Θυμάμαι κάποτε που είχα κάνει αναφορά στον Γιώργη Βασσάλο, έναν από τους ιδρυτές του Εργατικού Κέντρου Ρεθύμνου και του Σωματείου Οδηγών, με πόση συγκίνηση μού μίλησε ο γαμπρός του Μάρκος Παπαδάκης, για την ικανοποίηση που θα αισθανόταν ο ήρωας αυτός της ζωής, στη σκέψη ότι κάποιοι τον θυμούνται. Δεν πρόλαβε βέβαια να διαβάσει το αφιέρωμα ούτε κι άλλα που ακολούθησαν πάνω στην αναφορά μου. Μακάρι ν’ ακολουθήσουν κι άλλα. Κι ας μην αναφέρεται εκείνος που ασχολήθηκε πρώτος με το θέμα.
Σημασία δεν έχει ποιος γράφει αλλά αυτός για τον οποίο γράφουμε. Αυτός πρέπει να μείνει στην τοπική ιστορία κατά τα έργα του, όπως του αξίζει…
Μορφές που έγραψαν ιστορία
Μπορεί κανείς άραγε να ξεχνά με τόση ευκολία μορφές που έγραψαν ιστορία στον τόπο;
Ευτυχώς για μας που ευαισθητοποιηθήκαμε για την τοπική ιστορία, αρκετά αργότερα, πρόλαβε ο μεγάλος αγωνιστής Νίκος Περακάκης, δάσκαλος. Και μάς άφησε αρκετά στοιχεία, χάρις στις εκδόσεις που έγιναν με δαπάνες του Ομίλου Βαρδινογιάννη. Έχει σημασία να το αναφέρουμε και αυτό.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτά που έγραψε ο Νίκος Περακάκης:
Γόνος αγροτικής οικογένειας
Ο Γιώργης Βασσάλος, γεννήθηκε το 1897 στο ιστορικό Μελιδόνι και ανήκε σε μια φτωχή αγροτική οικογένεια που είχε όμως βαθιές ιστορικές ρίζες.
Σαν τέλειωσε το τετρατάξιο σχολείο του χωριού του, εργάστηκε σαν επιπλοποιός στο Ρέθυμνο και το 1915 πήγε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε, για ένα μικρό διάστημα, σε ξενοδοχείο. Από μικρός δηλαδή είχε δοκιμάσει το πικρό ψωμί του μεροκάματου. Στην Αθήνα γνώρισε και τους πρωτοπόρους των συνδικαλιστικών αγώνων κι άρχισε να καλλιεργείται μέσα του ο σπόρος της ανάγκης για κοινωνική δικαιοσύνη.
Γύρισε στο χωριό του το 1917 και κατετάγη στη Χωροφυλακή. Με τη μεσολάβηση του τότε βουλευτή Νίκου Ασκούτση τοποθετήθηκε στη Στρατονομία της 13ης Μεραρχίας. Έλαβε μέρος στο Μακεδονικό μέτωπο, στην εκστρατεία της Ουκρανίας κι έπειτα πολέμησε στη Μικρά Ασία μέχρι το Καλέ Γκρότο.
Μετά την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου τον έστειλαν στο Πεζικό όπου τον βρήκε η κατάρρευση. Από εκεί τον βρίσκουμε στη Θεσσαλονίκη με τον αδερφό του, εργαζόμενο σε αυτοκίνητο. Έτσι έγινε οδηγός.
Ο πρώτος πυρήνας του ΚΚΕ στο νομό
Το 1924 έφυγε για τον Πειραιά όπου και ξεκίνησε την ενεργό δράση του στο κόμμα που εξέφραζε την ιδεολογία του. Στο Κομμουνιστικό Κόμμα τον οργάνωσε ο χωριανός του Κωστής Βασσάκης. Εκείνη την εποχή η αποδοχή μιας ιδεολογίας δεν ήταν θέμα του συρμού. Ήταν οι ανάγκες της εποχής, η αφάνταστη φτώχεια που επηρέαζε το φρόνημα.
Λίγο αργότερα ο Βασσάλος επέστρεψε στο Ρέθυμνο κι εδώ με τους Νίκο Τσαλδάρη, Μανόλη Αναγνωστάκη, Ηρακλή Ζώνο, Μιχάλη Γριντάκη, Μανόλη Τζεδάκη, Μανόλη Πλεύρη και Κώστα Κούνουπα συγκροτούν την πρώτη κομμουνιστική οργάνωση στο νομό μας.
