Η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του νησιού, ιδιαίτερα σε δύσκολες περιόδους, όπως αυτή της παρατεταμένης κρίσης που διανύουμε, αποτελεί πλέον μονόδρομο για την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας.
Από τη μια ο ανεξάντλητος πλούτος της κρητικής γης με τα αδιαμφισβήτητης ποιότητας ντόπια προϊόντα και από την άλλη η αυξημένη ροή τουριστών στο νησί είναι οι δυο πυλώνες στους οποίους μπορεί να επενδύσει η Κρήτη για την περαιτέρω ανάπτυξη της.
Η κρητική κουζίνα και η γαστρονομία του νησιού αναγνωρίζεται χρόνο με τον χρόνο από τους επισκέπτες, ενώ αρκετοί είναι οι τουρίστες που αναζητούν για τη διαμονή τους να παραμείνουν σε ξενοδοχεία που προσφέρουν κρητικά προϊόντα καθώς και εστιατόρια όπου θα μπορούν να δοκιμάσουν παραδοσιακές συνταγές.
Πολλοί μάλιστα είναι και οι επισκέπτες εκείνοι που αγοράζουν ντόπια προϊόντα για να τα πάρουν μαζί τους στην πατρίδα τους, όπως το μέλι, το τυρί ή και τη ρακή, με αποτέλεσμα να εξελίσσονται στους καλύτερους πρεσβευτές του νησιού μας στο εξωτερικό.
Παράλληλα, αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά οφέλη, οι επιχειρηματίες ξενοδόχοι αποζητούν να ενισχύουν διαρκώς την κουζίνα τους με παραδοσιακά προϊόντα του νησιού, τα οποία πλέον είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στους πελάτες τους.
Ωστόσο, αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, αφού υπάρχουν εμπόδια αντικειμενικά πολλές φορές που δεν μπορούν να προσπεραστούν γρήγορα. Από τη μία το κόστος των ντόπιων προϊόντων και από την άλλη οι περιορισμένες ποσότητες παραγωγής ή και μη έγκαιρης διάθεσης, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες στην αγαστή συνεργασία των δύο πλευρών.
Στο πλαίσιο αυτό καταβάλλονται προσπάθειες από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, περιφέρεια, επιμελητήρια, ενώσεις ξενοδόχων ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή διείσδυση των κρητικών προϊόντων σε ξενοδοχεία, καταστήματα εστίασης και τα δίκτυα διανομής.
Η Περιφέρεια Κρήτης και η Αγροδιατροφική Σύμπραξη προκειμένου να προβάλλουν και να προωθήσουν τα τοπικά προϊόντα και την τοπική κουζίνα, έχουν δημιουργήσει το σήμα «κρητική κουζίνα» που αναδεικνύει και επιβραβεύει επιχειρήσεις μαζικής εστίασης, όπως εστιατόρια και ταβέρνες, καθώς και a la carte εστιατόρια ξενοδοχείων, που προσφέρουν Κρητική κουζίνα. Ήδη έχουν πιστοποιηθεί σαράντα χώροι μαζικής εστίασης, με 20 a la carte εστιατόρια μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων να περιλαμβάνονται στη λίστα των πιστοποιημένων επιχειρήσεων.
Στο ίδιο μήκος κύματος το Παγκρήτιο Φόρουμ Προώθησης Κρητικών Προϊόντων στα κρητικά ξενοδοχεία και τα δίκτυα διανομής που συνδιοργανώνουν τα επιμελητήρια του νησιού και ο σύλλογος διευθυντών ξενοδοχείων, αποτελεί μια τέτοια προσπάθεια που θα πραγματοποιηθεί φέτος για έκτη συνεχή χρονιά. Μέσα από το φόρουμ δίνεται η δυνατότητα σε πολλούς ξενοδόχους να προμηθευτούν τοπικά προϊόντα απ’ ευθείας από τους παραγωγούς, χτίζοντας μια οικονομική συνεργασία με πολλαπλά οφέλη για τις δύο πλευρές.
Το παγκρήτιο φόρουμ περιλαμβάνει συναντήσεις εκπροσώπων των ξενοδοχείων και των δικτύων διανομής με αγρότες, κτηνοτρόφους και μεταποιητές αγροτικών προϊόντων σε προκαθορισμένα ραντεβού, αλλά και έκθεση κρητικών προϊόντων.
