Για μια ακόμη φορά μας εκπλήσσει ευχάριστα το Μουσείο Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης «Xeniseum» με την πρωτότυπη εικαστική έκθεση που παρουσιάζει στον προαύλιο χώρο του, στο κτίριο Ξενία στην παραλιακή ζώνη του Ρεθύμνου. Μια έκθεση που τραβά το βλέμμα κάθε περαστικού και σίγουρα τον βάζει σε προβληματισμό ως προς την λειτουργία του ελληνικού σχολείου.
Σε μια μεγάλου μεγέθους επιφάνεια που έχει εγκατασταθεί στον χώρο διακρίνεται εύκολα η φράση «Τα ελληνόπουλα στο σχολείο μαθαίνουν να………#not», ενώ σε 10 μικρότερες πινακίδες μια λέξη χαραγμένη στην κάθε μια, δίνουν στον περαστικό την δυνατότητα να επιλέξει νοερά ποια θα ταίριαζε για να συμπληρωθεί η φράση.
Η εικαστική αυτή εγκατάσταση, με τίτλο «Τέστ Δεξιοτήτων» υλοποιήθηκε από τον κ. Αντώνη Χουρδάκη, υπεύθυνο του Μουσείου Εκπαίδευσης «Xeniseum» και καθηγητή του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, ο οποίος μαζί με τους συνεργάτες του, θέλησαν να περάσουν το δικό τους μήνυμα – σχόλιο για την κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική εκπαίδευση.
Αφορμή και έμπνευση για την εναλλακτική αυτή διάδραση, στάθηκε το βιβλίο «Multiple Choice», (ελληνική μετάφραση: «Τεστ Δεξιοτήτων») του Alejandro Zambra, πειραματικού συγγραφέα από τη Χιλή, ο οποίος με το έργο του άσκησε δριμεία κριτική στο τυποποιημένο και κοινωνικά άδικο σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, που εφάρμοζε η χώρα του από το 1967 έως και το 2003. Ως προέκταση αυτών των προβληματισμών, ο κ. Χουρδάκης, επέλεξε να ασκήσει κριτική μέσα από αυτό το «μουσείο του πεζοδρομίου», όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει αυτήν την έκθεση:
«Είναι μία εικαστική εγκατάσταση ακτιβιστικού τύπου, η έκτη στη σειρά, στο Μουσείο του Πεζοδρομίου (ΜΟΥ.ΠΕ.) του Xeniseum. Το προαύλιο του μουσείου χρησιμοποιήθηκε πριν τον κορονοϊό, αλλά τελικά χρειάζεται να υπάρχει, ως μία ακτιβιστική έκθεση την οποία ονομάζω, «μουσείο του πεζοδρομίου», έτσι ώστε, την ώρα που κάνει ο πεζός την βόλτα του, αν το μάτι του σκοντάψει πάνω σε κάτι, να προβληματιστεί. Ούτως ή άλλως το μουσείο μας είναι εναλλακτικό, που σημαίνει ότι προσπαθούμε να συνδέσουμε την επιστήμη -στην προκειμένη περίπτωση την παιδαγωγική- με στοιχεία της «ready made art» ή στοιχεία εικαστικά, για να μεταφέρουν ένα μήνυμα. Αφορμή στάθηκε το μυθιστόρημα του Alejandro Zambra, που μεταφράστηκε στα ελληνικά. Ο Zambra είναι ένας πειραματικός λογοτέχνης και ασκεί μία κριτική στο εκπαιδευτικό σύστημα της Χιλής, το οποίο είχε ξεκινήσει από το 1967-2003, όπου όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριες για να περάσουν στο Πανεπιστήμιο, έπρεπε να δώσουν ένα τεστ δεξιοτήτων. Αν ήσουν πλούσιος/α, μπορούσες να πάρεις φροντιστή, ή να μπεις σε μια διαδικασία να σου μάθουν επί πληρωμή, πώς να συμπληρώνεις μηχανικά αυτό το τεστ, αν ήσουν φτωχός/ή αποκλειόσουν. Άρα ουσιαστικά απευθυνόταν σε μία συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Η εγκατάστασή μας ως προέκταση του προβληματισμού του Zambra, αποτελεί κριτική στο ελληνικό σχολείο που με διάφορους τρόπους από τη σύστασή του στηρίζεται σε ένα εξετασιοκεντρισμό και μία εξετασιολαγνεία… (test-centered school)», μας εξηγεί.
