Με αρκετή καθυστέρηση δίνω στα «Ρ.Ν.» αυτή την παρουσίαση σήμερα για το βιβλίο που είχε κυκλοφορήσει το καλοκαίρι. Το είχα τοποθετήσει σε ασφαλές σημείο, για να μην το χάσω μέσα στον κυκεώνα των βιβλίων, των προοριζομένων για ανάγνωση και μετά δεν μπορούσα να το βρω. Μια γενική έρευνα το έφερε στην επιφάνεια.
Ο ενδομύχως νοσταλγός του παρελθόντος Δημήτρης Ποθουλάκης, ο ακατασίγαστος δημιουργός όσο και εκλεκτικός ιδαλγός, αισθανόμενος αείποτε ακατανίκητη έλξη με την πατρώα γη, έχει αφοσιωθεί, πριν από χρόνια, ολόθερμα σε πολλές δραστηριότητες σχετικές με αυτήν. Πρόκειται για προσωπικότητα με μιαν αστείρευτη ενεργητικότητα, πολυδιάστατη και δυναμική, με συναισθήματα ευγενικά και διάχυτα. Ο Δημήτρης Ποθουλάκης διετέλεσε και αναδείχθηκε ως διοικητικό στέλεχος της Εθνικής Τράπεζας σε υπεύθυνη θέση με αξιοκρατικά κριτήρια. Στο ενεργητικό του η οργάνωση και λειτουργία πολλών καταστημάτων αυτής. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως λοχαγός πεζικού (διοικητής τάγματος εφέδρων). Φιλοπράγμων, φίλεργος και φιλόπολις διακατέχεται από βαθύ αίσθημα κοινωνικότητας, ως εκ τούτου διοργανώνει κατ’ έτος, ευτυχείς συναντήσεις στην Αθήνα. Αξέχαστη θα μείνει η ζεστή εκείνη περιρρέουσα, ατμόσφαιρα σε κοσμικό δημοφιλές νυχτερινό κέντρο, με σκοπό να παραμένει ζωντανός ο συναισθηματικός πατροπαράδοτος δεσμός μεταξύ των αποδήμων συμπολιτών της Αθήνας.
Η πρόσφατη συγγραφική δημιουργία του Δημήτρη «Για το Ρέθεμνος που λέγαμε» είναι η τέταρτη. Σε όλες τις εκδόσεις και σ’ αυτήν όπως στις προηγούμενες, υποβόσκει μια ακατασίγαστη νοσταλγία. Όλα τα βιβλία του αποπνέουν μιαν ανέκφραστη, ενδόμυχη αναπόληση του παρελθόντος, τον έντονο πόθο του ξενιτεμένου για επάνοδο στην πατρώα γη, τον ακατανίκητο και τον ακαταλάγιαστο. Αυτή η ίδια νοσταλγία υφέρπει και στους ζωγραφικούς του πίνακες, καθώς και στα άψογα σκαριφήματα και στις προσεκτικά επιλεγμένες, προσφιλείς φωτογραφίες του βιβλίου. Και άλλοτε έχω επισημάνει αυτήν την πετυχημένη τεχνική του στις ζωγραφικές αυτές παραστάσεις με το προσωπικό, ιδιόμορφο ύφος, το απέριττο, το φυσικό και το ευφρόσυνο. Αυτή η καλλιεπής του τεχνοτροπία και έμπνευση αποδίδεται πιστά στους δύο πίνακες του εξωφύλλου και οπισθοφύλλου του βιβλίου. Η αναμφισβήτητη αισθητική τους, ο διάχυτος, έντονος εκ των άνω φωτισμός, η κρυστάλλινη διαύγεια, η «αλαφριά» χρωματική κλίμακα φωτοσκιάσεων, οι ανεπιτήδευτες απέριττες φιγούρες, εκπέμπουν μιαν ασυνήθιστη γοητεία και μεταδίδουν συνειρμικά ένα ακαθόριστο, ενδόμυχο αίσθημα ηρεμίας. Αναφέρομαι επίσης σ’ εκείνον τον μελαγχολικό πίνακα με το άλλοτε πλοίο της γραμμής να ‘ναι αρόδο, στ’ ανοιχτά. Θα νόμιζε κανείς ότι το βλέπει από ένα ανοιχτό παράθυρο.
