O ανταγωνισμός είναι ωφέλιμος αν κτίζεται για προκοπή. Στην περίπτωση όμως που δημιουργεί αρρωστημένο πάθος είναι επιζήμιος. Το αρρωστημένο πάθος δεν αντιμετωπίζεται με υλικά αγαθά π.χ. φάρμακα. Αρρωστημένο πάθος και φθόνος πάνε μαζί. Δημιουργούν ένα ακατανίκητο μίσος και σε όποιον αναπτυχθούν και τότε αυτός υποφέρει περισσότερο από εκείνους που μισεί.
Το πάθος αυτής της μορφής ικανοποιείται μόνο με τη ρουφιανιά, πάντα όμως βραχυπρόθεσμα καθώς μακροπρόθεσμα, στρέφεται εναντίον εκείνου που διακατέχεται από αυτό το πάθος. Όποιος χρησιμοποιεί τη ρουφιανιά με αφορμή τον ανταγωνισμό ώστε να προκαλέσει ζημιά στους άλλους, απατάται καθώς κάνει περισσότερο κακό στον εαυτό του. Οι άλλοι, το πιθανότερο είναι να ξεπεράσουν τις συνέπειες αυτής της απαράδεκτης πράξης, όμως ο ίδιος θα υποφέρει σε όλη του τη ζωή από το κυνηγητό του υποσυνείδητου της ψυχής του.
Η ρουφιανιά είναι συνώνυμο της μαστροπείας, της διαβολής και της κατάδοσης σε περίπτωσης πολέμου, δηλαδή της προδοσίας. Συνήθως μία τέτοια συμπεριφορά περιέχει προτροπή για τιμωρία που πρέπει να το πράξουν οι άλλοι, οι οποίοι κατά την άποψή μας, εάν το πράξουν, είναι αφελείς.
Ο ρουφιάνος είναι πάντα δειλός, πάσχει από έλλειψη θάρρους και ψάχνει ασταμάτητα να βρει διαμεσολαβητές για να πετύχει τον στόχο του. Δυστυχώς, είτε ηθελημένα είτε όχι, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι πρόθυμοι να παίξουν τον ρόλο αυτό. Ο μεσολαβητής, εφόσον συναινέσει και κάνει πράξη τις υποδείξεις του ρουφιάνου προκειμένου να τιμωρήσει τον αντίπαλό του, τότε αυτόματα γίνεται και ο ίδιος θύμα του ρουφιάνου. Η αποστολή του κακού της ρουφιανιάς εξισώνει τον αποστολέα – ρουφιάνο με τον παραλήπτη – μεσολαβητή, εφόσον ο δεύτερος υπακούσει και κάνει πράξη την υπόδειξη του πρώτου. Η κοινωνία ενστικτωδώς τους κατατάσσει ποιοτικά στο ίδιο επίπεδο, ενώ ο ίδιος ο ρουφιάνος έχει πρωτύτερα κατατάξει τον μεσολαβητή σε κατώτατη πνευματική στάθμη για αυτό και τον χρησιμοποιεί.
Η παρότρυνση του νόμου προς τους πολίτες να καταγγέλλουν τους συνανθρώπους τους, προκειμένου να αποκτήσει το δημόσιο υλικά αγαθά είναι συνήθως λάθος καθώς αχρηστεύει τις ανθρώπινες αξίες. Είναι τρομερή κατάντια η εξουσία να ψηφίζει νόμους που προτρέπουν τους πολίτες να γίνονται ρουφιάνοι με μόνο σκοπό τα υλικά οφέλη υπέρ αυτής. Όλοι γνωρίζουμε πως η εξουσία είναι αδίστακτη όποιο ιδεολογικό μανδύα και αν φορεί. Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς το γεγονός πως η εξουσία αρέσκεται στο να βλέπει να φθείρονται οι αγνοί και σωστά σκεπτόμενοι πολίτες, γι’ αυτό και αδιαφορεί αν οι κακές πράξεις δημιουργούν ηθική κατάπτωση. Συνεπώς όσοι αλόγιστα προβαίνουν σε πράξεις ρουφιανιάς, στιγματίζονται εφόρου ζωής από ανυποληψία και πνευματική ανεπάρκεια.
ΑΝΘΡΩΠΕ: Σκέψου αυτό που κάνεις. Τι προτιμάς; Το μίσος ή την αγάπη; Διάλεξε! Οι καλές πράξεις μπορεί να μην έχουν πλατιά αναγνώριση, έχουν όμως μεγάλη αξία και οι αξίες ποτέ δεν χάνονται.
Η παρακίνηση της σύνταξης του παρόντος άρθρου έχει τη δική της αφορμή. Είναι λυπηρό να παρακολουθείς δημόσια συζήτηση να στηρίζεται σε προερχόμενη κακία και εχθρότητα και τελικά να λαμβάνονται αποφάσεις που έχουν σκοπό αποκλειστικά την τιμωρία. Όσοι πολίτες αναμιγνύονται στα κοινά και είναι ευθυνόφοβοι, τότε είναι ακατάλληλοι γι’ αυτό το αξίωμα και καλό είναι να απομακρύνονται. Η κάθε παράβαση έχει τη δική της αιτία και χρειάζεται αξιολόγηση. Αν δεν έχεις την ικανότητα να το κάνεις μην πάρεις θέση.
Η οικονομική κρίση που κτύπησε αλύπητα την ελληνική κοινωνία, έχει και μιαν άλλη σοβαρή συνέπεια που δημιουργεί μεγάλη απελπισία. Ποια είναι αυτή η συνέπεια; Είναι η κακοποίηση που έγινε στην εργατική νομοθεσία για την οποία η εργοδοσία πάντα καιροφυλαχτούσε έχοντας σκοπό να κανιβαλίσει επάνω στα δικαιώματα των εργαζομένων.
Ο ιδρώτας του εργάτη είναι το μύρωμα της ψυχής του με το οποίο ραντίζει το τραπέζι την ώρα της ιερής στιγμής που θα απολαύσει τη γεύση της σίτισής του (εάν βέβαια το πενιχρό χρηματικό αντίτιμο της εργασίας του το έχει εισπράξει). Η απονιά της πολιτείας και της εργοδοσίας ανάγκασε πολλούς νέους Έλληνες πολίτες να ψάξουν μία καλύτερη τύχη στο εξωτερικό και είναι κρίμα γιατί η πατρίδα μας τους χρειάζεται. Η ξενιτιά δεν είναι με ροδοπέταλα στρωμένη. Όσοι φεύγουν κουβαλούν μαζί τους την πικρία που ένιωσαν από ‘κείνους που τους πίκραναν και θα τη συγκερνούν με τη νοσταλγία που θα νιώθουν κάθε μέρα για την αγαπημένη τους χώρα.
Τι γίνεται όμως με αυτούς που μένουν πίσω; Είναι πολλοί που προσπαθούν να φτιάξουν μια δική τους δουλειά, αλλά δυστυχώς συναντούν το ξεχαρβάλωμα των υπηρεσιών και την απαράδεκτη γραφειοκρατία. Η «χαρτούρα» για να διεκπεραιωθεί, θέλει μέρες, μήνες και παρέμβαση. Δικαιολογημένα η καθυστέρηση δημιουργεί υποψίες για συναλλαγή δωροδοκίας και δωροληψίας ή μήπως δεν συμβαίνει; Μπροστά σε αυτό το παράνομο συμφέρον η προκοπή δεν έχει αξία.
Και μια επισήμανση: Παρακολουθώ την εξέλιξη του εκσυγχρονισμού σε επίπεδο αντιλήψεων και ιδιαίτερα σε θέματα κόσμιας συμπεριφοράς και ηθικής ευπρέπειας! Και τι συμπεραίνω; Συμπεραίνω τον αναχρονισμό και το ξεσέλωμα που έχει δημιουργηθεί σε ένα μεγάλο ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο είναι τέτοιο, που στις χώρες της βόρειας Ευρώπης, όπου ο εκσυγχρονισμός ξεκίνησε πριν πενήντα χρόνια, δεν έχει φτάσει σε τόσο χαμηλό επίπεδο. Κάποιες κοινωνικές τάξεις νομίζουν ότι αποτίναξαν το ζυγό της σκλαβιάς που η οικογενειακή παράδοση τους είχε επιβάλλει, χωρίς να υπολογίζουν ότι η οικογενειακή θαλπωρή είναι ο φύλακας άγγελος σε κάθε δύσκολη στιγμή του ανθρώπου.