Από το αφιέρωμά μας δεν θα μπορούσε να λείψει ο Γιώργης Αγγελιδάκης. Μια από τις εμβληματικές μορφές της σύγχρονης ιστορίας κι ένας από τους σημαντικούς αντιστασιακούς.
Ήταν γιος του Θεόδωρου και της Χρυσής Αγγελιδάκη και γεννήθηκε το 1920.
Από τον αδελφό του Στέλιο ήρθε πιο κοντά με τον Παντελή Πρεβελάκη, με τον οποίο συνδέθηκε με φιλία που διέκοψε μόνο ο θάνατος του μεγάλου μας συγγραφέα. Ενδεικτικό είναι ότι το ρολόι που βρέθηκε δίπλα στο κομοδίνο του όταν άνοιξαν την πόρτα και βρήκαν τον Πρεβελάκη νεκρό, δόθηκε αμέσως στον Αγγελιδάκη κι ας υπήρχε μόνο ένα σημείωμα «Για το Γιώργη» χωρίς καμιά διευκρίνιση. Κανένας άλλος δεν είχε τόση σημαντική θέση στη ζωή του μεγάλου μας δημιουργού.
Ο Γιώργης Αγγελιδάκης, ξεκίνησε σπουδές στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας αλλά τις διέκοψε ο πόλεμος.
Ο Αγγελιδάκης γύρισε υποχρεωτικά στο Ρέθυμνο, αλλά δεν κάθισε στιγμή. Εντάχθηκε αμέσως στο ΕΑΜ αναλαμβάνοντας το επίζηλο καθήκον του καθοδηγητή και διαφωτιστή.
Έτσι δέθηκε πολύ με τον απλό κόσμο ιδιαίτερα στην αρχαία Ελεύθερνα και στ’ Ανώγεια.
Μετά από μεγάλη δράση στην Αντίσταση, επέστρεψε στις σπουδές του μόλις χάραξε η λευτεριά.
Στα Ανώγεια μάλιστα, ανέπτυξε σχέσεις με τους τρεις γιατρούς που υπήρχαν τότε στο χωριό, τον Νικόλαο Μανούσο, τον Κωνσταντίνο Κουνάλη και το Ιωάννη Βογιατζή.
Το 1948 και εν μέσω του Εμφύλιου πολέμου κατατάχτηκε στο στρατό, και υπηρέτησε καταρχήν στο 406 στρατιωτικό νοσοκομείο στα Γιάννενα και αργότερα στην υγειονομική υπηρεσία του Γενικού Επιτελείου στην Αθήνα. Παντρεύτηκε την αγαπημένη του Ελένη Τρουλλινού, οδοντίατρο, θυγατέρα του Νικόλαου Τρουλλινού από τις Μέλαμπες, δικηγόρου, πληρεξουσίου της Κρητικής πολιτείας και βουλευτού του Λαϊκού κόμματος.
Στο Ρέθυμνο εγκαταστάθηκε αρχές της δεκαετίας του ’50 και εργάστηκε τόσο στο Νοσοκομείο, όσο και ως ιδιώτης γιατρός. Αργότερα, με τους φίλους του από την Αντίσταση Μάρκο Φουντουλάκη και Στέλιο Αναγνωστάκη ίδρυσαν την Πολυκλινική Ρεθύμνου, η οποία λειτούργησε έως και τις αρχές της δεκαετίας του ’80 αποτελώντας πρότυπο ιατρικού κέντρου. Θα μπορούσε μάλιστα να χαρακτηριστεί και ως πρόδρομος των σημερινών μεγάλων νοσηλευτικών ιδρυμάτων από πλευράς οργάνωσης και επιστημονικής κατάρτισης του προσωπικού.
Η πολιτική ήταν πάντα μέσα στα ενδιαφέροντά του. Υπηρέτησε με συνέπεια την τοπική αυτοδιοίκηση επί δημαρχίας των Στυλιανού Ψυχουντάκη και Βαγγέλη Δασκαλάκη. Διετέλεσε επί σειρά ετών ως πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου και αργότερα ως πρόεδρος του συλλόγου Επιστημόνων ξεκίνησε στο Ρέθυμνο τη λειτουργία ελεύθερου πανεπιστημίου με συμμετοχές εισηγητών που άφησαν εποχή, όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Νίκος Σβορώνος κ.α. Από τους καλούς του φίλους επίσης ήταν ο Μανώλης Ανδρόνικος, ο Ευάγγελος Παπανούτσος, η Κατίνα Παξινού, ο Αλέξης Μινωτής, ο Δημήτρης Λαμπράκης, η Άννα Σικελιανού, ο Νικόλαος Ασκούτσης, ο Δημήτριος Τσάτσος και πολλοί άλλοι.
