρχές, για τις οποίες η κυβέρνηση συζητάει την επαναοριοθέτηση τους με ταυτόχρονο έλεγχο τους από τη βουλή. Δεν πρέπει επίσης να υπάρχει διάχυση των ανεξάρτητων αρχών, που ενώ ξεκινήσαμε με πέντε ανεξάρτητες αρχές σήμερα έχουμε ως χώρα εικοσιπέντε. Αυτό στην ουσία είναι μία πολιτική που θέλει να διώξει εκτός πολιτικού ελέγχου κομμάτια διοικητικής αρμοδιότητας».
Σε ότι αφορά το θέμα της εκλογής του ΠτΔ και αν στη συνταγματική αναθεώρηση προβλέπονται αλλαγές ανέφερε: «Ο διάλογος ωστόσο είναι ανοιχτός και πρέπει να δούμε το που θα καταλήξει. Η άποψη της κυβέρνησης είναι ότι θα πρέπει να ξαναδούμε την ισορροπία απέναντι σε ένα πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο, το οποίο διολίσθησε σε ένα είδος άτυπων καρτέλ εξουσίας υπουργών, με έναν πρωθυπουργό διαιτητή σε καρτέλ νομής εξουσίας ανάμεσα σε υπουργεία. Αυτό είναι στρέβλωση του κοινοβουλευτισμού». Αντίστοιχη στρέβλωση συνιστά «η υποβάθμιση της νομοθέτησης από τη βουλή σε συνθήκες διαμεσολάβησης οργανωμένων συμφερόντων -αυτό δυστυχώς είναι το πλαίσιο στο οποίο καταλήξαμε. Θα πρέπει να εξετάσουμε το θέμα του προέδρου της Δημοκρατίας, ώστε να κάνουμε ένα βήμα, να πάρει κάποιες αρμοδιότητες -κυρίως όμως θα πρέπει να αρθρωθούν αυτές οι αρμοδιότητες και ισορροπίες σε ζητήματα άμεσης δημοκρατίας. Να δώσουμε δηλαδή νομοθετική πρωτοβουλία στην κοινωνία, δικαιώματα αρνησικυρίας και δομές ανακλητότητας, δομές περιορισμένης θητείας στους πολιτικούς και πολλά άλλα που θα βοηθήσουν να οριοθετηθούν όλα σε μία σωστή πλέον οργάνωση».
Σύμφωνα με τον υπουργό αλλά και τον πρόεδρο της Επιτροπής Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, Μιχάλη Σπουρδαλάκη, μέχρι τον φθινόπωρο θα έχει ολοκληρωθεί το πόρισμα από τη δημόσια διαβούλευση για την αναθεώρηση του συντάγματος, για να ακολουθήσει η εισήγηση του θέματος στη βουλή.
«Η επιτροπή έχει γίνει δέκτης ακόμα και ολοκληρωμένων προτάσεων για τη συνταγματική αναθεώρηση – γεγονός πολύ ενθαρρυντικό για τον δημόσιο διάλογο. Η διαδικασία αυτή μάλιστα, θα βοηθήσει τους βουλευτές όταν ξεκινήσει ο κοινοβουλευτικός διάλογος, να δουν το πού βρίσκεται η κοινωνία, ποιες οι προτάσεις της και η προβληματική της πάνω στο συγκεκριμένο θέμα», ανέφερε από πλευράς του ο καθ. Μ. Σπουρδαλάκης.
«Υπάρχει και η πλευρά που αναφέρει πως το σύνταγμα φταίει που δεν ανέκοψε την κρίση» σημείωσε η Αγγελική Μαυρομούστακου, πρόεδρος του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, άποψη την οποία όπως είπε δεν συμμερίζεται, «επειδή το Σύνταγμα έχει ενοχοποιηθεί ότι φταίει που δεν συγκράτησε την κρίση, με αυτή την έννοια η συζήτηση αυτή βρίσκεται σε αυτή την κατεύθυνση. Όχι ότι οπωσδήποτε το σύνταγμα φταίει, αλλά τουλάχιστον το οικονομικό σύνταγμα μπορεί να μην επέτρεψε στο να αντιδράσουμε στην κρίση με έναν ίσως καλύτερο τρόπο, σύμφωνα με τη δική μου εκτίμηση.
