Την παρακάτω επιστολή λάβαμε και δημοσιεύουμε από τον συμπολίτη Γιάννη Πολογιωργάκη αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο Ατσιπόπουλο. Χαρακτηριστικά στην επιστολή την οποία απευθύνει στον δήμαρχο, τους αντιδημάρχους και δημοτικούς συμβούλους αλλά και στον πρόεδρο και τα μέλη του Τοπικού Συμβουλίου Ατσιποπούλου, αναφέρει: «Σεβαστοί κύριοι και κυρίες εκπρόσωποι της Δημοτικής μας Αρχής, για όσους και όσες δεν γνωρίζουν, γεννήθηκα στο Ατσιπόπουλο τον Δεκέμβρη του 1946 και τον Δεκέμβρη του 1961 έφυγα για βιοποριστικούς κυρίως λόγους στο χωνευτήρι της Αθήνας, στην τρυφερή ηλικία των 15 χρονών. Ποτέ όμως δεν ξέκοψα από το Ατσιπόπουλο. Οι επισκέψεις μου ήταν συχνότατες. Και τον Σεπτέμβρη του 1992 επιτέλους παλινοστήσαμε οικογενειακώς στο αγαπημένο μου χωριό. Τότε ήμουν 46 χρονών.
Στις 7 του μήνα που τρέχει, έκανα ένα – ας πούμε – τοπικό οδοιπορικό στη βόρεια περιοχή του. Γιατί ς’ αυτήν είδα το φως του ήλιου και κατάλαβα τον εαυτό μου. Ξεκίνησα λοιπόν από τον κόμβο Ατσιποπούλου και θαύμασα τη διαμορφωμένη του περιοχή, κυρίως όμως τη θαυμαστή δενδροφύτευση του μέγιστου τμήματος της έκτασής του. Με τη συμμετοχή εθελοντών σύμφωνα με τα δημοσιεύματα στον τύπο της πόλης μας.
Έφυγε επιτέλους το φοβερό σκουπιδαριό που μας ντρόπιαζε. Συνέχισα προς την αρχή του ασφαλτοστρωμένου πλέον Γερανιώτικου δρόμου. Στο ξεκίνημα και τη συμβολή του με το παλιό οδικό δίκτυο αντίκρισα ένα μικρό αλλά ευχάριστο θέαμα: Η χτιστή στάση των λεωφορείων να είναι στην κυριολεξία ζωγραφισμένη! Ποιος είναι ο μερακλής;! Θα φροντίσω να μάθω!
Δυστυχώς χάλασε αμέσως η διάθεσή μου, όταν αντίκρισα στο ξεκίνημα και στη δεξιά πλευρά του Γερανιώτικου δρόμου και μέσα σε δημόσια έκταση να είναι παρκαρισμένα δύο μεγάλα φορτηγά μέσα στο ονομαζόμενο άλσος Ατσιποπούλου! Γιατί δεν αξιοποιήθηκε η μικρή, αλλά σε περίοπτη θέση δημόσια αυτή έκταση; Τι συμβαίνει;
Συνέχισα δυτικά στον Γερανιώτικο δρόμο. Σε ένα σημείο της δεξιάς του πλευράς, δίπλα σε ένα καλοφροντισμένο δημοτικό παρτέρι με όμορφα ζωγραφισμένες τοποθετημένες παλέτες, λογής-λογής καλλωπιστικά φυτά, ροδιές και πικροδάφνες και λίγα μέτρα από μια στάση λεωφορείου, αντίκρισα το εξής μοναδικό στην οικουμένη θέαμα:
Δύο κάδοι σκουπιδιών του δήμου να είναι κλεισμένοι μέσα σε σιδηροκατασκευή – και αυτή να είναι πακτωμένη και στο άνοιγμά της να έχει λουκέτο! Τι συμβαίνει; Ποιος θα μας πει;
Μήπως εσείς, κ. δήμαρχε; Έκρινα ότι άξιζε να φωτογραφίσω και το έκανα.
Συνέχισα στην ίδια κατεύθυνση, γιατί ήθελα να αντικρίσω το μονοπάτι που κατεβαίναμε στη θάλασσα και ξανάγινα κοπέλι! Πήρα μετά τον δρόμο της επιστροφής και μέσω «Βατόλακου» – «Φτενών» – «Κατεβατής» γύρισα στο συνεκτικό τμήμα του χωριού μας.
Στην εμπασιά και αριστερά, στον χώρο που αγόρασε ο δήμος για να ανεγερθεί το μνημείο της «Μάχης του Ατσιποπούλου», είδα να έχουν μεταφερθεί τα υλικά της ανέγερσής του, πελεκητές πέτρες, άμμος κ.λπ.
Εύχομαι οι εργασίες να ολοκληρωθούν γρήγορα. Γιατί αν ερωτηθώ πότε ήταν το ξεκίνημά του δεν θα απαντήσω, γιατί δεν θα γίνω πιστευτός από κανένα!
Και τώρα στο παλιό και αγαπημένο συνεκτικό τμήμα του χωριού μας με τη μοναδική ομορφιά του.
Στην προεκλογική περίοδο των πρόσφατων δημοτικών εκλογών μας ανακοινώθηκε ότι επιτέλους οι εργασίες της υπογειοποίησης των κοινωφελών δικτύων (ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτροδότησης, τηλεφωνικής επικοινωνίας κ.λπ.) θα γίνουν αμέσως, ώστε να ακολουθήσει η τελική διαμόρφωση των οδοστρωμάτων.
Έτσι και έγινε. Άρχισαν αμέσως και ξαφνικά σταμάτησαν! Και κανένας δεν μας λέει τίποτα γι’ αυτό.
Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε και ζούμε μέσα στα χαλίκια, τις σκόνες και τους ανασκαμμένους δρόμους. Όσον αφορά τώρα το δίκτυο της ύδρευσης, αυτό είναι αιωρούμενο! Γι’ αυτό το νερό μας ακόμα και σήμερα είναι ζεστό! Και όλοι μας ελέγχουμε μήπως ξεχάσαμε αναμμένο τον θερμοσίφωνα!!!
Είμαστε όλοι, χωριό και κάτοικοι, ένα κακοτυλιγμένο κουβάρι. Ελάτε να μας καμαρώσετε!»