Από ένα αφιέρωμα στη Μάχη της Κρήτης δε μπορεί να λείψει μια αναφορά στον ήρωα Νίκο Γιαπιτζάκη.
Όταν στα 1938 πήγε νέος ενωμοτάρχης να καλύψει την κενή θέση της διοίκησης στο Σταθμό Χωροφυλακής Πηγής οι χωριανοί εντυπωσιάστηκαν. Ήταν ένας όμορφος, ψηλός άντρας, με θεληματικό πηγούνι και βλέμμα που σε κέρδιζε. Με τον καιρό αποδείχτηκε πόσο ευσυνείδητος και σπάνιος χαρακτήρας ήταν. Εκπροσωπούσε το νόμο και επέβαλε την τάξη με δικαιοσύνη και αμεροληψία. Οι Πηγιανοί με τον καιρό τον λάτρεψαν. Τον θεωρούσαν δικό τους άνθρωπο και το έδειχναν με κάθε τρόπο.
Πολλές φορές, σε κοινωνικές εκδηλώσεις, δήλωνε με περηφάνια πως νοιώθει Πηγιανός. Κι ο πρόεδρος της κοινότητας Αντώνιος Βουρβαχάκης διαβεβαίωνε πως και το χωριό ένιωθε δικό του άνθρωπο τον λεβέντη ενωμοτάρχη. Και ήξερε πως θα προσυπέγραφαν την διαβεβαίωσή του αυτοί και όλοι οι χωριανοί.
Ο Γιαπιτζάκης καύχημα των Σφακίων και του Αποκόρωνα αισθανόταν οικείο το κλίμα της ηρωικής Πηγής, που ανταποκρινόταν επάξια στις βιωματικές του μνήμες.
Ο πόλεμος του 40 βρήκε τον Νίκο Γιαπιτζάκη, στις επάλξεις του καθήκοντος να συντονίζει τις ενέργειες των πατριωτών και να καταθέτει τη δική του συμβολή όπου η πατρίδα το χρειαζόταν. Είχε άριστες διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες. Αυτό του το είχε επισημάνει εκδηλώνοντας με κάθε τρόπο τη συμπάθειά του και ο θρυλικός ηγούμενος Αρκαδίου και Πηγιανός Διονύσιος Ψαρουδάκης.
Ο Νικόλαος Γιαπιτζάκης πρωτοστατούσε σε κάθε κίνηση για να εφοδιαστούν με ζεστά μάλλινα ρούχα οι φαντάροι μας, που πολεμούσαν στο μέτωπο. Συστήνει σε όλα τα χωριά της δικής του δικαιοδοσίας εθελοντικές ομάδες. Εκεί συμμετέχουν και μαθητές Δημοτικού με πίστη και ενθουσιασμό. Ακόμα και τα μικρά παιδιά είχε επηρεάσει με τον πατριωτισμό και την φιλότιμη δράση του. Η σκέψη του ήταν διαρκώς εκεί στο Μέτωπο και θα έδινε τα πάντα να ήταν κι εκείνος εκεί στην πρώτη γραμμή.
Πενθούσε ο ίδιος πριν ανακοινώσει σε οικογένειες το θλιβερό μαντάτο για τους αγαπημένους που έπεσαν στο πεδίο της τιμής υπέρ πατρίδος.
Και φθάνουμε στο Μάη του 1941, που γράφτηκε η εποποιία της θρυλικής Μάχης.
Ο γενναίος ενωμοτάρχης, αφού είχε συντονίσει τις ομάδες και τους έδωσε τις πρώτες κατευθύνσεις, καθώς και τα πρόχειρα όπλα που βρέθηκαν από δω κι από κει τους καθοδήγησε για τη συνέχεια. Κι έπειτα επιδόθηκε στο να συγκεντρώνει οπλισμό από τους σκοτωμένους ναζί για να ανεφοδιάζει τους άνδρες με πιο σύγχρονα μέσα άμυνας.
