Όχι χωρίς αμφιταλαντεύσεις, λόγω των προεκλογικών ημερών, έκρινα τελικά ότι όφειλα να αναφερθώ στο προχθεσινό σημείωμα του συνεργάτη των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» κ. Ηλία Κυριακάκη (7-5-2014) με τίτλο «Επιλογές για τις εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου».
Παρακαλώ το Σημείωμά μου αυτό να μη θεωρηθεί κατά κανένα τρόπο παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία απέναντι στην οποία τηρώ απαρέγκλιτα ουδέτερη στάση και δεν επιθυμώ να επηρεάσω κανένα εκλογέα υπέρ ουδενός υποψηφίου.
Αιτιολογώ τη στάση μου αυτή με την άποψη ότι, όσο το κράτος αποσαθρώνεται και αδυνατεί να ασκήσει Αναπτυξιακή Πολιτική, όσο δηλαδή απομακρύνεται η προοπτική της Συνολικής Ανάπτυξης της χώρας, τόσο οι προσδοκίες μας στρέφονται προς την Τοπική Ανάπτυξη, δηλαδή προς τον φορέα της που είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Θεωρώ λοιπόν ότι, αφού όλες οι πολιτικές ιδεολογίες και οι αμοιβαδικού χαρακτήρα κομματικοί σχηματισμοί που ισχυρίζονται ότι τις ενσαρκώνουν έχουν χρεοκοπήσει μαζί με τη χώρα, είναι αυτονόητο ότι για την επιλογή του αποδέκτη της ψήφου κάθε συμπολίτη το μόνο κριτήριο που διατηρεί το κύρος του είναι: «Ποιος από τους υποψηφίους παρουσιάζει κατά τεκμήριο τις πιο αξιόπιστες δυνατότητες για την ανάπτυξη του Ρεθύμνου», αυτό δηλαδή που ισχύει στην προηγμένη Ευρώπη. Και την απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι σωστό να τη δίδει κάθε δημότης κατά τη δική του κρίση χωρίς συναισθηματικές ή άλλες θετικές ή αρνητικές προκαταλήψεις. Αυτό επιβάλλει η πρωτοφανής κρισιμότητα των σημερινών περιστάσεων.
Η αντίληψη αυτή είναι ζήτημα αρχής για μένα και ασφαλώς για πολλούς συμπολίτες.
Όμως υπάρχουν μερικά σημεία στο ανωτέρω δημοσίευμα, τα οποία θα είναι άδικο να υποθέσουν οι αναγνώστες ότι αναφέρονται υπαινικτικά στη διοίκηση του Δήμου από τους συνεργάτες μου και εμένα, όπως θα μπορούσε να υποσημαίνει η αναφορά στο έτος 2005. Εννοώ τις φράσεις:
α. «(Διακυβεύεται) η επιστροφή στις εποχές των προσωπικών εξυπηρετήσεων που οδήγησαν τα Περιβόλια στο πολεοδομικό αλαλούμ του σήμερα, η επιστροφή στο «χτίσε και εσύ ένα αυθαίρετο, μπορείς, εγώ θα σου το σχεδιάσω».
Διευκρινίζω ότι επί δικής Δημαρχίας ούτε η Πολεοδόμηση των Περβολιών, ατυχέστατη πραγματικά, έγινε ούτε παρέσχε ο Δήμος την παραμικρή ανοχή προς κανένα απολύτως για πολεοδομική ή οποιαδήποτε άλλη αυθαιρεσία. Είναι ξεκάθαρο.
β. «(Διακυβεύεται) η επιστροφή στο υποβαθμισμένο Ρέθυμνο του 2005, που θυμόμαστε πολύ καλά όλοι μας».
