Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις που διατυπώνουν για την οικονομική κατάσταση που θα επικρατήσει τους επόμενους μήνες στη χώρα, νοικοκυριά, καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Παρά την μικρή αντιστροφή του αρνητικού κλίματος που καταγράφεται σε έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), κυρίως στο πρώτο εξάμηνο του 2013, η καταναλωτική εμπιστοσύνη διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, οι προβλέψεις για αύξηση των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες, ο φόβος της ανεργίας μεγαλώνει, ενώ σε υψηλά επίπεδα διατηρείται το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Ειδικότερα, το 76% των πολιτών αναμένει μικρή ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας το προσεχές δωδεκάμηνο, ενώ οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, τους προσεχείς 12 μήνες, επιδεινώνονται εκ νέου. Το 69% των πολιτών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης και μόνο ένα 7% πιστεύει ότι αυτή θα βελτιωθεί ελαφρώς.
Πολύ υψηλό παραμένει το ποσοστό (84%) των πολιτών που προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί αισθητά τους προσεχείς δώδεκα μήνες, την ώρα που το 57% των νοικοκυριών δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Αποτέλεσμα της υπάρχουσας οικονομικής συγκυρίας είναι το 72% των νοικοκυριών στην Ελλάδα να μην θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο, ενώ το 17% αυτών αντλούν ήδη από τις αποταμιεύσεις τους για να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές υποχρεώσεις.
Απαισιόδοξοι είναι οι καταναλωτές και για τις τιμές των προϊόντων, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό να ανέρχεται στο 33%.
Το ΙΟΒΕ στην έκθεσή του, μεταξύ άλλων, επισημαίνει: «Από τα συνολικά αποτελέσματα του έτους είναι φανερό ότι μετά τη σταδιακή βελτίωση του δείκτη από τα μέσα του 2012 και τη σημαντική ανάκαμψη των προσδοκιών στο πρώτο εξάμηνο του 2013, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους που μόλις ολοκληρώθηκε, ο δείκτης σταθεροποιείται στα επίπεδα των 90-91 μονάδων, με αμελητέα μηνιαία διακύμανση.
Η παρατεταμένη στασιμότητα του δείκτη όμως, αποκαλύπτει ότι δεν φαίνεται να έχουν διαμορφωθεί συνθήκες περαιτέρω βελτίωσης αυτών των προσδοκιών.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη διατήρηση της ανεργίας σε πολύ υψηλά επίπεδα, στη σωρευτική φορολογική επιβάρυνση πολιτών και επιχειρήσεων, στη συνεχιζόμενη, έστω και με επιβραδυνόμενο ρυθμό, πτώση της κατανάλωσης, παράγοντες που εξακολουθούν να δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον και δεν μπορούν να αντισταθμιστούν από την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ή την ενίσχυση των εσόδων από τον τουρισμό».
Ανα τομείς η έρευνα οικονομικής συγκυρίας καταγράφει τα εξής:
– Στη Βιομηχανία, οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της παραγωγής κερδίζουν ελαφρά έδαφος
– Στις Υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα δραστηριότητά τους αποδυναμώνονται, όπως και οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα ζήτηση των πωλήσεων, με τις αρνητικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους αντίθετα να αμβλύνονται.
– Στο Λιανικό Εμπόριο, οι δυσμενείς εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις περιορίζονται, αν και οι αρνητικές προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές τους εντείνονται ήπια.
– Στις Κατασκευές, οι δυσμενείς προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων εντείνονται, ενώ και ο δείκτης για την προβλεπόμενη απασχόληση χάνει αισθητά έδαφος.
– Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού επιδεινώνονται και εκείνες για την οικονομική κατάσταση της χώρας μεταβάλλονται θετικά.