Στις 29 Μαΐου 1941, γύρω στις 10.30 το πρωί φάνηκε στην Πηγή η πρώτη μηχανοκίνητη φάλαγγα. Ο Γιαπιτζάκης με τους άνδρες του υποχώρησε στη Μέση για να αναδιοργανωθεί. Ήταν γενναίος αλλά και συνετός. Μετρούσε στη συνείδησή του η τύχη των ανθρώπων που υπηρετούσαν την πατρίδα υπό τις διαταγές του.
Σύντομα όμως επιστρέφει στη βάση του. Είχε αρχίσει να έχει τύψεις συνείδησης όσο περνούσε η ώρα. Η θέση του ήταν στην Πηγή.
Το τίμημα μιας ηρωικής πορείας
Ο διοικητής Χωροφυλακής Ρεθύμνης Γεώργιος Χαλκιαδάκης που τον εκτιμούσε ιδιαίτερα τον καλεί στο γραφείο του και του ανακοινώνει τη μετάθεσή του στην Αμνάτο. Αποφεύγει να του εξηγήσει τους λόγους που είναι εμφανείς για τους ψύχραιμους παρατηρητές.
Με πρωτοφανές πείσμα ο Γιαπιτζάκης αρνείται την ευκαιρία να σωθεί.
Τη Δευτέρα 16 Ιουνίου 1941, στις 10 το πρωί, γερμανικό απόσπασμα συλλαμβάνει το Νίκο Γιαπιτζάκη και τον οδηγεί να δικαστεί σε ένα πρόχειρο στρατοδικείο που είχε στηθεί στην βίλα Νικολάου Ασκούτση. Από την πρώτη στιγμή ο άτυχος ενωμοτάρχης αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη λύσσα. Οι κατηγορίες σε βάρος του σοβαρές. Εμπλέκεται σε έντονη πολεμική δράση και ευθύνεται για την απώλεια Γερμανών στρατιωτών.
Για να αποσπάσουν ομολογία καταφεύγουν στις προσφιλείς τους μεθόδους. Ο Γιαπιτζάκης κρατά το στόμα του κλειστό.
Οι στρατοδίκες καλούν τρεις Πηγιανούς που ήταν τα καταστήματά τους κοντά στην πλατεία και σίγουρα κάτι θα είχαν αντιληφθεί από τη δράση του ενωμοτάρχη.
Αν και απειλείται σοβαρά η ζωή τους και μέχρι να καταθέσουν η πίεση από την πλευρά των Γερμανών είναι αφόρητη εκείνοι αρνούνται κάθε κατηγορία που βαρύνει τον Γιαπιτζάκη.
Ο ηρωικός αξιωματικός ακούει τις καταθέσεις και ξεχνά τους πόνους του. Οι Πηγιανοί είναι κοντά του. Κι αυτοί οι τρεις λεβέντες δείχνουν έμπρακτα την αγάπη τους. Αισθάνεται να ξεχειλίζει από ευγνωμοσύνη. Αν ήθελαν θα τον είχαν κάψει. Γιατί τόσο ο καφετζής, όσο και ο έμπορος και ο κουρέας γνώριζαν με κάθε λεπτομέρεια τη δράση του. Στάθηκαν όμως στο ύψος κάθε πατριώτη. Τίμησαν τον τόπο τους και τη γενιά τους.
Οι μόνοι μάρτυρες κατηγορίας είναι τώρα αλεξιπτωτιστές. Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία μετά την άρνηση των τριών Πηγιανών να καταθέσουν όσα τους επέβαλαν να πουν οι Γερμανοί.
Ο Γιαπιτζάκης παίρνοντας κουράγιο από τη συμπαράσταση των Πηγιανών φίλων του εξακολουθεί να αρνείται τις κατηγορίες. Και ο Γερμανοί αφρίζουν από το κακό τους.
Απάνθρωπα βασανιστήρια
Μεταφέρουν τον αιχμάλωτό τους σε ένα ερειπωμένο σπίτι εκεί κοντά και αρχίζουν να τον υποβάλουν σε απάνθρωπα βασανιστήρια. Επιμένουν να τον υποχρεώσουν να ομολογήσει ποιους όπλισε, πόσους και ποιους πολίτες οργάνωσε σε ομάδες και σε ποια σημεία του αεροδρομίου της Πηγής πολέμησε κατά των αλεξιπτωτιστών. Εκείνος υποφέρει αλλά σωπαίνει.
