Είναι κάποιες γωνιές κιβωτός μνήμης που σέβεται και ο χρόνος. Γενιές ολόκληρες αφήνουν, εκεί, κάτι από τη ζωή τους και τη δράση τους. Κι έρχονται οι μεταγενέστεροι να προσκυνούν και να συνεχίζουν με περισσότερη δύναμη την προσπάθεια για να μη χαθεί αυτή η κιβωτός στη λαίλαπα του πανδαμάτορα χρόνου.
Μια τέτοια γωνιά που 117 φορές έζησε την αλλαγή των εποχών και οι τοίχοι της έχουν να διηγηθούν στιγμές ξεχωριστές για τη ζωή των θνητών διερχομένων, θα επισκεφθούμε σήμερα.
Είναι το καφενείο μπαίνοντας στην Αρχαία Ελεύθερνα στη δεξιά γωνία, που ενώ για μια δεκαετία σχεδόν το γνωρίζουμε και απολαμβάνουμε το φιλόξενο περιβάλλον του, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι αποτελεί κι αυτό ένα μνημείο δεμένο με την ιστορία και τις παραδόσεις του χωριού.
Αυτή τη φορά δεν μας υποδέχτηκε ο αγαπητός και τόσο δραστήριος Κώστας Παρασύρης πρόεδρος του τοπικού που γνωρίζουμε και η Όλγα του η χρυσοχέρα με τις περίφημες μακαρονάδες, που αρκετές φορές υμνήθηκαν από τις στήλες της κοινωνικής ζωής, η οποία ασχολείται πλέον με τα υψηλότερα καθήκοντα των οικογενειακών υποχρεώσεων.
Κάτι διαφορετικό προσέξαμε πριν αναδιπλωθούν οι λεπτομέρειες που προκάλεσαν και το δημοσίευμα.
Μας υποδέχτηκε ένας εξαιρετικά ευχάριστος κύριος που αρχικά τον περάσαμε για εκπρόσωπο αρχής. Ένας άνθρωπος που σε κερδίζει με την άνεση εκείνων που έχουν σπουδάσει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Και πριν προλάβουμε να τον γνωρίσουμε καλύτερα μας χαιρέτισε μια συμπαθέστατη καλοβαλμένη κυρία με την άνεση γραμματέως σε γραφείο υπουργού.
Μη μας χρεώσετε υπερβολή και μη θεωρηθεί ότι αδικούμε άλλους. Γιατί επανειλημμένα έχουμε τονίσει το ήθος και την ευγένεια των Πρινιανών σε βαθμό μάλιστα να παρεξηγηθούμε.
Αυτό το ζευγάρι όμως δημιουργούσε άθελά του ατμόσφαιρα πρωτεύουσας. Και δικαιωθήκαμε στην πορεία της συζήτησης.
Ο κ. Γιώργος Αργυρούδης και η κ. Βάλια Παρασύρη είναι από τους νέους ανθρώπους που άφησαν πίσω τους μια αρκετά βολεμένη ζωή στη Νίκαια του Πειραιά και ήρθαν στην Αρχαία Ελεύθερνα, τόπο καταγωγής της συζύγου για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή.
Βασικός σκοπός τους, όπως αντιληφθήκαμε, ήταν για να δώσουν συνέχεια στο καφενείο που άρχισε να λειτουργεί αρχές του περασμένου αιώνα, όπως μας ενημερώνει ο εκλεκτός μας κ. Βασίλης Αποστολάκης αντιστράτηγος ε.α της ΕΛ.ΑΣ, εγγονός του ιδρυτή με το αυτό ονοματεπώνυμο.
Ένα ταμπλό με φωτογραφίες μας τραβά την προσοχή. Σ’ αυτές έχει αποτυπωθεί η ζωή του χωριού σε στιγμές αυτών των 117 χρόνων. Μπορεί να άλλαξαν πολλά όχι όμως η συμπεριφορά, η αρχοντιά και το χαμόγελο των ανθρώπων που τους γνωρίσαμε μέσα από τους μακρινούς απογόνους τους.
Πάνθεον αγωνιστών
Ο Βασίλειος Αποστολάκης δεσπόζει στο πανό. Περήφανος πατέρας, αγωνιστής ο ίδιος, που καμάρωνε για τα παιδιά του.
