Ο Γρηγόρης Χρυσός γεννήθηκε στα Λιβάδια πιθανότατα το 1925. Ίσως όμως και νωρίτερα, καθώς εκείνες τις εποχές δεν έδιναν σημασία σε ακριβή δημογραφικά στοιχεία. Το πολύ να σημείωναν πίσω από το εικόνισμα τη γέννηση κάθε παιδιού για να μη χάνουν το λογαριασμό κι αυτό ήταν όλο.
Αγρότες οι γονείς του αλλά πάντα αξιοπρεπείς τιμούσαν τις ιστορικές γενιές. Η μάνα του ήταν το γένος Βάμβουκα.
Κατά ένα περίεργο τρόπο η οικογένεια Χρυσού δοκιμάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την παιδική θνησιμότητα.
Πέθαιναν ανεξήγητα τα παιδιά κι οι συγγενείς δεν ήξεραν με τα δεδομένα της εποχής να δικαιολογήσουν το τραγικό φαινόμενο.
Η προφορική παράδοση βάζει και στοιχεία μύθου στο μυστήριο αυτό. Το σπίτι τους λέει ήταν κτισμένο στα ερείπια μοναστηριού. Και σε κατάλυμα που υπάρχει και σήμερα υπήρχε υπόλειμμα Αγίας Τράπεζας. Άλλοι μιλούν για ύπαρξη στοιχειού. Ποια είναι η ιστορική αλήθεια μόνο οι σύγχρονοι επιστήμονες μπορούν να μας πουν αξιολογώντας τα στοιχεία.
Το περίεργο είναι ότι «μόλις, λέει, έσφαξαν μια χελώνα, σώθηκαν τρία από τα παιδιά». Ανάμεσά τους κι ο Γρηγόρης.
Από μικρός ήταν αυτό που λέει ο λαός μας «στροφογυριζάμενος». Γεμάτος ενέργεια έμαθε από μικρός στη δουλειά κι έδειχνε μεγάλη αντοχή στις κακουχίες.
Μικρός φαίνεται να ήταν όταν παντρεύτηκε για πρώτη φορά. Η σκληρή βιοπάλη του ήταν το πρώτο του μετερίζι. Όταν ήρθε ο πόλεμος δεν περίμενε τους άλλους να φέρουν λευτεριά.
Δέος μπροστά στον αρχηγό
Κάποιος θείος του ο Γεώργιος Βάμβουκας, ο επονομαζόμενος Κριγιάρης, ταγματάρχης του στρατού, διαπιστώνοντας τον πατριωτισμό του νεαρού Γρηγόρη δεν δίστασε να τον φέρει σ’ επαφή με τον Πετρακογιώργη, μια ηγετική μορφή της Εθνικής Αντίστασης στο νομό Ηρακλείου.
Ο Γρηγόρης από την πρώτη στιγμή ένοιωσε δέος μπροστά στον μεγάλο αντιστασιακό και συνειδητά έδωσε, όταν ήρθε η ώρα, τον μεγάλο όρκο όπως και οι άλλοι συναγωνιστές του: «Διαθέτομε τα κινητά και τα ακίνητά μας στον αγώνα κι όλες μας τις δυνάμεις για την Πατρίδα. Ελευθερία ή Θάνατος!». Έλεγε ο Πετρακογιώργης κι επαναλάμβανε με βαθειά συγκίνηση ο Γρηγόρης.
Ο θαυμασμός του για τον ήρωα που μισούσαν θανάσιμα οι Γερμανοί μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. Κάθε λέξη του αρχηγού καρφωνόταν στη σκέψη του και από τις πρώτες αποστολές έδειξε τη γενναιότητα και την αποφασιστικότητά του. Αυτές οι αρετές έγιναν αφορμή να τον προσέξει περισσότερο ο Πετρακογιώργης και δεν πέρασε καιρός που του έδειξε έμπρακτα την εμπιστοσύνη του αναβαθμίζοντάς τον σε ένα από τα βασικά στελέχη του.
