Έπινα τον καφέ μου στο αγαπημένο μου καφενείο με αργές ρουφηξιές, με την απόλαυση που ταιριάζει στους μερακλήδες του είδους. Δίπλα μου ο Θωμάς απολάμβανε το δικό του καφεδάκι, ανεπιτήδευτος και αδιαμφισβήτητος μερακλής και αυτός. Κάθε τόσο αφήναμε κι οι δυο να μας ξεφύγει ένας αναστεναγμός ευτυχίας.
– Ο καφές των ….στεναγμών, αναφώνησε ο Θωμάς, κάνοντας και τους δυο μας να γελάσομε δυνατά. Κάποτε εγώ πήρα την απόφαση ν’ ανοίξω την κουβέντα:
– Ποια είναι άραγε αυτή η «μαγική» ιδιότητα της καφεΐνης που οξύνει το νου, εντείνει τη διαύγεια, ενεργοποιεί την ενσυναίσθηση, ξεδιπλώνει μυστικές πτυχές του συναισθήματος και όλα τα κάνει ρευστά, τόσο ρευστά που τη μια να ανυψώνονται στη στρατόσφαιρα και ύστερα πάλι να βυθίζονται στων θαλασσών τα βάθη;
– Α, Όταν σ’ ακούω να λες τέτοια καταλαβαίνω ότι σίγουρα κάποια ιδέα ήδη άρχισε να αναδύεται από τα βάθη του δικού σου ασυνείδητου και να εγκαθίσταται στον ιππόκαμπο ή στον εγκεφαλικό σου φλοιό, έτοιμη να εκφραστεί με λέξεις που θα μας προβληματίσουν, είπε αργά ο Θωμάς. Με λίγα λόγια προσπαθείς ν’ ανοίξεις κάποιο θέμα.
– Σωστά μαντεύεις. Κάτι μου ήρθε επίκαιρο, λόγω των εκλογών που πρόσφατα βιώσαμε. Βιώσαμε λοιπόν τις εκλογές και νοιώσαμε όλοι την διακαή επιθυμία, την παθιασμένη προσπάθεια των υποψηφίων όλων των βαθμίδων να πετύχουν την εκλογή (ή την επαν-εκλογή) τους.
Αναρωτήθηκες ποτέ γιατί τόση ένταση, τόση λαχτάρα; Μήπως διότι λαχταρούν, «καίγονται» από την επιθυμία να προσφέρουν; Μήπως διότι αυτοί, μόνοι στη φύση γεννήθηκαν ανιδιοτελείς και δεν ενδιαφέρονται για τον εαυτό τους αλλά μόνο για τους άλλους; Μήπως έχουν γεννηθεί με κάποια σφραγίδα της δωρεάς;
Τίποτα απ’ αυτά, νομίζω, Θωμά. Η αιτία είναι άλλη την κρατούν βαθιά κρυμμένη, ανομολόγητη. Το πρόβλημά τους είναι υπαρξιακό. Με τα γυαλιστερά αξιώματα που επιδιώκουν, ελπίζουν να καταλαγιάσουν τις υπαρξιακές τους ανησυχίες, το φόβο του θανάτου που τους συντρίβει.
Όμως είναι δύσκολο, δεν θα τα καταφέρουν. Είμαι ίσως σκληρός, αλλά έτσι οφείλω να είμαι Είμαι ωμός αλλά πρέπει να μπορούμε αντικρίζομε την αλήθεια.
Ο Θωμάς με κοίταζε ζαρωμένος στην καρέκλα του. Είχε ξεχάσει τον καφέ και τα μπισκότα που του είχαν σερβίρει.
– Δηλαδή, δεν αγαπούν αληθινά τον τόπο τους; Δεν τους ωθεί η λαχτάρα να προσφέρουν;
– Μα βέβαια τον αγαπούν, ως ένα βαθμό φυσικά τον αγαπούν τον τόπο τους. Αλλά αυτό είναι ένα μικρό μέρος του συνολικού τοπίου. Το προεξάρχον συναίσθημα είναι ο υπαρξιακός τους φόβος. Είναι αυτός ο φόβος που ενώ εμείς οι συνηθισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζομε στωικά, εκείνοι δεν μπορούν να τον αντιμετωπίσουν και προσπαθούν κάπως να τον λησμονήσουν μέσα στον προεκλογικό κουρνιαχτό που οι ίδιοι δημιουργούν.
Να μην τη φοβόμαστε την αλήθεια Θωμά. Την αλήθεια δεν πρέπει να την αφήνομε προνόμιο των ψυχολόγων αλλά πρέπει να τη φωνάζομε την αλήθεια. Πρέπει όταν είναι εφικτό να απομυθοποιούμε τους ανθρώπους, ιδιαίτερα αυτούς που παριστάνουν τους σπουδαίους. Αν δεν τους απομυθοποιήσουμε δεν θα μπορέσομε να διατηρήσομε ακέραια τη δική μας υγιή γνώση επίγνωση και αυτοπεποίθηση η οποία τελικά οδηγεί την ελευθερία και τη δημοκρατία.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός