Σαρώνει τα βραβεία όπου κι αν δηλώσει συμμετοχή με τις ταινίες του μικρού μήκους. Κι όμως παραμένει απλός, προσγειωμένος κι έτοιμος για την επόμενη δημιουργία του, καθώς η έμπνευσή του εξακολουθεί να τον οδηγεί σε ψηλότερες κορφές καλλιτεχνικών προκλήσεων.
Αυτή τη φορά το βραβείο στον Γιάννη Μπλέτα, γιατί αυτός είναι ο δημιουργός που έρχεται διαρκώς στο επίκεντρο με τις επιτυχίες του, έφεραν τα «Γεμιστά» από τον 7ο διεθνή Διαγωνισμό Ψηφιακού Κινηματογράφου στην Αθήνα. Και μαζί με τα συγχαρητήρια επιδιώξαμε μια ακόμα συζήτηση με το νεαρό καλλιτέχνη που θεωρεί το Ρέθυμνο δεύτερη πατρίδα του. Αυτή τη φορά οι ερωτήσεις είχαν πιο προσωπικό χαρακτήρα έτσι για να γνωρίσουμε καλύτερα τον εμπνευσμένο δημιουργό.
Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που σε έφερε κοντά στην Τέχνη και σε ποια ηλικία;
Θυμάμαι ότι από μικρό παιδί μαζευόμασταν σε χώρους στην Κοζάνη, όπου και μεγάλωσα, υποδυόμασταν τους ηθοποιούς, τους τραγουδιστές και ανακυκλώναμε ό,τι βλέπαμε στην τηλεόραση. Δεν ξέρω κατά πόσο έχει σχέση με την Τέχνη αυτό, όπως και κάτι ακόμη. Κάποια στιγμή στην ηλικία των 10 υπήρξε: ένα χριστουγεννιάτικο δώρο μια καμερούλα μικρή. Με αφορμή αυτό, καλούσα κόσμο στο σπίτι και κάναμε αυτή τη φορά με την παρουσία κάμερας, ό,τι βλέπαμε στην τηλεόραση. Γνωρίζω ότι μάλλον δεν ήταν τέχνη αυτό που κάναμε, ήταν παιχνίδι, αλλά από τότε υπήρχε μια διάθεση. Αργότερα στην πρώτη Λυκείου, ήρθα σε επαφή με τη θεατρική ομάδα του σχολείου και εκεί ξεκίνησε η μεγάλη αγάπη. Μια άλλη αγάπη ήταν και η συγγραφή, έγραφα μόνος μου ιστορίες. Έχω γράψει και 2-3 ολοκληρωμένες ιστορίες, πολλών σελίδων.
Μικρό παιδί τι σε συγκινούσε περισσότερο Θέατρο ή κινηματογράφος;
Επειδή μεγάλωσα στην επαρχία και τα δεδομένα ήταν άλλα, θέατρο δε μας δινόταν πολλές φορές η ευκαιρία να παρακολουθήσουμε, επομένως ο κινηματογράφος ήταν ένα στοιχείο της παιδικής ηλικίας, από κινούμενα σχέδια, μέχρι ταινίας φαντασίας. Αν μου άρεσε μια ταινία στον κινηματογράφο την ήθελα οπωσδήποτε και σε βιντεοκασέτα, με αποτέλεσμα μια -όχι μικρή συλλογή- από βιντεοκασέτες, ως ενθύμιο πλέον.
Ποια ήταν τα καλλιτεχνικά σου πρότυπα;
Όντας παιδί δεν μπορούσα να ξεχωρίσω για ποιο λόγο μου άρεσε μια ταινία, και ποια ταινία δε μου άρεσε. Μεγάλωσα και εγώ με ταινίες της Disney, τις οποίες παρακολουθώ ακόμη και σήμερα: είναι πάντα σύγχρονες και επίκαιρες. Από ταινίες ό,τι είχε να κάνει με φαντασία ήταν σίγουρα στην προτίμησή μου. Στην πορεία αυτό διαμορφώθηκε αλλιώς, σήμερα μου αρέσουν πολύ οι ταινίες του Φελίνι και το ιταλικό «μελό», οι ταινίες του Κόπολα αλλά και πιο σύγχρονοι όπως ο Νόλαν.
