Η μεγάλη προσφορά του Νικολάου και του Γεωργίου Δρανδάκη στο Ρέθυμνο, καθένας στον τομέα του, δεν είναι τυχαία. Είναι αποτέλεσμα της ανατροφής τους από δυο εξαίρετους γονείς που αποτελούσαν κόσμημα στην τότε κοινωνία του Ρεθύμνου. Τόσο ο Βασίλειος όσο και η Αναστασία Δρανδάκη, το γένος Σαπουντζάκη αποτελούσαν γόνους επιφανών οικογενειών με αρχές και παραδόσεις που έγραψαν δικά τους κεφάλαια έργου και προσφοράς στα χρονικά του Ρεθύμνου και μάλιστα σε δύσκολες εποχές.
Ο Βασίλειος Δρανδάκης
Ο Βασίλειος Δρανδάκης με καταγωγή από το Ζουρίδι, ήταν γόνος της περίφημης οικογένειας των Ντράντηδων που είχε εκλεκτές παραφυάδες σε όλο το νομό. Εκείνος γεννήθηκε στο Ρέθυμνο 17 Ιανουαρίου 1857.
Ο πατέρας του Νικόλαος Δρανδάκης, από τους επιφανείς μεγαλεμπόρους του τόπου μας, φρόντισε για την επιμελή μόρφωση του γιου του, πρώτα στην πόλη μας και στη συνέχεια στη Σύρο. Εκεί ως γνωστόν οι σπουδές ήταν υψηλού επιπέδου. Άλλωστε φαίνεται και από την εξέλιξη τόσων και τόσων επιφανών που φοίτησαν εκεί. Φρόντισε πάντως πάνω από όλα να του διδάξει την αξία του χρήματος, που αποτελεί μέσον και όχι σκοπό της ζωής, αλλά πρέπει να αποκτάται με τίμιο ιδρώτα.
Έτσι ενώ θα μπορούσε ο νεαρός Βασίλειος να ζει μια ζωή μποέμ, από νωρίς άρχισε να εργάζεται σε διάφορους τομείς αποκτώντας και κοινωνική εμπειρία.
Εργάστηκε συγκεκριμένα, ως ιδιωτικός υπάλληλος, διδάσκαλος στην Αργυρούπολη το 1879, Γραφέας του Πρωτοδικείου Ρεθύμνης (1883), Γραμματέας του επαρχιακού Ειρηνοδικείου Ρεθύμνης, Γραμματέας της Εισαγγελίας (1885), Ειρηνοδίκης Μυσσιρίων, Ρουστίκων, Αμαρίου, Εισαγγελεύς Σφακίων (1892) και στη συνέχεια Λασιθίου.
Αξιοσέβαστος από όλους
Σε όλες τις θέσεις άφηνε τις καλύτερες εντυπώσεις. Απλός, πράος, πρόθυμος, ευπροσήγορος, άνθρωπος γεμάτος διάθεση για προσφορά, έτοιμος να βοηθήσει κάθε απλό άνθρωπο του χωριού που η αγραμματοσύνη του τον εμπόδιζε να διεκδικήσει σωστά τα συμφέροντά του. Ο Βασίλειος Δρανδάκης αντιμετώπιζε αυτές τις περιπτώσεις σαν άριστος παιδαγωγός φροντίζοντας πάνω από όλα να ενημερώσει για τα δικαιώματά του τον κάθε άνθρωπο που τα αγνοούσε.
Έπαρχος Μυλοποτάμου
Στην πιο κρίσιμη εποχή για το Ρέθυμνο, στην Κρητική Επανάσταση του 1897 τοποθετήθηκε Έπαρχος Μυλοποτάμου. Εξελέγη κατόπιν πληρεξούσιος στην επαναστατική συνέλευση των Κρητών (1897-1899). Από το 1900 μέχρι το 1904, υπηρέτησε ως Γραμματέας της Νομαρχίας Ρεθύμνης και μετά αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να γίνει συμβολαιογράφος στο Ρέθυμνο από το 1904 μέχρι και το 1933 που αποσύρθηκε. Το γραφείο του ήταν στην οδό Όλγας 13, τη σημερινή οδό Τσουδερών.
