Το λάδι ήταν πάντα ο κινητήριος μοχλός της τοπικής οικονομίας. Και σε καιρούς που αντικαθιστούσε κάθε πειστήριο φερεγγυότητας ο λόγος τιμής, τακτοποιούσε καθένας τις ανάγκες του, με την υπόσχεση να πληρώσει το χρέος του στη βεντέμα.Αν τώρα δεν πήγαινε καλά η ελαιοσυλλογή, κανένας δεν ήταν ευχαριστημένος. Και στα σπίτια των οικονομικά ασθενέστερων έκανε καιρό να μπει ψωμί στο τραπέζι.
Μετά από τις επαναστάσεις περνούσαν ημέρες κόλασης οι περισσότερες οικογένειες και μόνο όταν ήρθαν οι Ρώσοι πήρανε μια ανάσα οι άποροι της πόλης.Δυο καζάνια έστηναν οι φρουροί της ειρήνης. Ένα για το στρατό τους κι ένα για τους ενδεείς του Ρεθύμνου.
Είχαν φροντίσει μάλιστα να γίνονται τα συσσίτια σε μια ανθρώπινη ατμόσφαιρα, όπου κανένας δεν ένοιωθε ότι τον οικτίρουν για την κατάστασή του. Ιδιαίτερα τα παιδιά διασκέδαζαν κιόλας καθώς είχαν δημιουργήσει και φιλίες με τους στρατιώτες.
Με την αναχώρηση των Ρώσων τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα για τους αναξιοπαθούντες. Ο εφιάλτης της πείνας επέστρεψε πιο τρομακτικός από ποτέ. Κι ήταν τραγικές οι μέρες που περνούσαν οι γονείς κυρίως βλέποντας τα παιδιά τους να υποφέρουν.
Ο Θεμιστοκλής Βαλαρής στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις» μας περιγράφει τις δύσκολες αυτές συνθήκες με τη γλαφυρή του πέννα. Όπως αναφέρει ήταν σημείο ευμάρειας να μπορεί κάποιος να βάλει κάρβουνα στο μαγκάλι του για να ζεσταθεί. Ήταν πανάκριβα.
Η άφιξη των ξεριζωμένων της Ιωνίας έκανε τα πράγματα δυσκολότερα. Ήταν και οι πρόσφυγες που αναζητούσαν τρόπους αξιοπρεπούς επιβίωσης. Πώς να βρεθεί όμως δουλειά για όλους; Πώς να τραφούν και που να στεγαστούν οι άνθρωποι αυτοί; Δόθηκαν πρόχειρες λύσεις αλλά το πρόβλημα ήταν τεράστιο.
Κάποιοι προσπάθησαν να αναζητήσουν καλύτερη τύχη στην ενδοχώρα του νομού. Δεν ήταν όμως πάντα επαρκής η σοδειά που να επιτρέψει την απασχόληση και ξένων εργατών. Και το περίφημο Ρεθεμνιώτικο φιλότιμο δεν επέτρεπε στον εργάτη να γίνεται φόρτωμα στους νοικοκυραίους κάθε χωριού που τον έπαιρναν για κάποιο διάστημα στη δούλεψή τους, αλλά μετά για να μην τον διώξουν περνούσαν δύσκολα κι αυτοί.
Τότε οι περισσότεροι αποφάσισαν να ξενιτευτούν. Κι έχουμε το πρώτο κύμα μετανάστευσης. Ήθελε όμως καρδιά η απόφαση αυτή γιατί εκείνοι που ξενιτεύονταν δεν ήξεραν ούτε τη γλώσσα. Βρίσκονταν ξαφνικά σε μια ζούγκλα ξένοι ανάμεσα στους ξένους. Κι έπρεπε να παλέψουν με χίλιες δυο δυσκολίες.
Αφήνουμε τις δυσκολίες μέχρι να φθάσουν στον προορισμό τους. Ήθελαν δυο μερόνυκτα για να φθάσουν στον Πειραιά και 18 μέρες περίπου για να φθάσουν στην Αμερική.Κάποιοι τυχεροί επέστρεφαν. Άλλοι έμειναν εκεί, αφού για διάφορους λόγους ήταν αδύνατη η επιστροφή τους.
Πέρασε λοιπόν πολλές περιόδους μεγάλης φτώχιας ο τόπος μας. Κι έρχονταν οι επιδημίες, αλλά και αρρώστιες που δημιουργούσε η κακή σίτιση να επιδεινώσουν την κατάσταση.
