Ο γλύπτης Μιχάλης Κευγάς και η σύζυγός του Αργυρώ Βλαστάκη φιλόλογος, παρακολουθούν τη λειτουργία της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου από την αρχή της νέας πορείας της.
Ιδιαίτερα τους συγκίνησε η συμμετοχή των μαθητών του Ρεθύμνου στην μετακόμιση της Βιβλιοθήκης, και συγκεκριμένα η ανθρώπινη αλυσίδα που σχημάτισαν από τον παλιό στον νέο χώρο της και μετέφεραν συμβολικά το «Χρονικό μιας Πολιτείας», του Παντελή Πρεβελάκη.
Γι’ αυτό το γεγονός αποφάσισαν να χαρίσουν στους νέους της πόλης μας τα γλυπτά που εικονίζονται στις φωτογραφίες του κειμένου, που όλοι πλέον μπορούν να τα βλέπουν και να τα θαυμάζουν σε προθήκη του παιδικού τμήματος της Βιβλιοθήκης μας.
Ο Μιχάλης Ζ. Κευγάς γεννήθηκε το 1943 στην Καλλιθέα Αττικής από Μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς. Φοίτησε στο τμήμα Σχεδιαστών της Διπλαρείου Σχολής και αργότερα σπούδασε διακόσμηση στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Σχολή Δοξιάδη). Η γλυπτική και ιδιαίτερα η μικρογλυπτική ήταν η τέχνη που επέλεξε να ερευνήσει, να μελετήσει και να καλλιεργήσει σε όλη την καλλιτεχνική του πορεία.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όποιο υλικό από τη φύση έπιαναν τα χέρια του, ξύλο, πέτρα, μάρμαρο, βότσαλο, κ.λπ., του έδινε ανθρώπινη μορφή. Πέρασαν 40 χρόνια εντατικής δουλειάς και νομίζω ότι μπορούμε να του αποδώσουμε το χαρακτηρισμό «γλύπτης των Ανθρώπινων Μορφών», με το δικό του προσωπικό ύφος, σταθερό και ομοιογενές.
Οι ιστορικοί τέχνης και οι τεχνοκριτικοί τον αποκαλούν «εργάτη της πανάρχαιας γλυπτικής τέχνης και ερευνητή ακάματο της ανθρώπινης μορφής, στη μικρογραφική της εκδοχή». «Η πρώτη εντύπωση που αποκομίζει ο θεατής από την επαφή του με τα μικρών διαστάσεων έργα είναι ο μνημειακός και επικός χαρακτήρας τους, επίσης δε η αίσθηση ότι αυτός δεν μειώνεται καθόλου από το μικρό μέγεθος. Αντιθέτως, είναι αυτό, το μικρό μέγεθος, που τα καθιστά περισσότερο άμεσα και ευθύβολα. Την εντύπωση του μνημειακού ενισχύουν η αρχαϊκότητα του ύφους και η δραματική ένταση που συνέχει τα πρόσωπα. Οι δυναμικές μορφές προβάλλουν συνωθούμενες στην επιφάνεια της πέτρας κατά ζεύγη, αντιμέτωπες, παράλληλες ή σε πολυπρόσωπες, συχνά επάλληλες, συνθέσεις. Τα πρόσωπα, είτε κραυγάζουν είτε επικοινωνούν σιωπηρά μεταξύ τους, μεταδίδουν ανησυχία, θλίψη και σπαραγμό».
«Στα περίοπτα γλυπτά, που θυμίζουν τοτέμ, η αδρή σμίλευση εναρμονίζεται με την τραχιά επιφάνεια του υλικού. Τα ακατέργαστα σημεία της πέτρας συμπληρώνουν τη σύνθεση και δημιουργούν ένα είδος non finitο που οξύνει την οπτική εμπειρία. Ενίοτε, τα ανάγλυφα ενώ δημιουργούν την εντύπωση ότι αποσπάστηκαν βίαια από ένα ευρύτερο σύνολο, στην πραγματικότητα λειτουργούν αυτόνομα, χωρίς να χρειάζονται την κηδεμονία του ευρύτερου πλαισίου. Στις συνθέσεις αυτές οι μορφές τοποθετούνται σε πυκνή διάταξη, σε πλάγια ή μετωπική στάση, καθώς η μισή τους πλευρά βυθίζεται στον χώρο του φόντου. Ιδιαιτέρως εκμεταλλεύσιμη είναι εδώ η σκιά, η οποία ενισχύει τους όγκους και συμπληρώνει τη σύνθεση. Στα χαμηλά ανάγλυφα, όπου σχεδόν απουσιάζει η τρίτη διάσταση, οι μορφές, καθώς απλώνονται-διαχέονται θα έλεγε κανείς- στην επιφάνεια της πέτρας, συνιστούν γλυπτές φορητές εικόνες, οπότε η γλυπτική συγχέεται με τη ζωγραφική εντύπωση…».