Ήταν από τα ιδρυτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ στο Ρέθυμνο και είχε πάντα την εκτίμηση και το σεβασμό του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν δε, ο πρώτος του Γραμματέας της Νομαρχιακής του Επιτροπής.
Ως Πρόεδρος του Νοσοκομείου άφησε σημαντικό έργο. Και οι επεκτάσεις ακόμα έγιναν με δικές του προσπάθειες.
Υπήρξε συνεργάτης των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» από το πρώτο κιόλας φύλλο. Εκείνος ήταν που έπεισε τον Γιάννη Χαλκιαδάκη να πάρει το ρίσκο και να δώσει στο δημοκρατικό κόσμο τη δική του φωνή έκφρασης.
Ήταν επίσης από τους Ρεθεμνιώτες που έκαναν το όνειρο του Πανεπιστημίου πραγματικότητα και με τη δική του συνδρομή. Η υπογραφή του, κοντολογίς, δεν έλειψε από καμιά διεκδίκηση του Ρεθύμνου για έργα ανάπτυξης και προκοπής.
Κωνσταντίνος Ιωάννου Αποστολάκης
Από τους άξιους λειτουργούς του Ιπποκράτη και ο Κωνσταντίνος Αποστολάκης. Γεννήθηκε το 1925 στα Σακτούρια και ήταν γιος του Ιωάννη και της Ευφροσύνης Παπαδακη.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ειδικεύτηκε στη Γενική Ιατρική. Επιστρέφοντας στον τόπο του υπηρέτησε ως αγροτικός γιατρός στα Ακούμια, αλλά πολλές φορές χρειάστηκε να προσφέρει την ιατρική φροντίδα του σε όλη την περιοχή από Ροδάκινο μέχρι Αγία Γαλήνη.
Αργότερα πήγε στην Αθήνα όπου ειδικεύτηκε και στην Νευρολογία Ψυχιατρική, στο Δαφνί.
Εργάστηκε στο ΙΚΑ αλλά διατηρούσε και ιδιωτικό ιατρείο που ήταν και χώρος συνάντησης συνεπαρχιωτών του που έρχονταν στην Αθήνα για σπουδές ή αναζητώντας καλύτερη τύχη.
Είχε πάντα την πόρτα του ανοιχτή για κάθε άνθρωπο που χρειαζόταν τη βοήθειά του. Ως πρόεδρος πρωτοβάθμιας αλλά και δευτεροβάθμιας επιτροπής του ΙΚΑ πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες σε πολλούς Κρητικούς ιδιαίτερα στον τομέα συντάξεων.
Ήταν αξιαγάπητος και από τους επιστήμονες που έβλεπε τους ασθενείς σαν οικεία πρόσωπα χωρίς να αποβλέπει σε χρήματα και άλλες ανταμοιβές. Είχε επίσης το μεγάλο χάρισμα της ακριβούς διάγνωσης με μια και μόνο ματιά. Όταν όμως το θέμα δεν ήταν της ειδικότητάς του παρέπεμπε τον ασθενή καταλλήλως για να αποδειχθεί και από το συνάδελφό του ότι δεν είχε σφάλει στην αρχική του εκτίμηση.
Ο Κωνσταντίνος Αποστολάκης πέθανε το Δεκέμβριο του 1989 στην Αθήνα αφήνοντας μνήμη αγαθή και αιώνια.
Από τους ανάργυρους γιατρούς μια ακόμα μεγάλη μορφή, ένας μεγάλος ευεργέτης για τον τόπο του. Ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης, που χάρις στην ετοιμότητά του και στην ψυχραιμία, που έδειξε σε μια κρίσιμη για το Αμάρι στιγμή, έσωσε τα υπόλοιπα χωριά από βέβαιο Ολοκαύτωμα.
Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος και επιστήμονας, γεννήθηκε στο Βυζάρι. Σπούδασε γιατρός και μάλιστα ακολουθώντας το ρεύμα της εποχής του, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Εκεί πήρε τη Γαλλική υπηκοότητα και υπηρέτησε στο Γαλλικό στρατό.