Η διπλή όψη του ίδιου της ελληνικής εκπαίδευσης
Οι επιλογές που προσφέρονται στον περαστικό, χωρίζονται με βάση την πραγματικότητα και το desideratum, τον ιδανικό και επιθυμητό δηλαδή ρόλο, που θα έπρεπε το ελληνικό σχολείο να διαδραματίζει στη σύγχρονη κοινωνία. Από την πλευρά του δρόμου, εκτίθεται η «αρνητική» όψη των πινακίδων, με επιλογές όπως «ποντάρουν στο δημόσιο», «βαριούνται», «αποστηθίζουν» και «ασκούν bullying», ενώ προστέθηκε και η πλέον διαδεδομένη λόγω της πανδημίας, τάση του να «κάθονται στον H/Y» , ενώ αν κάποιος θέλει να αναζητήσει την θετική – ιδεατή πλευρά της εκπαίδευσης, πρέπει να μεταβεί στο εσωτερικό του προαυλίου χώρου για να δει φράσεις όπως «σέβονται τους άλλους», «αμφισβητούν», «δημιουργούν», μια διαδικασία που αποφασίστηκε επί τούτου να γίνει, έτσι ώστε να υπάρξει σωματική συμμετοχή του εμπλεκομένου.
«Πέντε οθόνες με δύο πλευρές η κάθε μία, συνολικά δέκα επιλογές. Αυτό γίνεται επί τούτου, για να μπει ο περαστικός από τον εσωτερικό χώρο και να διαβάσει και την πίσω όψη των πινακίδων, να υποβληθεί σε μια σωματική συμμετοχή. Αυτό θα το καταλάβει, με το βελάκι στην 5η οθόνη, που έχει το σύμβολο για να στρίψει. Η δέκατη επιλογή, είναι ερωτηματικό, προσθέτει νοητά ο καθένας εκείνο που νομίζει ότι λείπει. Μπροστά έχουμε την πραγματική όψη του σχολείου, την αρνητική πλευρά και πίσω έχουμε τις θετικές εκφάνσεις, το desideratum, αυτό που ιδανικά όλοι θα ευχόμασταν για το ελληνικό σχολείο» διευκρινίζει ο κ. Χουρδάκης, ενώ σημειώνει πως η ανταπόκριση του κόσμου μέχρι στιγμής είναι ευχάριστα θετική: «Επειδή είτε εγώ είτε οι συνεργάτες μου βρισκόμαστε πολύ συχνά εκεί, οι περαστικοί που το βλέπουν, πολλές φορές, μας απευθύνουν ερωτήσεις και συνομιλούν μαζί μας. Είναι μία «ομιλούσα», φωτεινή εγκατάσταση και βλέπω με πολύ ενδιαφέρον το ζήλο μερικών γονιών να ανακαλύψουν και τις υπόλοιπες απαντήσεις, αρχίζουν να σκέφτονται και να προβληματίζονται και υπάρχει μία θετική αλληλεπίδραση».
