Tο πολιτικό σύστημα που στήριξε τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση τoυ 1990-2010, τώρα στηρίζει την εξαθλίωση της εργασίας ως μονόδρομο για την «ανάπτυξη». Ενώ συντελείται ή καταστροφή του «κοινωνικού ιστού», οι κυβερνητικοί «εταίροι» πανηγυρίζουν. Η κατάσταση δεν προβλέπεται να βελτιωθεί όσο η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται σε ύφεση, ενώ το 2014, η αναιμική ανάκαμψη, δεν θα μειώσει την ανεργία. Η χώρα βουλιάζει μέσα στο οικονομικό τέλμα. Η αδυναμία άντλησης των κοινοτικών πόρων σε συνδυασμό με την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά αποτελούν κακούς οιωνούς. Η επικείμενη νέα μείωση μισθών και συντάξεων, προαναγγέλλει νέα μείωση του εισοδήματος, της ζήτησης, και του ΑΕΠ. Έτσι, οι συνομιλίες με την τρόικα το καλοκαίρι δεν θα είναι «εύκολες» για την κυβέρνηση, αλλά -κυρίως- για τους Έλληνες πολίτες. Τέλος, οι πολίτες που αγωνίζονται ενάντια στα καταστροφικά σχέδια βρίσκουν μπροστά τους την άγρια καταστολή ενός κράτους που «τα δίνει όλα» στους επενδυτές. Είναι προφανές πως έχει αποφασιστεί να περιοριστούν τα όποια θεσμικά περιθώρια παρέμβασης των πολιτών στις αναπτυξιακές επιλογές. Στις ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων στρατηγικού χαρακτήρα όπως ο ΟΠΑΠ, η ενέργεια, η ύδρευση και τα απορρίμματα διαγκωνίζονται νέα και παλιά τζάκια. Ο πρωθυπουργός επιδιώκει να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση «επανεκκίνησης της οικονομίας» με τις ιδιωτικοποιήσεις και ρητορεύει περί του «σχεδίου ανάπτυξης» για να δημιουργήσει νέες προσδοκίες. Αποκρύπτει τη «μαύρη τρύπα» του 2013, και το σχέδιο για τη νέα επίθεση στις συντάξεις. Κι όλα αυτά με την παρηγοριά ότι οι πιστωτές θα συναινέσουν σε νέο κούρεμα του χρέους, το φθινόπωρο. Αυτά, ονομάζει παραπλανητικά η κυβέρνηση «σχέδιο ανάπτυξης» και στήνει στα μέτρα της, το νέο προεκλογικό δίλημμα ώστε να διεκδικήσει με αξιώσεις την επανεκλογή της.
Αν όμως αυτός είναι ο μνημονιακός «μονόδρομος», υπάρχει στην πραγματικότητα άλλος δρόμος; Υπάρχει ένας «άλλος κόσμος», που επιμένει να προτάσσει ριζοσπαστικές αξίες και θέσεις και να αγωνίζεται για ό,τι μπορεί να σταθεί όρθιο στην καταιγίδα. Με τη δράση τους τα κινήματα και οι οργανώσεις πολιτών επαναφέρουν στο προσκήνιο τα αιτήματα για, κοινωνική δικαιοσύνη, δημοκρατία και έλεγχο στις αποφάσεις, αναδιανομή των ωφελειών της όποιας ανάπτυξης. Είτε ομολογείται είτε όχι, η χώρα έχει εισέλθει σε μακρά προεκλογική περίοδο.
Οι τρικομματικοί ποντάρουν στην πολιτική κόπωση των πολιτών, στην πολιτική περιθωριοποίηση μεγάλου μέρους των λαϊκών τάξεων και τους σπρώχνουν στην εκλογική αποχή. Η δύναμη της αριστεράς κρίνεται στην ικανότητά της να εμπνεύσει ένα νέο κύμα λαϊκής ενεργοποίησης, με ελπίδα ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής, κοινωνικής και πνευματικής ανασυγκρότησης της χώρας. Ποιο είναι το επίδικο αυτών των εκλογών; Πρέπει να σταματήσει η λιτότητα; Πρέπει να ακολουθείται πολιτική για το ξεπέρασμα της κρίσης υπέρ των εργαζόμενων και σε βάρος του κεφαλαίου και όλων όσοι κερδοσκόπησαν εκμεταλλευόμενοι την ανύπαρκτη φορολογία του μεγάλου πλούτου; Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση φιλοευρωπαϊκή που θα έχει ως πρώτη προτεραιότητα την εργασία, γιατί μόνο με την εργασία μπορούμε να βγούμε από την πορεία εκπτώχευσης και να οδηγηθούμε σε μια ανάπτυξη που δεν θα είναι αυτοσκοπός αλλά δικλείδα για βελτίωση της διαβίωσης. Επιπλέον, θα περιβάλλει με εμπιστοσύνη το ρόλο των συνδικάτων-κινημάτων και θα προωθεί, θα διευρύνει και θα ενισχύει το παραδοσιακό ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος για να ανταποκριθεί στους έχοντες τη μεγαλύτερη ανάγκη. Κάθε κόμμα της Αριστεράς στην Ευρώπη πρέπει να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των εργαζόμενων, σε συμμαχία με τους εργαζόμενους στις άλλες χώρες της Ε.Ε., ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και να προτάσσει την άμεση κατάργηση της λιτότητας και των Μνημονίων. Η υποτίμηση της αξίας της εργασίας σημαίνει κέρδη για την ολιγαρχία και επιδείνωση της ζωής της πλειοψηφίας. Η ανασυγκρότηση πρέπει να γίνει με κριτήριο τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζόμενων και σε ρήξη με τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Η μάχη ενάντια στο σκοτεινό μέλλον που μας έχουν ετοιμάσει, απαιτεί την ενεργή συμμετοχή των εργαζόμενων στον μετασχηματισμό της οικονομίας, του κράτους και της καθημερινότητας. Θα είναι η μάχη του κόσμου της εργασίας πέρα από τη νοσταλγική αναπόληση των προ κρίσης συνθηκών και τη δογματική προσήλωση σε «δοκιμασμένες» λύσεις, η αριστερά πρέπει να βρεθεί με όλους όσοι επιμένουν να οραματίζονται ριζικά διαφορετικές πορείες για τον τόπο μας.
υποψήφιος διδάκτορας