Αν δεν ήταν γιατρός θα μπορούσε να είναι ένας λαμπρός δικηγόρος. Γεγονός είναι ότι ο Γεώργιος Ανδρεδάκης ή Ανδρεδής, θα μπορούσε να επονομαστεί ο «Μπέρναρ Σω» της επιστημονικής κοινότητας του Ιπποκράτη λόγω της ευφυέστατης ετοιμολογίας του με ατάκες που έμειναν ιστορικές. Σαν γιατρός ήταν κορυφαίος στον καιρό του, ανάργυρος ωστόσο και ανθρωπιστής. Σαν πολιτικός παθιασμένος με τα θέματα του τόπου του και άξιος εθνοπατέρας. Ίσως γι’ αυτό και να περνούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, χωρίς έσοδα, με τη διακριτική βοήθεια του φίλου του Ελευθερίου Βενιζέλου και πέθανε πάμπτωχος.
Αναφέρεται συνήθως με μια γραμμή σε ανάλογες πηγές τοπικής ιστορίας. Ο κ. Στέφανος Αντωνάκης στην ιστοσελίδα του αναφέρει συνοπτικά όλη τη δράση του σημαντικού αυτού Ρεθεμνιώτη. Έτσι σε λίγες γραμμές μαθαίνουμε ότι ο Γεώργιος Ανδρεδάκης-Ανδρεδής που γεννήθηκε στο Φουρφουρά το 1860 διετέλεσε:
1. Βουλευτής επί σειρά ετών.
2. Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων στην Κυβέρνηση Βενιζέλου.
3. Πρώτος Έπαρχος Αμαρίου.
4. Διακεκριμένος Γιατρός των φτωχών και των αδύναμων Αμαριωτών.
5. Άριστος Επιστήμονας και Πρόδρομος της ανακάλυψης της Πενικιλίνης, κατά τον Φλέμιγκ.
Ο Φουρφουράς, ως γενέτειρά του, αισθάνεται περήφανος για το πέρασμα αυτού του ανθρώπου απ’ αυτό τον τόπο. Μα και το Ρέθυμνο ομοίως. Γιατί ήταν σπάνιος άνθρωπος.
Μαρτυρίες Κώστα Μαμαλάκη
Ο Κώστας Μαμαλάκης μας τον περιγράφει σαν έναν άνδρα κοντό στο ανάστημα, απλό στους τρόπους, που αν τον έβλεπες μόνο του, χωρίς να μιλά, θύμιζε περισσότερο βιοπαλαιστή μικρονοικοκύρη. Όταν όμως έσμιγε με συναδέλφους του ή όταν έκανε διάγνωση έλαμπε ολόκληρος. Λες και μεταμορφωνόταν. Πότε ο ευγενικός και μειλίχιος αυτός άνθρωπος εκνευριζόταν το καταλάβαιναν όσοι τον γνώριζαν όταν άρχιζε να μιλά με βαριά κρητική προφορά.
Πολιτευόταν στο Αμάρι που υπεραγαπούσε αλλά και οι Αμαριώτες τον λάτρευαν. Είχε πάντα εκείνη την Αμαριώτικη περηφάνια και αρχοντιά που τον έκανε ακατάδεχτο σε πληρωμή, ιδιαίτερα αν προερχόταν από άπορο ή μεροκαματιάρη. Εύρισκε τρόπο να αρνηθεί τα χρήματα χωρίς όμως να προσβάλει το φιλότιμο ασθενή. Είχε μια άνεση να εντοπίζει τη ρίζα του προβλήματος σε κάθε περίπτωση ασθενή κι έκανε άριστη διάγνωση. Ήταν στον καιρό του από τους κορυφαίους γιατρούς.
Επιφυλακτικός με τους Ασκληπιάδες
Όσο η τοπική κοινωνία έμπαινε σε ρυθμούς ανάπτυξης, έβλεπες να έρχονται στην πόλη νέοι επιστήμονες με σπουδές στο εξωτερικό. Αυτούς ο Ανδρεδής δεν τους έβλεπε με καλό μάτι και διατηρούσε τις επιφυλάξεις του χωρίς να γίνεται προσβλητικός. Όταν όμως ήταν στις κακές τους δεν κρατούσε ούτε τα προσχήματα, όπως μας πληροφορεί στο σχετικό χρονογράφημα ο Κώστας Μαμαλάκης.
Όταν λοιπόν ήταν στις κακές του ο Ανδρεδής έβαζε τις φωνές στον νεαρό Ασκληπιάδα που θα του έκανε τον «έξυπνο».
«Κύριε συνάδελφε, τι τας θέλετε τας σπουδάς εις Εσπερίαν; Τι τα θέλετε τα Παρίσια; Μελετάν δεν είναι το αναγιγνώσκειν αλλά το εννοείν».
