Παρακολουθώ το τελευταίο διάστημα ένα αυξανόμενο «κύμα» δημοσκοπήσεων, σχετικά με την πρόθεση ψήφου των πολιτών, στην επερχόμενη τριπλή εκλογική αναμέτρηση του Μαΐου. Όσες από τις δημοσκοπήσεις αυτές αφορούν τις Ευρωεκλογές, αλλά και αρκετές από τις υπόλοιπες, δίνουν σαν αποτέλεσμα ένα ντέρμπι, που θα κριθεί την τελευταία στιγμή και με διαφορά λίγων χιλιάδων ψήφων. Πριν αποφασίσουμε αν τα πράγματα είναι έτσι, πρέπει να δούμε την αληθινή «ταυτότητα» των δημοσκοπήσεων αυτών. Και εξηγούμαι: Μια ποσοτική δημοσκόπηση, όπως είναι όλες όσες ανέφερα, γίνεται είτε με κάλπη, είτε από τηλεφώνου. Οι δημοσκοπήσεις με κάλπη είναι πολύ ακριβές, λόγω της μεθόδου διενέργειάς τους και γίνονται πια πολύ σπάνια.
Οι συνήθεις δημοσκοπήσεις, γίνονται σήμερα μέσω τηλεφώνου. Και ανεξάρτητα από τη μέθοδο διενέργειάς τους, όλες αφορούν ένα «σταθμισμένο» δείγμα του εκλογικού σώματος, που θα συμμετάσχει στην εκλογική διαδικασία που ερευνά η δημοσκόπηση. «Σταθμισμένο», σημαίνει ότι ο δημοσκόπος μελέτησε την κοινωνική και οικονομική διαστρωμάτωση των ψηφοφόρων και επέλεξε το αντιπροσωπευτικό δείγμα τους με βάση μια σειρά κριτήρια. Αυτά αφορούν τον τόπο κατοικίας τους, το αν ζουν στην πόλη ή στο ύπαιθρο, αλλά και το οικονομικό τους επίπεδο, ώστε να αντιπροσωπεύονται ποσοστιαία οι «σωστές δόσεις» της λαϊκής βούλησης στο αποτέλεσμα. Αφού επιλεχθεί με τη μέθοδο αυτή ένας μεγάλος αριθμός αντιπροσωπευτικού δείγματος, γίνονται με τυχαίο τρόπο τηλεφωνήματα, ερωτώνται όσοι θέλουν να απαντήσουν, πινακοποιούνται οι απαντήσεις και εξάγονται τα τελικά αποτελέσματα και συμπεράσματα.
Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα: Από το επιλεγέν δείγμα, σήμερα, με την κακή οικονομική κατάσταση και την εκτενή χρήση της κινητής τηλεφωνίας, ένα 25%, δεν έχει σταθερό τηλέφωνο για να «δημοσκοπηθεί», άρα δε δημοσκοπείται. Επί πλέον, άλλο ένα 25%, είναι τόσο θυμωμένο με όσα μας συμβαίνουν, που αρνείται να απαντήσει στο δημοσκόπο. Άρα, ακόμη και η πιο συνεπής και επιστημονική δημοσκόπηση, ουσιαστικά λαμβάνει υπόψη το 50% του εκλογικού σώματος, αφήνοντας ένα σημαντικό ποσοστό από αυτό, στο σκοτάδι της αμφιβολίας. Από δε τους δεχόμενους να απαντήσουν, ένα σημαντικό ποσοστό κατατάσσεται στην κατηγορία «Αδιευκρίνιστη ψήφος/Δεν απαντώ». Έτσι, το αποτέλεσμα επιδέχεται ακόμη μεγαλύτερη αμφισβήτηση. Και το πραγματικό αποτέλεσμα, καθώς και οι μεγάλες αποκλίσεις, θα αποκαλυφθούν μόνο το βράδυ των εκλογών, φυσικά μετά τη διενέργειά τους. Ας μην επηρεαζόμαστε λοιπόν, περισσότερο από όσο αξίζει, από τις δημοσκοπήσεις.
Πάμε τώρα στις λαϊκές συνελεύσεις. Βλέπουμε με ενδιαφέρον εκπροσώπους κινήσεων, κομμάτων και δημοτικών παρατάξεων, να επιλέγονται με τη μέθοδο της αυτοπρότασης και στη συνέχεια με την «ψήφισή» τους από μια «πλέρια» λαϊκή συνέλευση που συγκαλείται για το σκοπό αυτό. Η λαϊκή συνέλευση, τις περισσότερες φορές, απαρτίζεται από δυο-τρεις εκατοντάδες πολιτών, που ψηφίζουν αυτούς που θα εκπροσωπήσουν τη συγκεκριμένη κίνηση στις εκλογές. Θεωρητικά, η μέθοδος αυτή είναι και δημοκρατική και αντιπροσωπευτική. Στην πραγματικότητα, πάσχει σε πολλά σημεία. Αφ ενός, αυτοί που αυτοπροτείνονται δεν είναι κατά τεκμήριο οι ικανότεροι, αλλά τις περισσότερες φορές οι «αυθαδέστεροι». Αφ ετέρου, έτσι αποκλείονται όσοι ικανοί δε συμμετέχουν σε λαϊκές συνελεύσεις, παρόλο που αποδεδειγμένα μπορούν να προσφέρουν, αν προσκληθούν, στο κοινωνικό σύνολο. Και, τέλος, την επιλογή την κάνει ένα πολύ περιορισμένο σώμα, συγκρινόμενο με τον αριθμό των εν δυνάμει ψηφοφόρων. Που το αποτελούν, μόνο όσοι είχαν την υπομονή να παραμείνουν στην αίθουσα της συνέλευσης, μέχρι τη στιγμή της ψηφοφορίας. Ας μην επηρεαζόμαστε περισσότερο από όσο αξίζει, ούτε από τις λαϊκές συνελεύσεις, λοιπόν. Παρόλο που αυτές, μπορούν να αποτελέσουν ένα καλό άλλοθι μετά την ήττα, για τον επικεφαλής της παράταξης της οποίας οι υποψήφιοι επιλέχθηκαν με «λαϊκή συνέλευση». Αφού, στα μάτια των ψηφοφόρων του, δε θα χάσει ο ίδιος, αλλά αυτοί που δεν επικράτησαν, παρά την επιλογή τους από τη λαϊκή συνέλευση. Και έτσι τη ντροπή της ήττας και του κακού αποτελέσματος, θα τη μοιραστούν ισομερώς όλοι όσοι συμμετείχαν στην επιλογή.
Ας μη «μασάμε», ούτε από τις δημοσκοπήσεις, ούτε από τις λαϊκές συνελεύσεις, λοιπόν. Μοναδικός κριτής όλων είναι το εκλογικό σώμα, που θα αποφασίσει στις τριπλές εκλογές του Μαΐου. Παρόλο που και αυτό, με τις επιλογές του στις πρόσφατες αναμετρήσεις, μας έχει απογοητεύσει εξ ίσου, μέχρι σήμερα. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά, συναισθανόμενο την κρισιμότητα της περίστασης και τη διαφαινόμενη πορεία προς την έξοδο από την κρίση, της χώρας, θα επιλέξει τους σωστούς ανθρώπους για να χειριστούν τα κοινά και τις τύχες όλων. Άσχετα με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων και των λαϊκών συνελεύσεων. Που μόνο θόρυβο και σκόνη δημιουργούν, προσπαθώντας είτε να δικαιολογήσουν εκ των προτέρων το αποτέλεσμα, είτε να επηρεάσουν και να κατευθύνουν τη βούληση του λαού.