Ο «καταβρεχτήρας»
Το 1932 διορίστηκε οδηγός στον καταβρεχτήρα του δήμου και στην Πυροσβεστική. Πρωτοστατεί κι εδώ για την ίδρυση του πρώτου σωματείου οδηγών με πρόεδρο τον ίδιο.
Σαν οδηγός άφησε εποχή. Κατάβρεχε το δρόμο καταλαγιάζοντας τη σκόνη, μοίραζε νερό. Και όλοι… έπιναν νερό στ’ όνομά του. Ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Το εγκώμιό του έπλεκαν επαγγελματίες και νοικοκυρές κάθε που περνούσε από τη γειτονιά τους.
– Αυτός είναι ο άνθρωπος που φέρνει τη δροσιά.
– Ο Βασσάλος ο «καταβρεχτήρας».
Κι όταν μοίραζε νερό τον συνόδευε η ευχή «Η ψυχή του να το βρει».
Ίδρυση του Εργατικού Κέντρου
Ο Γιώργης δεν έπαψε ποτέ ν’ αγωνίζεται για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Κι επειδή κάθε ειλικρινής αγωνιστής πιστεύει πάνω απ’ όλα στο «εμείς» προχώρησε με άλλους συνοδοιπόρους του στην ίδρυση του Εργατικού Κέντρου το 1932.
Στο πρώτο εκείνο Διοικητικό Συμβούλιο, πρόεδρος ήταν ο Βασσάλος, αντιπρόεδρος ο Φραγκιάς Βλαχάβας, γενικός γραμματέας ο Αντώνης Τσουράκης, ταμίας ο Τίτος Ριακωτάκης, έφορος Μανόλης Στεφάνου και μέλη Γιώργης Παπαδάκης, Σάββας Τσιμπούκας, Χαράλαμπος Κιαγιάς και Νίκος Μπενής.
Αρχίζουν οι περιπέτειες
Ήρθε όμως η Μεταξική δικτατορία ν’ ανακόψει την πλούσια δράση των πρωτοπόρων αυτών συνδικαλιστών και το 1939 συλλαμβάνει 28 από αυτούς. Μετά από φρικτά βασανιστήρια στα κρατητήρια της Ασφάλειας, έστειλε στην εξορία τους Ζώνο, Αναγνωστάκη, Γριντάκη και Σιμιτζή. Οι τρεις πρώτοι πέθαναν στα ξερονήσια και στην Ακροναυπλία από τις κακουχίες.
Στον πόλεμο του ΄40 η πατρίδα θυμήθηκε κι αυτά τα παιδιά της που πλήρωναν το τίμημα της ιδεολογίας τους σε φυλακές και εξορίες.
Ήρθε η Μάχη της Κρήτης να γράψει μια νέα εποποιία. Ο Γιώργης Βασσάλος με τον καταβρεχτήρα του έσπευδε σε κάθε πυρκαγιά και με το τουφέκι στο χέρι πολεμούσε τον εχθρό.
Ακολούθησαν τα χρόνια της Κατοχής. Μέσα στα τόσα της δεινά ήταν και οι αγγαρείες. Ο Βασσάλος επιτάσσεται για να μεταφέρει με την υδροφόρα του δήμου νερό στα γερμανικά έργα.
Η δράση του στην αντίσταση
Ωστόσο είναι από τους πρώτους που οργανώθηκε στην Αντίσταση. Η πρώτη του αποστολή ήταν να καταστρέψει το αυτοκίνητό του για να μη μεταφέρει νερό και άλλα υλικά στα υπό κατασκευή γερμανικά οχυρά. Στην ομάδα του στο μεταξύ είχε προσχωρήσει κι ένας… Γερμανός αντιφασίστας. Με τη βοήθειά του ο Βασσάλος και οι άλλοι προώθησαν στο στρατόπεδο των Ρώσων και άλλων συμμάχων αιχμαλώτων τρόφιμα που είχαν μαζέψει σε εξαιρετικά τολμηρές επιχειρήσεις.
Ο Γιώργος Βασσάλος διακρινόταν για την τόλμη και τη γενναιότητά του. Δεν δίστασε να διαρρήξει το γραφείο του μηχανικού του δήμου, να πάρει το χάρτη του Ρεθύμνου και να τον παραδώσει στην Οργάνωση για να τον στείλει στη Μέση Ανατολή, όπως είχε διατάξει το εκεί στρατηγείο.