Η αξία των πινάκων του Δημήτρη είναι σήμερα, όπως και η υπεροχή τους, άδηλη. Θα σημείωνα ωστόσο ότι ο περίφημος Ολλανδός ζωγράφος Βερμέερ, έζησε άγνωστος στην αφάνεια και άσημος. Τους πίνακές του τους πουλούσε αντί «πινακίου φακής». Πρόσφατα μια ζωγραφική δημιουργία του «το κορίτσι με το μπλε μαντήλι» πουλήθηκε σε δημοπρασία 80 εκατομμύρια ευρώ! Επομένως κανένας δε γνωρίζει «τι τέξεται η επιούσα».
Ο Δημήτρης Ποθουλάκης εκδίδει για πολλά χρόνια με τη συνεργασία και σύμπραξη της συζύγου του Ξενίας το περιοδικό «Κρι-Κρι». Πρόκειται για ένα απολαυστικό περιοδικό, τόσο για τα εύστοχα, αμερόληπτα σχόλια, τα δημοσιογραφικά κείμενα με τη λογοτεχνική χροιά (χρονογραφήματα) όσο και για την αισθητική του καλλιέπεια, καλλιέργεια και κουλτούρα. Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει εκείνα τα εξαίσια «Αναγυριστικά» του Χαρίκριτου;
Το περιεχόμενο στο νέο του πόνημα το σχετικό με το Ρέθεμνος (Για το Ρέθεμνος που λέγαμε) συνακολουθεί και συναριθμείται στην ιστοριογραφία τη σχετική με την πόλη, πολλών άλλων συμπολιτών συγγραφέων: (Σπύρος Λίτινας, Γ. Καλομενόπουλος, Γ. Δαλέντζας, Ανδρ. Νενεδάκης, Μαρία Τσιριμωνάκη, Λιλίκα Νάκου, Κωστής Η. Παπαδάκης, Χαρίδημος Παπαδάκης, Γ. Εκκεκάκης Χάρης Στρατιδάκης, Λευτέρης Κρυοβρισανάκης, Μαν. Καρνιωτάκης κ.ά.). Είναι όλοι εκείνοι οι οποίοι αναφέρονται και εκθέτουν γεγονότα του παλαιού Ρεθέμνου με λογοτεχνικό τρόπο με βάση την κριτική έρευνα, την παράδοση και την προσωπική τους εμπειρία, με την ίδια δημιουργική έφεση, αλλά από διαφορετικό πρίσμα και την αισθητά διαφορετική οπτική γωνία ο καθένας.
Η αφήγηση του Δ.Π. αναφέρεται στις δύο μετακατοχικές διετίες, μιας χρονικής περιόδου ταραγμένης και κρίσιμης. Όπως μας λέει ο ίδιος στην εισαγωγή «Και μάλιστα στην κρίσιμη περίοδο από την απελευθέρωση της πολιτείας από τα Γερμανικά κατοχικά στρατεύματα, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1960».
Στις περιγραφικές σελίδες του βιβλίου ο Δημήτρης Ποθουλάκης καλλιεργεί ένα χαρακτηριστικό όσο και προσφιλές, της χρονικής περιόδου εκείνης αυθεντικό image της πόλης. Θα το ‘λεγα ακόμα και ως ευστόχως ανθρωποκεντρικό, με την ευρύτερη έννοια του όρου, εφ’ όσον εμπεριέχει τα ονόματα ενός εντυπωσιακού αριθμού συμπολιτών αειμνήστων και επιζώντων. Είναι ενδεικτικό ταπεινοφροσύνης, εκλεπτυσμένης ευαισθησίας, αλλά και ευθυκρισίας, ότι δεν απαξιώνει και δεν απορρίπτει ονόματα απλοϊκών, άσημων, αθέατων και ταπεινών. Περιλαμβάνει ακόμα και τους πιο παρακατιανούς και «περιφρονητέους» συμπολίτες (Μανούκ) «Πρωτίστως όμως επιδιώκεται», όπως αναφέρει στην εισαγωγή «η ανάδειξη γεγονότων ή προσώπων με καθοριστική προσφορά στην ανόρθωση της πολιτείας και την ανέλιξη της κοινωνίας της, που τείνουν μέρα με τη μέρα να περιπέσουν στη λησμονιά».