Στο εργαστήρι του, στην οδό Φωτομάρα 68, στο Νέο Κόσμο Αθήνας, (mikevgas@gmail.com), ο γλύπτης υποδέχεται τους φιλότεχνους και τους ξεναγεί στον «μικρόκοσμο» της τέχνης του. Εκεί τους ιστορεί τη διαδρομή του και τους δείχνει τα δημιουργήματά του. Γράφει ο ίδιος «Τα θέματά μου είναι ανθρωποκεντρικά με πηγή έμπνευσης τη φύση. Ό,τι βλέπω γύρω μου, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, προσπαθώ να το αποδώσω με μορφές. Μορφές βλέπουμε παντού στους βράχους της θάλασσας, στα βότσαλα, στα βουνά, στα δένδρα, στα σύννεφα και σε ό,τι όμορφο μας χαρίζει η φύση. Μπορούμε όμως να δούμε μορφές αποτυπωμένες και στα πρόσωπα των ανθρώπων, μορφές της αδικίας και της εκμετάλλευσης, της μοναξιάς και του φόβου, μορφές από τα «πάθια των ανθρώπων». Ακόμη και οι λερωμένοι τοίχοι από το χρόνο και την υγρασία ενός εγκαταλελειμμένου σπιτιού, αν τους προσέξεις, κρύβουν πολλές μορφές…».
Από το 1985 μέχρι σήμερα, έργα του έχουν παρουσιαστεί σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Δημοτικές Πινακοθήκες, Αίθουσες Τέχνης, Πνευματικά Κέντρα και Σχολεία.
Αρκετά έργα του έχουν δημοσιευτεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο (οδός Πανός, Μανδραγόρας, Φιλολογική κ.α.), σε σχολικά βιβλία: Αντιγόνη – Φιλοκτήτης Β’ Λυκείου, Χημεία Γ’ Γυμνασίου, στο Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών «ΜΕΛΙΣΣΑ», και υπάρχουν σε Δημόσιες και Ιδιωτικές Συλλογές. Σε δημόσιους χώρους εκτίθενται η προτομή του Θανάση Ραγάζου, Βαλκανιονίκη στο Εθνικό Στάδιο Αλμυρού Βόλου (ορείχαλκος 1991), ανάγλυφο προφίλ του Βασίλη Μανωλόπουλου, αθλητικού παράγοντα στο Θεμιστόκλειο Γυμναστήριο Πειραιά (ορείχαλκος 1992) και γλυπτή κεφαλή στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας (ορείχαλκος 2011).
Σήμερα, ο επισκέπτης του εργαστηρίου, που λειτουργεί και ως εκθεσιακός χώρος, δεν γνωρίζει πού να πρωτοκοιτάξει! Τι να πρωτοθαυμάσει!
«Θα μπορούσε κανείς, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα των θεωρητικών της τέχνης να την αποκαλέσει «πριμιτίφ» γλυπτική δηλαδή πρωτόγονη μα τόσο εκφραστική, επειδή ακριβώς είναι πρωτόγονη».
Ο Μιχάλης Κευγάς φαίνεται να αντλεί τα θέματά του από τον λαϊκό πολιτισμό και ιδιαίτερα από τη φύση. Τα σχήματα και οι μορφές που δίνονται στον πρώτο τους σχηματισμό, οδηγούν το σμιλάρι του καλλιτέχνη, αναπτύσσοντας τις τελικές «ανθρώπινες μορφές» τους. Είναι πολύ εντυπωσιακές εκείνες οι ανθρώπινες μορφές που βλέπουμε στις εκφραστικές μάσκες, που μοιάζουν με αυτές του αρχαίου θεάτρου και αποδίδουν το τραγικό στοιχείο του πόνου, της οδύνης, της πίκρας, διαχρονικά! Σε όλες τις περιπτώσεις ο καλλιτέχνης έχει υπερβεί τις δυσκολίες, τους περιορισμούς, που θέτει ο μικρός όγκος του υλικού στο οποίο εργάζεται. Αυτό το πετυχαίνει με την υπομονή και την επιμονή του, τη λεπτή δουλειά του, την ισορροπία της αίσθησης, την ακρίβεια των ψυχογραφικών επισημάνσεων, την ορθή χρήση των απλουστεύσεων και των σχηματοποιήσεων, κυρίως όταν στην ίδια πέτρα, στο ίδιο υλικό που έχει στη διάθεση του, έχει τη δυνατότητα να χαράξει δύο ή περισσότερες ανθρώπινες μορφές, με το δικό της ύφος η κάθε μια.
Γενικά, τα γλυπτά του Μιχάλη Κευγά, μικρά ή μεγάλα, γυναικεία ή ανδρικά, όλα «Ανθρώπινες Μορφές» εκπέμπουν έντονη συναισθηματική φόρτιση. Το πρόσωπο τού ανθρώπου αποτελεί ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και είναι ένα θέμα στην τέχνη πάντα επίκαιρο.
Η τέχνη του Μιχάλη Κευγά είναι μια διαρκής αναζήτηση τής έκφρασης και ένας εσωτερικός διάλογος τού δημιουργού, στον οποίο προσκαλεί και τους συνανθρώπους του. Για εκείνον το καθετί είναι μια μορφή ζωής και όταν η καθημερινότητα είναι δύσκολη, η τέχνη έρχεται να συνδέσει και εμάς και τον καλλιτέχνη με τις πραγματικές ανθρώπινες αξίες, την ομορφιά, την αλήθεια και τη δημιουργία, ό,τι αποτελεί την αρχή και το τέλος κάθε δημιουργήματος τού καλλιτέχνη.
Μιχάλης Τρούλης, πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου