Από τις πιο γνωστές οικογένειες του Ρεθύμνου οι Σπανδάγοι, έχουν να αναδείξουν σημαντικά μέλη της επιστημονικής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας.
Θα χρειαστούν αρκετές σελίδες και στο μέλλον, για την αναφορά εκείνων που συνεχίζουν να ζουν μέσα από το έργο τους. Το Ρέθυμνο έχει ωφεληθεί τα μέγιστα από την οικογένεια, καθώς μέσα από την ευρύτερη καταξίωση αρκετών Σπανδάγων τιμάται ιδιαίτερα και ο τόπος μας.
Οφείλουμε πάντως να παρατηρήσουμε ότι αν και σημαντική η οικογένεια αυτή, διακρίνεται πάντα για τη σεμνότητα και τους χαμηλούς τόνους που χαρακτηρίζουν τα μέλη της. Όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση προσωπικοτήτων, που δεν χρειάζονται θόρυβο για να είναι στην επικαιρότητα.
Από τους επιφανέστερους ποινικολόγους
Ο Βασίλης Σπανδάγος ήταν ένας από τους πλέον επιφανείς ποινικολόγους του Ρεθύμνου. Νεότατος άρχισε να υπηρετεί τη Θέμιδα και οι παλιοί Ρεθεμνιώτες, κυρίως εκείνοι που είχαν σχέση με τη νομική επιστήμη, έχουν να πουν ότι οι αγορεύσεις του Σπανδάγου ήταν μοναδικές, τόσο σε ύφος όσο και σε επιχειρηματολογία. Ήταν γεννημένος για το λειτούργημά του, όπως έλεγαν εκείνοι που ξέρουν να αξιολογούν. Και μιλάμε για μια εποχή στο Ρέθυμνο, που η γνώση ήταν αρχή για την περαιτέρω αξιολόγηση του ατόμου. Κάθε τι πνευματικό ήταν κανόνας και αλίμονο στο ευτελές, στο πρόχειρο, στο τυχάρπαστο. Ήταν καταδικαστέο.
Ίσως για τούτο οι άνθρωποι που περιγράφουμε να έχουν το δικαίωμα μεγαλύτερης αναφοράς. Γιατί αποτελούσαν φαινόμενα στην εποχή τους. Κι αν δεν έχουμε περισσότερες γραπτές αναφορές, γι’ αυτούς, είναι επειδή τα μέτρα σύγκρισης ήταν τόσο υψηλά εκείνες τις εποχές, που οι προσωπικότητες αυτές ήταν από το έργο τους και μόνο καταξιωμένες. Θα «κόμιζες γλαύκα εις τας Αθήνας» αν έκανες, τότε, ιδιαίτερη αναφορά σε αυτούς. Και μόνο στη νεκρολογία υπήρχε το περιθώριο να απαριθμηθούν όλες τους οι αρετές.
Πρώτος των πρώτων
Με τα προσόντα του αυτά που περιγράψαμε ο Σπανδάγος δεν άργησε να γίνει ο πρώτος των πρώτων. Διαβάσαμε στον τοπικό τύπο της εποχής, ότι δεν ήταν σπάνιο να κατακλύζεται από κόσμο η αίθουσα, όπου θα αγόρευε ο σημαντικός αυτός Ρεθεμνιώτης δικηγόρος. Γιατί όλοι ήθελαν να τον ακούσουν και να απολαύσουν τον χειμαρρώδη λόγο του.
Ήταν πλήρης κάτοχος της νομοθεσίας και αυτό του επέτρεπε να στοιχειοθετεί επαρκέστατα κάθε του νομικό επιχείρημα. Οι γνωμοδοτήσεις του ήταν αδιαφιλονίκητες, επειδή εθεωρείτο αυθεντία στον τομέα του. Χαρισματική ήταν και η πένα του κι αυτό φαίνεται από τα κείμενα που δημοσίευε κατά καιρούς κοσμώντας τις στήλες του τοπικού τύπου. Τα θέματά του ήταν τοπικού ή και γενικού ενδιαφέροντος, αλλά κυρίως τον απασχολούσε η επαρχία Μυλοποτάμου και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε.
Ο εκλεκτός συμπολίτης κ. Γιώργος Δρανδάκης, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου, που είχε το θλιβερό προνόμιο να νεκρολογήσει τον Βασίλη Σπανδάγο, ανέφερε μεταξύ άλλων στη μεστή ομιλία του, για τη δράση του συμμαθητή του, από τα μαθητικά κιόλας χρόνια σε κάθε πνευματική προσπάθεια όπως η έκδοση περιοδικού που εξέδιδαν τότε οι μαθητές Γυμνασίου.