Αναλυτικά…
Ενίσχυση της τοπικής οικονομίας με τη διασύνδεση του πρωτογενή τομέα με τον τουρισμό
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΜΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ
• Προσπάθειες εδραίωσης των κρητικών προϊόντων σε ξενοδοχεία και καταστήματα εστίασης
Η διασύνδεση του πρωτογενή τομέα με τον Τουρισμό, αποτελεί μεγάλο στοίχημα για την Περιφέρεια Κρήτης και βασικό ζητούμενο για τους επιχειρηματίες του κλάδου αλλά και τους ντόπιους παραγωγούς, καθώς είναι καθολική η εκτίμηση ότι αυτή θα συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας, εφόσον οι δυο πλευρές συνεργαστούν.
Είναι δεδομένο ότι η ζήτηση των ντόπιων παραδοσιακών προϊόντων αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο, από τους επισκέπτες που αναζητούν ξενοδοχεία και καταλύματα ή και καταστήματα με τοπικά προϊόντα, στα οποία μπορούν να γευτούν προϊόντα της κρητικής γης.
Άλλωστε είναι ευρέως γνωστό ότι προϊόντα όπως το λάδι, το κρασί, μέλι, ρακή και αρωματικά φυτά και τυροκομικά, επιλέγονται απ τους τουρίστες οι οποίοι τα αγοράζουν για να τα πάρουν μαζί τους στην πατρίδα τους, με αποτέλεσμα αυτά να εξελίσσονται στους καλύτερους πρεσβευτές του νησιού μας στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή τα προϊόντα που προβάλλονται σε τουριστικές εκθέσεις κερδίζουν συνεχώς το ενδιαφέρον σε διάφορες χώρες του κόσμου, ενώ και η ανάπτυξη του γαστρονομικού τουρισμού αποτελεί ένα επιπλέον ζητούμενο για το νησί.
Αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά οφέλη, και κυρίως την ποιότητα και την ανωτερότητα των ντόπιων προϊόντων, οι επιχειρηματίες ξενοδόχοι αποζητούν να ενισχύουν διαρκώς την κουζίνα τους με παραδοσιακά προϊόντα του νησιού, τα οποία πλέον είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στους πελάτες τους.
Ανασταλτικοί παράγοντες οι περιορισμένες ποσότητες και το κόστος
Ωστόσο, όμως αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, αφού υπάρχουν εμπόδια και αντικειμενικές δυσκολίες. Από τη μία το κόστος των ντόπιων προϊόντων και από την άλλη οι περιορισμένες ποσότητες τυποποιημένων προϊόντων, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες στην αποτελεσματική συνεργασία των δύο πλευρών.
Αυτό έχει ως συνέπεια στην πλειοψηφία τους τα ξενοδοχεία, όπως αναφέρει και ο πρόεδρος του συλλόγου ξενοδόχων Ρεθύμνου να διαθέτουν κρητικά προϊόντα είτε μέσω του κρητικού πρωινού είτε μέσω της πιστοποίησης του «we do it local» όμως τονίζει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για μια επιχείρηση να χρησιμοποιεί αποκλειστικά και μόνο προϊόντα της ντόπιας γης.
