Όπως αναφέραμε για τον παπα-Μάρκο Πλυμάκη, πολλοί έγκριτοι συγγραφείς και ιστορικοί έγραψαν σχετικά για τη ζωή και το έργο του.
Ιδιαίτερα η αξέχαστη δέσποινα του Ρεθύμνου Μαρία Τσιριμονάκη, στο βιβλίο της «Ρεθεμνιώτες» θίγει τη φρικτή δοκιμασία που σημάδεψε τη ζωή του σπουδαίου ιερέα, που επί 80 χρόνια τίμησε την ιεροσύνη του. Ας συνδέσουμε όμως τα γεγονότα μεταξύ τους για μια ολοκληρωμένη εικόνα.
Στο προηγούμενο αφιέρωμά μας είχαμε τονίσει ότι ο παπα-Μάρκος, ιεροδιδάσκαλος επί Κρητικής πολιτείας, που έμεινε στα χρονικά του Ρεθύμνου, σαν μια άγια μορφή και λαοφίλητη, γεννήθηκε στην Ασή Γωνιά το 1855 και πέθανε σε ηλικία 90 χρόνων στο Ρέθυμνο το 1943. Φοίτησε στην άλλοτε Ιερατική Σχολή της Μονής Χαλεβί και το 1872 παντρεύτηκε την Ελένη Κοτσυφού και χειροτονήθηκε διάκονος στην Ενορία Ρουσσοσπιτίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο κ. Κωστής Η. Παπαδάκης στο βιβλίο «Ρέθυμνο 1900-1950» το 1877 χειροτονήθηκε ιερέας από τον Επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ιλαρίωνα Κατσούλη και το 1886 διορίστηκε εφημέριος στον Μητροπολιτικό μας Ναό από τον Επίσκοπο Ιερόθεο Μπραουδάκη.
Ο παπα-Μάρκος στήριζε περισσότερο τους πολυφαμελίτες, ίσως επειδή κι ο ίδιος είχε δημιουργήσει μεγάλη οικογένεια. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Μανόλης Κούνουπας, με την πρεσβυτέρα Ελένη, η οποία ήταν θεία του καθηγητή-φιλόλογου Παντελή Κοτσυφού, απέκτησε επτά παιδιά. Τον Μανόλη διδάσκαλο, που τον θυμόμαστε οι παλαιότεροι, την Αμαλία Πορτάλιου, την Κατίνα η οποία απεβίωσε μικρή, τη Χρυσή Καλοκύρη μητέρα του καθηγητή Κώστα Καλοκύρη, ζωή να ‘χει και της ξεχωριστής συμπολίτισσας κ. Ελένης Γιαννακάκη. Ακολουθεί το τέταρτο παιδί ο Αντώνης Πλυμάκης αξιωματικός, η Χαρά Μακρυλάκη σύζυγος του γνωστού εμπόρου της Αρκαδίου και τέλος το έβδομο Μαρία Πλυμάκη, η οποία απεβίωσε νέα.
Σε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου της «Ρεθεμνιώτες», η Μαρία Τσιριμονάκη αναπτύσσει μια ακόμα πτυχή της πολύπλευρης κοινωφελούς δράσης του παπα-Μάρκου, αυτής του καλού πατέρα για κάθε Ρεθεμνιώτη σε καλές και κακές στιγμές.
Κάθε πρώτη του μήνα έκανε το γύρο της ενορίας του για τον καθιερωμένο αγιασμό στα σπίτια. Και μετά το ράντισμα κάθε γωνιάς με τον αγιασμό καθόταν ν’ ακούσει τα προβλήματα της κάθε οικογένειας, που έβλεπε στο πρόσωπό του έναν άνθρωπο πρόθυμο ακροατή των δεινών της και έτοιμο να δώσει μια συμβουλή, βάλσαμο ψυχής.
