Του ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Το σχολείο και η κοινωνική πραγματικότητα δεν πρέπει να είναι δυο άσχετοι ή ενάντιοι μεταξύ τους κόσμοι, αλλά, αντίθετα, να αναπτύσσεται ανάμεσά τους μια ελκτική διαλεκτική σχέση. η κοινωνική πραγματικότητα οφείλει να προβληματίζει το σχολείο και το σχολείο να φωτίζει, δια μέσου των μαθητών και των διδασκάλων του, την κοινωνική πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτόν αίρεται η στεγανοποίηση του σχολείου και ξεπερνιέται σε σημαντικό βαθμό ο, αναπόφευκτα, συντηρητικός και στατικός χαρακτήρας του.
Η προοπτική αυτή επιτυγχάνεται μέσα από διάφορες δραστηριότητες του σχολείου, όπως, για παράδειγμα, τις εργασίες που πραγματοποιούνται στα πλαίσια του μαθήματος της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, με τους υψηλούς στόχους που το μάθημα αυτό προτείνει κάθε φορά. Τη δημιουργία, επίσης, από τους μαθητές περιοδικών και άλλων εντύπων και, γενικότερα, κάθε είδους δραστηριοτήτων που απευθύνονται προς το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Έτσι, το σχολείο με τις δραστηριότητές του αυτές ανοίγει διάπλατα τις πόρτες του στην κοινωνική πραγματικότητα με επιπτώσεις, σχεδόν πάντοτε, ευνοϊκές στην προσπάθειά του να επιτύχει την κοινωνική καλλιέργεια και την κανονική ψυχοπνευματική ανάπτυξη των μαθητών του.
Από την αρχή της εφαρμογής τους τέτοια προγράμματα γοητεύουν ως ιδέα τούς λειτουργούς της Εκπαίδευσης, αλλά, και, κυρίως, τους ίδιους τους μαθητές, οι οποίοι κινούμενοι μέσα σε αυτά δεν αισθάνονται, πλέον, παθητικοί δέκτες εντολών και κατευθύνσεων, αλλά δραστήρια και ενεργά μέλη της μαθητικής κοινότητας, που τολμά και ανοίγεται επωφελώς στο κοινωνικό σύνολο που άμεσα τούς περιβάλλει. Οι μαθητές απαλλαγμένοι από το άγχος της βαθμολογίας και από τα στενά πλαίσια της αίθουσας διδασκαλίας ανοίγουν τα φτερά τους σε νέους φωτεινούς ορίζοντες. Η δογματική μέθοδος διδασκαλίας αντικαθίσταται από τη μέθοδο της εργασίας, μιας εργασίας πραγματικής, που βασίζεται σε ομαδικές μικροερευνητικές δραστηριότητες που υλοποιούνται συχνά έξω από το σχολείο και, κατά κανόνα, σε περιοχή που βρίσκεται στο κοντινό και άμεσο των μαθητών περιβάλλον. Έρχονται σε επαφή με το θρησκευτικό, πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, εργασιακό, πολιτιστικό και φυσικό γίγνεσθαι, στο οποίο ψάχνουν δημιουργικά, βρίσκουν στοιχεία χρήσιμα για το θέμα τους, τα ταξινομούν, και τα επεξεργάζονται κατάλληλα. Οι μαθητές μέσα από τις εργασίες τους αυτές γνωρίζουν την πραγματικότητα, χαίρονται με τις επιτυχίες τους, κοινωνικοποιούνται, μαθαίνουν να βλέπουν με αισιοδοξία το μέλλον.
Αυτό, ακριβώς, συνέβη, και με τους μαθητές του Γενικού Λυκείου Ατσιπόπουλου, στις 9 Μαΐου 2018, με μιαν όμορφη και όλως ενδιαφέρουσα θεολογική Εσπερίδα, με τίτλο «Η Εκκλησία σε διάλογο με τον κόσμο», την οποία, αφού αξιολόγησε θετικά και επιβράβευσε η Εκκλησία των Ρεθυμνίων, διά του Επισκόπου της κ. Ευγενίου, προχωρώντας στην έκδοση των Πρακτικών της, τα οποία παρουσιάζουμε σήμερα με το σημείωμά μας αυτό.