Τα «κακώς κείμενα» του ελληνικού συστήματος εκπαίδευσης λοιπόν, που αναδεικνύονται με αυτόν τον άκρως ενδιαφέροντα τρόπο, αποτελούν ένα μόνιμο βραχνά για την πολιτεία, αλλά και έναν ανασταλτικό παράγοντα ανάπτυξης και προόδου της νέας γενιάς. Τα εμπόδια που έχει ένας μαθητής να υπερπηδήσει, είναι πολλά και τίθενται ερήμην του, όπως τονίζει ο κ. Χουρδάκης, ο οποίος εκφράζει και την έντονη πλέον ανάγκη για κινητοποίηση και αλλαγή του συστήματος. Έναυσμα για κάτι τόσο μεγάλο, μπορεί, όπως λέει, να αποτελέσει ακόμα και ένας μικρός προβληματισμός:
«Ουσιαστικά πρέπει να αρχίσομε όλοι να προβληματιζόμαστε για το ρόλο του σχολείου. Η δομή αυτή κάθε αυτή δεν βοηθάει. Για μένα το ελληνικό σχολείο, από τότε που ουσιαστικά που συστάθηκε ελεύθερο κράτος, επιτελεί ένα συγκεκριμένο ρόλο, να παράγει στελέχη για την ελληνική γραφειοκρατία. Εξακολουθεί να στηρίζεται στις εξετάσεις και να είναι εξετασιολαγνικό. Νομίζουμε ότι καλλιεργεί την κριτική σκέψη αλλά στην πραγματικότητα, αποτελεί μια συγκεκαλυμμένη διαδικασία τεστ δεξιοτήτων. Αν αποκτήσεις ένα πακέτο γνώσεων, τότε μπορείς να προχωρήσεις! Δεν είναι τυχαίο που η πιο συχνή απάντηση είναι η λέξη «βαριούνται» (τώρα τελευταία εξαιτίας της συγκυρίας, έχει γίνει δημοφιλής και η επιλογή «κάθονται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή»). Τα παιδιά βαριούνται και δεν ξέρουν πώς να χειριστούν την τηλεκπαίδευση και πώς το ελληνικό σχολείο μπορεί να ξεφύγει από αυτήν την καθηλωτική στάση της βαρεμάρας. Η γνώση που παρέχεται στο σχολείο, διαφέρει από την πραγματική γνώση. Από αυτήν που θα σε βοηθήσει πραγματικά να καταλάβεις ποιος είσαι και πού πας. Σε κάνει απλά ένα γρανάζι της γραφειοκρατίας, για να βρεθείς στο δημόσιο, σου δίνει απλώς μία πιστοποίηση. Πολλοί γονείς θέλουν τα παιδιά τους να εξασφαλιστούν, δεν θέλουν τον ιδιωτικό τομέα, όμως το δημόσιο πλέον δεν μπορεί να παρέχει βεβαιότητα. Όλοι οι φορείς, πρέπει να κινήσουμε το σχολείο από τον χαρακτήρα του 19ου αι, που βρίσκεται καθηλωμένο, στον 21ο».
Η παγκόσμια «ασφυξία», τροφή για σκέψη
Στο βάθος του προαυλίου, διακρίνεται ένας μαυροπίνακας, όπου αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα, η φράση «I can’t breath», φράση ορόσημο ενάντια στον ρατσισμό, με αφορμή τα γεγονότα που συγκλόνισαν την Αμερική, αλλά και όλο τον κόσμο. Όπως μας εξηγεί ο κ. Χουρδάκης, «ο πίνακας αρχικά είχε συρματόπλεγμα, συμβολίζοντας τα εμπόδια που βάζει συχνά το σχολείο, με το σύστημα και τη δομή του στους μαθητές και τις μαθήτριες. Προκρίνει συγκεκριμένες δεξιότητες σε σχέση με κάποιες άλλες, προσπαθεί σε ένα παλιό παράδειγμα να τα ενσωματώσει και όχι να τα συμπεριλάβει. Όταν έγινε το επεισόδιο στην Αμερική με τον George Floyd σκέφτηκα, ότι το μήνυμα που θέλω να μεταφέρω στην κοινότητα, είναι το άνοιγμα του σχολείου προς όλους και όλες, όχι μόνο στο χρώμα, αλλά και στον σεξουαλικό προσανατολισμό, στον θρησκευτικό προσανατολισμό, σε όλους τους τομείς και τις εκφράσεις γιατί όταν υπάρχουν εμπόδια, υπάρχει «ασφυξία» και η εκπαίδευση δεν μπορεί να ανασάνει».