Το σώμα του μέσα σε λίγη ώρα από τα αλύπητα χτυπήματα μεταβάλλεται σε μια άμορφη μάζα από σάρκες και αίμα.
Σύντομα αντιλαμβάνονται το μαρτύριό του γείτονες και παρακολουθώντας αθέατοι κλαίνε και υποφέρουν ψυχικά αδυνατώντας να βοηθήσουν τον λατρεμένο τους φίλο.
Ο Γιαπιτζάκης παρά τους αφόρητους πόνους επιμένει να αρνείται κάθε κατηγορία.
Κάποια στιγμή, κατά το μεσημέρι, τον σέρνουν, κυριολεκτικά, καθώς είναι ανήμπορος να περπατήσει, πίσω στη βίλα Ασκούτση. Εκεί του απαγγέλλεται η θανατική του καταδίκη από τον επικεφαλής του πρόχειρου στρατοδικείου.
Για λόγους εκφοβισμού περνούν τον αγνώριστο, από τα μαρτύρια, ενωμοτάρχη από τον κεντρικό δρόμο της Πηγής, φορτωμένο με σκαπάνη και φτυάρι για να ανοίξει τον τάφο του.
Εκείνος μετά βίας προχωρά. Προσπαθεί όμως να μη χάσει την αξιοπρέπειά του ακόμα κι αυτή την τραγική στιγμή.
Κοντά στο τέλος
Φθάνουν στον τόπο της εκτέλεσης δίπλα στην όχθη του ποταμού. Τον υποχρεώνουν να σκάψει το λάκκο του ακολουθώντας μια ακόμα απάνθρωπη μέθοδο που δείχνει το μέγεθος της θηριωδίας του. Τον υποχρεώνουν κάθε τόσο να ξαπλώνει για να διαπιστωθεί αν τον άνοιγμα του λάκκου τον χωρά. Ο Γιαπιτζάκης με το μεγαλείο ημιθέου υπομένει στωικά και τα νέα μαρτύρια. Ξέρει πως έφθασε στο τέλος χωρίς να ανοίξει το στόμα του να καταδώσει πατριώτες. Κι είναι περήφανος. Κάποια στιγμή που δοκιμάζει πάλι κατόπιν διαταγής τον τάφο του ο λοχίας Χόρτση τον σημαδεύει με το αυτόματο στον αυχένα. Το χτύπημα αποκεφαλίζει τον ήρωα μάρτυρα. Επιτέλους λυτρώθηκε. Τρεις γυναίκες που έτυχε να παρακολουθήσουν αθέατες την εκτέλεση επιστρέφουν θρηνώντας στο χωριό και ανακοινώνουν το θλιβερό μαντάτο. Η Πηγή βυθίζεται στο πένθος. Κανένας δεν ησυχάζει όσο σκέπτεται που αναπαύεται το μαρτυρικό κορμί του αγαπημένου τους ενωμοτάρχη. Και την επομένη τρεις λεβεντόψυχες Πηγιανές αποφασίζουν να πάνε να ζητήσουν το σώμα για ταφή στο νεκροταφείο της Πηγής.
Είναι οι εθελόντριες αδελφές νοσοκόμες Ευγενία Χαλκιαδάκη Κωστοκανελλη, Ευαγγελία μητέρα του εκλεκτού εκπαιδευτικού κ. Κώστα Μυγιάκη και Ιωάννα Τριποδιανάκη.
Επειδή υπηρετώντας στο στρατιωτικό χειρουργείο είχαν φροντίσει και Γερμανούς τραυματίες είχαν την τόλμη να υποβάλουν το αίτημα αυτό. Έχουν μαζί τους ακόμα τρεις Πηγιανές και τον Μανόλη Χατζάκη γερμανομαθή που τους βοηθά στη μετάφραση.
Ακόμα κι ο Γερμανός διοικητής ταράζεται μπροστά στο θάρρος των γυναικών. Κλονίζεται από το αίτημα που θυμίζει σε ποια χώρα βρίσκεται. Αναγκάζεται να δεχτεί απλά θέτει ως όρους να μην τον περάσουν από κεντρικό σημείο αλλά να τον μεταφέρουν περιμετρικά στο νεκροταφείο και να ταφεί χωρίς να ψαλεί εξόδιος ακολουθία.
