Δυσοίωνες προβλέψεις και απαισιοδοξία για την οικονομική κατάσταση που θα επικρατήσει τους επόμενους μήνες στη χώρα, εκφράζουν νοικοκυριά, καταναλωτές και επιχειρήσεις. Παρά την μικρή αντιστροφή του αρνητικού κλίματος που καταγράφεται σε έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η καταναλωτική εμπιστοσύνη διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, οι προβλέψεις για αύξηση των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο είναι απαισιόδοξες, ο φόβος της ανεργίας μεγαλώνει, ενώ σε υψηλά επίπεδα διατηρείται το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Επιπλέον, οι Έλληνες παραμένουν με διαφορά οι πιο απαισιόδοξοι Ευρωπαίοι καταναλωτές και ακολουθούν οι πολίτες της Κύπρου, της Πορτογαλίας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Κροατίας στο δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Ειδικότερα, τα 4/5 των καταναλωτών προβλέπουν μικρή ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας το προσεχές δωδεκάμηνο, ενώ οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, τους προσεχείς 12 μήνες, επιδεινώνονται εκ νέου. Το 75% των πολιτών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης και μόνο ένα 3% πιστεύει ότι αυτή θα βελτιωθεί ελαφρώς.
Πολύ υψηλό παραμένει το ποσοστό (65%) των πολιτών που προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί αισθητά τους προσεχείς δώδεκα μήνες, την ώρα που αυξάνεται στο 66% το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα».
Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης οικονομικής κατάστασης, είναι το 76% των νοικοκυριών στην Ελλάδα να μην θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο. Αντιθέτως, αυξάνεται το ποσοστό (19%) αυτών που αντλούν ήδη από τις αποταμιεύσεις τους για να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές υποχρεώσεις.
Απαισιόδοξοι είναι οι καταναλωτές και για τις τιμές των προϊόντων, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό να ανέρχεται στο 31%.
Σε ότι αφορά τους επαγγελματικούς τομείς, το ΙΟΒΕ στην έρευνά του σημειώνει ότι παρότι βελτιώνεται ελαφρώς το οικονομικό κλίμα, σε τομείς όπως η Βιομηχανία και οι Κατασκευές (κυρίως στα δημόσια έργα) επιδεινώνεται η καταναλωτική εμπιστοσύνη στο λιανικό εμπόριο, λόγω των περικοπών στα εισοδήματα των εργαζομένων και την κλιμάκωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Νοικοκυριά και επιχειρήσεις εκφράζουν απαισιοδοξία για βελτίωση του οικονομικού κύματος
• Τα 4/5 των πολιτών προβλέπουν αισθητή επιδείνωση και δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα»
• Έντονη απαισιοδοξία για την εξέλιξη της ανεργίας • Αρνητικές εκτιμήσεις για τις πωλήσεις του επόμενου τριμήνου στο λιανικό εμπόριο
Απαισιοδοξία για την οικονομική κατάσταση που θα επικρατήσει τους επόμενους μήνες στη χώρα, εκφράζουν νοικοκυριά, καταναλωτές και επιχειρήσεις. Παρά την σταδιακή αντιστροφή του αρνητικού κλίματος που καταγράφεται σε έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η καταναλωτική εμπιστοσύνη διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, οι προβλέψεις για αύξηση των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο είναι απαισιόδοξες, ο φόβος της ανεργίας μεγαλώνει, πρόθεση των πολιτών για αποταμίευση δεν υπάρχει, ενώ σε υψηλά επίπεδα διατηρείται το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Επιπλέον, οι Έλληνες παραμένουν με διαφορά οι πιο απαισιόδοξοι ευρωπαίοι καταναλωτές και ακολουθούν οι πολίτες της Κύπρου, της Πορτογαλίας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Κροατίας στο δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Ειδικότερα, τα 4/5 των καταναλωτών προβλέπουν μικρή ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας το προσεχές δωδεκάμηνο, ενώ οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, τους προσεχείς 12 μήνες, επιδεινώνονται εκ νέου. Το 75% των πολιτών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης και μόνο ένα 3% πιστεύει ότι αυτή θα βελτιωθεί ελαφρώς.