Σύλληψη και στο στρατοδικείο
Κατακτητές και δοσίλογοι δεν άργησαν να επισημάνουν τη δράση του. Στις 16 Ιουνίου του 1943, συλλαμβάνεται μαζί με τους Γιώργη Γιακουμογιαννάκη, δικηγόρο, Νίκο Ανδρουλιδάκη δικηγόρο, Γιάννη Μαρνιέρο-Δημητρακάκη (Ζαμπράκο), Αντώνη Παπαδάκη, Μανόλη Σπηλιανάκη, Σπύρο Σοφουλάκη, Γιάννη Ευαγγελίδη, επιθεωρητή, Γιώργη Μοράκη, Βασίλη Σπανδάγο, Νίκο Μπιράκη, δικηγόρους, Ματζουράκη και Γιώργη Περακάκη, γιατρό.
Στην ίδια φουρνιά των συλλήψεων ήταν επίσης ο Μύρων Μαθιουδάκης από την Κοξαρέ με άλλους χωριανούς του και από τον Άγιο Σύλα ο Γιάννης Παρασύρης.
Τους μετέφεραν στο Ηράκλειο, χωρίς κανένας να ξέρει ακριβώς ποια θα ήταν η τύχη του. Εκεί άφησαν τους δικηγόρους Νίκο Μπιράκη και Βασίλη Σπανδάγο, το γιατρό Γιώργη Περακάκη τον επιθεωρητή Γιάννη Ευαγγελίδη και το Γιάννη Μαρνιέρο. Τους άλλους έστειλαν σε γερμανικά στρατόπεδα όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή, κάτω από τις γνωστές απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, ο δικηγόρος Γιακουμογιαννάκης, ο Γιάννης Παρασύρης, ο Γιώργης Μοράκης και πολλοί άλλοι πατριώτες.
Στην κόλαση του Ματχάουζεν
Ο Γιώργης Βασσάλος κατέληξε στο φρικτό στρατόπεδο του Ματχάουζεν. Ήταν το κεντρικό από το οποίο και γίνονταν οι μεταγωγές σε άλλα στρατόπεδα. Εκεί μέχρι τις 5 του Μάη 1945 έζησε τη φρίκη της ναζιστικής θηριωδίας.
Γύρισε στο Ρέθυμνο ένα ανθρώπινο ράκος αλλά με ατσάλινη θέληση να ξεκινήσει τη ζωή του από την αρχή. Λογάριαζε όμως χωρίς τους μισαλλόδοξους παράγοντες που δεν τον άφησαν να πάρει ανάσα. Το αποκορύφωμα ήταν να τον απολύσουν από το Δήμο το 1948.
Με το κεφάλι ψηλά
Κι όμως παρά το γεγονός ότι το κορμί του υπέφερε ακόμα από τα κατάλοιπα που είχαν αφήσει τα βασανιστήρια, έκανε κουράγιο και με χίλια βάσανα μεγάλωσε τα τρία του παιδιά, το Νίκο, τη Μαρία και τη Στέλα του.
Την ίδια εποχή που δοσίλογοι και μαυραγορίτες απολάμβαναν μια άνετη ζωή, εκείνος αναγκάστηκε να πουλήσει τη μικρή περιουσία του, μέχρι και τα χρυσαφικά της ηρωίδας επίσης συντρόφου για να επιβιώσει. Καμιά δυσκολία δεν τον γονάτισε. Συνέχισε να αγωνίζεται. Κι ήρθε ο καιρός να απολαύσει τους καρπούς του μόχθου του. Αποκατέστησε θαυμάσια τα παιδιά του που όλη η τοπική κοινωνία καμάρωνε και έζησε τα τελευταία του χρόνια με τη Μαρία του και το γαμπρό του τον Μάρκο Παπαδάκη, γνωστό μας από την υπηρεσία του στο ΙΚΑ Ρεθύμνου για τον οποίο τόσοι συμπολίτες αναφέρουν με ευγνωμοσύνη το όνομά του, καθώς ενθυμούνται πόσο πρόθυμος ήταν πάντα να τους εξυπηρετήσει.
Η περηφάνια του Γιώργη Βασσάλου και η τακτική του να μην επιβαρύνει τους ανθρώπους του με τα προβλήματα της ηλικίας, του στοίχισε τη ζωή. Χωρίς να πει σε κανέναν το πρόβλημά του υπέφερε για μερικές μέρες κι όταν αναγκάστηκε να το αναφέρει ήταν αργά. Πέθανε στις 30 του Μάη 1982, σε ηλικία 85 χρόνων.