Αυτό κι έγινε. Κι όμως οι ευφυείς κάτοικοι του ιστορικού χωριού βρήκαν τη λύση για να αναπαύεται η ψυχή του εθνομάρτυρα ενωμοτάρχη. Κάθε μέρα και μια γυναίκα από το χωριό προφασιζόμενη ότι τελεί δέηση για συγγενή της έκανε το καθήκον τους απέναντι στη μνήμη του με τρισάγιο.
Στυλιανός Παττακός, ένας άγνωστος ήρωας
Ένας άγνωστος ήρωας με μαρτυρικό τέλος ήταν και ο Στυλιανός Παττακός.
Είδε το πρώτο φως της ζωής στο Άνω Μέρος το 1887 κι αργότερα εγκαταστάθηκε στην Πατσό.
Ο σπάνιος αυτός άνθρωπος όπως αποδεικνύουν τα έργα και οι ημέρες του, γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα χωριό με μακραίωνη παράδοση και συμμετοχή σε όλους τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.
Άνδρες και γυναίκες μεγάλωναν με απόλυτη αφοσίωση στις προγονικές παρακαταθήκες.
Έτσι κανένας δεν περίμενε πρόσκληση για να επιτελέσει το χρέος προς την πατρίδα. Και πρόστρεχε ως εθελοντής μόλις ηχούσαν τύμπανα πολέμου να υπερασπιστεί τα πάτρια εδάφη. Ακόμα και η ζωή του δεν είχε αξία μπροστά στο μεγάλο αγαθό της ελευθερίας.
Ο Στυλιανός δεν πρέπει να χάρηκε την ειρηνική ζωή, καθώς από την πιο τρυφερή του ηλικία βρέθηκε στα χαρακώματα. Ανήκε κι αυτός στη γενιά των ανδρών που πέρασαν τα καλύτερα χρόνια τους στο μετερίζι του χρέους.
Έζησε όμως μεγάλες συγκινήσεις που τον αποζημίωναν για τις τόσες κακουχίες που περνούσε. Όπως για παράδειγμα ήταν από τους πρώτους που μπήκε θριαμβευτής στη Θεσσαλονίκη την ελεύθερη πια από το ζυγό.
Ήταν ένας από τους 11 πατριώτες, που πάτησε πρώτος τα ιερά χώματα που μόλις ανάσαιναν τη λευτεριά. Από την περηφάνια του και τη χαρά του για το γεγονός ονόμασε τον γιο του Δημήτριο και όχι Μανώλη που ήταν το όνομα του πατέρα του.
Η πατρίδα τον αντάμειψε για την γενναιότητά του συνολικά. Ήταν έφεδρος Ανθυπολοχαγός επ’ ανδραγαθία.
Ευτύχησε να συνδέσει τη ζωή του με την Ανδρονίκη Χαροκόπου από την Παντάνασσα και να αποκτήσουν μια όμορφη οικογένεια.
Μετά το γάμο του τον βρίσκουμε να εγκαθίσταται στην Πατσό, όπου συνέχισε την πορεία του στη στράτα της πρεπιάς και της αρχοντιάς.
Κανόνας ζωής η αξιοπρέπεια
Σ’ αυτά τα χρόνια της ειρήνης με τον τίμιο ιδρώτα του ανάσταινε τη φαμελιά του. Κι έδινε ευχή και κατάρα στα παιδιά του να ζουν με αξιοπρέπεια και να υπηρετούν το δίκιο και την αλήθεια με κάθε τίμημα.
Κι ήρθε η μάχη της Κρήτης. Βρήκε και την Πατσό απορφανεμένη από τα νιάτα της που πολεμούσαν στα Αλβανικά βουνά. Έμεναν οι ηλικιωμένοι να πάρουν τη μοίρα της Κρήτης στα χέρια τους.
Από τους πρώτους που έτρεξε να αποκρούσει τον από αέρος επιδρομέα ήταν ο Στυλιανός Παττακός. Ζώστηκε δυο σπαθιά που είχε κρεμάσει στον τοίχο από τις μάχες των Βαλκανικών αγώνων, σήκωσε την μικρή Ζαχαρένια και της είπε.