Έτσι εκείνος ήξερε σαν εξομολόγος τα πάντα για όλους. Ο ίδιος όμως ποτέ δεν άφησε ν’ ακουστεί τίποτα από τα δικά του βάσανα, ούτε για τα δικά του προβλήματα. Ήταν ο πνευματικός πατέρας όλων, αλλά σαν στοργικός γονιός δεν ήθελε τα παιδιά του να στενοχωρηθούν με τις δικές του δυσκολίες. Σώπαινε λοιπόν γιατί είχε το δικό του πάντα τρόπο εκτόνωσης. Εκτός από την προσευχή ήταν και η απεραντοσύνη της θάλασσας που απολάμβανε πριν καλά καλά ξημερώσει.
Είχε κι αυτός ο αγαθός λευίτης βάσανα, όπως και κάθε πολυφαμελίτης. Μα το πιο πικρό ποτήρι του έδωσε η ζωή με το θάνατο παιδιών του. Γιατί έτυχε και σ’ αυτόν το σπάνιο άνθρωπο, που σκορπούσε αγάπη και ευλογία σε όλους η πικρότερη δοκιμασία που μπορεί ν’ αντέξει ο άνθρωπος. Να θάψει παιδιά του. Ένας θάνατος όμως έμεινε στα χρονικά, αφού προκάλεσε και έναν ακόμα και έγινε αφορμή να βυθιστεί στο πένθος ο αξέχαστος ιερέας.
Μια χαρισματική κόρη
Η κόρη του Χαρίκλεια, ήταν από τα πιο χαρισματικά του παιδιά. Από μικρή έπαιρνε τα γράμματα και ο παπα-Μάρκος δεν θέλησε να της στερήσει το δικαίωμα της γνώσης. Συνέχισε λοιπόν η μικρή και πήρε πτυχίο δασκάλας. Καμάρωνε ο πατέρας γιατί με αφορμή με την πρόοδο της κόρης του, που ήταν από τις πρώτες κοπέλες που αξιώθηκαν να μορφωθούν και να εργαστούν την εποχή εκείνη, μπορούσε να πείσει δύστροπους γονείς να επιτρέψουν στις κόρες τους να μορφωθούν, χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο την ηθική και την υπόληψή τους. Κανένα χατίρι δεν χάλασε της κόρης του ο προοδευτικός αυτός ρασοφόρος. Ούτε κι όταν ζήτησε να σπουδάσει μουσική της έφερε αντίρρηση. Προχώρησε και στον τομέα αυτό η χαρισματική Χαρίκλεια και μάλιστα σε βαθμό πολύ υψηλό για τις συνθήκες της εποχής της. Κάποτε μάλιστα σε μια εκδήλωση του Λυκείου των Ελληνίδων τραγούδησε ως σολίστ «Βαπτιστικό» καταγοητεύοντας το ακροατήριό της.
Ας μη νομιστεί ότι ο παπα-Μάρκος ακολουθούσε χαλαρή διαπαιδαγώγηση κόντρα στο πνεύμα της εποχής του. Και αυστηρός γονιός ήταν και ηθικές αξίες είχε φροντίσει να περάσει στα παιδιά του που ξεχώριζαν. Η Χαρίκλεια χωρίς να προκαλεί ξεχώριζε. Ζούσε δεκαετίες μπροστά σε νοοτροπία και δίψα για το ωραίο αλλά ποτέ δεν έγινε αφορμή για αρνητικά σχόλια. Αντίθετα πολλές ήταν οι κοπέλες που με την ευλογία της μητέρας τους αντέγραφαν σε κομψότητα την νεαρή παπαδοπούλα, η οποία και στον τομέα αυτό της καλαισθησίας και του λεπτού γούστου ξεχώριζε.
Ένας ευτυχισμένος γάμος με τραγική κατάληξη
Όπως ήταν φυσικό πολλά άξια παλικάρια την έβαλαν στα όνειρά τους. Κατάφερε όμως να την αποκτήσει ένας από τους καλύτερους εμπόρους της αγοράς ο Δημήτρης Μακρυλάκης, άνθρωπος με λεπτότητα και από τους πιο σοβαρούς επιχειρηματίες.