Κι είχε δίκιο εδώ που τα λέμε να κοιτάζει τους νεαρούς γιατρούς «αφ υψηλού», γιατί είχε μάθει μόνο στις επιτυχίες κι ήξερε να δημιουργεί μια ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης γύρω από τον ίδιο και τις γνωματεύσεις του. «Όλοι όμως οι συνάδελφοι του συγχωρούσαν την έπαρσή του αυτή, γιατί παραδέχονταν τις γνώσεις και την εμπειρία του.
Άλλωστε ήταν αρχαιότερος, άριστος επιστήμονας και σε δύσκολες περιπτώσεις δεν δίσταζε να παραμερίζει κάθε προσωπικό συναίσθημα και να προτάσσει την υγεία του ασθενούς από τη μια και το γόητρο του συναδέλφου του από την άλλη. Δεν άντεχε να δει κανέναν συνάδελφό του ταπεινωμένο από συγκυρία ή κακή στιγμή. Στις περιπτώσεις αυτές ειλικρινά δεν είχε διάθεση ούτε και για σκωπτικές παρατηρήσεις. Αμαριώτης με τα όλα του δηλαδή.
Περιστατικά που τον χαρακτηρίζουν
Οι πράξεις του γενικά είχαν κάτι το χαριτωμένα παράδοξο. Από κάποια περιστατικά που περιγράφει ο Μαμαλάκης το διαπιστώνουμε. Για παράδειγμα:
Κάποιος Βυζιριανός έπαθε ειλεό. Η ασθένεια την εποχή εκείνη δεν είχε σωτηρία. Ο Ανδρεδής αφού διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε οδός σωτηρίας, αναγκάστηκε αφού δεν γινόταν τίποτα περισσότερο να ενημερώσει τους συγγενείς. Εκείνοι με την απελπισία που διακρίνει καθένα στην περίπτωση αυτή θέλησαν να πάρουν μια ακόμα γνώμη. Ράπισμα δέχτηκε το γόητρο του Αμαριώτη γιατρού αλλά προείχε ο ασθενής. Κατάπιε λοιπόν την πίκρα του και δέχτηκε να συμμετέχει στο ιατρικό συμβούλιο που φρόντισαν οι συγγενείς να γίνει άμεσα. Μόλις ήρθε και ο άλλος γιατρός ο Ανδρεδάκης, έδεσε τα χέρια πίσω κι άρχισε να κόβει βόλτες.
Διασκέδασε για λίγο με την αμηχανία του συναδέλφου του που δεν ένοιωθε άνετα να καλείται μετά τη διάγνωση Ανδρεδή να δώσει τα φώτα του κι έπειτα επειδή κανένας δεν έβαζε την αρχή αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή πρώτος.
– Ήντα ‘ρθαμε δα να κάμομε και να πούμενε; Ρώτησε συνεχίζοντας το πηγαινέλα πάνω κάτω.
Κι επειδη δεν έπαιρνε απάντηση συνέχισε στο ίδιο ύφος.
– Τι γνώμη έχετε κύριε συνάδελφε. Εξητάσατε τον ασθενή. Είδατε τα χάλια του;
– Η γνώμη μου είναι σύμφωνη με τη δική σας απάντησε με σεβασμό ο άλλος. Εκάματε ό,τι μπορούσατε. Τη σωστή φαρμακευτική αγωγή εφαρμόσατε κύριε Ανδρεδάκη.
– Αυτό δα έλειπε να μη συμφωνείτε μαζί μου κύριε συνάδελφε, πήρε τα πάνω του ο βετεράνος.
Κι επειδή είχε ήδη αρχίσει να βράζει συνέχισε στην ντοπιολαλιά του σημείον αρκετών μποφόρ στο νευρικό του σύστημα.
– Κατές ένα πράμα. Μια που θέλανε ιατρικό συμβούλιο να εφαρμόσουμε μια ηρωική μέθοδο θεραπείας.
– Ποια μέθοδο ρώτησε με ενδιαφέρον ο άλλος χωρίς να προσέξει ότι ο βετεράνος συνάδελφός του το γύριζε τώρα στην πλάκα για «εκτόνωση».
– Εγώ θα σου πω κι εσύ θα συμφωνήσεις, αφού δέχτηκες να έρθεις σε συμβούλιο για άρρωστο καταδικασμένο. Θα του ποτίσουμε μια κούπα ρετσινόλαδο, κι από πάνω θα τονε βάλομε με το ζόρε να καταπιεί καμιά πενηνταριά δράμια σκάγια. Το μόνο που μας απομένει, αφού ζήτησαν ιατρικό συμβούλιο και συ δέχτηκες να ‘ρθεις. Θα φέρει περισταλτική κίνηση στα άντερα το ρετσινόλαδο, θα ζορίσουνε άσκημα και τα σκάγια κι ήντα θα κάμει το άντερο θα ξιδιπλωθεί γη θα πάθουνε ούλα μαζί με το στομάχι διάτρηση. Αφού είναι χαμένος για χαμένος ο αρρωστάρης.