Γιατί επέλεξες την 7η τέχνη και όχι τη συγκρότηση μιας θεατρικής ομάδας;
Το θέατρο δε το αποκλείω. Οι βασικές σπουδές άλλωστε έχουν να κάνουν με αυτό. Όταν έχω μια καλή ιδέα θεατρική και αισθανθώ σίγουρος ίσως το κυνηγήσω. Απλώς βλέπω ότι ο κινηματογράφος, μετά από δύο χρόνια παραγωγής ταινιών μικρού μήκους, εισχωρεί με διάφορες προτάσεις, εκεί που δε το περιμένω και προκύπτουν δουλειές πιο εύκολα.
Τι είναι αυτό που σε συναρπάζει στη διαδικασία μιας παραγωγής ντοκιμαντέρ;
Μου αρέσει πολύ η ιδέα της μυθοπλασίας, αλλά και ιδέα του ντοκιμαντέρ όταν γίνεται με σωστές προϋποθέσεις σου δίνει κάτι διαφορετικό. Βλέπεις χαρακτήρες ανθρώπων και μοναδικές φιγούρες που υπήρχαν ή υπήρξαν και το σπουδαίο: δεν προκύπτουν από το μυαλό κάποιου σεναριογράφου.
Ποια θέματα σε εμπνέουν;
Η κινητήριος δύναμή μου, μπορεί να είναι από μια εικόνα στο διαδίκτυο μέχρι ένα έντονο σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο.
Οι μέχρι σήμερα βραβεύσεις πόσο έχουν επηρεάσει τη ζωή σου;
Και χωρίς αυτές τις βραβεύσεις, εγώ το ίδιο θα συνέχιζα να κάνω. Εφόσον βλέπω τον εαυτό μου ευτυχισμένο μέσα στα πλαίσια αυτής της καλλιτεχνικής δημιουργίας, είτε είναι κινηματογράφος είτε είναι θέατρο. Ίσως αποτελούν μια μικρή επιβράβευση, άλλες φορές μια μικρή ανακούφιση, διότι είναι δουλειές που αναγνωρίζονται, άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο. Απευθυνόμαστε σε θεατές: κάνουμε τέχνη και γιατί νιώθουμε ευτυχισμένοι και δημιουργικοί, αλλά θέλουμε να υπάρχει και ανταπόκριση και να μη βλέπουμε μόνοι μας τις δημιουργίες μας.
Μια βράβευση ανοίγει ουσιαστικά πόρτες σε ένα νέο δημιουργό;
Δεν θεωρώ ότι ουσιαστικά ανοίγει. Ίσως με ένα βραβείο να σε μάθουν 10 άτομα παραπάνω: ποιος είσαι, τι κάνεις. Τώρα πρέπει να είσαι πολύ τυχερός έτσι ώστε μέσα σε αυτά τα 10 άτομα να υπάρξει κάποιος να σου ανοίξει ακόμη μία πόρτα.
Πως προέκυψε η ευλογημένη συνεργασία με τον Αντώνη Ζαχαράκη;
Είχα ακούσει για τον Αντώνη, μέχρι που το καλοκαίρι του 2016 ετοίμαζα στο μοντάζ, την ταινία μικρού μήκους «Το ταξίδι» και έψαχνα άνθρωπο να ταιριάξουμε, ώστε να μου γράψει τη μουσική της ταινίας. Τότε έπεσε στα χέρια μου ο ορχηστρικός δίσκος που είχε μόλις κυκλοφορήσει. Του είπα ότι θέλω να συνεργαστούμε. Ταιριάξαμε καλλιτεχνικά και έτσι συνεχίζουμε να δημιουργούμε.