– Ευχήσου μου παιδί μου.
– Να γυρίσεις με την Νίκη μπαμπά ήταν η απάντηση του παιδιού.
Μάταια η γυναίκα του τον εκλιπαρούσε να σκεφτεί τα παιδιά που ήταν μικρά.
– Μην επιμένεις της είπε αποφασιστικά. Το αίμα μας πατούν στην Μακεδονία κι εγώ θα κάθομαι εδώ;
Στην άνιση μάχη του Αη Γιώργη
Σαν άνεμος βρέθηκε στο λόφο του Αη Γιώργη στα Περιβόλια αλλά κι όπου προλάβαινε καταφέροντας ισχυρά πλήγματα στον εχθρό. Όπως κι άλλοι στη θέση του δεν είχε όπλα στην αρχή. Απόκτησε οπλισμό με τη γενναιότητά του. Ημίθεος έμοιαζε όταν ριχνόταν στη μάχη χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του. Δικαίωνε έτσι και τα πολλά μετάλλια και διπλώματα ανδρείας που είχε πάρει μετά τον τραυματισμό του στην Κρέσνα Τζουμαγιάς. Αντίγραφα που υπάρχουν στο Γ.Ε.Σ. δόθηκαν πρόσφατα στα εγγόνια του. Είναι αξιοσημείωτο ότι και ο Βασιληάς Γεώργιος όταν το 1937 πέρασε από το Ρέθυμνο εντυπωσιάστηκε βλέποντάς τον στην άκρη του δρόμου να τον χαιρετά από τα τόσα μετάλλια στο στήθος του. Σε βαθμό μάλιστα που σταμάτησε την άμαξα να τον ρωτήσει ποιος είναι και που απέκτησε τόσα μετάλλια κι αυτός του απάντησε:
– Στους Βαλκανικούς αγώνες στο γνωστό δωρικό του ύφος.
Ένας ακόμα εθνομάρτυρας
Και φθάνουμε στο αποκορύφωμα της τραγωδίας που χάρισε το φωτοστέφανο του μάρτυρα στον Στυλιανό.
Η θέα των νεαρών χωροφυλάκων που ακάτεχοι στην τέχνη του πολέμου σύρονταν ως πρόβατα επί σφαγή δεν άφησε ασυγκίνητο τον ήρωά μας. Στην προσπάθειά του να τα βοηθήσει μη χάσουν τον δρόμο τους βρέθηκε ο ίδιος αβοήθητος στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης στον Άγιο Γιώργη. Και δεν άργησε να συλληφθεί από περίπολο λυσσασμένων για εκδίκηση ναζί.
Εκτελέστηκε με άλλους εκεί κοντά στην εκκλησία. Κι εδώ οι γνώμες διχάζονται. Άλλοι ισχυρίζονται ότι έριξαν και τον Στυλιανό, στο καμίνι του Ζαφείρη και τον έκαψαν μαζί με άλλους. Νεκρό ή ζωντανό κανένας δεν ξέρει. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι τον έριξαν σε πηγάδι και τον έκαψαν. Το καμίνι πάντως υπάρχει όπως και ενδείξεις ότι χρησιμοποιήθηκε από τους ναζί για εκατόμβη θυμάτων.
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται…
Πηγές:
Δημοσιεύματα του σ. εκπαιδευτικού Κώστα Μυγιάκη
Νίκος Γιαπιτζάκης: Τιμή στην Ελληνική Χωροφυλακή
Εύας Λαδιά: Ήρωες που δόξασαν την Ελληνική Χωροφυλακή
Εύας Λαδιά: Νίκος Γιαπιτζάκης – Ο γενναίος αξιωματικός με το μαρτυρικό τέλος
Μαρτυρίες από Γιώργη Τζίτζικα, Ανδρέα Μπαραδάκη, εγγονών του εθνομάρτυρα Στυλιανού Παττακού και αρχεία ΓΕΣ
Εύας Λαδιά: Στυλιανός Παττακός. Ο αφανής ήρωας της Μάχης της Κρήτης