Ειδικότερα, σε δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.» ο Μανόλης Τσακαλάκης, ανάφερε:
«Σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία διαθέτουν την «κρητική γωνιά», το «κρητικό πρωινό» εδώ και αρκετά χρόνια. Τα ξενοδοχεία τα οποία έχουνε πάρει πιστοποίηση «ελληνικό πρωινό» από το ξενοδοχειακό επιμελητήριο, χρησιμοποιούνε 100% ελληνικά προϊόντα και τα πιο πολλά είναι κρητικά. Επίσης είναι τα ξενοδοχεία 40 σε όλη την Κρήτη που έχουν πιστοποιηθεί με το σήμα «we do local». Κρητικά προϊόντα χρησιμοποιούν σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία, δηλαδή ελαιόλαδο, κρασιά, οπωροκηπευτικά. Επομένως ένα μεγάλο κομμάτι είναι κρητικά, ό,τι αφορά τα φρούτα και τα λαχανικά. Ένα άλλο μεγάλο κομμάτι είναι τα ελαιόλαδα που χρησιμοποιούμε για το μαγείρεμα και χρησιμοποιούμε και για τις σαλάτες και επίσης σε όποια σημεία μπορούμε. Καταρχάς όλα τα αλά καρτ των ξενοδοχείων χρησιμοποιούν φρέσκα κρέατα από τη ντόπια αγορά και χρησιμοποιούμε επίσης και τυροκομικά φρέσκα. Από κει και πέρα όμως χρειάζονται σίγουρα και άλλα πράγματα. Το κυριότερο είναι ότι εμείς έχουμε ένα συγκεκριμένο budget, ειδικά τα ξενοδοχεία τα οποία δουλεύουν all inclusive. Σ’ αυτό το προϋπολογισμό λοιπόν, όταν τα δικά μας προϊόντα, είναι πανάκριβα, βγαίνουν κατ’ ευθείαν εκτός ανταγωνισμού. Είναι λίγο παράδοξο το να έρχεται ένα προϊόν από την Ευρώπη φτηνότερα στον καταναλωτή απ’ ότι κοστίζει ένα ντόπιο, που δεν έχει όλο το μεγάλο κόστος της μεταφοράς. Παρ’ όλα αυτά, συμβαίνει. Δεν έχουν φτάσει σε σημείο τα κρητικά προϊόντα που να μπορούν να ανταγωνιστούν τα ξένα προϊόντα σε ό,τι αφορά τις τιμές. Σίγουρα σε ποιότητα είναι καλύτερα, δεν είναι όμως στο κόστος τέτοιο που να μπορούν να ανταγωνιστούν. Γι’ αυτό και χρησιμοποιούμε τα κρητικά προϊόντα επί το πλείστον κυρίως στα αλά καρτ τμήματα που πληρώνει ο πελάτης. Από κει και πέρα είναι σαφές ότι θα επιθυμούσαμε να χρησιμοποιούμε μόνο ντόπια προϊόντα, όμως από τη μια δεν υπάρχουν στις ποσότητες που το θέλουμε και από την άλλη το κόστος είναι υψηλό».
Ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Ρεθύμνου Γιώργος Γιακουμάκης από την πλευρά του υποστήριξε:
«Το πρόβλημα που πρέπει να διαχωριστούμε είναι αυτό της τυποποίησης και του κατακερματισμού καθώς και να είναι σε θέση οι παραγωγοί να διαθέτουν επαρκείς ποσότητες σε συχνά διαστήματα στα ξενοδοχεία. Η ποιότητα των ντόπιων προϊόντων είναι αδιαμφισβήτητη και για αυτό συμμετέχουμε σε κάθε πρωτοβουλία που θα συμβάλλει στην προώθηση των τοπικών προϊόντων στα δίκτυα διανομής. Θα πρέπει σαν Κρήτη να αξιοποιήσουμε την ποιότητα των κρητικών προϊόντων και να αξιοποιήσουμε την αναγνώριση που έχει πλέον η κρητική διατροφή. Για ν’ αυξηθεί η κατανάλωσή των ντόπιων προϊόντων όμως, θα πρέπει να βρούμε τρόπους διασύνδεσης της παραγωγής με την κατανάλωση».
«Η ποιότητα των προϊόντων μας μπορεί να αποτελέσει το βασικότερο μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας».
Για την Περιφέρεια Κρήτης η διασύνδεση του Τουρισμού με τον αγροτικό τομέα, βρίσκεται σε πρώτη προτεραιότητα, αφού έχει αντιληφτεί πως το συγκριτικό πλεονέκτημα της Κρήτης, που δεν είναι άλλο από την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων της, μπορεί να αποτελέσει το βασικότερο μοχλό ανάπτυξης και ενίσχυσης της τοπικής οικονομίας.
Ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης πρωτογενή τομέα Μανόλης Χνάρης ανέφερε: «Στο πλαίσιο της διευρυμένης προσπάθειας, που κάνει η Περιφέρεια Κρήτης και η Αγροδιατροφική Σύμπραξη, προκειμένου να προβάλουμε και να προωθήσουμε τα τοπικά μας προϊόντα και παράλληλα να αναδείξουμε και να προωθήσουμε την τοπική κουζίνα, δημιουργήσαμε το σήμα «κρητική κουζίνα»
Το σήμα αυτό αναδεικνύει και επιβραβεύει επιχειρήσεις μαζικής εστίασης, όπως εστιατόρια και ταβέρνες, καθώς και a la carte εστιατόρια ξενοδοχείων, που προσφέρουν Κρητική κουζίνα.
