Οι πρόσφατες εκλογές στις ΗΠΑ, το δημοψήφισμα για την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κατάληψη της εξουσίας στη χώρα μας από το ΣΥΡΙΖΑ και το δημοψήφισμα το καλοκαίρι του 2015, αν και εντελώς διαφορετικής βαρύτητας και εμβέλειας τα δύο τελευταία, έχουν κάποια κοινά. Ως προεκλογικές εκστρατείες βασίστηκαν σε μια διχαστική, πολωτική και αισχρά ψευδή ρητορική. Αν ήταν τουλάχιστον σουρεαλιστικό, το κεντρικό επιχείρημα του δημοψηφίσματος του κ. Τσίπρα, ότι δηλαδή το «ΟΧΙ» μας θα είναι απάντηση «στο εκβιαστικό τελεσίγραφο για την αποδοχή από τη μεριά μας μιας αυστηρής και ταπεινωτικής λιτότητας δίχως τέλος», τι ήταν άραγε η υπόσχεση επιστροφής από τα ευρωπαϊκά ταμεία 350 εκατομμυρίων λιρών την εβδομάδα του κ. Φάρατζ, ή η προεκλογική υπόσχεση, εντελώς προεκλογική, γιατί καθώς φαίνεται εξαφανίστηκε από τους σχετικούς διαδικτυακούς τόπους αμέσως μετά την εκλογή του κ. Τράμπ, ότι θα απαγορεύσει την είσοδο των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ;
Ο κ. Τράμπ, οι πρωτεργάτες του BREXIT και ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, βασίστηκαν σε μια λαϊκίστικη και δημαγωγική επιχειρηματολογία. Υποσχέθηκαν αυτά που ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού τους κοινού είχε ανάγκη να ακούσει, ακόμη κι αν ήταν εκτός πραγματικότητας τα περισσότερα από αυτά. Δεν είναι παράξενο που κέρδισαν ένα σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων, όσο «παράλογο» κι αν φαίνεται. Όπως και οι περισσότερες ανθρώπινες διεργασίες, έτσι και η επιλογή αυτών που θα ασκήσουν την εξουσία, έχει συναισθηματικό υπόβαθρο. Αν δεν ήταν έτσι οι διάφοροι επικοινωνιολόγοι και διαφημιστές απλά δε θα είχαν αντικείμενο εργασίας.
Αν εξετάσουμε όμως την ίδια την εκλογική βάση θα εντοπίσουμε μια ανησυχητική, για εμάς, διαφορά. Τόσο το BREXIT όσο και ο κ. Τράμπ κέρδισαν, μεταφορικά και κυριολεκτικά, την εμπιστοσύνη του «λιγότερο μορφωμένου» κόσμου. Η μεγαλύτερη διαφορά του Τράμπ απέναντι στην Κλίντον, δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες, καταγράφηκε ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν έχουν πάει ποτέ στο κολέγιο. Αντίστοιχα, σύμφωνα με βρετανικά στοιχεία, την παραμονή στην ΕΕ στήριξαν οι απόφοιτοι πανεπιστημίου, σε αντίθεση με τους αποφοίτους λυκείου ή χαμηλότερων εκπαιδευτικών βαθμίδων που επέλεξαν BREXIT.
Αν θεωρήσουμε ότι είναι περισσότερο εύπιστοι, με πιο απλοϊκά κριτήρια και μεγαλύτερη άγνοια γύρω από θέματα ιστορίας και πολιτικής και ως εκ τούτου ευκολότερα θύματα δημαγωγικών πολιτικών και υποσχέσεων οι ψηφοφόροι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, τότε έχουμε ως χώρα έναν ακόμη σοβαρό λόγο να ανησυχούμε για το μέλλον. Τόσο το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος τον Ιούλιο του 2015, όσο και γενικότερα την τωρινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχουν στηρίξει με την ψήφο τους τα νεότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας και κυρίως οι φοιτητές! Δηλαδή, οι πολίτες εκείνοι που κάποιος θα περίμενε να είναι υποψιασμένοι, να έχουν αντιληφθεί, όπως συνέβη αντίστοιχα στις ΗΠΑ και στη Μ. Βρετανία, τα σαθρά επιχειρήματα και να μην παρασυρθούν από ανερμάτιστες πολιτικές υποσχέσεις.
Οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία έχουν ελπίδα σοβαρής και άμεσης αντίστασης κατά των λαϊκιστών και των δημαγωγών. Η απάντηση θα έρθει από τους νέους και μορφωμένους πολίτες τους. Εμείς όμως μάλλον θα χρειαστεί να αναθεωρήσουμε πρώτα τις παιδαγωγικές και εκπαιδευτικές μεθόδους και παρεμβάσεις με τις οποίες προσπαθούμε να διαπλάσουμε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες, όπως το Σύνταγμα της Ελλάδας επιτάσσει, καθώς αναδεικνύονται ως απόλυτα αποτυχημένες να προστατέψουν τους νέους μας από τις δημαγωγικές σειρήνες των επιτηδείων.
*Η Μαργαρίτα Γερούκη είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου στο Ποτάμι