Δεν προτίθενται να διοχετεύσουν στην τοπική αγορά προϊόντα «περασμένης διατηρησιμότητας» τα περισσότερα σούπερ μάρκετ της πόλης, όπως προκύπτει από ρεπορτάζ των «Ρ.Ν.». Χθες εξάλλου, πρώτη μέρα εφαρμογής του αντίστοιχού νόμου, κανένα δεν διέθετε, το πολυσυζητημένο ξεχωριστό ράφι διάθεσης «ληγμένων» προϊόντων. Από την κουβέντα που είχαμε με προϊσταμένους και υπευθύνους στα μαγαζιά της πόλης δεν θεωρείται πιθανή η διάθεσή τους ούτε και στο μέλλον.
Όσον αφορά την τοπική αγορά, στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν προέκυψε συγκεκριμένη δέσμευση, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μόνο μέσω Δελτίου Τύπου, από τα κεντρικά των μεγάλων εταιρειών του κλάδου. Παρ’ όλ’ αυτά στις συζητήσεις με τους ιθύνοντες, εκτιμούσαν ότι δεν θα υπάρξουν αντίστοιχα περιστατικά στο Ρέθυμνο. Κατά τους ίδιους, κάτι τέτοιο θα απαιτούσε από τις εταιρείες τους εντολές για νέες κωδικοποιήσεις ή στησίματα ραφιών, κάτι που προς το παρόν δεν έχει συμβεί. Συγκεκριμένη εταιρεία μάλιστα ήταν εξαρχής αντίθετη στην προοπτική πώλησης «ληγμένων» προϊόντων δηλώνοντας παράλληλα τη θέση «δεν διαθέτουμε, ούτε και θα διαθέσουμε». Υπήρχε μάλιστα η εκτίμηση, ότι μέσα στη μέρα θα υπάρξει το αντίστοιχο Δελτίο Τύπου από την εταιρεία.
Απόσυρση της διάταξης που από
1η Σεπτεμβρίου νομιμοποιεί την πώληση «ληγμένων» τροφίμων ζητά ο ΕΦΕΤ
Τα «περασμένης διατηρησιμότητας» προϊόντα πωλούνται πλέον νόμιμα, υπό συγκεκριμένους όρους, από την 1η Σεπτεμβρίου, όπως προβλέπεται από τους «Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών» (ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.). Σαφής όρος είναι να πωλούνται διαχωρισμένα από τα άλλα τρόφιμα και σε πινακίδα που θα αναρτάται σε αυτά, να αναγράφεται, με κεφαλαία γράμματα, η φράση: «ΤΡΟΦΙΜΑ ΠΕΡΑΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ». Σε περίπτωση διαπίστωσης, από ελεγκτικούς μηχανισμούς, μη τήρησης των προϋποθέσεων πώλησης, προβλέπονται κυρώσεις-πρόστιμα, τα οποία ξεκινούν από 1.000 ευρώ και φτάνουν τα 5.000 ευρώ ανά κωδικό προϊόντος.
Ο ΕΦΕΤ εν τω μεταξύ, σε ανακοίνωση, την προηγούμενη εβδομάδα, έκανε λόγο για μετεξέλιξη της χώρας σε «χωματερή τροφίμων», ενώ παράλληλα ζήτησε απόσυρση της συγκεκριμένης διάταξης. Επίσης, τόνισε το γεγονός πως, από πλευράς Φορέα, υπάρχει ως αντιπρόταση η πώληση αυτών των προϊόντων, λίγο πριν την ημερομηνία λήξης με σημαντική μείωση των τιμών. Στάθηκε μάλιστα σε τρία βασικά σημεία για να ενισχύσει τα επιχειρήματά του. Καταρχήν δεν μπορεί να διασφαλιστεί η ποιότητα των προϊόντων, ούτε η τιμή πώλησής τους. Περαιτέρω είναι λάθος ο διαχωρισμός των πολιτών-καταναλωτών σε δύο κατηγορίες. Τέλος, είναι λάθος η προτροπή των καταναλωτών να αγοράζουν ληγμένα τρόφιμα. Πάντως, με δεδομένη την πρόθεση της κυβέρνησης για εφαρμογή του μέτρου της «κινητικότητας» και στο συγκεκριμένο Φορέα, δεν προκύπτει από πουθενά δυναμική εκτενών ελέγχων του ΕΦΕΤ στο άμεσο μέλλον.
Ανενημέρωτοι οι πολίτες και ανεπαρκείς
οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, λέει το ΙΝΚΑ Κρήτης
Η εφημερίδα επικοινώνησε επίσης και με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Καταναλωτών Κρήτης (ΙΝΚΑ), κ. Γιάννη Αννουσάκη, ο οποίος τόνισε ότι υπάρχει «θέμα άγνοιας» από πλευράς καταναλωτών. Ενδεικτικά ανέφερε, πως σε αντίστοιχες έρευνες του ΙΝΚΑ, οι καταναλωτές απαντούν με εκφράσεις τύπου «εγώ το παξιμάδι μου το τρώω και ληγμένο», οι οποίες αναδεικνύουν την έλλειψη πληροφόρησής τους αναφορικά με το ζήτημα. Επίσης, προχώρησε λέγοντας ότι τα συντηρητικά, τα οποία χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα, μετά την παρελθούσα ημερομηνία κατανάλωσης μετατρέπονται σε τοξικές για τον οργανισμό ουσίες. Αυτές είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε ασθένειες, των οποίων η προέλευση δεν ανιχνεύεται με ιατρικές εξετάσεις. Η κατανάλωση λοιπόν παρόμοιων προϊόντων κρίνεται, κατά τον κ. Αννουσάκη, «αποφευκταία μετά την παρέλευση της ημερομηνίας κατανάλωσης», προκειμένου να προστατευθούν οι καταναλωτές από τις συνέπειες των τοξικών συντηρητικών.