Στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Ρεθύμνου (Δ.Ο.Υ.) έχουν βεβαιωθεί τα χρήματα που υποχρεούνται να επιστρέψουν δεκάδες αγρότες του νομού, για την υπόθεση που αφορά την είσπραξη επιδοτήσεων χιλιάδων ευρώ για το πρόγραμμα «Δάσωση Γεωργικών Εκτάσεων». Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι κατηγορούνται περίπου 200 άτομα για την υπόθεση και η απόφαση επιστροφής χρημάτων που έχει εκδοθεί από την Γενική Γραμματεία Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης, αφορά ποσό που προσεγγίζει τα 5 εκατομμύρια ευρώ.
Η υπόθεση χρονολογείται από το έτος 2009, όταν τότε η Περιφέρεια Κρήτης, κατόπιν καταγγελίας της Διεύθυνσης Δασών, απέστειλε έγγραφο σε αρκετούς αγρότες, κυρίως του Μυλοποτάμου όπως και άλλων περιοχών του νομού, με το οποίο τους ζητούσε να επιστρέψουν στο Δημόσιο ποσά χιλιάδων ευρώ, τα οποία είχαν λάβει ως επιδοτήσεις ως δήθεν δικαιούχοι του προγράμματος.
Πολλοί από τους αγρότες προσέφυγαν τότε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Ηρακλείου ζητώντας να ακυρωθεί η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης και ταυτόχρονα υπέβαλαν αίτηση αναστολής εκτελέσεως της απόφασης, ώστε να μην βεβαιωθούν τα χρήματα αυτά στις Δ.Ο.Υ.
Κάτι που τελικά δεν έγινε για τις περιπτώσεις των δικαιούχων που απεντάχθηκαν οριστικά από το πρόγραμμα, μετά και την εξέταση των ενστάσεων που υπέβαλαν στη Διεύθυνση Δασών, καθώς διαπιστώθηκε ότι είχαν πάρει τις επιδοτήσεις χωρίς να εφαρμόσουν το πρόγραμμα δάσωσης, βάζοντας απλά τα χρήματα στις τσέπες τους.
Επιπλέον, από την περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης και τη διασταύρωση των στοιχείων μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι αρμόδιες υπηρεσίες διαπίστωσαν ότι δεκάδες αγρότες είχαν παραπλανήσει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ως προς την ιδιοκτησία των εκτάσεων που είχαν δηλώσει πως επιθυμούν και προτίθενται να αναδασώσουν, προκειμένου να ενταχθούν στο πρόγραμμα, οι οποίες όχι μόνο δεν τους ανήκαν αλλά ήταν δασικές και ανήκαν στο κράτος.
Όπως προέκυψε, πολλοί δικαιούχοι πήραν τις επιδοτήσεις αλλά δεν φύτευσαν ποτέ χαρουπιές, μουρνιές και άλλα δέντρα που είχαν δηλώσει, συνεχίζοντας να χρησιμοποιούν την έκταση ως βοσκότοπους. Άλλοι προχώρησαν στις καλλιέργειες αλλά μόνον για μικρό χρονικό διάστημα, στην αρχή του προγράμματος, και άλλοι παρότι επένδυσαν μέρος των χρημάτων που επιδοτήθηκαν, εγκατέλειψαν μέσα σε διάστημα λίγων ετών την έκταση, με την δικαιολογία ότι οι κλιματολογικές συνθήκες δεν ευνοούσαν την ανάπτυξη τους. Σε όλες τις περιπτώσεις οι δικαιούχοι εισέπραξαν αρχικά εφάπαξ το 80% του κόστους της συνολικής επένδυσης για την εγκατάσταση της φυτείας (έξοδα για περιφράξεις, αγορά δενδρυλλίων, κατεργασία εδάφους κτλ.), ενώ στη συνέχεια τους καταβάλλονταν για μια πενταετία ετήσια επιδότηση τόσο για τις απώλειες γεωργικού εισοδήματος όσο και για τη συντήρηση της φυτείας. Πέραν της πενταετίας επιδοτούνταν μονάχα για την ενδεχόμενη απώλεια του γεωργικού εισοδήματος, μέχρι και την ολοκλήρωση της 20ετίας που είχαν την υποχρέωση να συντηρούν την γεωργική έκταση.