Γι’ αυτούς που συζητούν τα ζητήματα αυτά, τίθεται ένα θέμα, ότι δηλαδή υπάρχει κρίση αντιπροσώπευσης, καθώς και θέματα διαφθοράς στα οποία το σύνταγμα θα πρέπει να αντισταθεί ή ακόμα και να βοηθήσει στο να μην υπάρχουν» ανέφερε
Στην ημερίδα με θέμα «Σύνταγμα και κοινωνικοπολιτική δυναμική: Στρατηγικές και διακυβεύματα της συνταγματικής αναθεώρησης» που διοργάνωσε το τμήμα Πολιτικής Επιστήμης υπό την αιγίδα του δήμου συμμετείχαν πανεπιστημιακοί καθηγητές ενώ παρεμβάσεις έκαναν εκπρόσωποι τοπικών επιστημονικών συλλόγων και παραγωγικών φορέων.
«Θα δοθεί λύση για τους συμβασιούχους που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες»
Την πρόθεση της κυβέρνησης να βρεθεί λύση για τους συμβασιούχους που εργάζονται στην τοπική αυτοδιοίκηση και καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες εξέφρασε χθες από το Ρέθυμνο ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης. Ο ίδιος στο περιθώριο της επίσκεψης του στην πόλη συναντήθηκε με εκπροσώπους των 50 εργαζομένων συμβασιούχων στην υπηρεσία καθαριότητας του δήμου. Σε δηλώσεις τους στους δημοσιογράφους ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η κυβέρνηση ανανέωσε τις συμβάσεις αυτών των ανθρώπων μέχρι το τέλος του 2017. Αυτό μπορούσε να κάνει. Μπορεί να κάνει και κάτι άλλο, που θα το κάνει: να προδιαγράψει ποιες από αυτές τις θέσεις εργασίας είναι διαχρονικά πάγιες και καλύπτουν διαρκείς ανάγκες. Για παράδειγμα ο δήμος Ρεθύμνου έχει π.χ. 100 συμβασιούχους. Τα τελευταία 20 χρόνια έχει 100 θέσεις εργασίας που καλύπτονται με αυτόν τον τρόπο. Αν τις έχει σημαίνει ότι έχει πάγιες ανάγκες 100 ανθρώπων. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να πει ποιους ανθρώπους θα πάρει, αλλά μπορεί να ρυθμίσει το θέμα των εργασιακών σχέσεων, ότι αυτοί οι άνθρωποι – με διαδικασίες μέσω ΑΣΕΠ – θα έχουν σταθερή θέση εργασίας και δεν θα είναι σε κανενός την ομηρία. Είναι σαφές ότι εδώ έχει δημιουργηθεί διαχρονικά ένα κομμάτι της δημόσιας διοίκησης, στο πιο αδύναμο κομμάτι, που έχει πληρώσει την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας στο δημόσιο τα τελευταία 25 χρόνια.
Οι άνθρωποι έχουν δίκιο, εφόσον δουλεύουν σταθερά και αφού έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ. Κι εδώ θέλω να τονίσω την υποκρισία δυνάμεων όπως η ΝΔ που κάνουν λόγο δήθεν για προσλήψεις της κυβέρνησης και για ημέτερους. Δηλαδή οποιοσδήποτε γνωρίζει στοιχειωδώς την πραγματικότητα, είναι να του σηκωθεί η τρίχα με αυτόν τον κυνισμό και την απόλυτη διαστρέβλωση.
Εμείς θα καταγράψουμε αυτές τις θέσεις και θα ζητήσουμε από τους ίδιους τους οργανισμούς, δηλαδή τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ΝΠΔΔ, να μας πουν τα τελευταία 20-25 χρόνια με πόσες θέσεις εργασίας διαχρονικά δουλεύουν σε αυτές τις συνθήκες της ελαστικής απασχόλησης και θα επιχειρήσουμε να δώσουμε το νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να μετατρέψουν αυτές τις συμβάσεις αορίστου χρόνου με διακομματική συναίνεση.
Μέχρι το τέλος Ιούνη νομίζω ότι ο ΥΠΕΣ, ο Πάνος Σκουρλέτης, θα έχει ολοκληρώσει αυτή τη διαδικασία» είπε.