Γιος του ο Κωνσταντίνος που αναφέραμε σε προηγούμενα αφιερώματα για τους ήρωες. Να θυμίσουμε ότι πρόκειται για τον γενναίο που τραυματίστηκε σε ώρα μάχης με βλήμα στο κεφάλι, πολεμώντας στην Αλβανία, σώθηκε από θαύμα και κατάφερε με άλλους συμπατριώτες του μετά την κατάρρευση του μετώπου να επιστρέψει στην Κρήτη.
Την Τρίτη 20 Μαΐου, με τη έναρξη της Μάχης της Κρήτης, συλλαμβάνεται αιχμάλωτος με άλλους συγγενείς και οδηγείται στο σημείο που είναι σήμερα το αρχοντικό του αξέχαστου Κώστα Μουντάκη. Στήνεται στον τοίχο και δέχεται σφαίρα πάλι στο κεφάλι. Πέφτει αιμόφυρτος και λιποθυμά. Πλησιάζει ένας Γερμανός, τον χτυπάει με το άρβυλό του στην κεφαλή, ο λιπόθυμος τραυματίας δεν αντιδρά, εκλαμβάνεται ως νεκρός και δεν προχωρεί ο Γερμανός σε χαριστική βολή κατά την απάνθρωπη τακτική των Ναζί.
Η ώρα είναι περίπου 5 το απόγευμα. Οι Γερμανοί προωθούνται προς Ρέθυμνο, όπου στη θέση Σφακάκι (διασταύρωση προς Ιερά Μονή Αρσανίου) δίδουν μάχη με Αυστραλούς – Νεοζηλανδούς. Μετά από τέσσερις ώρες περίπου συνέρχεται και παίρνει το δρόμο προς το χωριό του ευρισκόμενος σε κακή κατάσταση. Σε κοντινή απόσταση από το σημείο τραυματισμού συναντά τον Κωνσταντίνο Δροσάκη τραυματίας και εκείνος διασωθείς και μαζί έφτασαν την άλλη μέρα το πρωί 21 Μαΐου 1941 στα χωριά τους Ελεύθερνα και Αρχαία Ελεύθερνα (Πρινέ). Για δεύτερη φορά θα σωθεί από θαύμα. Οι άλλοι δύο συγγενείς του Δημήτριος και Κωνσταντίνος Αποστολάκης σκοτώθηκαν από τους Γερμανούς.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο Κωνσταντίνος Β. Αποστολάκης, οργανώθηκε στην Εθνική Αντίσταση και τιμήθηκε με σχετικό μετάλλιο από την Πολιτεία.
Μέρες δόξας του παραδοσιακού καφενείου
Αυτό το καφενείο γνώρισε μέρες μεγάλης δόξας. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους επιφανείς καλλιτέχνες διεθνούς εμβέλειας που πέρασαν από εκεί και απόλαυσαν την κρητική κουζίνα;
Ο ιδρυτής των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» Γιάννης Χαλκιαδάκης με συντροφιά τον Γιώργη Αγγελιδάκη επιδίωκε να βρίσκεται στο χώρο αυτό να σμίγει με τους Νέστορες του χωριού και να θυμούνται τα χρόνια της Αντίστασης.
Εδώ έκλαψε από συγκίνηση ο πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και πρύτανης της δημοσιογραφίας Μανόλης Μαθιουδάκης βλέποντας απέναντι το σπίτι που πέρασε την τελευταία νύχτα της ζωής του ο πατέρας του. Ο μεγάλος αγωνιστής Γιάννης Μαθιουδάκης ο καθηγητής. Είχε δεχθεί την τελευταία φιλοξενία στο χωριό που εύρισκε πάντα ασφαλές καταφύγιο. Και την άλλη μέρα σκοτώθηκε κατά τα γεγονότα που συνέβησαν στη σπηλιά της Γκιουμπράς.
Εδώ στο χώρο αυτό συνειδητοποιούσε ο επισκέπτης τον ψυχικό δεσμό που συνδέει τους κατοίκους με την αίσθηση ότι βρίσκεται σε δημογεροντία ακούγοντας τους σεβάσμιους πλέον πρώην προέδρους να ανατρέχουν στα παλιά και στη δράση τους χωρίς να θέλει κανένας να υπερβεί τα όρια προβάλλοντας τον εαυτό του.