Η κεντρική, η βασική ιδέα του πονήματος εστιάζεται στο θαλασσινό Ρέθεμνος. «Το Ρέθεμνος βρέχεται ολόπλευρα από θάλασσα και λογίζεται μια παλιά ναυτική πολιτεία με ταρσανάδες, νεώρεια και ψαροχώρια» αναφέρει στη σελ. 137 και στην επόμενη 138. «Οι ρεθεμνιώτες γνώριζαν τα μορφώματα του βυθού, τις πέτρες, την άμμο, τη λάσπη και τις όψεις και φυσικά το βάθος. Η ζωή του θαλασσινού είναι τραχιά ριψοκίνδυνη, παράτολμη και αβέβαιη».
Στο κυρίαρχο στοιχείο της θάλασσας όπως και σε πολλά επόμενα, επικεντρώνεται ο Δημ. Ποθουλάκης. Σ’ αυτό το «θαλασσινό» χρώμα της πόλης θέλει να εντοπίσει το ενδιαφέρον και την αισθητική αντίληψη του αναγνώστη. Όπως π.χ. στα κεφάλαια. «Το λιμανάκι» (ποίημα), «Ιστορίες του λιμανιού», «Το καλαμποκάδικο», «Η φάλαινα», «Οι νομάδες της θάλασσας στο Ρέθεμνος», «Ο Ποσειδώνας», «Ο ταρσανάς».
Το θαλασσινό Ρέθεμνος συνιστά τη μια ουσιαστική θεματική ενότητα του βιβλίου, ενώ σε μιαν άλλη αναπτύσσεται διεξοδικά ο αθλητισμός (κλασικός) και το ποδόσφαιρο. Σ’ αυτά τα κεφάλαια αφιερώνει ο Δ.Π. εν συνόλω 40 σελίδες με αντίστοιχες φωτογραφίες. Τούτο πιστοποιεί ότι ο Δ.Π. υπήρξε όχι μόνο ένας απλός φίλαθλος, αλλά ότι διετέλεσε και ενθουσιώδης παράγων, ανιδιοτελής μέτοχος, οπαδός, αλλά και ενεργό στέλεχος ποδοσφαιρικής ομάδας.
Μετά από τις ανεξίτηλες αναμνήσεις και τις νοσταλγικές αναπολήσεις και μετά από ερευνητική αναδίφηση και συστηματική αναζήτηση ο Δημ. Ποθουλάκης ανασύρει πολλά γνωστά και μας αποκαλύπτει και πολλά αλλά άγνωστα στοιχεία μιας, άλλης εποχής, τεκμηριωμένα και ετερόκλητα, πολλών επωνύμων συμπολιτών σχετικά με τον αντιστασιακό τον κοινωνικό, τον πολεμικό, είτε τον μαχητικό και τον οπωσδήποτε πολυκύμαντό τους βίο. Ποιος γνώριζε π.χ. ότι ο πρώην υπουργός Γιάννης Τσουδερός υπηρέτησε ως κομάντος και έλαβε μέρος σε σειρά επιχειρησιακών καταστροφών; Ποιος γνώριζε για την οικογένεια του Ρώσου émigré Ντομπριάνσκι και τη μυθιστορηματική και απίστευτη ιστορία του υιού; Ποιος γνώριζε για τη χαρισματική προσωπικότητα του Δημήτρη Δάβη; Ποιος γνώριζε για τον βετεράνο δημοσιογράφο Βαγγέλη Ανδρουλιδάκη της μαχόμενης δημοσιογραφίας;
Ευλόγως θα διερωτηθεί ο αναγνώστης. Εκτός από τα ασυζητητί υπέρ του βιβλίου, ποιος αποχρών λόγος συντρέχει για μια μη περαιτέρω αμερόληπτη, νηφάλια εκτίμηση, αλλά και αδέκαστη κριτική; Για να είμαι αντικειμενικός θα ‘λεγα, ότι συντυχαίνουν «λόγω ευρύτητος» του θέματος μοιραίες και αμελητέες παραλείψεις, περιορισμένων περιπτώσεων. Η μόνη μου ένσταση είναι η υπέρμετρη έμφαση και η πέραν του δέοντος, εκ 40 σελίδων επέκταση του θέματος, εκείνη η μετά πολυπληθών φωτογραφιών αναφορά στο ποδόσφαιρο!