Αυτός ήταν ο ήρωας που με σεβασμό υποκλινόμαστε στη μνήμη του.
Μπάμπης Σ. Λεωνιδάκης:Ένας έφεδρος
Έναν ακόμα ήρωα μας σκιαγραφεί ο Νίκος Περακάκης και αξίζει να τον συμπεριλάβουμε στο αφιέρωμά μας Πρόκειται για τον Μπάμπη Σ. Λεωνιδάκη. Γεννήθηκε στα 1915 στο Μούντρος Ρεθέμνους από φτωχούς γονείς με μεγάλη οικογένεια. Με χίλιες στερήσεις τέλειωσε το Γυμνάσιο και στη συνέχεια, χάρις στο ενδιαφέρον και τη βοήθεια των συγγενών του, κατάφερε να σπουδάσει στην Ανωτάτη Εμπορική.
Στις παραμονές του πολέμου υπηρετούσε στην ΑΤΕ και με την κήρυξη του πολέμου βρέθηκε στο Μέτωπο της Αλβανίας.
Πολέμησε σαν έφεδρος αξιωματικός και μάλιστα προτάθηκε για το μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων άσχετα αν δεν το έλαβε ποτέ. Δεν του το έδωσαν ποτέ επειδή ήταν αριστερός ….
Η κατοχή τον βρήκε στον Μωριά να βοηθά του αγρότες και τους κατατρεγμένους που κινδύνευε η περιουσία τους, το μικρό τους χωραφάκι από την αδηφάγο μανία εκείνων που ήθελαν να πλουτίσουν σε βάρος των αδικημένων της ζωής. Από τη διαρκή του προσπάθεια δεν πέρασε ούτε κουκί σιτάρι στον εχθρό.
Στο ΕΑΜ
Με την ίδρυση του ΕΑΜ αφοσιώνεται στον αγώνα για τη λευτεριά. Μόλις φούντωσε το αντάρτικο στον Ταύγετο και στον Πάρνωνα, λυσσά η αντίδραση στους κάμπους, γράφει ο Περακάκης με το γνωστό του γλαφυρό ύφος.
Τον Αύγουστο του 1944, ο Λεωνιδάκης, πιάνεται από τμήματα εθνοπροδοτών και μπροστά στο επίχαρο βλέμμα των Γερμανών του ετοιμάζουν κρεμάλα στην πλατεία των Γαργαλιάνων. Γλίτωσε από σύμπτωση. Κρατήθηκε όμως στα μπουντρούμια τους ως τη θριαμβευτική προέλαση του ΕΛΑΣ το Σεπτέμβρη του 1944 στο Μωριά. Τα βάσανά του όμως δεν τελειώνουν εδώ.
Νέος εχθρός του οι Άγγλοι και οι παρακρατικοί. Άνοιξη του 1945 τον συλλαμβάνουν και πάλι. Καταφέρνει να σωθεί. Αποπειρώνται δυο τρεις φορές να τον σκοτώσουν. Δεν τα καταφέρνουν. Κλείνεται στις φυλακές. Οι σκηνοθετημένες κατηγορίες για καταδίκη του πέφτουν στο κενό. Μια όμως η «επί εσχάτη προδοσία σύστασις ενόπλου τμήματος το 1945, επί κεφαλής του οποίου, προσπάθησε να αποσπάσει μέρος ή όλο της επικρατείας και την παράδοσίν του εις ξένην δύναμιν» στήθηκε έντεχνα με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε ισόβια. Τον θάνατο που ζήτησε ο Εισαγγελέας δεν τον προβλέπει ο νόμος.
Γιάρος, Ακροναυπλία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ιτζεδίν μοιράστηκαν 15 και μισό χρόνια από τη ζωή του πατριώτη αυτού. Ούτε στα μπουντρούμια, όμως, σταμάτησε να παλεύει μαζί με καταδίκους με την ίδια κατηγορία για την ανατροπή της άδικης και παράνομης καταδικαστικής απόφασης.
Και ήρθε η δικαίωση
Έτσι τον Οκτώβρη του 1960 καταφέρνει να πετύχει αναθεώρηση της δίκης του και να αθωωθεί πανηγυρικά από δικαστήριο της Κέρκυρας.