Εκείνη την πενταετία όμως, 1924-1929 λες και κάποια βάσκανη μοίρα καταράστηκε το Ρέθυμνο. Σταμάτησαν οι ελαιώνες να δικαιώνουν τον κόπο του δουλευτή τους. Και μαύρη φτώχεια άρχισε να ταλαιπωρεί τη μικρή μας πολιτεία.
Κάποιοι έκαναν υπομονή, αφού είχαν συνηθίσει στη σκληρή όψη της ζωής. Οι Αδελοπηγιανοί όμως μαθημένοι στην ευμάρεια, αφού ήταν από τους πρώτους νοικοκυραίους στο νομό λόγω των απέραντων ελαιώνων τους, άρχισαν να μην αντέχουν. Ιδιαίτερα όταν χρειάστηκε να αγοράζουν και το λάδι τους. Αυτό κι αν ήταν από τα αναπάντεχα γι’ αυτούς και αφορμή να οπλιστούν με περισσότερο θάρρος για να δουν πώς θα ξεπεράσουν τις δυσκολίες αυτές.
Άνθρωποι των αποφάσεων καθώς ήταν δεν άργησαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Την επομένη των Χριστουγέννων, που ήταν από τα χειρότερα της ζωής τους, αποφάσισαν να κατέβουν σε συλλαλητήριο και να ζητήσουν ενεργό βοήθεια από το επίσημο κράτος. Όπερ και εγένετο.
Προχώρησαν σε συλλαλητήριο που έγινε στην Πηγή 26 Δεκεμβρίου. Κεντρικός ομιλητής ήταν ο πρόεδρος της Κοινότητας Πηγής, Γεώργιος Παπαδερός, που αναφέρθηκε στους λόγους που προκάλεσαν το συλλαλητήριο για τη λήψη μέτρων. Όπως τόνισε βασική αφορμή της τραγικής κατάστασης όλων ήταν εκτός από την ανύπαρκτη παραγωγή, και η χαμηλή τιμή του ελαιολάδου που δεν απέφερε τελικά στον παραγωγό ούτε τα έξοδά του. Τα χρέη συσσωρεύτηκαν, οι φόροι το ίδιο και δεν φαινόταν πουθενά διέξοδος στο τρομερό αδιέξοδο που είχε δημιουργηθεί.
Απαιτούσαν λοιπόν άμεση λειτουργία Αγροτικής Τράπεζας. Στη συνέχεια διαβάστηκε και εγκρίθηκε με το ζωηρό χειροκρότημα του κόσμου ψήφισμα που είχε ως εξής:
«Λαός τέως δήμου Αρκαδίου συνελθών σήμερον 26ην πάνδημον συλλαλητήριον εις Πηγήν
Ψηφίζει:
Ζητεί λειτουργίαν αγροτραπέζης βραδύτερον εντός Ιανουαρίου, λήψιν μέτρων κατά συνεχούς υποτιμήσεως ελαίου, απαγορευμένης εντελώς πώλησεως σπορελαίων, ελευθερίαν πωλήσεως ελαιολάδου πάσης οξύτητος
Κατάργησιν ταμείου ελαιοπρονοίας
Αναστολήν πληρωμής χρεών έν έτος
Νομοθετικήν μέριμναν άμεσον για την παγίωσιν της αγροτικής και δημοσίας ασφαλείας
Την προστασία των πολυτέκνων
Επανίδρυσιν 44ου Συντάγματος Ρέθυμνον
Άλλως αναγκασθώμεν κηρύξωμεν φοροστάσιον λόγω πραγματικής αδυναμίας».
Επιτροπή: Παπαδερός, Σταθάκης, Ανωμεριανάκης, Νεάκης, Κανακάκης, Περακάκης, Πισκοπάκης (Σ.Σ. Τα μικρά ονόματα δεν αναφέρονται στο ψήφισμα).
Σύμφωνα με σχόλιο και της εφημερίδας «Δημοκρατία» το Ταμείον Προνοίας Ελαιοπαραγωγής είχε προκαλέσει την μήνι των αγροτών όλου του νομού και όχι μόνο των κατοίκων της δυτικής επαρχίας Ρεθύμνου.