Και όπως στον Πρόλογό του -στην εν λόγω έκδοση της Εσπερίδας- σημειώνει χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ευγένιος, η εσπερίδα αυτή πλήρωσε την ύπαρξή του από αισιοδοξία και ελπίδα, αφού πρωταγωνιστές της δεν ήταν οι συνήθεις, οι αναμενόμενοι σε τέτοιες περιπτώσεις «άνθρωποι του πνεύματος», που συχνά οι ακροατές γνωρίζουν τι θα πουν πριν καν μιλήσουν, αλλά τα ίδια τα παιδιά, οι μαθητές, που μας έδωσαν μάθημα και που μας είπαν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο πως έχουμε πολλά να ωφεληθούμε πνευματικά όταν παύσουμε να τους μιλάμε μόνο «από καθέδρας» και αρχίσουμε και να ακούμε κάποτε τι έχουν να μας πουν.
Η Μαθητική θεολογική Εσπερίδα χαιρετίζεται, επίσης, από τη σεπτή Κεφαλή της Ορθοδοξίας, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίο και προλογίζεται από τον Διευθυντή του ΓΕΛ Ατσιπόπουλου κ. Ιωάννη Κανιολάκη, θεολόγο, συντονιστή της όλης Εσπερίδας και εργασίας των μαθητών.
Κραυγή αγωνίας της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων προς το ποίμνιό Της και προς την πολλά υποσχομένη νεότητα, είναι, ο -δια του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη της κ. Ευγενίου- παρακλητικός λόγος και η υγιαίνουσα διδασκαλία της, που ζητά να εισχωρήσει βαθιά εις τα ώτα όλων και να εισακουστεί. Και η τοπική μας Εκκλησία είναι γεγονός ότι βρίσκεται σε καθημερινή αγαπητική και ποιμαντική προς τον ποίμνιό της κίνηση. Παντού αποζητά τον άνθρωπο και το πύρωμα της καρδιάς του και είναι άξια, εδώ, πολλών επαίνων και ευχαριστιών η ευαισθησία που, διά του επισκόπου Της, σε κάθε περίσταση, καλώς επιδεικνύει, αξιολογώντας και προβάλλοντας το κάθε έργον αναλόγως, όπως και στην προκειμένη περίπτωση, διά της παρούσας εκδόσεως, της εν λόγω επιτυχημένης και άκρως πρωτότυπης Μαθητικής -των μαθητών του Γενικού Λυκείου Ατσιπόπουλου και του Διευθυντή τους κ. Ιωάννου Κανιολάκη- Εσπερίδας.
Και είναι εντυπωσιακή και άκρως επαινετέα η πορεία που ακολουθήθηκε και, εν τέλει, και επιβραβεύθηκε από την τοπική μας Εκκλησία. γιατί όλα -όπως σημειώνει στον Πρόλογό του ο κ. Κανιολάκης- έγιναν «ευσχημόνως και κατά τάξιν», με την ομόθυμη του Συλλόγου Διδασκόντων απόφαση και υπό την αιγίδα της τοπικής Ενορίας και εν τέλει -αφού η όλη εργασία αφορούσε σε θεολογικά θέματα και, ειδικότερα, στο μάθημα των θρησκευτικών- αποφασίστηκε και η παρουσίασή της σε μια πρωτόγνωρη για την τοπική μας Εκκλησία μαθητική εκδήλωση, στη φιλόξενη αίθουσα του «Πολιτιστικού Συλλόγου Ατσιπόπουλου», με την παρουσία των τοπικών αρχόντων, γονέων και μαθητών, εφημερίων των τοπικών ενοριών και καθηγητών και βέβαια, όλων αυτών υπό τη σεπτή του Επισκόπου μας παρουσία. Και κοντά σ’ αυτά, όλα εμφανίζονται οργανωμένα και μελετημένα κατά γράμμα, καθώς, βέβαια και αυτή η ίδια η Ημερίδα, που, από την πρώτη, κιόλας, ματιά, φανερώνει τη σωστή κατεύθυνση που έλαβαν οι μαθητές, αλλά και τη σοβαρότητα του όλου εγχειρήματος, που «φυσικώ τω τρόπω» έρχεται να εγγυηθεί το προγραφέν αποτέλεσμα και, μάλιστα, σε έναν θεματικό κύκλο εξαιρετικά δύσκολο και έκτακτα απαιτητικό για την ηλικία και το γλωσσικό και γνωστικό επίπεδο των μικρών μαθητών, αλλά ταυτόχρονα και εξαιρετικό, αφορώντας σε σπουδαία θέματα της κοινωνίας. Θέματα βαθιά κοινωνικά, με έντονο θεολογικό, φιλοσοφικό και εκκλησιολογικό λόγο, που αφορούν σε σοβαρά προβλήματα της κοινωνίας μας, που δεν μπορούν να αφήσουν αδιάφορη και τη νεότητα, όπως τη μετανάστευση, την Παγκοσμιοποίηση και την Οικολογία, θέματα όλα στα οποία η μαρτυρία και η κατάθεση του Ευαγγελικού και προφητικού λόγου κρίνεται εξαιρετικής σημασίας και σπουδαιότητας.