Εδώ τώρα διαφωνώ πλήρως. Σωστό είναι να θυμόμαστε το Ρέθυμνο του 2005, αλλά σε συνδυασμό με το Ρέθυμνο του 1968 που παραλάβαμε. Αισθάνομαι άσχημα να επαναλάβω πράγματα που έχω πει και γράψει δημόσια, όπως στην τελευταία ομιλία μου στο «Σπίτι του Πολιτισμού» και στο βιβλίο μου «ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ, ΑΠΟ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΜΕΝΟ ΓΚΕΤΟ ΜΟΧΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ», αλλά αισθάνομαι πολύ πιο άσχημα όταν αποκομίζω την εντύπωση ότι παραβλέπεται η Ιστορική Αλήθεια. Και η Ιστορική Αλήθεια είναι ότι στα χρόνια που διοικήσαμε τον Δήμο με τους συνεργάτες μου το Ρέθυμνο πραγματοποίησε το Μεγάλο Άλμα από το παρελθόν στο μέλλον πετυχαίνοντας θεμελιώδους σημασίας δημοτικούς στόχους, όπως:
• Η διάσωση, εξυγίανση και ανάδειξη της Παλιάς Πόλης με σύγχρονα δίκτυα Ύδρευσης, Αποχέτευσης, Ομβρίων, υπόγεια δίκτυα, ΔΕΗ, ΟΤΕ, Σωληνώσεις Οπτικών Ινών και Καλωδιακής Τηλεόρασης, αυτοτελή Δημοτικό Φωτισμό, πλακόστρωση κεντρικών δρόμων κλπ. και, ακόμη σπουδαιότερο, με την καταξίωσή της ως τεράστιου πολιτιστικού και οικονομικού κεφαλαίου του τόπου.
• Η Αντιπλημμυρική Προστασία της Πόλης, με τούνελ εκτροπής του χειμάρρου «Καμαράκι», λεκάνες ανάσχεσης Πλημμυρικών Αιχμών, εσωτερικούς αγωγούς κλπ.
• Η προστασία του Περιβάλλοντος, με Βιολογικό Αστικών Λυμάτων, Βιολογικό Βιομηχανικών Λυμάτων, ΧΥΤΑ, Σφαγεία κλπ.
• Η Ύδρευση της πόλης από Αργυρούπολη-Κουρνά με Ταχυδιυλιστήριο, δεξαμενές, δίκτυα κλπ.
• Το Πανεπιστήμιο, με την πολύπλευρη δυναμική του.
• Η εισαγωγή και προώθηση του Τουρισμού με τις πολυδύναμες προεκτάσεις που όλοι ξέρουμε.
• Η προώθηση του Πολιτισμού, με απόκτηση-αναστήλωση ιστορικών μνημείων, όπως η Φορτέτζα, ο Προμαχώνας, το Ενετικό λιμάνι, οι κρήνες κλπ. και με πολύ σημαντικές πολιτιστικές δράσεις.
Για να μη μακρηγορώ, τα οικονομικά αποτελέσματα του Μεγάλου Άλματος φάνηκαν: το 50% του κατά κεφαλή εισοδήματος που είχε το Ρέθυμνο το 1968 (426 δολάρια έναντι 840 της χώρας) ανέβηκε το 2006 στο 90% (16.832 έναντι 18.733 της χώρας), που σημαίνει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του Ρεθύμνου κατά τα χρόνια αυτά ήταν σχεδόν διπλάσιος από εκείνο της χώρας.
Αυτά όλα είχαν συντελεστεί το 2005 και το Ρέθυμνο είχε πάψει να είναι υποβαθμισμένο. Και πάνω σ’ αυτά τα γερά θεμέλια, με τις αναγκαίες κάθε φορά συμπληρώσεις, οικοδομείται και θα οικοδομείται στο ορατό μέλλον η ζωή και η πρόοδος του Ρεθύμνου. Είναι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για αειφόρο Τοπική Ανάπτυξη.
Θεώρησα αναγκαίες τις διευκρινίσεις αυτές για να μην υπάρξουν παρανοήσεις στα κατά τα άλλα σαφή και ορθά γραφόμενα του κ. Κυριακάκη.
* Ο Δημήτρης Ζ. Αρχοντάκης είναι τ. δήμαρχος Ρεθύμνης