Η φύση όμως είχε προικίσει πλουσιοπάροχα τον Βασίλειο και με μια λεβέντικη κορμοστασιά που κέρδιζε τους πάντες με την πρώτη ματιά. Αυτή σε συνδυασμό με την έμφυτη καλοσύνη και ανθρωπιά του τον έκανε από τους πιο δημοφιλείς και επιφανείς Ρεθεμνιώτες. Κι όσο μεγάλωνε τόσο πιο αξιοσέβαστος γινόταν.
Όσο για τη συνέπειά του έμεινε στην ιστορία. Ενδεικτικό της είναι τα γεγονός ότι σε μια μεγάλη πλημμύρα το 1928, αντί να νοιαστεί για το σπίτι του, έτρεξε να σώσει τα έγγραφα του αρχείου του, για να μην φέρει σε δύσκολη θέση αργότερα ανθρώπους που είχαν ζητήσει τη δική του βοήθεια για συμβολαιογραφικές πράξεις. Και πέρασε στιγμές μεγάλης αγωνίας μέχρι να αρχειοθετήσει ξανά τους φακέλους, αφού κατάφερε να τους στεγνώσει και να βεβαιωθεί ότι δεν είχε αλλοιωθεί από την υγρασία το περιεχόμενό τους.
Οι νεώτεροι από αυτόν, όπως διαβάζουμε σε ένα σημείωμα στον τοπικό τύπο που τον αφορά, δικαστικοί, δικηγόροι τον θαύμαζαν πάντα όπως τον έβλεπαν με το ψηλό κολάρο και το ασημένιο του μπαστουνάκι, άψογος πάντα σε εμφάνιση, να περνά και μόνο με το πέρασμά του αυτό, άρχοντας σωστός να εμπνέει το βαθύ σεβασμό. Αποτελούσε πάντα ένα πρότυπο ευπατρίδη.
Ευτύχησε να ενώσει τη ζωή του με μια υπέροχη γυναίκα που παντρεύτηκε το 1912.
Αναστασία Σαπουντζάκη
Ήταν πράγματι από τις χαρισματικές δέσποινες του Ρεθύμνου η Αναστασία Σαπουντζάκη.
Αντιπροσώπευε επάξια τις πνευματικές παραδόσεις μιας πόλης που με την αρχοντιά της ξόρκιζε τις σκιές που δημιουργούσε η εξαθλίωση από τα τόσα δεινά που πέρασε ο τόπος.
Ήταν από τις γυναίκες που στέριωσαν το ιδανικό σπιτικό με εφόδια εκτός από τις μητρικές παραινέσεις και εκπαιδεύσεις για το τέλειο νοικοκυριό και την κλασική τους παιδεία.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκις, οι κυρίες του καιρού του «σεμνές ανεπιτήδευτες, θησαυροί γνώσεων γεννούσαν αισθήματα ανυπόκριτα και δικαιολογημένου θαυμασμού. Ιστόριζαν τον Πλάτωνα, τον Αισχύλο, το Θεόφραστο, τον Όμηρο, το Θουκιδίδη, το Βιργίλιο, τον Ιούλιο Καίσαρα, τον Μάρκο Αυρήλιο, τον Κορνήλιο.