Μέσα από τη δουλειά σου προσπαθείς να προσαρμοστείς στις απαιτήσεις του κοινού έτσι όπως τις προβάλουν τα μηνύματα της εποχής ή θέλεις να περάσεις δικές σου θέσεις;
Αυτό που μας κάνει διαφορετικούς στον καλλιτεχνικό χώρο είναι τα πιστεύω μας, οι ιδεολογίες μας και το πως τα παρουσιάζει ο καθένας από εμάς. Συμβαίνει βέβαια και σε οποιαδήποτε δουλειά. Υπάρχουν όμως και φορές που ίσως πρέπει να προσαρμόζεσαι στην εποχή. Πρέπει να γίνει τόσο έντεχνα, ώστε να συνεχίζει να σε εκφράζει και να μην σε αλλοιώσει.
Ποιες είναι οι προσδοκίες σου μακροπρόθεσμα; Σε προκαλούν κάποια θέματα ταμπού να τα προσεγγίσεις. Και ποια μπορεί να είναι αυτά;
Ένα βασικό κομμάτι που προσδοκώ είναι να αναγνωριστεί πιο πολύ στην Ελλάδα του 2018 -με όλα τα προβλήματα- ο κινηματογράφος και η δημιουργία ταινιών από νέα άτομα με ελάχιστο προϋπολογισμό, ακόμη κι αν δεν παίζουν αυτές οι ταινίες στην τηλεόραση. Το ίδιο ισχύει και για το θέατρο. Υπάρχουν μικρές ομάδες και στην Αθήνα και στην επαρχία που κάνουν θαύματα. Δε μπορώ να πω ότι με προκαλεί κάποιο θέμα. Το βασικό κομμάτι της δουλειάς μου είναι η έμπνευση. Επομένως είναι ταμπού δεν είναι, αν με απασχολήσει η ιδέα του πάνω από 3 μέρες σημαίνει ότι ήρθε ο καιρός να ασχοληθώ και με αυτό.
Πως θα αντιδρούσες σε μια κακή κριτική;
Το βασικό σε μία κριτική γενικότερα είτε καλή είτε κακή, είναι να εντοπίζεις τον λόγο για τον οποίο γίνεται και από που προέρχεται. Η ελληνική γλώσσα μας χάρισε τόσες χιλιάδες λέξεις. Ακόμη και όταν κάνουμε κριτική μπορούμε να πούμε πράγματα με ευγένεια και με τρόπο. Όταν χρησιμοποιούνται άσχημες εκφράσεις, εκεί νομίζω ότι έχουμε ένα βασικό πρόβλημα: έχουμε να κάνουμε πιο πολύ με κακοπροαίρετες κριτικές, που ό,τι κι αν κάνεις θα σε κρίνουν με πολύ άσχημο τρόπο. Κακεντρέχεια. Έτσι σε μία «κακή» κριτική, θα εξέταζα το από που προέρχεται και ίσως έναν λόγο για τον οποίο γίνεται. Θα την δεχόμουν αν έβλεπα ότι γίνεται για καλό σκοπό, φιλτράροντάς την.