Μπορεί όμως να ήταν στο στόχαστρο το Ταμείο Προνοίας Ελαιοπαραγωγής αλλά για τους διοικητές του Γ. Τσαγρή και Κ. Ζαχαριουδάκη δεν υπήρχε λόγος παραπόνου, καθώς οι άνθρωποι έκαναν ότι μπορούσαν.
Παρέμβαση Βενιζέλου
Το συλλαλητήριο δεν πέρασε απαρατήρητο. Λίγες μέρες αργότερα ο πρόεδρος της Πηγής έλαβε τηλεγράφημα από τον πρόεδρο της Κυβέρνησης Ελευθέριο Βενιζέλο που τον πληροφορούσε για:
Άμεση λειτουργία Αγροτραπέζης
Κατάργηση επί διετία του φόρου αγροτικής παραγωγής
Ελάττωση φόρου ελαίου κατά 25% από 1ης Απριλίου
Συνέχεια του τηλεγραφήματος ο Βενιζέλος ενημέρωνε ότι είχε επιτραπεί η ελεύθερη πώληση λαδιού με οξύτητα για ένα χρόνο και ότι μελετούσαν την απαγόρευση εισαγωγής σπορελαίων αν και η φορολογία ήταν τέτοια που να μην ανταγωνίζεται σπορέλαιο και ελαιόλαδο.
Επίσης είχε ψηφιστεί χρεοστάσιο αγροτών για ένα έτος, ήταν προς μελέτη η λήψη μέτρων για την προστασία των πολυτέκνων, είχε διαταχθεί επανίδρυσις ανεξαρτήτου τάγματος πεζικού στο Ρέθυμνο ενώ επρόκειτο να μελετηθεί το θέμα κατάργησης του Ταμείου ελαιοπρονοίας και να ληφθούν μέτρα για την αγροτική ασφάλεια.
Εκείνα τα Χριστούγεννα πάντως του 1929 είχαν καταφέρει και πάλι οι κυρίες του Συλλόγου Κυριών και του Λυκείου των Ελληνίδων να προσφέρουν με εράνους λίγη ανακούφιση στους αναξιοπαθούντες.
Ο έρανος εκείνος σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Κατάφεραν να συγκεντρώσουν το αστρονομικό για την εποχή ποσόν των 12.200 δρχ.
Στη γενική αυτή προσπάθεια αντιμετώπισης της φτώχειας ο Δήμος Ρεθύμνου είχε προσφέρει 9.500 δρχ., το Εφεδρικό Ταμείο δρχ. 3.000, το Μοναστηριακόν δρχ. 3.000 επίσης και ο Σύλλογος Κυριών 2.000.
Ο εκδότης της εφημερίδας «Δημοκρατία» Νίκος Ανδρουλιδάκης θα δημοσιεύσει λίγες μέρες αργότερα την «επίθεση» που δέχτηκε από δυο κυρίες των ευγενώς αμιλλώμενων σωματείων, οι οποίες απαιτούσαν αποκατάσταση της αλήθειας για το ποιος φορέας είχε συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα. Η επιθυμία να προσφέρει κάθε σωματείο περισσότερα και να σκορπίσει χαμόγελα ευτυχίας στους αναξιοπαθούντες έφθανε στο σημείο μεγάλης κόντρας που κομψά βέβαια αλλά αρκετά δεικτικά σχολίαζε ο τοπικός τύπος. Τι άλλο να σχολίαζε σε μια επίσης πτωχή σε γεγονότα επικαιρότητα η κάθε εφημερίδα;
Σημασία έχει ότι ο έρανος σημείωσε μεγάλη επιτυχία γιατί μέσα σ’ ένα πρωινό οι κυρίες συγκέντρωσαν αρκετά χρήματα, αφού κανένας δεν αρνήθηκε να βοηθήσει έστω κι από το υστέρημά του.
Για την ιστορία θα αναφέρουμε τα ονόματα των κυριών που ξεπερνώντας τις αναστολές της εποχής βγήκαν στο δρόμο κι άπλωσαν χέρι επαιτείας για να χορτάσουν δυστυχισμένα πλάσματα.
Ήταν οι:Λέλα Κούνουπα, Γεωργία Ζακάκη, Γαλάτεια Δέρα, Ιωάννα Ν. Παπαδάκη, Γεωργία Χαμαράκη, Δομενίκη Ανδρεάδου, Γεωργία Βλαστού, Μαρία Δερμιτζάκη, Αναστασία Δρανδάκη, Πηνελόπη Μιχελακάκη, Τελέσιλα Αναγνωστοπούλου, Σεβαστούλα Παντζάρη, Λέλα Σκευάκη, Ευφημία Στραπατσάκη, Δανάη Καφφάτου, Αργυρώ Δερμιτζάκη, Ιουλία Χονδρού, Αγλαία Σαββάκη, Άννα Λιλιτάκη, Αθηνά Μυλωνάκη και Λάουρα Σωτήρχου.