Μέσα στις γνωστικές εμπειρίες τους ήταν ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Λαφονταίν, ο Δάντης. Είχαν άποψη για κάθε λογοτεχνικό θέμα και βεβαίως με την ευρωπαϊκή τους μόρφωση είχαν ανοικτούς πνευματικούς ορίζοντες. Η γαλλική γλώσσα ήταν η πιο διαδεδομένη στις κυρίες αυτές που τους έδινε την άνεση να διευρύνουν τις γνώσεις τους μελετώντας και ξενόγλωσσα έντυπα που έφθαναν στο σπίτι τους. Εκτός από τα περιοδικά μόδας δηλαδή που έρχονταν από το εξωτερικό στα μεγάλα αρχοντικά εκείνης της εποχής, δεν έλειπαν και τα βιβλία λογοτεχνίας. Η δίψα των κυριών όμως για ενημέρωση δεν τις αποσπούσε από τις καθημερινές ασχολίες μια απλής νοικοκυράς. Και με την ίδια άνεση που αντάλλασαν απόψεις πάνω σε κοινωνικά θέματα ανέλυαν και ζητήματα νοικοκυριού στο οποίο διέπρεπαν. Γιατί οι κοινωνικοί κώδικες της εποχής που δημιουργούσαν κοινωνικές υποχρεώσεις, επέβαλαν στις κυρίες αυτές να γίνονται και άριστες οικοδέσποινες. Ας μην ξεχνάμε αυτό που μας διέσωσε ο Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκις. Η Καλλιρρόη Παρέν Σιγανού ακόμα και σε διαδηλώσεις κατέβαινε με το πλεκτό της. Αυτή η λεπτομέρεια σημαίνει πολλά για την πραγματική έννοια του φεμινισμού.
Ας μην ξεχνάμε ότι και στις χοροεσπερίδες και σε άλλες διοργανώσεις για φιλανθρωπικούς σκοπούς με τα χέρια τους ετοίμαζαν το μπουφέ. Και αν κρίνουμε από τα δημοσιεύματα στις κοσμικές στήλες έκλεβαν την παράσταση οι σπεσιαλιτέ που ετοίμαζαν κάθε μια τους χωριστά.
Η εμφάνισή τους τις απασχολούσε επίσης ιδιαίτερα, επειδή και η κομψότητα ήταν δείγμα αρχοντιάς. Πάνω από όλα όμως κυριαρχούσε στις επιλογές τους η μητρότητα. Η οικογένεια και τα παιδιά τους ήταν ένα κεφάλαιο της ζωής τους που δεν το δίδαξε κανένας. Ήταν αυτονόητο για τις γυναίκες αυτές ότι θα έπρεπε να γίνουν υποδειγματικές σύζυγοι και μητέρες. Πώς λοιπόν να μη μεγαλώσουν παιδιά που έκαναν τον τόπο μας περήφανο αργότερα;
Αυτές ήταν οι γιαγιάδες και οι προγιαγιάδες που αποτελούσαν την τοπική κοινωνία τα χρόνια εκείνα τα παλιά. Αυτή την οδό είχε ακολουθήσει και η Αναστασία Δρανδάκη.
Ένδοξη πατραγαθία
Η Αναστασία εκτός των άλλων είχε και ένδοξη πατραγαθία. Από την οικογένειά της ήταν ο Ιωάννης Σαπουντζάκης που στα 1827 ήταν μέλος του κρητικού συμβουλίου, της τότε κυβέρνησης δηλαδή. Επίσης οι στρατηγοί Βασίλειος Σαπουντζάκης, που διετέλεσε υπουργός των Στρατιωτικών του Γεωργίου του Α’ και Κωνσταντίνος Σαπουντζάκης καθηγητής της Σχολής των Ευελπίδων και του Βασιλέως Κωνσταντίνου καθώς και Αρχηγός του Στρατού Ηπείρου 1912-13.
Αδελφός της ήταν ο αείμνηστος καθηγητής Ευάγγελος Σαπουντζάκης.
Στο περιβάλλον αυτό μεγάλωσε η Αναστασία λαμβάνοντας ζηλευτή μόρφωση. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές της, φοίτησε στο Αρσάκειο αποκτώντας με εξαιρετικές επιδόσεις το πτυχίο δασκάλας το 1905. Αμέσως ασχολήθηκε με ζέση βιώνοντας τη χαρά της εκπαιδευτικού που σκορπά το φως της γνώσης σε τρυφερές υπάρξεις. Εργάστηκε σε διάφορα σχολεία μέχρι το 1912. Το χρόνο αυτό διορίζεται διευθύντρια του Ανωτέρου Δημοτικού σχολείου Θηλέων Ρεθύμνου για να υποβάλει αμέσως την παραίτησή της, καθώς την καλούσε η φυσική της αποστολή να γίνει σύζυγος και μητέρα. Ας μην ξεχνάμε πως ήταν και μια από τις πιο περιζήτητες νύφες.