Μέχρι το Νοέμβρη 1980 πάλευε διωγμένος από τη δουλειά του για τη συνταξιοδότηση του μέσα από τις γραμμές της Ένωσης των απολυθέντων υπαλλήλων. Ποιος ξέρει τι απέγινε;
Τι να πούμε στα παιδιά
Τα νέα παιδιά με την απόλυτη άγνοια που έχουν για τις σκοτεινές εκείνες εποχές, μάς φέρνουν κάποιες φορές σε δύσκολη θέση.
Έτσι ρωτήθηκα πρόσφατα, από νεαρό άτομο, γιατί εκλεκτός μου φίλος μου συνέστησε φιλικά να προσέχω ποιους ανασύρω από τα άδυτα της λήθης.
Με ευγένεια δηλαδή μου πρότεινε να μην ασχοληθώ με άτομα που μπορεί να …αναμοχλεύσουν πάθη.
Ευτυχώς πέρασε καιρός από τότε που υπήρχε όντως αυτός ο κίνδυνος, ήθελα να πω, στον καλό μου φίλο, αλλά σώπασα από σεβασμό στην άποψη του.
Όχι απλά να επαναλαμβάνουμε τον Βολταίρο αλλά να συνειδητοποιήσουμε τι ήθελε να μας πει.
Γεγονός είναι πάντως ότι ήρθε ο καιρός να μιλάμε χωρίς τον φόβο της παρερμηνείας για τους αγωνιστές εκείνους που άνοιξαν δρόμους κι ας ήταν αριστεροί.
Όσο για τους ερευνητές που τους έχουν αποσιωπήσει «για το φόβο των Ιουδαίων» δεν φταίνε κι αυτοί.
Κινδύνευες κάποτε και από μια απλή αναφορά σε κάποιον αξιόλογο αλλά αντιφρονούντα να βρεθείς σε πολύ δύσκολη θέση. Ελάχιστοι είχαν το θάρρος να παραβαίνουν τον άγραφο κανόνα. Εκείνοι που έχοντας μετρήσει το μπόι της ψυχής τους σε ξερονήσια και άλλα θέρετρα που είχε οργανώσει η μισαλλοδοξία δεν είχαν να χάσουν και τίποτα με μια αναφορά. Αν βέβαια είχαν και την τύχη να δουν το κείμενό τους δημοσιευμένο.
Σκέφτηκα πριν απαντήσω στον νεαρό που είχε διατυπώσει την απορία του και περίμενε απάντηση.
Γιατί θυμήθηκα ξαφνικά πως εκείνοι οι αγωνιστές το είχαν καύχημα να διαθέτουν φάκελο στην Ασφάλεια.
Κι όταν ο Γιάννης Κεφαλογιάννης, ως υπουργός, αποφάσισε να γκρεμίσει το φαύλο παρελθόν καίγοντας και τους φακέλους, πλήγωσε αφάνταστα εκείνους τους αγωνιστές με την απόφαση του. Κι ας πρέπει να κοιτάζουμε μπροστά, όπως πίστευε πάντα και δικαιολογημένα ο υπουργός.
-Δεν το χωρά ο νους μου, έλεγε ο μεγάλος αριστερός αγωνιστής Γιάννης Κυριακάκης. Εγώ τον φάκελό μου τον ήθελα…
Τι να λέμε λοιπόν σήμερα στα παιδιά που ρωτάνε;
Ίσως κάτι πιο απλό. Ο ήρωας παιδιά δεν έχει χρώμα, δεν έχει κοινωνική θέση, δεν απέκτησε υστεροφημία από πολιτική φιλία. Είχε μάθει να υπερασπίζεται τα ιδανικά του που μπορεί να διαφέρουν από τα δικά μου και τα δικά σας. Αλλά τα υπερασπίστηκε μέχρι το τέλος.
Αν κατά τον Χρόνη Μίσσιο κουβαλούσε ένα άδειο καρότσι, δεν τον ένοιαζε ακόμα κι όταν το κατάλαβε.
Έκανε το χρέος του. Και γι΄αυτό αξίζει να τον τιμάμε με τον σεβασμό και κάποια αναφορά όταν μάς δίνεται η ευκαιρία.
Γι’ αυτό από το αφιέρωμά μας δεν λείπει κανένας. Αξίζουν όλοι την αναφορά και οι μεν και οι δε. Εκείνος που τιμά τις αξίες και τα ιδανικά του δεν αξίζει την εσχάτη των ποινών της μνήμης. Την απόλυτη λησμονιά.