Το πολυσυζητημένο ραντεβού Κ. Μητσοτάκη- Τ. Ερντογάν στη Νέα Υόρκη δεν πραγματοποιήθηκε τελικώς με τους δύο ηγέτες να μη πολύ-θέλουν τη δια ζώσης συνάντησή τους.
Κατά τα άλλα όμως συνομίλησαν και συνεννοήθηκαν δημοσίως και επισήμως και οι δύο από του βήματος του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Πρώτος ο Ερντογάν, στην ομιλία του στον ΟΗΕ επικεντρώθηκε στην περιοχή της Αν. Μεσογείου, τονίζοντας την ανάγκη οριοθέτησης των Θαλασσίων Ζωνών στην Αν. Μεσόγειο, μέσω του Διεθνούς Δικαίου και των διμερών επαφών/διάλογο. Επέμεινε μάλιστα ότι -και πάλι- οι δύο χώρες πρέπει να συνομιλήσουν για τα θέματα του Αιγαίου.
Ο Κ. Μητσοτάκης στην απάντηση του στον Ερντογάν ένα 24ωρο μετά, μέσω της συνέντευξής του στο Bloomberg, επέμεινε στον καθορισμό των Θαλασσίων Ζωνών στην Αν. Μεσόγειο, δείχνοντας και αυτός, ως μόνη διέξοδο για την επίλυσή τους, το Διεθνές Δίκαιο και προτείνοντας, ως διαδικασία, αυτήν που ακολούθησε η Ελλάδα για τις Συμφωνίες ΑΟΖ της Ελλάδας με την Ιταλία και την Αίγυπτο.
Τη θέση αυτή ο πρωθυπουργός επανάλαβε επισήμως και από του βήματος του ΟΗΕ λέγοντας ότι «…έχουμε ήδη υπογράψει συμφωνίες καθορισμού ΑΟΖ με την Ιταλία και Αίγυπτο, αυτό είναι το ισχυρότερο πειστήριο πως τέτοιες διαφορές μπορούν να γεφυρωθούν εάν συμφωνήσουμε πως γνώμονας της λύσης της μόνης διαφοράς μας είναι το διεθνές δίκαιο…»
Δηλαδή, και οι δύο πλευρές προβάλουν πλέον τον διμερή διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας ως το πιθανότερο μέσο αντιμετώπισης των μεταξύ τους προβλημάτων.
Το καταρχήν αυτό σχέδιο φαίνεται να ευνοεί και τις δύο πλευρές του Αιγαίου καθώς θα επιτρέπει στον κ Μητσοτάκη να υπερηφανεύεται ότι κάθισε στο τραπέζι των συνομιλιών τον Ερντογάν, ένα επιχείρημα πολύ ισχυρό για προεκλογική περίοδο. Και παράλληλα θα επιτρέπει στον Ερντογάν να υπερηφανεύεται ότι πήρε όλα όσα χρειαζόταν για την «Γαλάζια Πατρίδα» του…
Όμως…
Το γεγονός ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δεν βρήκε λεπτό για να συναντηθεί ούτε με τον κ. Μητσοτάκη ούτε με τον κ. Ερντογάν, φυσικά δεν δρα μονόπλευρα σε βάρος του Τούρκου Προέδρου.
Δείχνει καθαρά ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν θέλει να ασχοληθεί και πολύ περισσότερο να αναμειχθεί στα προβλήματα της Αν. Μεσογείου και στις εντάσεις Αθήνας -Άγκυρας.
Αντιθέτως ασχολήθηκε ενεργά και αποκαλυπτικά για τα θέματα της Αν. Μεσογείου ο Αμερικανός ΥΠΕΞ κ. Μπλίνκεν. Ο οποίος κάθισε μαζί με την τουρκική αντιπροσωπεία και τον ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου στη Νέα Υόρκη συνολικά περίπου 2 ώρες, εκ των οποίων 40 λεπτά κατ’ ιδίαν Μπλίνκεν -Τσαβούσογλου. Οι σχετικές ανακοινώσεις του Στέητ Ντιπάρτμεντ, είχαν στόχο να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι Ουάσιγκτον και Άγκυρα ξεκινούν νέο μήνα του μέλιτος λόγω Αφγανιστάν. Η αμερικανική πλευρά δεν χρησιμοποίησε ούτε μια λέξη για να υπενθυμίσει την μέχρι πρότινος σφοδρή επίσημη αντίδραση της στην αγορά και παραμονή στην Τουρκία των ρωσικών πυραύλων S-400.
Στον αντίποδα, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μπλίνκεν δεν ήθελε να συναντήσει τον Έλληνα ΥΠΕΞ Ν. Δένδια.
Και όχι μόνον αυτό. Προχώρησε και σε μια προσβλητική κίνηση απέναντι στην Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ, ακυρώνοντας την παρουσία του στην προαποφασισμένη και ανακοινωμένη συνάντηση του με τους ΥΠΕΞ των χωρών αυτών για τα θέματα Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Αν. Μεσόγειο. Είναι άγνωστο ακόμα αν αυτή η βεβιασμένη αμερικανική αρνητική κίνηση σχετίζεται με τη συνάντηση Μπλίνκεν-Τσαβούσογλου και του Τούρκου προεδρικού συμβούλου Ι. Καλίν με το Αμερικανό σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας κ. Σάλλιβαν.
Το σημαντικό σ’ αυτή την αρνητική συμπεριφορά του Στέητ Ντιπάρτμεντ στις 4 χώρες της Αν. Μεσογείου – με την Τουρκία αποκλεισμένη από τις διεργασίες αυτές- είναι ότι ο σημερινός Αμερικανός ΥΠΕΞ Α. Μπλίνκεν και επομένως η κυβέρνηση Μπάιντεν «έκοψαν μαχαίρι» την πολιτική του προηγούμενου Αμερικανού ΥΠΕΞ Μ. Πομπέο, επομένως και της κυβέρνησης Τραμπ, που είχαν εγκαινιάσει και στηρίξει την ανάμειξη των ΗΠΑ στη Ασφάλεια της Αν. Μεσογείου, προς μεγάλη δυσφορία της Τουρκίας.
Θα πρέπει όμως ιδιαιτέρως να προσεχθεί προαποφασισμένη συνάντηση Πούτιν-Ερντογάν στις 29 Σεπτεμβρίου στο Σότσι.
Οι συνομιλίες Πούτιν-Ερντογάν αναμένεται να θίξουν και το θέμα της συμπαραγωγής με την Τουρκία των νέων και ισχυρότερων ρωσικών πυραύλων S- 500 που μόλις παραδόθηκαν στις ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις και ορέγεται η Άγκυρα.