Συμμετείχαν όμως και νεαρές δεσποινίδες όπως οι: Ιφιγένεια Κιουρτσιδάκη, Θάλεια Δαφνομήλη, Ιφιγένεια Γαβαλά, Ευαγγελία Δροσάκη, Χρυσούλα Δάβη, Φανή Καλογρίδου, Ελευθερία Αντ. Λαμπάκη, Ειρήνη Περβολαράκη, Ευαγγελία Παπαδάκη, Γεωργία Τσάκωνα, Μαρία Γερμανάκη, Ελένη Ραφαηλίδου, Χαρίκλεια Πλυμάκη, Μαρία Ψυχουντάκη, Γεωργία Πισκοπάκη, Ευαγγελία Χαλκιαδάκη και Στέλλα Κουτρουμπά.
Απερίγραπτο θέαμα
Μετά τη σχετική ειδοποίηση από τον τελάλη μαζεύτηκαν του Ρεθύμνου οι ταπεινοί στο δημαρχείο περιμένοντας. Αδιαφορούσαν για το κρύο, αφού σε λίγο και για φαγητό θα είχαν να αγοράσουν ίσως και για λίγο κάρβουνο ν’ ανάψουν μαγκάλι.
Ήταν απερίγραπτο το θέαμα που παρουσίαζαν οι ταλαίπωροι Ρεθεμνιώτες που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το δημαρχείο παραμονή Χριστουγέννων του 1929, κανένας δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Ήταν βέβαια γνωστό ότι η φτώχια έδειχνε την πιο σκληρή της όψη από την απελευθέρωση και πέρα, αλλά η κατάσταση ξεπερνούσε κάθε όριο φαντασίας.
Μητέρες με πεινασμένα παιδιά στην αγκαλιά, που τουρτούριζαν από το κρύο, ανάπηροι, γέροι και ορφανά παιδιά δημιουργούσαν μια σύνθεση τόσο ξένη με το γιορτινό πνεύμα των ημερών.
Ήταν ένας όχλος προσωποποιημένης δυστυχίας, που είχε συγκεντρωθεί στο δημαρχείο μετά τη φήμη ότι θα έδιναν βοηθήματα. Και πράγματι.
Με το που άνοιξε το κουτί πέσαν όλοι πάνω να προλάβουν. Ευτυχώς που οι αρμόδιοι υπάλληλοι είχαν προβλέψει να ενισχύσουν την «άμονα» γιατί λίγο έλειψε να αναποδογυρίσει η κάσα με τα χρήματα.
Ευτυχώς η επιτροπή είχε προβλέψει και για τους δυστυχείς που δεν μπορούσαν να πάνε στο δημαρχείο για το βοήθημα. Με απόλυτη διακριτικότητα τους επισκέφθηκαν στο σπίτι τους οι άγγελοι καλοσύνης και τους έδωσαν το μερτικό τους για να περάσουν γιορτές.
Το αποτέλεσμα ικανοποίησε ιδιαίτερα τον Επίσκοπο που κάνει δημόσιο ευχαριστήριο, μετά πολλών επαίνων, σε όσους συνεισέφεραν στον έρανο και το βλέπουμε δημοσιευμένο στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «Δημοκρατία» και μάλιστα στο πρωτοχρονιάτικο φύλλο του 1930.
Η αγωνία του Δημάρχου
Αυτά τα γεγονότα επηρέασαν βαθειά τον τότε δήμαρχο Τίτο Πετυχάκη, που είχε επανεκλεγεί, καθώς ήταν και ο μοναδικός που επαναδιεκδικούσε την εκλογή του. Ποιος να διεκδικήσει «καυτή» πατάτα όταν το Ρέθυμνο δεν φαινόταν να έχει ελπίδα ανάπτυξης από πουθενά;
Ο Τίτος Πετυχάκης όμως τόλμησε επειδή είχε όλες του τις ελπίδες στον Βενιζέλο. Κι εκείνος δεν τις πρόδωσε ποτέ, στο μέτρο των δυνατοτήτων του πάντα.