Επάξια ο Γρηγόρης Χρυσός είχε γίνει ένας από τους τρεις ή τέσσερις απόλυτα έμπιστους συνεργάτες του αρχηγού. Ήταν αυτός που ήξερε όσα δεν έπρεπε να γνωρίζουν πολλοί. Και τίμησε αυτή την εμπιστοσύνη μέχρι τέλους.
Βασική αποστολή της ομάδας στο πρώτο διάστημα δράσης της ήταν να εμψυχώνει το λαό, να οργανώνει τους ανθρώπους της στην περιφέρεια και να φυγαδεύει συμμάχους στη Μέση Ανατολή.
Ο Γρηγόρης πλάι στον Πετρακογιώργη έμαθε να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του με φρόνηση σκεπτόμενος πάντα το γενικό καλό και αδιαφορώντας για το τίμημα σε ό,τι αφορούσε στην προσωπική του ταλαιπωρία και τον κίνδυνο.
Οι συναγωνιστές του είχαν να κάνουν με την προθυμία του να αναλαμβάνει τις πιο επικίνδυνες αποστολές. Τον θαύμαζαν επίσης για την εξαιρετική ευστοχία του. Το όπλο μεγαλουργούσε στα χέρια του. Ίσως γι’ αυτό ήταν ο τελευταίος που το άφησε από τα χέρια του χωρίς όμως και να το παραδώσει ποτέ.
Η επίσημη δράση του φαίνεται και από την έκθεση του Γεωργίου Πετρακογιώργη προς την Στρατιωτική Διοίκηση του Νομού Ηρακλείου (17-2-45), όπου ο αρχηγός αναφέρεται στη δράση ενός εκάστου των συνεργατών του με απόλυτη ακρίβεια.
Για τον Γρηγόρη Χρυσό τον φημισμένο πυροβολητή, αναφέρεται στην μεγάλη αποστολή για διενέργεια σαμποτάζ μεταξύ Αγίας Βαρβάρας και Αυγενικής, όπου οι αντάρτες θριάμβευσαν ανατρέποντας 8 συνολικά αυτοκίνητα και σκοτώνοντας 18 Γερμανούς στρατιώτες.
Την ίδια νύκτα επιτέθηκαν σε Γερμανικό φυλάκιο μέσα στο Ζαρό, με αποτέλεσμα ένα νεκρό κι ένα τραυματία.
Ο Γρηγόρης Χρυσός πήρε μέρος και την ίδια νύκτα στη Φανερωμένη στο σαμποτάζ εναντίον της μεγαλύτερης στην Κρήτη βάσης. Σημαντική και η συμμετοχή του στην επιχείρηση που έγινε 14 Αυγούστου 1945 στη Μαδαρή. Ήταν μια από τις σκληρότερες μάχες, όπου μια ομάδα ανταρτών τα έβαλαν με 300 Γερμανούς που χρησιμοποιούσαν πεδινό πυροβολικό.
Σ’ αυτή σκοτώθηκαν 60 Γερμανοί στρατιώτες και 2 αξιωματικοί και από τους αντάρτες ο ήρωας Παναγιώτης Μανωλεσάκης, λοχίας πυροβολικού και τραυματίας.
Για να καταλάβουμε την σημαντικότητα των επιθέσεων αυτών και να εκτιμήσουμε την τόλμη αγωνιστών όπως ο Χρυσός θα καταφύγουμε και πάλι στους έγκριτους ιστορικούς ερευνητές.
Όπως αναφέρει ο πανεπιστημιακός κ. Γιώργος Καλογεράκης τον Ιούλιο του 1944 έγιναν ευρείας κλίμακας σαμποτάζ στην Κρήτη σε μια χρονική στιγμή όπου η γερμανική μηχανή κατέρρεε. Τα σαμποτάζ αυτά έγιναν τη νύχτα 23 προς 24 Ιουλίου 1944, ταυτόχρονα σε όλα τα επιλεγμένα σημεία, κυρίως αποθήκες καυσίμων. Στόχοι που χτυπήθηκαν εκείνη τη νύχτα ήταν: οι αποθήκες καυσίμων στο Σίβα Μαλεβιζίου, οι αποθήκες καυσίμων στους Αποστόλους Πεδιάδος, οι αποθήκες καυσίμων στο Δράσι Μεραμβέλλου, οι αποθήκες καυσίμων στις Βουκολιές και στον Αλικιανό Χανίων.