Πολύ υψηλό παραμένει το ποσοστό (65%) των πολιτών που προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί αισθητά τους προσεχείς δώδεκα μήνες, την ώρα που αυξάνεται στο 66% το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα».
Αποτέλεσμα της συγκεκριμένης οικονομικής κατάστασης, είναι το 76% των νοικοκυριών στην Ελλάδα να μην θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο. Αντιθέτως, αυξάνεται το ποσοστό (19%) αυτών που αντλούν ήδη από τις αποταμιεύσεις τους για να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές υποχρεώσεις.
Απαισιόδοξοι είναι οι καταναλωτές και για τις τιμές των προϊόντων, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό να ανέρχεται στο 31%.
Σε ότι αφορά τους επαγγελματικούς τομείς, το ΙΟΒΕ στην έρευνά του σημειώνει ότι παρότι βελτιώνεται ελαφρώς το οικονομικό κλίμα, σε τομείς όπως η Βιομηχανία και οι Κατασκευές (κυρίως στα δημόσια έργα) επιδεινώνεται η καταναλωτική εμπιστοσύνη στο λιανικό εμπόριο, λόγω των περικοπών στα εισοδήματα των εργαζομένων και την κλιμάκωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
«Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχωρεί, επανερχόμενος έτσι στα επίπεδα που βρισκόταν στα τέλη του 2012 και στις αρχές του 2013.
Η ανακοπή της ανόδου της ανεργίας τους καλοκαιρινούς μήνες για πρώτη φορά από το πρώτο εξάμηνο του 2009, όπως αποτυπώνεται και στα σχετικά επίσημα στοιχεία, φαίνεται να αντανακλάται και στις προβλέψεις των καταναλωτών.
Στον αντίποδα, οι έντονες πιέσεις στα εισοδήματα των εργαζομένων, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των φορολογικών υποχρεώσεων στο δεύτερο εξάμηνο, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας στα νοικοκυριά για την οικονομική τους κατάσταση στους επόμενους μήνες» σημειώνει το ΙΟΒΕ.
Στα ίδια επίπεδα οι προβλέψεις για
την οικονομική κατάσταση της χώρας
Οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12μηνο δεν μεταβάλλονται, με τα 4/5 των καταναλωτών να προβλέπουν μικρή ή αισθητή επιδείνωση, όταν το 7% κρίνει ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί ελαφρώς.
Αμβλύνεται η έντονη απαισιοδοξία για
την εξέλιξη της ανεργίας
Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες αμβλύνεται τον Σεπτέμβριο. Το 65% (από 75%) των νοικοκυριών προβλέπουν ότι η ανεργία θα αυξηθεί αισθητά και ένα 4% (από 3%) αναμένει ελαφρά ή αισθητή μείωση.
Αύξηση του ποσοστού εκείνων που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα»
Ως προς τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» αυξάνεται στο 66% (από 60%), ενώ το ποσοστό εκείνων που αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους διαμορφώνεται στο 14% (από 16%). Το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι αποταμιεύει λίγο ή πολύ μειώνεται ελαφρά, στο 9% (από 11%), ενώ τέλος, το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι έχουν χρεωθεί παραμένει στο 12-13%.
Εξαιρετικά ασθενείς προθέσεις
για αποταμίευση
Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες χάνει σημαντικό έδαφος και πλησιάζει το ιστορικά χαμηλό επιπέδου του. Το 76% (από 71%) των νοικοκυριών στην Ελλάδα δεν θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο, έναντι του 8% (από 11%) που τη θεωρεί αρκετά ή πολύ πιθανή.
Εξασθένηση στις προβλέψεις
για μείζονες αγορές
Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) επιδεινώνεται. Το 85% (από 81%) των καταναλωτών προβλέπει ότι θα προβούν σε λίγο ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ μόλις το 1% (από 2%) αναμένει ότι οι δαπάνες του θα αυξηθούν λίγο ή πολύ.