Αυτό που δεν έχει τονιστεί ιδιαίτερα είναι ότι η φιλανθρωπία ήταν η δεύτερη φύση του δημάρχου. Αναρίθμητα τα γεγονότα που μας είχε αφηγηθεί ο αξέχαστος Λεωνίδας Καούνης που τον είχε ζήσει από πολύ κοντά.
Ήταν μια παρέα τότε επιφανών της πόλης που σε συνεννόηση απολύτως μυστική εξυπηρετούσαν αναξιοπαθούντες.
Ο Ιωάννης Κούνουπας, φρόντιζε για τα φάρμακα σε κατευθείαν επαφή με τον ανάργυρο γιατρό Γεώργιο Τσουδερό. Ο ίδιος κάθε βδομάδα ακουμπούσε στο κατώφλι κάθε τρώγλης μια τσάντα με τρόφιμα χωρίς ποτέ να κάνει γνωστή την παρουσία του. Αυτή την πληροφορία μας είχε δώσει σε επιστολή του ο αείμνηστος Αλέκος Μυρ. Παπαδάκης, όταν του είχαμε ζητήσει να μας καταθέσει αναμνήσεις του από διάφορες εποχές.
Ο Εμμανουήλ Καούνης, έτερος της ωραίας παρέας, είχε αναλάβει τους ατυχείς που λόγω χρεών στο δημόσιο οδηγούντο στη φυλακή. Ιδιαίτερα μέρες σαν κι αυτές φρόντιζε να επιστρέφουν όσο το δυνατόν περισσότεροι στο σπίτι τους.
Ο Τίτος Πετυχάκης, ως θεσμικός, αναλάμβανε τις πιο σοβαρές περιπτώσεις ακόμα και να εξεύρει στέγη για κείνους που ατυχίες της ζωής τους υποβίβασαν και από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν στο δρόμο.
Σε μια περίπτωση μάλιστα ο Λεωνίδας Καούνης θυμόταν τον δήμαρχο να αναγγέλλει στην οικογένειά του ότι επρόκειτο να φιλοξενήσουν για καιρό μια αρχόντισσα της πόλης που ο θάνατος του συζύγου της και η απώλεια της περιουσία της από τη μια στιγμή στην άλλη την έφεραν στα όρια της απόλυτης ένδειας.
Ο Πετυχάκης όμως καταλάβαινε ότι δεν θα μπορούσε εσαεί να στηρίζεται η φιλανθρωπία στους εράνους. Έπρεπε παράλληλα να βρεθεί λύση που θα επέτρεπε στους ενδεείς να ζουν με αξιοπρέπεια.
Έτσι δημιουργήθηκε το Ταμείο Ελεημοσύνης.
Ήταν ένας τρόπος να καταπολεμηθεί η δυστυχία ιδιαίτερα των μητέρων που αναγκάζονταν να στερηθούν και τη μπουκιά προκειμένου να φάνε τα παιδιά τους. Άλλες πάλι γεννούσαν και δεν είχαν ούτε μια μπουκιά ψωμί να φάνε μετά τη γέννα.
Το ταμείο θα βοηθούσε τους πτωχούς με μικρά ποσά και με λαϊκά συσσίτια.
Η εφημερίδα «Δημοκρατία» πανηγυρίζει στα πρώτα φύλλα του Γενάρη 1930, καθώς είχε απασχοληθεί από καιρό με το θέμα κάνοντας το ίδιο αίτημα για να λείψει η επαιτεία, να μη ρίχνονται στη φυλακή έντιμοι άνθρωποι για μικρές οφειλές και να μην απλώνουν το χέρι για βοήθημα άλλοτε νοικοκύρηδες που έπεσαν θύματα της γενικής κρίσης.
Τελικά οι κινητοποιήσεις κάτι απέδωσαν.
Οι Ρεθεμνιώτες για μια ακόμα φορά είχαν αποδείξει ότι δεν περιμένουν βοήθεια εξ ουρανού όποτε η οικονομική κρίση τους δημιουργούσε αδιέξοδο. Και για να χαίρονται τη ζωή με αξιοπρέπεια διεκδικούσαν δυναμικά το δίκιο τους. Επί Βενιζέλου πάντως κατάφεραν αρκετά. Ο Εθνάρχης δεν ξεχνούσε τη συμβολή των Ρεθυμνίων στην επανάσταση του Θερίσσου και το έδειχνε με κάθε ευκαιρία.