Χτυπήθηκαν τα γερμανικά φυλάκια στην Αυγενική, την Πυργού, τη Δαμάστα, στον Ζαρό. Ανατινάχθηκαν οι δρόμοι Αγίας Γαλήνης – Μέλαμπες – Φανερωμένης, ανατινάχθηκαν οι γέφυρες μεταξύ Γέργερης και Πανασσού, Μαγαρικαρίου και Καλοχωραφίτη, ναρκοθετήθηκαν οι δρόμοι από Μοίρες – Βώρους, ο δρόμος στους Ανεγύρους, στη θέση Αγιασμάτσι Ρεθύμνου και αποκόπηκαν τα τηλεφωνικά καλώδια των γερμανών στην Επισκοπή Ρεθύμνου. Για την εξήγηση της σκοπιμότητας των σαμποτάζ στην Κρήτη, όταν η αποχώρηση των Γερμανών ήταν ζήτημα λίγων μηνών, ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Γεώργιος Χαροκόπος αναφέρει: «…εκτός από τη μεγάλη απόβαση στη Νορμανδία (6 Ιουνίου 1944) το Ανώτατο Συμμαχικό Στρατηγείο είχε σχεδιάσει απόβαση ευρείας εκτάσεως και στη Νότια Γαλλία.
Όταν όπως φαίνεται διεπιστώθη ότι για την κάμψη της αντιστάσεως των Γερμανών στη Βόρεια Γαλλία εχρειάζετο οπωσδήποτε να πραγματοποιηθεί νέα απόβαση στις νότιες ακτές της, ο εχθρός έπρεπε να παραπλανηθεί και πάλι, ώστε να υποστεί και εκεί αιφνιδιασμό.
Ειδικά τμήματα Άγγλων κομάντος και δολιοφθορέων σε 5 σημεία των κρητικών ακτών το πρώτο 15θήμερο του Ιουλίου 1944 και με τη βοήθεια ανδρών της Κρητικής Αντιστάσεως επετέθησαν ταυτόχρονα τη νύχτα της 22 προς 23/7/44 σε αποθήκες καυσίμων, σε μεμονωμένους καταυλισμούς, κατά μεταφορικών μέσων και φυλακίων…».
Ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες μας δίνει και ο Βασίλης Σπαχής στα απομνημονεύματά του. Αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Αναγκάστηκε ο αρχηγός να αλλάξει τη διάταξη της μάχης. Κόψαμε το βουνό εγκάρσια για να μπορέσουμε εμείς, η λιγότερη δύναμη των ανταρτών, να αντιμετωπίσουμε τους Γερμανούς που ήταν πολλαπλάσιοι από εμάς. Παρατηρούσαμε την ανάβαση των Γερμανών χωρίς αυτοί να μας αντιληφθούν. Εγώ με τον αντάρτη Γιώργη Παπαδουράκη, από το χωριό Γρηγοριά, ήμασταν προμηθευτές στο πολυβόλο του πολυβολητή Γρηγόρη Χρυσού και κατέχομε ένα πολυβολείο. Ο αρχηγός είχε δώσει εντολή να βάλομε εμείς πρώτοι, αλλά επειδή άλλαξε η διάταξη της μάχης εμείς ήρθαμε σε μειονεκτική θέση και μου λέει ο πολυβολητής Χρυσός: «Βασιλειό, πήγαινε να πεις στον αρχηγό να μεταφέρομε το πολυβόλο στην παραπάνω θέση». Από τη θέση αυτή ήταν πιο εμφανής ο εχθρός…».
Να θυμίσουμε ότι ο Βασίλης Σπαχής ήταν ο μικρότερος αγωνιστής στο πλευρό του Πετρακογιώργη και θαύμαζε το Χρυσό.