Εκπροσωπώντας τον Ερυθρό Σταυρό επέστρεψε στον τόπο του και επιδόθηκε σε ένα αέναο έργο προσφοράς στον συνάνθρωπο.
Αδιάφορος για τις όποιες δύσκολες καιρικές συνθήκες γύριζε με το μοναδικό μέσον μεταφοράς, το ακούραστο άλογό του, όλα τα χωριά για να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Ασκώντας γενική ιατρική, αντιμετώπιζε με επιτυχία κάθε περιστατικό, όσο δύσκολο κι αν ήταν. Σύντομα έγινε λαοφιλής στην επαρχία του και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι τον βρίσκουμε στα εγκαίνια του Αμαριώτικου δρόμου το 1929, να είναι μεταξύ των ομιλητών στη μεγάλη τελετή που είχε οργανωθεί για να τιμηθεί το γεγονός.
Τεράστιο ανθρωπιστικό έργο
Το ανθρωπιστικό του έργο ήταν τεράστιο. Η φιλανθρωπική του δράση σημαντικότατη. Ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης δεν πήρε ποτέ χρήματα από ασθενείς που φαινόταν ανήμποροι οικονομικά. Όπου μπορούσε μάλιστα τους βοηθούσε κι από πάνω. Αδιαφορούσε για τις αποστάσεις, τις δυσκολίες που έθεταν σε κίνδυνο και την υγεία του. Οι ασθενείς του ήταν το παν γι’ αυτόν. Ακούραστος έσπευδε όπου τον καλούσαν με το άλογό του, φορώντας πάντα την άσπρη κάσκα του.
Στο Βυζάρι είχε δημιουργήσει μια πρότυπη για την εποχή του κλινική, που όχι μόνο θεράπευε ασθενείς αλλά και φιλοξενούσε δωρεάν και τους συγγενείς τους, χωρίς να τους λείψει το παραμικρό.
Η επιστημονική εμπειρία του και από το διάστημα που βρισκόταν στο Παρίσι του επέτρεπε να αντιμετωπίζει και τα πιο δύσκολα περιστατικά με μεγάλη επιτυχία. Φυσικά δεν αρνιόταν τις υπηρεσίες του στις επιτόκους, βοηθώντας πολλές γυναίκες να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους, όσο περίπλοκος κι αν ήταν ο τοκετός. Έτσι του έμεινε και το προσωνύμιο «μαμόγιατρος» χωρίς να είναι αποκλειστικά αυτή η ιδιότητά του.
Ενεργός και στην Αντίσταση
Κι ήρθε ο πόλεμος. Ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης με την υψηλή προστασία του Ερυθρού Σταυρού που εκπροσωπούσε στην επαρχία του, έκανε παράλληλα και το καθήκον του στην πατρίδα χωρίς να ενοχλείται από τους ναζί. Τον προστάτευε η ιδιότητα του εκπροσώπου. Αναφέρεται μάλιστα για την αντιστασιακή του δράση, στην εξαιρετική εργασία του Γιώργου Δ. Χριστάκη, «Γιατροί που πήραν μέρος στην Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη», που δημοσιεύτηκε πριν από χρόνια στην εφημερίδα «Πατρίς» Ηρακλείου.
Μετά το ολοκαύτωμα των χωριών του Κέντρους όμως, λίγο έλειψε να αντιμετωπίσει το απόσπασμα όταν βρέθηκε ύποπτος συμμετοχής στη Μάχη των Ποταμών.
Ώρες θανατερής αγωνίας
Όπως βεβαιώνει και ο Χαρίδημος Δραμιτινός περιγράφοντας τη θρυλική μάχη, μόλις κατελήφθη η σχολή Ασωμάτων από τους αντάρτες, κι ενώ σε πανηγυρικό κλίμα υψώθηκε περήφανα η γαλανόλευκη, παραδόθηκαν από τους αντάρτες στο γιατρό Ιάκωβο Σταυρουλάκη, ως εκπροσώπου του Ερυθρού Σταυρού όσοι είχαν συλληφθεί αιχμάλωτοι και μάλιστα με πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής.
Ενώ όμως η θρυλική μάχη των Ποταμών, ήταν σε εξέλιξη συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης, ως βασικός ύποπτος για συνεργασία με τους αντάρτες.
Ο επικεφαλής αξιωματικός σπεύδει να του αφαιρέσει και την μοναδική του «ασπίδα» τη σημαία του Ερυθρού Σταυρού.
Ο γιατρός ένοιωσε στην αρχή το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια του.
Δεν χάνει όμως την ψυχραιμία του. Εκείνο που τον βασανίζει είναι ότι κρατούμενος των Γερμανών έχει αφήσει χωρίς περίθαλψη τους τραυματίες του. Και δεν μπορεί να ησυχάσει.
Με τη βοήθεια του νεαρού τότε Λεωνίδα Καούνη καταφέρνει να γλιτώσει από εκτέλεση.
Ανέπτυξε επίσης σπουδαίο ανθρωπιστικό έργο με τη βοήθεια του κ. Καούνη, που είχε δεξί του χέρι στην προσπάθεια αυτή.
Ο χώρος που εξυπηρετούσε το μεγάλο αυτό σκοπό ήταν το μεγάλο καφενείο του Γιώργη Αγγελιδάκη στο Βυζάρι. Πρόθυμα ο ιδιοκτήτης παρέδωσε τα κλειδιά κι εκεί λειτούργησε γραφείο αλλά και αποθήκη για την εξυπηρέτηση των ξεριζωμένων από τα χωριά τους Αμαριωτών.
Στο μεταξύ πέθανε και ο Εμμανουήλ Καούνης, οπότε ο γιος του αφοσιώθηκε με ψυχή στο έργο αυτό, αποτελώντας πολύτιμο βοηθό του γιατρού. Τα περισσότερα περνούσαν από το χέρι του με τις οδηγίες πάντα του Σταυρουλάκη.
Καταγραφή πυροπαθών, διανομές εφοδίων εξωτερικού και Αυστραλών, διακίνηση ρουχισμού και τροφίμων, έγγραφα και καταστατικό γύρω από την ίδρυση της Παιδικής Στέγης Ασωμάτων, την οποία ο Ιάκωβος είχε ιδρύσει και η οποία τόσο αποδοτικά λειτούργησε.
Ανεξάντλητος σε ιδέες που εξυπηρετούσαν τον πάσχοντα ο συνάνθρωπο ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης ακόμα και την Εστία για Παιδιά πρόβλεψε να οργανώσει.
Κι όμως στη δύση της ζωής του ανάργυρος, καθώς ήταν αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες. Είχε και κόρη να σπουδάσει, η οποία και έγινε μια διαπρεπής επιστήμων στη συνέχεια. Η γνωστή από τη θητεία της στο Βενιζέλειο και σε άλλα μεγάλα ιατρικά κέντρα κ. Αμαλία σύζυγος Νικολάου Τσαπάρα.
Ο Ιάκωβος Σταυρουλάκης την εποχή της μεγάλης του οικονομικής ανάγκης δέχτηκε μια θεσούλα στο νοσοκομείο Ρεθύμνου και άσκησε πάντα με επιτυχία τα καθήκοντά του από το 1952 μέχρι το 1960. Η φτώχεια δεν επηρέασε τον αδαμάντινο χαρακτήρα του. Παρέμεινε αξιοπρεπής και πάντα φιλάνθρωπος με όποια μέσα μπορούσε πια να χρησιμοποιήσει. Κι έτσι αγέρωχος κι άρχοντας στην ψυχή έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Για τη συμβολή του αυτή το τοπικό παράρτημα του Ερυθρού Σταυρού επί προεδρίας Στάθη Ηλιάκη, γιατρού, έκανε αρκετές εκδηλώσεις. Με πρωτοβουλία του ίδιου τμήματος αναρτήθηκε η φωτογραφία του Σταυρουλάκη στα κεντρικά γραφεία των Αθηνών. Έκτοτε τίποτα. Ο σπουδαίος αυτός ανάργυρος γιατρός έγινε βορά της λήθης.
Όπως και αρκετοί άλλοι…
Εμμ. Φραγκεδάκης
«Ο αλησμόνητος γιατρός Εμμανουήλ Ιωσ. Φραγκεδάκης, (1892-1982) καταξιώθηκε στις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του καιρού του και δικαιολογημένα κέρδισε την αιώνια φήμη για την ανιδιοτελή άσκηση του λειτουργήματος και τη ζωντανή και δημιουργική παρουσία του στο Ρέθυμνο».