Στο σημείο αυτό, κρίνουμε σκόπιμο να μεταφέρουμε τη σχετική θεματολογία της Εσπερίδας και τα ονόματα των Εισηγητών τους, μαθητών όλων της Β’ Λυκείου:
1) Ο Χριστός στο έργο του Ν. Καζαντζάκη (Στέλιος Κιμιωνής)
2) Εκκλησιαστικός λόγος και σύγχρονη νεότητα (Ηλιάνα Λιβανού)
3) Η Ορθοδοξία και η Μετανάστευση (Μαρία Κεραμιανού, Ραφαηλία Σταγάκη)
4) Παγκοσμιοποίηση και χριστιανική Οικουμενικότητα (Ζαχαρίας Θεοδωράκης)
5) Πάθη και Ανάσταση στην ελληνική Ποίηση (Ευαγγελία Μυστράκη)
6) Η Εκκλησία και το Οικολογικό Πρόβλημα (Ευαγγελία Κεριμάκη)
Εν κατακλείδι, θεωρούμε ότι όλα τα θέματα έχουν αναπτυχθεί από τους νεαρούς μαθητές με υπευθυνότητα και σοβαρότητα, στο πνεύμα του ορθόδοξου ευαγγελικού και προφητικού λόγου, με βαθιά εκκλησιολογική συνείδηση, στοχαστικότητα, δύναμη και ρεαλισμό. Σε κάθε πτυχή του προτεινόμενου θεολογικού, φιλοσοφικού και κοινωνιολογικού λόγου διακρίνει ο αναγνώστης την αφοπλιστική ειλικρίνεια και προθετικότητα των νεαρών συγγραφέων – εισηγητών τους, ενώ, κάποτε, γίνεται, ίσως, στον ειδήμονα και απαιτητικό αναγνώστη, αντιληπτό ότι η γλώσσα και η θεολογική – φιλοσοφική σκέψη των κειμένων ξεπερνά, ίσως, την αντιληπτική των μαθητών συγγραφέων τους ικανότητα, πράγμα, όμως, και αυτό, αναγκαίο, θεμιτό και επαινετέο αποδεικτικό της υψηλής ερευνητικής και έμπονης των παιδιών προσπάθειας, δυσανάλογης, ίσως, κάποιες φορές, των προβλημάτων με τα οποία κλήθηκαν να αναμετρηθούν και να παλέψουν και, που, όμως, τελικά, τα κατάφεραν και νίκησαν.
Μετά από όλα αυτά επαινούμε τους νεαρούς μαθητές και συγχαίρουμε και ευχαριστούμε τους συνάδελφους Υπεύθυνους Καθηγητές κ. Κατσινέλη Ιωάννα, Μάλλιου Ελεονώρα και Φανουργάκη Αικατερίνη, καθώς και τον Συντονιστή του όλου Προγράμματος κ. Κανιολάκη, που με πραγματικά αξιοθαύμαστη προθυμία, ζήλο και μεράκι ανέλαβαν το λεπτό αυτό και υπεύθυνο έργο της καθοδήγησης των νεαρών μαθητών τους στη δημιουργική αφομοίωση και κατάθεση πολύτιμων για την κοινωνία μας στοιχείων αλλά, ταυτόχρονα, και στη γόνιμη και καρποφόρα ανάπτυξη της προσωπικής και της κοινωνικής τους σκέψης.