«Τρομοκράτησε» και τον …Κράιπε
Τον Γρηγόρη Χρυσό βλέπουμε και στις ομάδες που συναντούν τον στρατηγό Κράιπε, όπου οι απαγωγείς του τον οδηγούν. Αναφέρει σχετικά ο Βασίλης Σπαχής:
«Ο αρχηγός μου ο Πετρακογιώργης πήγαινε να συναντήσει τους απαγωγείς του στρατηγού την επόμενη 27 Απριλίου στην περιοχή «Πετραδολάκια» στο Ανωγειανό Αόρι. Είχε εντολή να στείλει άντρες του, να ελέγχουν τη διαδρομή από τον Ψηλορείτη μέχρι την Μονή Πρέβελης. Εκεί είχε προαποφασιστεί να προσεγγίσει το μέσον, που θα έπαιρνε τον απαγχθέντα στρατηγό με τους Άγγλους αξιωματικούς και τους Έλληνες αντάρτες.
Πηγαίνοντας ο αρχηγός στη συνάντηση των απαγωγέων πήρε μαζί του έναν από τους αντάρτες του τον Γρηγόρη το Χρυσό από Λιβάδια και τον υποφαινόμενο.
Εντάχθηκα λοιπόν και εγώ στην ομάδα που συνόδευε τον στρατηγό Κράιπε. Διανύοντας μια μικρή απόσταση γύρω στα 2 χλμ. Φτάσαμε σ’ ένα σημείο που οδηγεί στην περιοχή που λέγεται «Ακόλλητα» προς τη βόρεια πλευρά της «Μαύρης Κορφής». Στην αρχή της ανηφόρας είναι μια χαράδρα ονομαζόμενη «ο πόρος του βοσκερού». Όταν βρεθήκαμε στο σημείο αυτό ο Πάτρικ λη Φέρμορ, ((Μιχάλης) γνωστός και ως Φιλεντέμ, πρωτεργάτης της απαγωγής του στρατηγού Κράιπε, ρώτησε τον αρχηγό μου, εάν είναι σίγουρο ότι οι απαγωγείς στην πορεία τους προς το Αμάρι δεν θα συναντήσουν Γερμανούς. Αυτή την ερώτηση την απεύθυνε στον αρχηγό μου, διότι ο Πετρακογιώργης είχε αναλάβει την υποχρέωση να προφυλάξει την πορεία των απαγωγέων του στρατηγού Κράιπε από ενέδρες των Γερμανών, μέχρι το σημείο που θα γινόταν η επιβίβαση του Κράιπε στο μέσον που θα τον μετέφερε στη Μ. Ανατολή.
Ο Λη Φέρμορ ανησυχούσε βεβαίως για την επιτυχία της αποστολής αυτής και ρωτώντας τον Πετρακογιώργη εξέφραζε την ανησυχία και την αγωνία του, αλλά κατά τρόπον που ο αρχηγός θεωρούσε ότι δεν τον εμπιστευόταν και ότι αμφισβητούσε την ικανότητά του να εξασφαλίσει την επιτυχία της αποστολής, τότε λοιπόν ο αρχηγός μου υψώνει το χέρι του σε μια χαρακτηριστική χειρονομία και απευθυνόμενος στον Πάτρικ Λη Φέρμορ, ή Φιλεντέμ, απαγωγέα του στρατηγού Κράιπε του λέει: «Αφού βρε αδελφέ στο λέω εγώ». Το χέρι του αρχηγού μου στιβαρό και σταθερό, υψώνεται τεταμένο σε ορθή γωνία προς τον ουρανό, με ανοιχτή την παλάμη του προς τον ορίζοντα, εις τρόπον ώστε να δίνει την εντύπωση ότι οδηγεί και εμψυχώνει τους αντάρτες του.
Μετά την κίνηση αυτή διαχωρίζεται ο αρχηγός από την ομάδα των απαγωγέων παίρνοντας μαζί του ένα διαλεκτό παλικάρι, τον Γρηγόρη τον Χρυσό από τα Λιβάδια, και τον υποφαινόμενο. Πηγαίνομε προς συνάντηση ενός πράκτορα με το όνομα Ιωάννης Νικολούδης (Νικολουδογιάννης) από το χωριό Γαλιά».