Εντείνονται οι αποπληθωριστικές προσδοκίες
Ο δείκτης πρόβλεψης μεταβολών των τιμών τους προσεχείς 12 μήνες μεταβάλλεται αρνητικά τον Σεπτέμβριο, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό να διαμορφώνεται στο 37% και το ποσοστό εκείνων που αναμένουν μείωση να κινείται στο 4%.
Τα αποτελέσματα ανά επαγγελματικό τομέα
Αναλυτικότερα το ΙΟΒΕ αναφέρει:
– Στη Βιομηχανία, οι θετικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της παραγωγής εντείνονται σημαντικά, με τις εκτιμήσεις για τα αποθέματα να αμβλύνονται και εκείνες για το τρέχον επίπεδο παραγγελιών και ζήτησης να κερδίζουν έδαφος.
– Στις Υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα δραστηριότητά τους υποχωρούν ελαφρά, αντισταθμιζόμενες από την ήπια άνοδο στις εκτιμήσεις για την τρέχουσα ζήτηση των πωλήσεων, με τις αρνητικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους να παραμένουν στα ίδια επίπεδα.
– Στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις αμβλύνονται αισθητά, με τις προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές τους αντίθετα να επιδεινώνονται και τις αρνητικές εκτιμήσεις για τα αποθέματα να διευρύνονται ελαφρά.
Οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις εξομαλύνονται, όμως οι δυσμενείς προβλέψεις για τις πωλήσεις του επόμενου τριμήνου ενισχύονται σημαντικά.
– Στις Κατασκευές, οι δυσμενείς προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων αμβλύνονται σημαντικά, με ταυτόχρονη, μικρή πτώση του δείκτη της προβλεπόμενης απασχόλησης.
– Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού επιδεινώνονται ελαφρά, ενώ οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση της χώρας δεν μεταβάλλονται, με τις προθέσεις για αποταμίευση το επόμενο 12μηνο να κινούνται πλησίον ιστορικά χαμηλών επιπέδων και τις δυσμενείς προβλέψεις για την εξέλιξη της ανεργίας να εξομαλύνονται.
Το συμπέρασμα του ΙΟΒΕ
Συμπερασματικά το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, στην έρευνά του αναφέρει: «Η έντονη βελτίωση του κλίματος στις Κατασκευές και τη Βιομηχανία, αντισταθμίζεται εν μέρει από την εξασθένηση των προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο και την καταναλωτική εμπιστοσύνη, με το κλίμα στις Υπηρεσίες να παραμένει αμετάβλητο.
Οι προσδοκίες των επιχειρήσεων φαίνεται να ανακάμπτουν λόγω της επιβράδυνσης της ύφεσης που καταγράφεται στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Αν και το σωρευτικό αποτέλεσμα της ύφεσης αναμένεται να κορυφωθεί στο τελευταίο τρίμηνο του έτους και να αγγίξει συνολική συρρίκνωση του προϊόντος της τάξης του 25% του ΑΕΠ, αρκετοί κλάδοι της οικονομίας διατυπώνουν λιγότερο απαισιόδοξες προσδοκίες για το επόμενο διάστημα. Φαίνεται δηλαδή όλο και περισσότεροι να συμφωνούν ότι είτε λόγω εξωγενών παραμέτρων και διάθεσης των πιστωτών για ηπιότερη δημοσιονομική προσαρμογή, είτε λόγω περαιτέρω άμβλυνσης των διάφορων μορφών αβεβαιότητας που κυριαρχούσαν στην ελληνική οικονομία, η έξοδος από τον υφεσιακό κύκλο πλησιάζει. Η έκταση όμως και ο βαθμός στον οποίο η εκτιμώμενη σταθεροποίηση της οικονομίας θα οδηγήσει και σε βιώσιμη μεγέθυνση, παραμένει κομβικό ζήτημα που σχετίζεται με πλήθος παραμέτρων: από την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων στη χώρα που δημιουργούν θέσεις εργασίας, έως την αξιόπιστη και απρόσκοπτη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας».