Τα προβλήματα στην υγεία έχουν υπάρξει διαχρονικά και οι λύσεις πρέπει στο εξής να είναι τέτοιες, που να μπορούν να δώσουν μία μονιμότητα στην αντιμετώπισή τους, επεσήμανε από το Ρέθυμνο ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας, διαπιστώνοντας την υποστελέχωση του Νοσηλευτικού Ιδρύματος του Νομού, ενώ ανάφερε ότι το υπουργείο επεξεργάζεται τρόπους για την κάλυψη των θέσεων ιατρικού προσωπικού, οι οποίες προκηρύσσονται χωρίς όμως να εκδηλώνεται ενδιαφέρον από τους γιατρούς. Ο Βασίλης Κικίλιας έφτασε στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου λίγο μετά τις 10:30 το πρωί, οπού γιατροί και εργαζόμενοι του επεφύλαξαν θερμή υποδοχή. Κρατώντας πανό και φωνάζοντας συνθήματα το προσωπικό του Νοσοκομείου «γύρισε την πλάτη» στον υπουργό Υγείας εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο τη διαμαρτυρία του για την κατάσταση που επικρατεί στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου.
Στη συνάντηση με το προσωπικό του Νοσηλευτικού Ιδρύματος παρόντες ήταν ο υφυπουργός Υποδομών Γιάννης Κεφαλογιάννης, η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου Μαρία Λιονή, ο δήμαρχος Γιώργος Μαρινάκης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, η διοικήτρια της ΥΠΕ Λένα Μπορμπουδάκη και ο διοικητής του Γ.Ν.Ρ. Λευτέρης Μαρκάκης.
Ο υπουργός σε σχετικές δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την ενίσχυση των μονάδων υγείας του Ε.Σ.Υ., ενώ ειδικά για το Νοσοκομείο Ρεθύμνου υποστήριξε ότι το υπουργείο Υγείας θα επεξεργαστεί ειδικές ρυθμίσεις, πιθανότατα με επιπλέον μοριοδότηση στις προκηρύξεις των γιατρών για τις ειδικότητες για τις οποίες δεν εκδηλώνεται ενδιαφέρον προκειμένου αυτές να καλυφθούνε: «Η κυβέρνηση με την στήριξη της ελληνικής κοινωνίας έκανε εν μέσω κορωνοϊού 5.000 προσλήψεις γιατρών, νοσηλευτών και λοιπού προσωπικού. Περισσότερες από 500 έγιναν στην Κρήτη και εκκρεμούν εγκρίσεις για άλλες 17. Συζητήσαμε με όλους τους εμπλεκομένους γιατρούς, νοσηλευτές αυτοδιοκητικούς, την πρώην ηγεσία του υπουργείου Υγείας, ποια επιμέρους λύση μπορεί να υπάρξει για προβλήματα, τα οποία πράγματι είναι εδώ και πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Εγώ από τα προβλήματα δεν υπεκφεύγω. Νομίζω χρήζει ειδικών ρυθμίσεων το Νοσοκομείο Ρεθύμνου, όπως και άλλα νοσοκομεία της χώρας, έτσι ώστε να μπορέσουν να στηριχτούν συγκεκριμένες ειδικότητες, οι οποίες είτε οριζοντίως είτε καθέτως έχουν προβλήματα. Δηλαδή ειδικότητές για τις οποίες προκηρύσσονται θέσεις και παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει ενδιαφέρον. Η 7η ΥΠΕ με τη διοίκηση του Νοσοκομείου έχει κάνει μια εξαιρετική προσπάθεια για να στηρίζει το Νοσοκομείο και να φέρνει προσωπικό από Κέντρα Υγείας και από άλλους νομούς, όμως πρέπει να βρεθούν και πιο μόνιμες λύσεις και αυτό ήρθαμε να συζητήσουμε σε μια ώριμη στάση του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας μας και νομίζω ότι αναγνωρίζει κανείς ότι τα προβλήματα στην υγεία είναι διαχρονικά και οι λύσεις πρέπει να είναι τέτοιες που να μπορούν να δώσουν μια μονιμότητα και να μη χρειάζεται να τις αντιμετωπίσουμε μετά από κάποια χρόνια» επεσήμανε ο υπουργός..
Από την πλευρά του ο Ρεθεμνιώτης υφυπουργός Υποδομών, Γιάννης Κεφαλογιαννης ανέφερε: «Η παρουσία του υπουργού είναι πάρα πολύ σημαντική, για το γεγονός ότι μέσα από μία διαλεκτική συζήτηση, αντιλήφθηκε τα προβλήματα που έχουμε στο Νομό, σε επίπεδο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας υγείας. Μέσα από έναν εξαντλητικό διάλογο, πιστεύω ότι πλέον μπορούμε να δώσουμε λύση στο επόμενο διάστημα, όπως έχει γίνει και το προηγούμενο και νομίζω ότι σε επίπεδο τόσο εθνικό όσο και σε τοπικό, καταφέραμε και ξεπεράσαμε το κομμάτι της επιδημίας σε ένα πάρα πολύ καλό βαθμό, σε σύγκριση με άλλες χώρες και του εξωτερικού (εννοώ σε επίπεδο Ευρώπης αλλά και παγκοσμίως). Από εκει και πέρα τα προβλήματα τα οποία τέθηκαν νομίζω ότι καταγράφηκαν από τον υπουργό και υπήρξαν ανάλογες δεσμεύσεις και πιστεύω ότι κυρίως η έλλειψη του προσωπικού σε κρίσιμες ειδικότητες. Μέσα από τη συζήτηση βρέθηκαν συγκεκριμένες λύσεις και προτάθηκαν και από τους συμμετέχοντες. Θα δούμε το επόμενο διάστημα με τι λεφτά θα καλυφθούν.
Από τη μεριά μου έδωσα προτάσεις, ώστε όταν κάποιοι διαγωνισμοί και προκηρύξεις βγουν άγονοι, να μπορούν να υπάρξουν κάποιες μοριοδοτήσεις, με κάποιες μεγαλύτερες βαθμίδες, να υπάρχει μία κινητροδότηση και να μπορούν να καλυφθούν αυτές οι ειδικότητες. Παρόλα αυτά, αυτό που όλοι είπαν, είναι ότι η έλλειψη κάποιων ειδικοτήτων, π.χ. αναισθησιολόγοι, είναι ένα πανελλαδικό φαινόμενο, δεν είναι μόνο τοπικό. Φαινόμενο το οποίο, θα πρέπει να συζητηθεί με τις αντίστοιχες ομοσπονδίες πάνω, ώστε να βρεθεί μία οριστική λύση όχι μόνο για το Ρέθυμνο, αλλά για όλη τη χώρα.
Δεν ακούσαμε συγκεκριμένες λύσεις και προτάσεις ανέφερε από την πλευρά του ο πρώην υπουργός Υγείας και βουλευτής Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να συνεχιστούν οι πιέσεις, ώστε η αναγνώριση των αναγκών και των προβλημάτων του νοσοκομείου να μεταφραστεί σε εφαρμοσμένη πράξη: «Θέλω να είμαι πολύ ειλικρινής, υπήρχε μία προσδοκία, για τον Υπουργό. Με τη συνδρομή και της Υγειονομικής περιφέρειας και της διοίκησης του Νοσοκομείου, ακούγοντας και τους ανθρώπους, οι οποίοι νομίζω με πολύ μεγάλη αγωνία και με πολιτική ευπρέπεια, αναδείχθηκε μία μεγάλη δυσκολία που υπάρχει αυτή την περίοδο στο Νοσοκομείο και ουσιαστικά δημιουργεί τρομερή δυσλειτουργία σε κρίσιμα τμήματα. Με τη σειρά τους, τα τμήματα αυτά επηρεάζουν όλη την αλυσίδα των υπηρεσιών που παρέχει στον κόσμο. Δεν άκουσα εγώ προσωπικά, συγκεκριμένες δεσμεύσεις για τις πιο επείγουσες παρεμβάσεις που χρειάζεται να γίνουν, έτσι ώστε να δοθεί το σήμα εκτόνωσης αυτής της κρίσης. Ένα σήμα μακροπρόθεσμης παρέμβασης και ενίσχυσης του Νοσοκομείου με μόνιμο προσωπικό. Μία δέσμη προκήρυξης μόνιμων γιατρών όπως αυτή που εισηγήθηκε η Ιατρική υπηρεσία και η Ένωση Γιατρών. Ούτε άλλες συμπληρωματικού χαρακτήρα δεσμεύσεις ενισχυμένες, που αφορούν μία συγκεκριμένη δέσμη κινήτρων, έτσι ώστε να καταστήσουν αυτές τις προκηρύξεις αποτελεσματικές. Θεωρώ λοιπόν, ότι αυτή η συζήτηση σίγουρα βοήθησε στο να αναδειχτούν τα προβλήματα, ωστόσο θα συνεχίσουμε στο επόμενο διάστημα και μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου και μέσα από ένα θεσμικό δίαυλο επικοινωνίας. Πρέπει να συνεχίσουμε να πιέζουμε, έτσι ώστε η αναγνώριση των αναγκών και των δυσκολιών του Νοσοκομείου, να μεταφραστεί σε εφαρμοσμένη πράξη και σε συγκεκριμένη πολιτική, η οποία να δώσει και το σήμα στο ανθρώπινο δυναμικό του Νοσοκομείου ότι υπάρχει προοπτική, έστω σε βάθος χρόνου να επιλυθεί αυτή η δυσλειτουργία και όχι να ανακυκλώνεται» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αντιδράσεις από τους γιατρούς: «Ο υπουργός δεν έδωσε απαντήσεις στα καυτά ζητήματα που θέσαμε»
Απογοητευμένοι εμφανίστηκαν οι γιατροί μετά την συνάντηση που είχαν με τον Βασίλη Κικίλια, τονίζοντας πως ο υπουργός δεν έδωσε απαντήσεις στα καυτά ζητήματα που του τέθηκαν.
Χαρακτηριστικά, σε σχετικές δηλώσεις του ο εκπρόσωπος της Ένωσης Γιατρών Ε.Σ.Υ. Ρεθύμνου, Γιάννης Σαριδάκης, ανέφερε: «Διαμαρτυρόμαστε για την απίστευτη αστυνομοκρατία που επικράτησε στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου, παράλληλα με την παρουσία του υπουργού. Χαιρετίζουμε το μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας, που ήρθαν εδώ να στηρίξουν τη δημόσια υγεία σε μία κατάσταση πρωτοφανούς υποβάθμισης, αναστολής και περιστολής ζωτικών λειτουργιών του Νοσοκομείου Ρεθύμνου. Βασικά τμήματα πρώτης γραμμής για την αντιμετώπιση του ιού είναι υποστελεχωμένα, κανείς που σήμερα θέλει, δεν μπορεί να βρει ένα ραντεβού στα εξωτερικά ιατρεία για τον παθολόγο, θα χρειαστεί να περιμένει μήνες για άλλα εξωτερικά ιατρεία ενδεχομένως, δεν μπορεί να κάνει ένα απλό χειρουργείο στον τόπο του και θα χρειαστεί, ακόμα και σε επείγον χειρουργείο, να διακομιστεί αλλού. Βιώνουμε μία κατάσταση λειτουργικής συγχώνευσης. Χρόνια τώρα αγωνιζόμαστε να εξασφαλίσουμε όχι μόνο τη διοικητική επάρκεια, αλλά και τη λειτουργική επάρκεια του Νοσοκομείου. Ο υπουργός δυστυχώς δεν έδωσε απαντήσεις στα καυτά ζητήματα που θέσαμε. Καλούμε το λαό να είναι σε ετοιμότητα, να ξαναβγεί στο δρόμο προκειμένου να στηρίξει και τη δημόσια υγεία στον τόπο του και το νοσοκομείο αυτό.
Αντίστοιχη ήταν και η τοποθέτηση της διευθύντριας της Παθολογικής Κλινικής, Ελένης Ιωαννίδου, η οποία υποστήριξε πως τα προβλήματα της υποστελέχωσης του Νοσοκομείου είναι τεράστια και πως το υπουργείο εδώ και καιρό παρότι είναι ενήμερο δεν έχει δώσει καμία απάντηση. Χαρακτηριστικά, σε δηλώσεις της τόνισε: «Η σημερινή εμφάνιση του υπουργού ήταν μάλλον απογοητευτική γιατί η αλήθεια είναι, ότι είχαμε κάποιες ελπίδες ότι κάτι θα αλλάξει, κάτι θα γίνει. Η κατάσταση της Παθολογικής Κλινικής αρκετό καιρό τώρα -πάνω από εννέα μήνες- είναι απελπιστική από την άποψη της υποστελέχωσης σε ειδικούς γιατρούς. Πάρα πολλές φορές είμαστε δύο μόνιμοι γιατροί και μία επικουρική γιατρός, που θα φύγει σε κάποιους μήνες και αυτή τη στιγμή σηκώνουμε όλη την παθολογική κλινική και την κλινική Covid-19. Αυτό το κάναμε με χαρά και αγάπη προς τους ανθρώπους και γιατί καταλαβαίνουμε ότι ήταν η έκτακτη ανάγκη, από την πρώτη φάση πανδημίας. Όμως ο χρόνος έχει τελειώσει και τώρα πρέπει να δούμε και τι πρέπει να γίνει. Είμαστε στα όρια της ψυχικής και σωματικής αντοχής. Πριν από κάποιες μέρες με απόφαση του παθολογικού τομέα αποφασίστηκε να μειωθούν τα κρεβάτια των νοσηλευόμενων στην Παθολογική, γιατί δεν μπορούμε να εγγυηθούμε για την ασφάλειά τους με αυτό το προσωπικό που έχουμε. Δυστυχώς η διοίκηση απάντησε με άλλο ένα «εντέλλεσθαι». Δηλαδή αυτή τη στιγμή, μας έχουν επιτάξει. Λειτουργούμε σαν να είμαστε σε πόλεμο, δεν είμαστε σε πόλεμο όμως. Άρα λοιπόν εφόσον είμαστε σε συνθήκες ειρήνης, σε συνθήκες φυσιολογικές, σε μία φάση που πραγματικά η πανδημία έχει κάνει κάμψη και έχει δοθεί χρόνος στην κυβέρνηση να στηρίξει το σύστημα όπως το ευαγγελίζεται, γιατί σε αυτές τις συνθήκες μας επιτάσσουν να κάνουμε παραπάνω εφημερίες από αυτές που αντέχουμε, να βάζουμε τους ασθενείς μέσα, ενώ δεν μπορούμε να εγγυηθούμε την ασφάλειά τους; Αυτές είναι οι ερωτήσεις μου και προς τον υπουργό απάντηση δεν έχω λάβει».