Αξιόλογη και η σωματειακή της δράση. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του Λυκείου των Ελληνίδων και πρόσφερε τις υπηρεσίες της ως Γραμματέας του Διοικητικού του συμβουλίου στα μέσα της δεκαετίας του 20.
Αργότερα στο Λύκειο θα τη διαδεχθεί η νύφη της Ανδριανή, σύζυγος Γεωργίου Δρανδάκη, μια κυρία (από τις «νύφες» του Ρεθύμνου) με πολυσήμαντη προσφορά, κάνοντάς την πολύ υπερήφανη γιατί είχε αγαπήσει το Λύκειο και πίστευε πολύ στην υψηλή του αποστολή.
Η Αναστασία όπως κάθε γυναίκα του παλιού, ωραίου Ρεθύμνου, πίστευε πάνω απ’ όλα στα εθνικά ιδεώδη και ήθελε να διαδοθεί στους νέους η αγάπη για τις παραδόσεις που συνθέτουν την εθνική μας ταυτότητα. Σκοπό που το Λύκειο Ελληνίδων υπηρέτησε και υπηρετεί πάντα με συνέπεια ακόμα και σήμερα.
Μεγάλο ταλέντο στη ζωγραφική
Εκτός από τις εγκυκλοπαιδικές της γνώσεις ήξερε Γαλλικά, Μουσική και Ζωγραφική. Το έμφυτο ταλέντο της, σε συνδυασμό με τις γνώσεις που απέκτησε, της επέτρεψαν να εκφραστεί με το χρωστήρα. Τα έργα της κοσμούσαν το αρχοντικό της και προκαλούσαν τον ειλικρινή θαυμασμό του επισκέπτη με την τεχνική τους αρτιότητα και τη θεματική τους που αποκάλυπτε μια ταλαντούχα δημιουργό.
Κι όμως η ίδια παρέμενε απλή πάντα, ανοικτή στον ανθρώπινο πόνο που κατανοούσε και προσπαθούσε να θεραπεύσει με τις διακριτικές της αγαθοεργίες απόρροια μιας βαθειάς χριστιανικής αντίληψης.
Ένα ζευγάρι πρότυπα αρχοντιάς
Ο γάμος της με τον Βασίλειο Δρανδάκη ήταν η αφετηρία μιας συμπόρευσης στη ζωή πρότυπο για κάθε ζευγάρι. Ήταν θαρρείς πλασμένοι ο ένας για τον άλλο. Κι έτσι δημιούργησαν την οικογένεια που παραμένει αξιοσέβαστη χάρις και στα παιδιά τους. Ο Νικόλαος επιφανής βυζαντινολόγος και ο Γεώργιος δικηγόρος από τους επιφανέστατους, πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου κι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες του τόπου που αγωνίστηκε για τα δικαιώματα του Ρεθύμνου στην ανάπτυξη και την προκοπή.
Μεγάλα έργα που κατακτήθηκαν μετά από αγώνες αποκτήθηκαν και με τη δική του αγωνιστική προσπάθεια.
Η Αναστασία υπήρξε μια άριστη σύζυγος, πρόθυμη να μοιραστεί με τον άνδρα της και κάθε δοκιμασία και να τον στηρίξει.
Εκείνος έφυγε πλήρης ημερών στις 7 Φεβρουαρίου του 1954. Εκείνη αργότερα το 1972 ζώντας πάντα με την ανάμνησή του και τις όμορφες μέρες που έζησαν μαζί.
Και για τους δυο ο τοπικός τύπος έκανε τις σχετικές αναφορές τιμής. Και από τις πηγές αυτές αντλήσαμε στοιχεία για το αφιέρωμά μας αυτό.
ΠΗΓΕΣ: Γεωργίου Εκκεκάκη: «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη»
Νεκρολογίες που δημοσιεύτηκαν στην «Κρητική Επιθεώρηση» 1954 και 1972 αντίστοιχα
Νεκρολογίες του Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκη και για τους δυο στην ίδια εφημερίδα.