Ποινική δίωξη για τα αδικήματα: της απόπειρας βιασμού, της πρόκλησης επικίνδυνων σωματικών βλαβών, της διατάραξης οικιακής ειρήνης καθώς και για παράβαση του Κ.Ο.Κ. άσκησε η Εισαγγελέας Ρεθύμνου εις βάρος του 29χρονου Ειδικού Φρουρού που κατηγορείται ότι κακοποίησε άγρια το πρωί της Τετάρτης, μέσα στο σπίτι της, 27χρονη γυναίκα.
Ο κατηγορούμενος ένστολος, που εμφανίστηκε χθες το απόγευμα ενώπιον της εισαγγελέως συνοδευόμενος από τους δικηγόρους του Αντώνη Βουλγαράκη και Νίκο Κοτζαμπασάκη, ζήτησε προθεσμία για αύριο το μεσημέρι προκειμένου να εμφανιστεί στον ανακριτή και να απολογηθεί για τις πράξεις του. Ως τότε, οδηγήθηκε και πάλι στα κρατητήρια του Αστυνομικού Τμήματος.
Ο 29χρονος φέρεται να αρνείται την κατηγορία της απόπειρας βιασμού και αντίθετα να ομολογεί την ενοχή του για την σωματική κακοποίηση της νεαρής γυναίκας, να δηλώνει μετανοιωμένος και να ζητάει συγγνώμη για την πράξη του, την οποία αποδίδει στην μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ που είχε κάνει, εξαιτίας της οποίας βρισκόταν σε καθεστώς πλήρους μέθης, όπως ισχυρίζεται και δεν του επέτρεπε να ξέρει τι κάνει. Ο κατηγορούμενος Ειδικός Φρουρός, φαίνεται πως εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι είχε γνωριμία και σχέση με την κοπέλα, κάτι που η ίδια αρνείται κατηγορηματικά από την πρώτη στιγμή και επιμένει πως ουδέποτε στο παρελθόν τον είχε ξαναδεί.
Η 27χρονη κοπέλα, που βίωσε ανείπωτη φρίκη στα χέρια του δράστη, και φαίνεται να γλίτωσε τα χειρότερα χάρη στη δύναμη της ψυχής της και της τύχης που ήταν με το μέρος της, παραμένει νοσηλευόμενη στο Νοσοκομείο. Σύμφωνα με τον συνήγορό της, Ανδρέα Αργυρόπουλο, εάν πάρει σήμερα εξιτήριο, κατά πάσα πιθανότητα θα μεταβεί στον ανακριτή να καταθέσει για την υπόθεση.
Έναν εφιάλτη που ποτέ δεν φανταζόταν, έζησε στα χέρια του 29χρονου η νεαρή Ρεθυμνιώτισσα. Τα όσα έχει διηγηθεί σε δικούς της ανθρώπους είναι σοκαριστικά. Η γυναίκα είδε μπροστά της, στις 6:30 το πρωί κι ενώ είχε μισοξυπνήσει από θόρυβο που ακούστηκε στο σπίτι της, έναν ψηλό και γεροδεμένο άνδρα, με αγριεμένη όψη να της επιτίθεται για να την βιάσει. «Δεν τον ήξερα, δεν τον είχα ξαναδεί ποτέ» λέει και επιμένει σε κάθε κατεύθυνση. Ο άγνωστός της άνδρας καταβάλει προσπάθεια να κάμψει την αντίστασή της. Την χτυπά ανελέητα και την ακινητοποιεί στο κρεβάτι. Του ξεφεύγει και την ρίχνει στο πάτωμα βρίζοντάς την και απειλώντας ότι θα την σκοτώσει. Της πετάει ένα λαμπατέρ στο κεφάλι και την τραυματίζει. Για να μην του ξεφύγει εφαρμόζει την τεχνική που μαθαίνουν όσοι υπηρετούν στις Ειδικές Δυνάμεις για να αντιμετωπίσουν τον αντίπαλό τους: Εισχωρώντας τα δάχτυλα του χεριού του στο στόμα της και φτάνοντάς τα μέχρι την τραχεία, όπου την πιέζει κόβοντάς της την ανάσα. Στην προσπάθειά του να βγάλει τα ρούχα του, τα αντανακλαστικά της κοπέλας που αναζητά την σωτηρία της λειτουργούν, παρά την κακοποίηση που έχει υποστεί. Αρπάζει την ευκαιρία του χρόνου που της δίνεται και χωρίς να γίνει αντιληπτή από τον άνδρα παίρνει αστραπιαία το κινητό της από το κομοδίνο και προλαβαίνει να κάνει μια κλήση στον αδελφό της, που μένει σε διαμέρισμα της ίδιας πολυκατοικίας, και προφθάνει να πει «βοήθεια με βιάζουν».
Η αντίστροφη μέτρηση για να απαλλαγεί από το αγρίμι που για ώρα την χτυπούσε και επέμενε να έρθει σε σεξουαλική επαφή μαζί της, μόλις είχε αρχίσει… Ο αδελφός της τρέχοντας έφτασε στο σπίτι της κοπέλας γλιτώνοντάς την από το μαρτύριο που ζούσε…
Σωματικά και ψυχολογικά εξαντλημένη η 27χρονη κοπέλα, έχοντας στο πλευρό της την οικογένειά της να την στηρίζει, αναρωτιέται πως και γιατί ένας άνθρωπος μπορεί να συμπεριφερθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Πολύ περισσότερο όταν είναι αστυνομικός, του οποίου ο ρόλος είναι να προστατεύει την κοινωνία ακριβώς από τέτοιες συμπεριφορές.