Ο Σπανδάγος είχε επιπλέον και την βαθύτερη εκτίμηση των καθηγητών του επειδή τους ξάφνιαζε πάντα με τους προβληματισμούς του που έδειχναν άνθρωπο υψηλού πνευματικού αναστήματος. Και δεν διαψεύστηκε κανένας από αυτούς που είχε προφητεύσει λαμπρό μέλλον για το μαθητή αυτό.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του και αρχίζοντας την καριέρα του, είχε καταπλήξει τους πάντες με την επαγγελματική του ευσυνειδησία. Ήταν πολύ εργατικός. Από «φυλακής πρωίας» άνοιγε το γραφείο του και μέχρι αργά τη νύχτα μπορούσες να διακρίνεις ακόμα φως, απόδειξη ότι είχε και πάλι ξεχαστεί στη μελέτη και προετοιμασία των υποθέσεων που τον απασχολούσαν. Η ολιγωρία, η αναβολή, η προχειρότητα ήταν άγνωστες καταστάσεις στον τρόπο ζωής του.
Μια λαμπρή οικογένεια
Ο γάμος του με τη Βεατρίκη Σταύρου Κελαϊδή ήταν από τους μεγάλους σταθμούς της ζωής του. Γιατί είχε βρει την ιδανική σύντροφο για να δημιουργήσει την οικογένεια που ονειρευόταν. Και ο Βασίλης Σπανδάγος έγινε στη συνέχεια ένας άριστος οικογενειάρχης, σύζυγος και πατέρας. Η Βεατρίκη του ήταν αυτή που τον στήριξε στο μεγάλο διάστημα της ασθένειας που τον ταλαιπώρησε. Κι έτσι καταξιώθηκε στην τοπική κοινωνία που έβλεπε στο πρόσωπό της μια αληθινή Κυρία. Μια πραγματική αρχόντισσα.
Ο Βασίλης Σπανδάγος, από βάσκανη μοίρα δεν πρόλαβε να χαρεί τα παιδιά του, που άρχισαν να αποδεικνύουν ότι πορεύονται στα χνάρια του Νεότατος, στα 57 του χρόνια μετά από οδυνηρή ασθένεια που του ανέκοψε τόσο νωρίς τη λαμπρή του πορεία, έφυγε για το αιώνιο ταξίδι.
Δεν πρόλαβε να τα καμαρώσει όπως επιθυμούσε κι ας είχε τα πρώτα δείγματα της μελλοντικής τους πορείας.
Ο Γιάννης του μόλις είχε πάρει το πτυχίο του Αρχιτέκτονα και ο Σταύρος του, από τους κορυφαίους επιστήμονες της πόλης μας, σήμερα, ήταν στον τέταρτο χρόνο των σπουδών του στην ιατρική.
Δυστυχώς και ο Γιάννης του έφυγε νωρίς. Ένα ανυπόταχτο πνεύμα που πρωτοστατούσε σε κάθε κίνηση για το συμφέρον του τόπου, κόντρα σε κάθε κατεστημένο.
Ο ταλαντούχος αρχιτέκτονας που υπερασπίστηκε τις παραδόσεις του τόπου του με τόσο πάθος.
Δεν ξέρουμε αν άλλος μπόρεσε να δώσει την προσωπικότητά του Γιάννη, στις πραγματικές της διαστάσεις, με την επιτυχία που τον σκιαγραφεί σε νεκρολογία του ο Μιχάλης Τζεκάκης. Και που αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Ο Γιάννης ξεπέρασε ακόμα ένα σημαντικό φράγμα. Σε μια πόλη που τα τελευταία χρόνια οι άνθρωποί της μοιράζονταν σε δεξιούς και αριστερούς, σε προοδευτικούς και οπισθοδρομικούς, ο Γιάννης έσπασε με τόλμη τις διαχωριστικές γραμμές. Μιλούσε άνετα με όλους. Δεν απέκλειε κανέναν εξαιτίας της πολιτικής ή της κομματικής του ταυτότητας ή τοποθέτησης. Δεν επηρεαζόταν ποτέ από τις ρετσινιές που η μια μεριά κολλούσε στην άλλη. Μιλούσε και συνεργαζόταν με το Χαλκιαδάκη τον πρεσβύτερο και το νεώτερο των «Ρεθυμνιώτικων Νέων», όπως μιλούσε και συνεργαζόταν με τον Καλαϊτζάκη τον πρεσβύτερο και το νεώτερο της «Κρητικής Επιθεώρησης». Μιλούσε και συνεργαζόταν με το δήμαρχο Δημήτρη Αρχοντάκη, όπως είμαι σίγουρος μιλούσε και με το σημερνό δήμαρχο, το Γιώργο Μαρινάκη. Μιλούσε, συνεργαζόταν και σχεδίαζε δράσεις με τον Πρέσβη Χρήστο Ζαχαράκη, όπως μιλούσε και με τον Επίσκοπο της πόλης, όπως μιλούσε και συνεργαζόταν με τη Μαρία Τσιριμονάκη, το υπέροχο βιβλίο της οποίας ανέδειξε σε μια έξοχη έκδοση. Όπως μιλούσε και συνεργαζόταν με τον καθηγητή Αλέξη Πολίτη, όπως μιλούσε και συνεργάστηκε με το Δημήτρη Καλοκύρη στήνοντας απαράμιλλες εκθέσεις, όπως συνεργάστηκε με κάθε άλλο ρεθεμνιώτη ή φορέα που οι αρμοδιότητές του σχετίζονταν με την πόλη. Η πόλη ήταν πάνω απ’ όλα. Ποτέ δεν επέτρεπε οι ιδεολογίες και τα ιδεολογήματά τους, οι κομματικές και άλλες διαχωριστικές γραμμές να βάζουν φραγμούς στα πρόσωπα της συναναστροφής του. Σε καμιά περίπτωση δε φοβήθηκε μήπως του κολλήσουν τη ρετσινιά του οπισθοδρομικού, μιλώντας και συναναστρεφόμενος πρόσωπα που δεν ανήκουν στον κρατούντα συρμό της «προοδευτικότητας».
Η παιδεία και η προσωπικότητα του Γιάννη τον οδήγησαν σε μια ακόμα υπέρβαση. Σε εποχή που ολόκληρη η Ελλάδα εκτός από κάποια στέκια της Αθήνας έχει μεταβληθεί σε απέραντη επαρχία, ο Γιάννης ξεπέρασε το πλέγμα του επαρχιωτισμού και της πνευματικής μιζέριας. Όλες οι ενέργειες και οι δράσεις του ήταν μπολιασμένες με πνεύμα κοσμοπολίτικο και πρωτοπόρο, με εκλεπτυσμένο γούστο που προσιδιάζει σε προχωρημένους αστούς: Το βιβλιοπωλείο, οι πολυάριθμες εκθέσεις που έστησε, η δημιουργία ενός μοναδικού φωτογραφικού αρχείου, οι έρευνές του, οι τίτλοι των εκδόσεων Μίτος, τα ένθετα των Ρεθεμνιώτικων νέων που φέρουν απόλυτα τη σφραγίδα της καλλιτεχνικής του προσωπικότητάς, οι εκθέσεις που έστησε, όλα τα έργα του ξεπερνούν τα επαρχιώτικα όρια και αποτελούν δείγματα γραφής προχωρημένου αστικού κλίματος.
Συνεπής με την πλευρά αυτή του χαρακτήρα του, ο Γιάννης αγκάλιαζε και έβανε πρόθυμα πλάτες σε κάθε πρωτοβουλία στο Ρέθυμνο που εξέφραζε αυτό το πνεύμα, ενώ αντίθετα ενοχλούταν και θλιβόταν για τα φαινόμενα του πνευματικού νεοπλουτισμού και επαρχιωτισμού που εκδηλώνονται από τα κλειστά και προσωποπαγή κλαμπ που ανθούν σε κάθε επαρχιώτικη πόλη και φυσικά και στο Ρέθυμνο. Ενοχλούταν με την ισόβιο κατοχή σφραγίδων, ως δείγματα ανυπόφορου επαρχιωτισμού, γιατί ο Γιάννης έζησε μεν στην επαρχία, δεν υπηρέτησε όμως ποτέ τον επαρχιωτισμό».
Συνεχιστές μιας οικογενειακής παράδοσης
Ο Βασίλης Σπανδάγος δεν πρόλαβε να χαρεί την εξέλιξη των παιδιών του, φαίνεται όμως ότι τα άφησε άξιους συνεχιστές του στην πόλη που τόσο αγάπησε ο ίδιος, αλλά δεν τον άφησε ζηλόφθονη μοίρα να ζήσει περισσότερο και να προσφέρει.
Ειλικρινά δεν θα μπορούσαμε από το αφιέρωμα αυτό στις προσωπικότητες της πόλης να παραβλέψουμε τον σπουδαίο αυτό επιστήμονα που τίμησε τη Θέμιδα και άφησε εποχή ως ρήτορας και άριστος χειριστής του γραπτού λόγου. Ένας άξιος εκπρόσωπος του Ρεθύμνου των Γραμμάτων.