«Σε όσες περιπτώσεις φάνηκε καθαρά ότι ο επενδυτής αμέλησε να τηρήσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις, δηλαδή έβαλε μέσα ζώα, έκανε κι άλλη καλλιέργεια ταυτόχρονα ή δεν είχε καθόλου καλλιέργεια, απεντάχθηκε από το πρόγραμμα. Τους δόθηκε χρονικό διάστημα, μετά από έγγραφη ειδοποίηση, να αποκαταστήσουν τη φυτεία τους και εφόσον δεν το τήρησαν παρέλαβαν πρόσκληση για οικειοθελή επιστροφή των χρημάτων» τονίζει στα «Ρ.Ν.» υπάλληλος της Διεύθυνσης Δασών και συνεχίζει: «Παλιότερα δεν υπήρχε αποτύπωση των εκτάσεων, τοπογραφικά διαγράμματα με ακριβείς συντεταγμένες, έτσι ώστε να έχουν καταχωρηθεί στον ΟΠΕΚΕΠΕ τα στοιχεία. Από τότε που ζητήθηκε διασταύρωση των στοιχείων διαπιστώσαμε ότι κάποια πράγματα είχαν ξεφύγει. Σε αυτό το σημείο φτάσαμε αφενός διότι ορισμένοι είχαν υπερεκτιμήσει τις δυνατότητες της περιοχής ή της έκτασης για αναδάσωση και αφετέρου διότι υπήρξε είτε αδιαφορία είτε πλημμελής φροντίδα της φυτείας».
Σύμφωνα με το στέλεχος της Διεύθυνσης Δασών, με απόφαση του πρώην γενικού γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης, έχει ζητηθεί η επιστροφή των χρημάτων από το 50% των δικαιούχων, που μεταφράζεται σε ένα ποσό της τάξεως των 5 εκατομμυρίων ευρώ περίπου, καθώς ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος ανήλθε στα 10 εκατ. ευρώ περίπου.
Να σημειωθεί ότι ένας ογκώδης φάκελος με την υπόθεση και δεκάδες κατηγορούμενους, πολλοί απ’ τους οποίους σε βαθμό κακουργήματος, βρίσκεται στη δικαιοσύνη για τον επιμερισμό ευθυνών και την τιμωρία των «επενδυτών».
Το Πρόγραμμα «Δάσωση Γεωργικών Εκτάσεων», ήταν ένα συγχρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρόγραμμα η εφαρμογή του οποίου είχε αρχίσει το 1994 σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές της χώρας, στο οποίο είχε ενταχθεί μεγάλος αριθμός αγροτών της Κρήτης και του Ρεθύμνου.
Η επιδότηση προερχόταν από την ευρωπαϊκή κοινότητα και από το ελληνικό κράτος και ειδικότερα από το υπουργείο Γεωργίας, ενώ οι κατά τόπους Διευθύνσεις Δασών είχαν αναλάβει την εποπτεία και τον έλεγχο της νομιμότητας των δικαιούχων.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, αγρότες-ιδιοκτήτες αγροτικών εκτάσεων που επιθυμούσαν να αλλάξουν την καλλιέργεια της γης τους ή επιθυμούσαν να αξιοποιήσουν έκταση, αρκεί να ήταν πλέον των τριών στρεμμάτων, είχαν τη δυνατότητα να επιδοτηθούν με 350 ευρώ ανά στρέμμα, αρκεί να προχωρούσαν στην φύτευση συγκεκριμένων δένδρων, τα οποία είναι ανθεκτικά στις πυρκαγιές, έτσι ώστε η καλλιέργειά τους να δημιουργεί αντιπυρικές δασώδεις ζώνες. Δέντρα όπως καστανιές, καρυδιές, μουριές κλπ.
Ο κανονισμός του προγράμματος προέβλεπε επιδότηση για δαπάνες δάσωσης ανά εκτάριο, ετήσια πριμοδότηση ανά δασωμένο εκτάριο για τα πέντε πρώτα χρόνια μετά την φύτευση των δένδρων και ετήσια πριμοδότηση ανά εκτάριο, για την αντιστάθμιση των απωλειών εισοδήματος των επενδυτών, λόγω της δάσωσης των γεωργικών εκτάσεών τους. Υποχρέωση των δικαιούχων του προγράμματος ήταν η συνέχιση της συγκεκριμένης καλλιέργειας για 20 χρόνια. Αν στο μεσοδιάστημα ο δικαιούχος ήθελε να αλλάξει εκμετάλλευση στην έκτασή του ή εγκατέλειπε για κάποιο λόγο την έκταση, όφειλε να επιστρέψει ολόκληρο το ποσόν της επιδότησης που είχε λάβει.
Ύστερα από έλεγχο που πραγματοποίησε η Διεύθυνση Δασών Κρήτης, διαπίστωσε ότι μεγάλος αριθμός δικαιούχων στο Ρέθυμνο, έπαιρνε μεν κανονικά τις επιδοτήσεις για το διάστημα που προβλεπόταν, αλλά στις εκτάσεις που είχαν δηλώσει δεν υπήρχε κανένα ίχνος του επιδοτούμενου προγράμματος.
Το Νοέμβριο του 2009, δεκάδες δικαιούχοι του νομού κλήθηκαν με απόφαση του περιφερειάρχη να επιστρέψουν οικειοθελώς στο κράτος τα ποσά που είχαν λάβει, το ύψος των οποίων ανά περίπτωση ήταν από 20.000 έως και 300.000 ευρώ.