Εκείνη όπως κάθε παντρεμένη γυναίκα αμέσως μετά το γάμο της άφησε την εργασία της στο σχολείο και αφοσιώθηκε στο νοικοκυριό της. Ο άντρας της όμως, που τη λάτρευε, δεν άφηνε να της λείψει το παραμικρό. Μέχρι και μοδίστρα της είχε με το μήνα, παρακαλώ, για να την εξυπηρετεί όποτε ήθελε. Ευλογούσαν όλοι την καλή της μοίρα. Κι ο παπα-Μάρκος έκανε ένα σταυρό παραπάνω για την καλή τύχη της κόρης του που ήταν το καμάρι του τόπου.
Από το γάμο της αυτό η Χαρίκλεια απέκτησε δυο κοριτσάκια όμορφα και χαριτωμένα που τα μεγάλωνε υποδειγματικά. Κι εκεί που απολάμβανε τη λατρεία του συζύγου και τα αγαθά ενός τόσο επιτυχημένου γάμου, αρρώστησε ξαφνικά. Ήταν μόλις πέντε χρόνια παντρεμένη.
Ο άντρας της δεν άφησε γιατρό να μην ζητήσει θεραπεία για τη γυναίκα του γεμάτος ελπίδα για τη σωτηρία της. Ούτε γιατροί όμως στο Ρέθυμνο μπόρεσαν να σταματήσουν την γρήγορη εξέλιξη της ύπουλης ασθένειας, ούτε και η νοσηλεία της σε μεγάλο ιατρικό κέντρο της Αθήνας κατάφερε να σώσει την κοπέλα. Τραγικές φιγούρες οι γονείς περίμεναν μέχρι και την τελευταία στιγμή να γίνει το θαύμα.
Διπλή τραγωδία
Δυστυχώς όμως ο Θεός κάλεσε την Χαρίκλεια κοντά του πριν προλάβουν καλά καλά οι δικοί της άνθρωποι να προετοιμαστούν για το μοιραίο.
Ράγιζαν και οι πέτρες στο θέαμα της κοπέλας που αναπαυόταν στο ανθοστόλιστο φέρετρο θυμίζοντας άγγελο από χρωστήρα χαρισματικού ζωγράφου. Πολλά γόνατα λύγισαν στο στερνό αντίο. Και τότε ήρθε το δεύτερο σκληρό χτύπημα της μοίρας για τον άτυχο παπα-Μάρκο. Εκεί που έσκυψε η τραγική μητέρα η παπαδιά να νεκροφιλήσει το παγωμένο πρόσωπο της θυγατέρας της, έπεσε νεκρή. Δεν άντεξε η πληγωμένη καρδιά της αυτή τη δοκιμασία.
Την άλλη μέρα δυο φέρετρα περνούσαν από την αγορά με τα ερμητικά κλειστά μαγαζιά σε ένδειξη πένθους για τη διπλή συμφορά στην ενορία τους.
«Διπλή συμφορά αισχυλείου πλοκής…» όπως θα έγραφε την επομένη ο τύπος.
Ένας θρήνος γέμιζε ανατριχίλα την ατμόσφαιρα. Το Ρέθυμνο ζούσε μια από τις πιο πικρές στιγμές στα χρονικά του. Και μόνο τα δυο ορφανά κοριτσάκια έπαιζαν αμέριμνα στο σαλόνι του σπιτιού τους. Ούτε μπορούσαν να φανταστούν ότι ο θόρυβος που ερχόταν από το δρόμο αφορούσε τα δυο από τα πιο αγαπημένα τους πρόσωπα. Μητέρα και γιαγιά που πετούσαν αγκαλιασμένες για τον τόπο της αιώνιας γαλήνης.
Ευτυχώς όμως δεν ήταν σε ηλικία να νοιώσουν αυτή την οδύνη Και συνέχιζαν να παίζουν αμέριμνα χαμένα στο δικό τους παράδεισο…