Ουδείς των επαϊόντων θα μπορούσε να αμφισβητήσει το γεγονός, ότι το παιχνίδι ασκεί πάντοτε μιαν αξεπέραστη γοητεία. Προκαλεί έντονα συναισθήματα, η τεχνική. Προσελκύει και προσηλώνει υπέρμετρα το ενδιαφέρον, συγκινεί και συναρπάζει. Αυτή όμως είναι η μια όψη του νομίσματος. Υπάρχει και η αντίθετη, από την άλλη πλευρά. Η εξ αντικειμένου χωρίς προκαταλήψεις αρνητική, η οποία διογκώνεται από μέρα σε μέρα και από χρόνο σε χρόνο εις βάρος της θετικής, της ευμενούς και της καλοπροαίρετης. Είναι η ψυχανώμαλη παράκρουση, το παραλήρημα, η έξαρση του φανατισμού στις κερκίδες, είναι η καταρράκωση, ο ευτελισμός του πολιτισμού από την εξαχρείωση των οπαδών με τις ύβρεις και τις ειδεχθείς τους συμπεριφορές εντός και εκτός των γηπέδων. Αλλά τι χρειάν έχομε μαρτύρων; Το πρόσφατο φονικό στο Παγκρήτιο και δεν είναι το μοναδικό, μιλά από μόνο του.
Εν κατακλείδι. Το εναργές παραστατικό της πόλης ιστορικό αφήγημα του συμπολίτη Δημήτρη Ποθουλάκη αποπνέει ένα λεπτό, ευάρεστο άρωμα νοσταλγίας. Είναι ελκυστικό στον αναγνώστη για την αντικειμενική του ενημέρωση, τον εγκωμιαστικό για την πόλη χαρακτήρα. Είναι απολαυστικό για τη γλαφυρή του έκφραση και το κοινωνικό περιεχόμενο. Είναι το Ρέθεμνος εκείνο όπως το θέλει κι όπως το εξυμνεί ο Δημήτρης Ποθουλάκης στο «Ακροτελεύτιον» κεφάλαιο σε στίχους:
«Ρέθεμνος των ανέμων, θάλασσες του θυμού
των αγρίων κυμάτων, και του θυμαριού
Πολιτεί’ αρχοντιάς βουτηγμένη στη θάλασσα
με το νόστο σου ζω, στα στενά σου μεγάλωσα».
Το βιβλίο παρουσίασαν οι κ.κ. Κωστής Αλ. Παπαδάκης, θεολόγος-φιλόλογος και Δημ. Αετουδάκης συγγραφέας στον αύλειο χώρο του κτιρίου, με την πρωτότυπη αρχιτεκτονική, του Πολιτιστικού Συλλόγου Ατσιποπούλου, σε μια ζεστή αυγουστιάτικη βραδιά.
Παρέστη ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης κ. Ευγένιος και πλήθος κόσμου.
Ειρήσθω εν παρόδω, ότι το κτίριο του Συλλόγου της ευάνδρου πολίχνης είναι επίτευγμα δύο οραματιστών ατσιποπουλιανών˙ των αλήστου μνήμης Ευαγγελίας Βαλαρή και του άλλοτε δραστήριου πολιτιστικού παράγοντα Γιάννη Τζέλεση. Ολοκληρώθηκε από τις εισφορές, τις δωρεές και της χορηγίες ανιδιοτελών συμπολιτών, επωνύμων και ανωνύμων.