Από τις προφορικές μαρτυρίες μαθαίνουμε ότι ήταν τόσο ταλαιπωρημένοι από τις κακουχίες ο Πετρακογιώργης με τον Χρυσό που ο Κράιπε τρόμαξε αφάνταστα όταν τους είδε έτσι μαυρισμένους από τον ήλιο και με τόση πυκνή γενειάδα. Και απαίτησε από τον Πάτρικ Λη Φέρμορ να τους διώξει επειδή δεν μπορούσε να …σκεφτεί όπως του είπε.
Μετά τον πόλεμο
Κι ήρθε ο καιρός να δικαιωθεί ο αγώνας με την ανατολή της λευτεριάς. Ο Γρηγόρης άρχισε να ζει το μαρτύριο και των γονέων του χάνοντας κι αυτός τα παιδιά του από μια περίεργη αρρώστια. Τελικά σώθηκαν τρία. Σημειωτέον ότι πηγαίνοντας στην ομάδα Πετρακογιώργη είχε ήδη ένα γιο.
Αμέσως μετά τον πόλεμο αναδεικνύει και τις επιχειρηματικές του ικανότητες. Η αξιοσύνη του τον έφερε στο πηδάλιο της κοινότητας, με αποτέλεσμα που δείχνει πως ήταν κοινής αποδοχής. Και τίμησε σαν Κοινοτάρχης, την εμπιστοσύνη των συγχωριανών του. Μέλημά του να αξιοποιήσει κάθε συμμαχική βοήθεια για τον κόσμο του που όπως όλοι περνούσαν δύσκολες μέρες. Έτσι σώθηκαν πολλοί. Λειτουργούσε καφενείο και αλευρόμυλο. Δεν έμεινε όμως εκεί. Προχώρησε παραπέρα. Απέκτησε ένα λεωφορείο αρκετά ταλαιπωρημένο αλλά με αυτό έσπασε την συγκοινωνιακή απομόνωση στο Μυλοπόταμο κι ας είχε χωματόδρομους κι ας ήταν περιπέτεια κάθε δρομολόγιο. Ήταν και ο πρώτος που με αυτοσχέδια μέσα λειτουργούσε βιοτεχνία εμφιάλωσης αναψυκτικών. Η πρόοδος τον απασχολούσε και προκειμένου να κάνει βήματα προς αυτή δεν υπολόγιζε ρίσκο και μόχθο.
Όταν καταστράφηκε το αυτοκίνητο άφησε τα άλλα του επιτεύγματα σε χέρια συγγενικά κι έφυγε στην Αθήνα. Παντρεύτηκε δεύτερη φορά κι απόκτησε άλλα δυο παιδιά.
Στην Αθήνα εργάστηκε στη ΦΙΞ αλλά παράλληλα μερίμνησε να αποκτήσει άδεια περιπτέρου.
Στο σπίτι του είχε κι ένα δωμάτιο μεμονωμένο. Εκεί έβρισκε φιλόξενη στέγη κάθε συμπατριώτης του που ερχόταν στην Αθήνα για δουλειές.
Ήταν γενναιόδωρος άνθρωπος ο Γρηγόρης Χρυσός. Έντιμος, φιλόξενος, παραδοσιακός Κρητικός, τιμούσε το χωριό και τη γενιά του.
Είχε και το μεγάλο χάρισμα να πείθει. Η εντιμότητά του φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ αυτή την αρετή. Σεβόταν και τιμούσε τους ανθρώπους. Κι έτσι έφυγε σεμνός πάντα και διακριτικός. Εργατικός και αξιοπρεπής μέχρι το τέλος.
Ήταν οι διακρίσεις και τα παράσημα που του θύμιζαν τα συγκλονιστικά γεγονότα που βίωσε. Εκείνος δεν τα ανέφερε ποτέ. Όπως κάνουν όλοι οι αληθινοί πατριώτες. Όλοι οι πραγματικοί ήρωες.
ΠΗΓΕΣ
Απομνημονεύματα Βασίλη Σπαχή.
Πελοπίδα Σαριδάκη: «Οι γενναίοι του Ψηλορείτη της ομάδος Αρχηγού Πετρακογιώργη».
Αρχείο Ανδρέα Χρυσού.
Γεωργίου Καλογεράκη: Το άγνωστο παγκρήτιο σαμποτάζ στον πόλεμο (23-24 Ιουλίου 1944).