Ο άλλος το πήρε στα σοβαρά.
– Όχι τέτοια ευθύνη δεν αναλαμβάνω είπε ξεροκαταπίνοντας.
Δένει ξανά τα χέρια πίσω ο Ανδρεδάκης, ξαναρχίζει το πηγαινέλα λέγοντας και τη μαντινάδα.
Εις του θανάτου τσι πληγές
βοτάνια δεν χωρούσι
Μήδε γιατροί γιαρεύουσι
μηδ’ άγιοι βοηθούσι κι άντες να πηγαίνομε κι έληξε το συμβούλιο κύριε συνάδελφε.
Έγινε παρδί στο …παρδί
Και μια ακόμα επίσης χαριτωμένη ιστορία με πρωταγωνιστή το θρυλικό γιατρό.
Ένας χωριανός του και φυσικά ψηφοφόρος του γύρισε από την αιχμαλωσία της Μικράς Ασίας σε κακό χάλι. Συνέφερε κάπως αλλά το βηχαλάκι του έγινε μόνιμο.
Τον άκουσε μια μέρα ο Ανδρεδής, καθώς περνούσε δίπλα του και δεν του άρεσε ο βήχας.
Με τη γνωστή του σιγουριά που έδινε θάρρος στην ασθενή του είπε για προληπτικούς λόγους να περάσει από το ιατρείο του να τον ακροαστεί.
Έτσι κι έγινε.
Πάει ο ανθρωπάκος στο ιατρείο, γδύνεται όπως του ζήτησε ο γιατρός κι αφέθηκε στην εξέταση που ξεκίνησε με τον κλασικό τρόπο της επίκρουσης με τα δάχτυλα.
«Ε… Ας παίξωμενε και μια ουλιά νταμπούρλο συντεκνάκι του είπε για να διασκεδάσει την αγωνία του άλλου.
Κολλά ύστερα τ’ αυτί του στην πλάτη του ασθενούς, γιατί ως γνωστόν δεν καταδεχόταν ποτέ να χρησιμοποιήσει ακουστικά έχοντας ακλόνητη εμπιστοσύνη στην ακοή του. Και τον αρχίζει στο βήξε ανάπνεε, βήξε ανάπνεε και ξαναβήξε.
Κάποτε τέλειωσαν.
– Ε κύριε γιατρέ ν’ ακούσομε τώρα και τα χαμπάρια λέει με μισή φωνή ο ασθενής.
Κι ο Ανδρεδάκης με απόλυτη φυσικότητα.
– Δεν έχεις μπρε συ πράμα Φθίση έχεις.
Ο ασθενής τα ‘χασε με την αταραξία του άλλου.
– Μα γιατρε ‘δι όνομις του χυλού μη με παίζεις. Ήντα ‘χω.
– Φθίση μωρέ δεν άκουσες;
– Και το λες με τόση άνεση;
– Γιάντα μωρέ ξεσπαθώνει ο Ανδρεδής. Δεν είναι πράμα. Μην είσαι «κουρκουζάνης». Θα πας στα ριζά του Ψηλορείτη στο Παρδί, θα πίνεις «χουμά» μπόλικο από το Μιτάτο και σε δυο μήνες θα γενείς παρδί».
Ο ασθενής που ήξερε και γράμματα έφυγε με μαύρη καρδιά από του γιατρού. Εκείνη την εποχή η φυματίωση θέριζε. Έκανε όμως ότι του είπε και πράγματι σε λίγο καιρό ήταν μια χαρά!
Η ιστορία που μας περιγράφει ο Μαμαλάκης έχει κι άλλες χαριτωμένες προεκτάσεις αλλά ο χώρος δεν επιτρέπει να τις συμπεριλάβουμε. Σημασία έχει ότι ο φθισικός έγινε καλά και περισσότερο το όφειλε στον τρόπο που έκανε τη διάγνωσή του ο Ανδρεδής, που τόνωσε το ηθικό του. Μια από τις βασικές συνταγές επιτυχίας του Αμαριώτη γιατρού.
Έντιμος πολιτικός
Ο Γεώργιος Ανδρεδάκης διέγραψε λαμπρή πολιτική καριέρα πλάι στο Βενιζέλο κι υπηρέτησε με ανιδιοτέλεια τον τόπο του. Δεν απέκτησε ποτέ περιουσία. Κι έμεινε τόσο πτωχός που μέχρι το 1933 που πέθανε τον συντηρούσε διακριτικά ο φίλος του Ελευθέριος Βενιζέλος για να μην προσκρούσει στην παροιμιώδη περηφάνια του. Σημασία έχει πως άφησε μνήμη αγαθή έντιμου πολιτικού, γιατί ανήκε πραγματικά στην κατηγορία των πολιτικών εκείνων που έδιναν κύρος στο ελληνικό κοινοβούλιο προκαλώντας βαθύτατο σεβασμό στους ψηφοφόρους τους.