Οι χώροι αυτοί διακρίνονται, τόσο για το κρητικό μενού που προσφέρουν, δηλαδή κρητικές συνταγές φτιαγμένες με τοπικές πρώτες ύλες, όσο και για την κρητική φιλοξενία, που γνωρίζουν οι επισκέπτες τους.
Στόχος δικός μας είναι οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις του νησιού να βάλουν στις κουζίνες τους, τα τοπικά μας προϊόντα και να τα προσφέρουν στους πελάτες τους.
Κατά αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνουμε τη διασύνδεση των δύο κλάδων, του πρωτογενή και του τουριστικού, με τη σύναψη συνεργασιών ανάμεσα στους επιχειρηματίες του τουρισμού με τους παραγωγούς και μεταποιητές, με στόχο την αύξηση της κατανάλωσης των κρητικών προϊόντων στις ξενοδοχειακές μονάδες της Κρήτης και σ’ όλους τους χώρους μαζικής εστίασης. Και οι συνεργασίες αυτές δεν μπορούν παρά να αποφέρουν οφέλη για όλους, προάγοντας την τοπική μας οικονομία.
Παράλληλα οι επισκέπτες του νησιού μας γνωρίζουν τα τοπικά, ποιοτικά μας προϊόντα και την κρητική κουζίνα, αναδεικνύοντας την Κρήτη σε κορυφαίο γαστρονομικό προορισμό.
Η όλη προσπάθεια με το σήμα «κρητική κουζίνα» για τα a la carte εστιατόρια των ξενοδοχείων άρχισε να υλοποιείται εδώ και 1,5 χρόνo και η ανταπόκριση και υποστήριξη που γνωρίζει από τους επιχειρηματίες του τουρισμού είναι σημαντική.
Αν αναλογιστούμε ότι σήμερα αριθμούμε ήδη 40 χώρους μαζικής εστίασης, με 20 a la carte εστιατόρια μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων να περιλαμβάνονται στη λίστα των πιστοποιημένων επιχειρήσεων και άλλα τόσα να είναι σε διαδικασία πιστοποίησης για την επερχόμενη σεζόν, τότε σίγουρα έχουμε καταφέρει να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των επιχειρηματιών, αποδεικνύοντας τους τη σημασία και τα οφέλη της προσπάθειας αυτής. Γιατί τα οφέλη από το τουριστικό προϊόν είναι σημαντικό να διαχέονται σε όλη την τοπική κοινωνία και οικονομία».
Το Σάββατο στις Γούρνες το 6ο Παγκρήτιο Φόρουμ
Εν τω μεταξύ στο πλαίσιο της ενίσχυσης της προώθησης των κρητικών προϊόντων το Σάββατο 1η Απριλίου θα πραγματοποιηθεί στο Διεθνές Εκθεσιακό Κέντρο Ηρακλείου (ΔΕΚΚ) στις Γούρνες Ηρακλείου.
Το 6ο Παγκρήτιο φόρουμ συνδιοργανώνουν και φέτος τα τέσσερα Επιμελητήρια του νησιού, οι Ενώσεις Ξενοδόχων Κρήτης και ο Παγκρήτιος Σύλλογος Διευθυντών Ξενοδοχείων.
Σύμφωνα με ανακοίνωση των οργανωτών, το φόρουμ απευθύνεται σε αγρότες, κτηνοτρόφους, μεταποιητές αγροτικών προϊόντων, διανομείς, ξενοδόχους και ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων σε όλη την Κρήτη.
Στόχος της πρωτοβουλίας αυτής, είναι να βοηθήσει , για άλλη μια χρονιά, στη συνεργασία ξενοδόχων και αγροτών, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των Κρητικών ξενοδοχείων και της ευρύτερης τοπικής αγοράς από την ντόπια αγροτική παραγωγή, αλλά και να δοθεί η ευκαιρία στους επισκέπτες του νησιού να γνωρίσουν τα γνήσια προϊόντα της Κρητικής διατροφής.
Η προσπάθεια αυτή χαρακτηρίζεται θετική και κάθε χρόνο κερδίζει έδαφος, αφού και οι δύο πλευρές ανταποκρίνονται και συμμετέχουν, ωστόσο μένει ακόμα να προσπεραστούν διάφορα εμπόδια που έχουν να κάνουν τόσο με τις ποσότητες παραγωγής που είναι απαραίτητες για να κλείσει μια συμφωνία ένα ξενοδοχείο, όσο και με τις τιμές των προϊόντων.