Μόνο ο Τσίπρας κατάφερε να πληρώσουμε τον λογαριασμό της ρήξης με τις Βρυξέλλες
Η κρίση στις σχέσεις Ρώμης και Βρυξελλών έχει ήδη μπει σε φάση εκτόνωσης. Εκδηλώθηκε πρώτα στο προσφυγικό-μεταναστευτικό και στη συνέχεια πέρασε στο δημοσιονομικό.
Στην πρώτη περίπτωση η κυβέρνηση συνασπισμού της Ιταλίας πήρε ακριβώς αυτό που ήθελε, ενώ στη δεύτερη φαίνεται ότι κατέληξε σε έναν λογικό συμβιβασμό με τις Βρυξέλλες για το ύψος του δημοσιονομικού ελλείμματος το 2019.
Μέσα από την εξέλιξη της ιταλικής κρίσης αναδεικνύονται τα λάθη που έκανε ο κ. Τσίπρας το 2015 και πληρώνουμε ακόμη.
Αυστηροί κανόνες
Στο προσφυγικό-μεταναστευτικό η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθετεί αυστηρότερες θέσεις σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει την κοινή γνώμη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Ο υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας κ. Σαλβίνι, ο οποίος είναι πρόεδρος της Λέγκας και θεωρείται ο ισχυρός άνδρας της χώρας, πρόβαλε μία σωστή θέση με λάθος τρόπο.
Υποστήριξε ότι δεν μπορεί να πληρώνουν τον λογαριασμό του προσφυγικού-μεταναστευτικού κυρίως οι χώρες πρώτης εισόδου -δηλαδή η Ελλάδα και η Ιταλία- και ζήτησε από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να μοιράζονται τις ευθύνες.
Η θέση αυτή είναι σωστή αλλά την υποστήριξε με λάθος, απάνθρωπο, τρόπο, εφόσον έκλεισε τα λιμάνια της Ιταλίας στα πλοία που μεταφέρουν πρόσφυγες και μετανάστες από τη Λιβύη και τα ανοίγει μόνο σε περιπτώσεις που οι άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δέχονται να συμμετάσχουν στην κατανομή των προσφύγων και των μεταναστών.
Ο χειρισμός του κ. Σαλβίνι εκτόξευσε στα ύψη τη δημοτικότητά του στην Ιταλία και συνέβαλε στην υιοθέτηση από την Ε.Ε. θέσεων που είναι πιο κοντά στις απόψεις των «σκληρών» σε ό,τι αφορά το προσφυγικό-μεταναστευτικό.
Για παράδειγμα, εγκαταλείφθηκε η προσπάθεια να επιβληθεί στην Πολωνία και στην Ουγγαρία να δεχτούν υποχρεωτικά πρόσφυγες και μετανάστες με βάση την ποσόστωση που έχει συμφωνηθεί για την μετεγκατάστασή τους, αρκεί να συμβάλουν με άλλους τρόπους, όπως την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών, στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ένας καλός συμβιβασμός
Στον οικονομικό τομέα η αποστολή της ιταλικής κυβέρνησης συνασπισμού ήταν πιο σύνθετη γιατί εκτός από την αντίδραση των Βρυξελλών έπρεπε να αντιμετωπίσει και την αρνητική αντίδραση των αγορών. Στην κορύφωση της κρίσης το επιτόκιο για το δεκαετές ομόλογο του ιταλικού Δημοσίου ξεπέρασε το 3,5%, με τάση να πάει προς το 4%. Ήδη έχει υποχωρήσει κάτω από το 3% και οι περισσότεροι αναλυτές προεξοφλούν μεγαλύτερη αποκλιμάκωση.
Για να εφαρμόσουν ένα μέρος από τις προεκλογικές τους εξαγγελίες, τα δύο κυβερνητικά κόμματα άλλαξαν τον δημοσιονομικό σχεδιασμό και ανέβασαν το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2019 στο 2,4% του ΑΕΠ από 0,8% του ΑΕΠ που είχε προγραμματίσει η προηγούμενη, κεντροαριστερή κυβέρνηση.
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αντέδρασαν με το σκεπτικό ότι η Ιταλία έχει το δεύτερο μεγαλύτερο μετά την Ελλάδα δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη και πως πρέπει να κρατήσει το έλλειμμα πολύ κάτω από το 3% του ΑΕΠ που προβλέπουν οι κανόνες της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες βρέθηκε τελικά ένας συμβιβασμός για δημοσιονομικό έλλειμα της τάξης του 2% του ΑΕΠ, ώστε η κυβέρνηση της Ιταλίας να κάνει τη διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη χωρίς να φτάσει σε πλήρη ρήξη με τις Βρυξέλλες.
Μόνο ο Τσίπρας κατάφερε να κηρύξει πόλεμο το 2015 με τις Βρυξέλλες, να προκαλέσει τεράστια ζημιά στην ελληνική οικονομία και να υποχρεωθεί στη συνέχεια σε στροφή 180 μοιρών, με σκληρούς και ταπεινωτικούς όρους.