Σε ποιους ανθρώπους οφείλεις εμπειρίες και γνώσεις γύρω από το αντικείμενό σου;
Όταν έφτασα στο Ρέθυμνο για σπουδές στη Φιλολογία, έψαχνα μια θεατρική στέγη γιατί ήθελα να ασχοληθώ με το θέατρο. Βρήκα την πόρτα του Λυκείου των Ελληνίδων Ρεθύμνου με το θεατρικό εργαστήρι με καθηγήτρια την Μαρία Σακαδάκη-Σακαράκη. «Θα μάθουμε ό,τι είναι απαραίτητο για τον ηθοποιό που ανεβαίνει στο σανίδι», τα λόγια της χαρακτηριστικά στις πρώτες μας συναντήσεις. Τα χρόνια στο Ρέθυμνο περνούσαν και δουλεύαμε, κάναμε παραστάσεις. Και πραγματικά με βοήθησε πολύ ώστε να αποκτήσω μια θεατρική παιδεία. Αργότερα συνειδητοποίησα ότι θα ήθελα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το θέατρο. Παρέα με την κα. Μαρία κάναμε την ανάλογη προετοιμασία, στο γκαράζ του σπιτιού της και έγινα δεκτός στη Δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Είναι περίεργο γιατί από τότε όταν κατεβαίνω στο Ρέθυμνο, διδάσκουμε πια παρέα στο θεατρικό εργαστήρι. Το βασικό είναι ότι όπου κι αν την έχω χρειαστεί, είναι πάντα εκεί. Δίπλα μου και με στηρίζει. Και την ευχαριστώ πολύ. Σίγουρα και μερικοί καθηγητές μου στη σχολή με βοήθησαν αρκετά, όπως και ο Διαγόρας Χρονόπουλος, διευθυντής τότε της σχολής, ο Ερρίκος Μπελιές με τις γνώσεις του στη δραματουργία και την θεατρική γραφή. Δυστυχώς και οι δύο έφυγαν από τη ζωή, όσο ήμουν ακόμη στο Θέατρο Τέχνης. Ο Φώτης Μακρής, ακόμη, με βοήθησε αρκετά στο κομμάτι της σκηνοθεσίας. Γενικά οι περισσότεροι καθηγητές της σχολής.
Αν μπορούσες τι θα ήθελες ν’ αλλάξεις στον τρόπο καλλιτεχνικής έκφρασης της εποχής; Μπορεί ένας δημιουργός να επηρεάζει τα κέντρα λήψης αποφάσεων;
Υπάρχει μια τάση καλλιτεχνική και στο θέατρο αλλά και στον κινηματογράφο που με προβληματίζει: το επιτηδευμένο, γιατί γίνεται για να γίνει και να προκαλέσει, το σκοτεινό, για παράδειγμα βία, ναρκωτικά, σεξ. Και το βασικό είναι ότι έχουμε σταματήσει να ασχολούμαστε με πιο βασικά ιδανικά, μέσα από την τέχνη. Το σεξ και η βία και τα ναρκωτικά υπάρχουν, στη ζωή μας, αλλά χρειάζονται προσεκτική μεταχείριση, ιδιαιτέρως στην τέχνη. Να μη γίνονται για να προκαλέσουμε. Ένας δημιουργός μπορεί να φτάσει μέχρι ένα σημείο, δε μπορεί να αλλάξει τη νοοτροπία και τον τρόπο σκέψης των κέντρων λήψης των αποφάσεων.
Πώς θα έβλεπες τον Γιάννη μετά από μια δεκαετία; Ποιους στόχους θα ήθελες να επιτύχεις;
Οι στόχοι μου κάθε χρόνο νομίζω αλλάζουν. Πέρσι για παράδειγμα ήθελα να ολοκληρώσω την προηγούμενη ταινία μου «Τα γεμιστά» και να την αγαπήσουν. Τη δεδομένη στιγμή αυτός ο στόχος έχει εν μέρει πραγματοποιηθεί. Τώρα το άγχος μου είναι για τη νέα ταινία που γυρίσαμε με τίτλο «Τάμα». Σίγουρα μια ταινία μεγάλου μήκους είναι στα άμεσα σχέδιά μου και ήδη έχει ξεκινήσει να δουλεύεται η ιδέα. Μετά από τόσα χρόνια θα ήθελα να συνεχίζω να κάνω κινηματογράφο και θέατρο, είτε ως ηθοποιός, είτε ως σκηνοθέτης και να έχω τη δυνατότητα να επιστρέφω πάντα στο Ρέθυμνο και στη φύση του.
Αυτά είπαμε με το Γιάννη που το έχει φαίνεται «Τάμα» να μας φέρνει διαρκώς βραβεία. Δεν «έχει άγιο» όπως θα πίστευαν μερικοί αλλά μεγάλο ταλέντο και αχαλίνωτη φαντασία. Μ’ αυτά τα εφόδια ανεβαίνει ψηλά και κάνει περήφανους τους φίλους του κι όσους πιστεύουν σ’ αυτόν και το ταλέντο του. Και δεν είναι λίγοι πια…