Ρεσιτάλ παραδοσιακών γεύσεων
Κι ενώ κάνουμε την αναδρομή μας στο παρελθόν η κ. Βάλια όλο και καταπιάνεται με παραδοσιακές συνταγές. Πότε πρόλαβε αλήθεια να τις μάθει;
Ξεχάσαμε μάλλον πως η εξαίρετη κ. Μαρία Παρασύρη η μητέρα της διδάχτηκε από την γιαγιά Φιλιώ, που έγραψε ιστορία με τη φιλόξενη διάθεσή της όλα τα μυστικά της νοικοκυροσύνης που κάνουν μια γυναίκα ξεχωριστή κι αρχόντισσα. Γυναίκες σαν την Φιλιώ έβγαλαν σίγουρα το νάμι της νοικυράς που «και με το κουτάλι κλώθει».
Βλέπουμε σε χρόνο ρεκόρ να στρώνεται τραπέζι παραδοσιακό, ίδιο σαν αυτό που απολαμβάνουν πελάτες ξένης εθνικότητας λίγο πιο πέρα από μας.
Γιατί εδώ με την ίδια άνεση που φιλοξενείται ο γνωστός, παίρνει δείγματα παραδοσιακής φιλοξενίας και ο πελάτης. Παρατηρούμε τους ξένους με πόσο ενδιαφέρον κρατάνε τη μπουκιά στο πιρούνι περιεργαζόμενοι το έδεσμα σαν κάτι αξιοθέατο.
Ρωτάμε την κ. Βάλια ποιο από τα πιάτα της θα ξεχωρίσει και μας ζητά να κάνουμε εμείς την αξιολόγηση. Τίποτα πιο δύσκολο. Ποιο να επιλέξεις; Το κοκκινιστό που λιώνει ή το τσιγαριαστό με την αυθεντική συνταγή; Τα χειροποίητα ζυμαρικά βρασμένα στο ζωμό του κρέατος με τον αθότυρο να ξεχειλίζει σκεπάζοντάς τα ή το ραδίκιο που μοιάζει με πίνακα νεκρής φύσης όπως έχει σερβιριστεί στο πιάτο.
Σημασία έχει η λεπτομέρεια μας λέει ο κ. Γιώργος Αργυρούδης που περιποιείται με άνεση όλο αυτό τον κόσμο.
Και συμφωνούμε απόλυτα βλέποντας το χρώμα των φαναριών, των παλιών «ψυγείων» για να ακριβολογούμε, που τώρα στολίζουν τον τοίχο του καφενείου.
Οι γευστικές εκπλήξεις δεν σταματούν
Θέλεις οπωσδήποτε έναν καφέ αλλά σε προλαμβάνουν τα διαφόρων τύπων πιταράκια. Αν δεν έβλεπες τα επιδέξια χέρια της κυρίας Βάλιας να δημιουργούν θα νόμιζες ότι βγήκαν από τα εμπειρότατα χέρια κάποιας παλιάς νοικοκυράς. Και έπεται συνέχεια.
Κοιτάζουμε τον πατριάρχη της οικογένειας Βασίλειο Αποστολάκη με το επιβλητικό βλέμμα στη φωτογραφία και σκεπτόμαστε πόσο τυχερός θα πρέπει να αισθανόταν αν ζούσε.
Μια δισέγγονη η κ. Βάλια Παρασύρη επέλεξε να γυρίσει στον τόπο της με τον άξιο σύντροφό της κ. Γιώργο Αργυρούδη, μετά από τόσα χρόνια στην πρωτεύουσα και να δώσει άλλο χρώμα στο καφενείο που άνοιξε αυτός. Να απαθανατίσει το όνομα της γιαγιάς Φιλιώς, στην επιγραφή, που χόρτασαν από τα χέρια της τόσοι κυνηγημένοι άνθρωποι. Και να συμβάλει με συνέπεια και απόλυτη αίσθηση ευθύνης σε μια συνέχεια ύπαρξης ενός χώρου όπου ακούς ζωντανό τον παλμό άλλων εποχών και απολαμβάνεις μοναδικές γεύσεις και υπέροχο κρασί που μόνο ευλογημένοι τόποι προσφέρουν. Όπως καλή ώρα αυτός.