Έτσι ξεκινούσε ένα σημείωμα με σπουδαία ιστορικά στοιχεία ο αείμνηστος Σπύρος Μαρνιέρος, αναφερόμενος σε μια από τις γλυκύτερες φυσιογνωμίες του παλιού Ρεθύμνου.
Ο Εμμανουήλ Φραγκεδάκης, γεννήθηκε στις Βρύσσες Αγίου Βασιλείου στις 20 Μαΐου (και μάγια δεν φοβούμαι-συμπλήρωνε ο ίδιος) του 1892. Ανήκε σε πολυμελή και πολύ φτωχή οικογένεια.
Οι γονείς του εντελώς αγράμματοι, άλλα έντιμοι και εργατικοί, απέκτησαν επτά παιδιά, τέσσερα αγόρια και τρία κορίτσια. Τα παιδιά μεγάλωναν μέσα στην απόλυτη στέρηση και με τους καπνούς από τις επαναστάσεις διάχυτους ακόμα παντού. Ο μικρός Μανόλης, μάλιστα, θυμόταν καλά την τελευταία επανάσταση.
Είχε τόση φλόγα για μάθηση, ώστε τον Οκτώβρη του ίδιου έτους παρακολουθούσε μαθήματα 1ου και 2ου έτους στην Ιατρική. Οι δύσκολες εποχές και οι πολιτειακές μεταβολές επηρέασαν και τον τομέα σπουδών. Έτσι χαρίστηκαν στους φοιτητές τα μαθήματα του πρώτου έτους και αποφασίστηκε με τις διπλωματικές εξετάσεις να δοθούν και αυτές του δεύτερου έτους.
Τον Μάιο του 1921 τον ανακάλεσαν ως Ανθυπίατρο στη Μικρά Ασία.
Έδειξε κι εκεί αφάνταστη γενναιότητα. Υπηρετούσε στο 3ο Τάγμα όταν έλαβε χρυσούν αριστείον ανδρείας, για το θάρρος και την αυτοθυσία που έδειξε σε όλες τις επιχειρήσεις στη μαρτυρική γη.
Ανεκτίμητο ήταν το συγγραφικό του έργο.
Μιχαήλ Νικ. Ευκλείδης
Ο Μιχαήλ Νικολάου Ευκλείδης γεννήθηκε στην Λίγδα Αιδινίου της Μικράς Ασίας το 1879.
Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Σαββόπουλος αλλά το Ευκλείδης του έμεινε από τα μαθητικά του χρόνια λόγω της μεγάλης του έφεσης στα μαθηματικά. Είχε τελειώσει την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης αποκτώντας ζηλευτή μόρφωση και ξένες γλώσσες.
Σπούδασε ιατρική στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου αποφοίτησε το 1906. Αλλά σαν γνήσιος μικρασιάτης είχε από νεαρός πολλές πνευματικές ανησυχίες που διεύρυναν την περιουσία της γνώσης του.
Βρέθηκε στο Ρέθυμνο με το πρώτο κύμα των προσφύγων.
Ήταν ένας απλός άνθρωπος, με ύφος ταπεινό και βάδιζε πάντα συλλογισμένα. Σεμνός, απέριττος, με επιστημοσύνη θαυμαστή κι ευρυμάθεια που έθελγε τον ακροατή του. Ήταν πάντα ενήμερος για το κάθε τι που αφορούσε τις εξελίξεις στην επιστήμη του, είχε άποψη, χωρίς να φανατίζεται και να φανατίζει. Κι ο πατριωτισμός του είχε τη φλόγα μιας θρησκείας. Ήταν ένας βαθιά φιλοσοφημένος άνθρωπος που τιμούσε την ανθρωπιά και την επιστήμη του. Τα δημοσιεύματά του επίσης στον τοπικό τύπο έθελγαν το αναγνωστικό του κοινό.
Το Ρέθυμνο τίμησε αυτό τον ακέραιο άνθρωπο, εκλέγοντάς τον δημοτικό σύμβουλο. Διετέλεσε και αντιπρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Πέθανε σε απόλυτη φτώχεια το 1950, χωρίς να σταματήσει ούτε λεπτό την περίθαλψη ασθενών, κυρίως απόρων.
Το αφιέρωμά μας στους γιατρούς του Ρεθύμνου συνεχίζεται γιατί είναι αρκετοί εκείνοι που θα πρέπει να αναφερθούν.