Βασικό στήριγμα για εκατοντάδες συνανθρώπους μας αποτελούν τα συσσίτια της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, που καθημερινά εξυπηρετούν τις ανάγκες σίτισης για 350 περίπου άπορα άτομα, στην πλειοψηφία τους γέροντες και ανθρώπους που αντιμετωπίζουν νοητικά προβλήματα, ψυχικά πάσχοντες ή εξαρτημένους από ουσίες.
Ανθρώπους μόνους που αναζητούν βοήθεια στα συσσίτια και το Φιλόπτωχο Ταμείο της Μητρόπολης για να μπορέσουν να συνεχίσουν με αξιοπρέπεια της ζωή τους.
Ο αριθμός των ανθρώπων που εξυπηρετούνται από τα συσσίτια της εκκλησίας το 2018 παρέμεινε σταθερός σε σχέση με τα δυο προηγούμενα χρόνια, όπως εξηγεί ο υπεύθυνος του Φιλόπτωχου Ταμείου παπά Γεώργιος Γαλεράκης με μικρές αυξομειώσεις.
Χαρακτηριστικό της χρονιάς που πέρασε ήταν, σύμφωνα με τον ίδιο, το γεγονός ότι τους καλοκαιρινούς μήνες καταγράφηκε μια αύξηση του αριθμού από συμπολίτες μας από άλλες περιοχές της χώρας, οι οποίοι βρέθηκαν στην πόλη αναζητώντας επαγγελματικές ευκαιρίες που θα τους διασφάλιζαν τα προς το ζην. Ωστόσο, όπως εξήγησε, σε πολλές περιπτώσεις δουλειές που υποτίθεται είχαν κλειστεί ακυρώθηκαν ή σε άλλες περιπτώσεις η αναζήτηση εργασίας δεν είχε αίσιο τέλος, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς να απευθυνθούν για βοήθεια στη Μητρόπολη και να σιτίζονται από τα συσσίτια για ένα μικρό διάστημα έως ότου επιστρέψουν και πάλι πίσω στον τόπο διαμονής τους ή έβρισκαν δουλειά.
Αξιοσημείωτο επίσης για το 2018 ήταν ο αριθμός των φοιτητών που πέτυχαν σε σχολές του πανεπιστημίου Κρήτης, οι οποίοι αδυνατώντας να βρουν σπίτι δεδομένων των υψηλών ενοικίων, αλλά και της απουσίας ικανού αριθμού διαμερισμάτων απευθύνθηκαν στη Μητρόπολη ζητώντας βοήθεια. Δυστυχώς όμως σε αυτή την περίπτωση, όπως εξήγησε ο παπά Γιώργης Γαλεράκης, η εκκλησία δεν μπορούσε να εξασφαλίσει τη μίσθωση χώρου για τις ανάγκες στέγασης των φοιτητών και παρά τις επαφές που έγιναν με το ΑΕΙ του νησιού, λόγω του κορεσμού των φοιτητικών κατοικιών, δεν βρέθηκε λύση με αποτέλεσμα αρκετοί από τους να γυρίσουν πίσω στις πόλεις τους.
Η μεγάλη πίτα του λέοντος που εξυπηρετείται από την εκκλησία είναι άνεργοι και γέροντες. Παράλληλα το Φιλόπτωχο Ταμείο της Ι. Μητρόπολης προσπαθεί να καλύπτει τη φαρμακευτική περίθαλψη πολιτών, μέσω σχετικής σύμβασης με τον φαρμακευτικό σύλλογο Ρεθύμνου και εξυπηρετούν όσους έχουν ανάγκη.
Μεγάλο μέρος των συσσιτίων καλύπτεται από την εκκλησία μέσω της κληρονομιάς του Γιώργου Τσικόγια, ο οποίος στη διαθήκη του είχε καταστήσει σαφές ότι τα μισθώματα από τα τρία ακίνητα εμπορικά του καταστήματα επιθυμεί να διατίθενται στις τρεις δομές των συσσιτίων της Ιεράς Μητρόπολης. Ωστόσο δεν λείπουν και οι δωρεές των πολιτών, οι οποίες ωστόσο είναι περιορισμένες.
Χαρακτηριστικά ο υπεύθυνος των συσσιτίων της Μητρόπολης παπά Γιώργης Γαλεράκης μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ανέφερε: «Περίπου 320 άτομα εξυπηρετούνται από τα συσσίτια καθημερινά. Παρατηρούμε μια σταθερότητα στον αριθμό τα τελευταία δύο χρόνια και φαίνεται πως έχει παγιωθεί η κατάσταση. Υπάρχει μεγάλη προσέλευση από την υπόλοιπη χώρα από ανθρώπους που έρχονται στο νησί, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, αναζητώντας μια καλύτερη επαγγελματική τύχη λόγω του τουρισμού. Έρχονται εδώ με κάποιες οικονομίες, έχουν κάνει αίτηση πρόσληψης στα ξενοδοχεία θεωρώντας ότι έχουν εξασφαλίσει μια θέση και έρχονται εδώ, όμως τελικά σε αρκετές περιπτώσεις δεν τους προσέλαβαν στις δουλειές που είχαν υπόψη με αποτέλεσμα να μένουν εδώ στην πόλη αναζητώντας κάτι άλλο και ζητούν τη βοήθεια μας μέχρι να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Επίσης φέτος ένα μεγάλο κομμάτι φοιτητών εισαχθέντων στο πανεπιστήμιο μας, που οι οικογένειες τους αδυνατούσαν να στηρίξουν τη διαβίωση τους, αφενός δεν έβρισκαν σπίτια και αφετέρου τα μισθώματα ήταν πανάκριβα. Χτυπούσαν την πόρτα της Μητρόπολης για να τους βοηθήσουμε στο κομμάτι της στέγασης, ώστε να μην χάσουν τις σπουδές τους γιατί οι γονείς τους δεν μπορούσαν να τους στηρίξουν. Αυτό το φαινόμενο φέτος ήταν πολύ έντονο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Δυστυχώς εμείς δεν μπορούμε να εξυπηρετήσουμε τέτοιες ανάγκες, όμως είναι ένα φαινόμενο που προβληματίζει. Πρέπει να βρεθεί μια λύση. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν άποροι. Ήθελαν απλώς μια στέγη σε μια λογική τιμή. Έγιναν κάποιες συζητήσεις με το πανεπιστήμιο όμως και η εστία είχε κορεσμό. Εμείς τους είπαμε ότι μπορούμε να στηρίξουμε με φαγητό, δεν μπορούσαμε όμως να καλύψουμε ανάγκες στέγασης».
Σε ότι αφορά το προφίλ των ανθρώπων που σιτίζονται από την εκκλησία ο παπά Γιώργης Γαλεράκης ανέφερε ότι «είναι στην πλειοψηφία τους μόνοι γέροντες, άνθρωποι ψυχικά πάσχοντες ή εξαρτημένοι από ουσίες. Στην πλειοψηφία τους είναι ντόπιοι και ένα μικρό ποσοστό εξ αυτών είναι αλλοδαποί και ταυτόχρονα καλύπτουμε την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη και σε κάποιες περιπτώσεις τους ενισχύουμε οικονομικά».
Αναφερόμενος στην προσφορά του κόσμου ο υπεύθυνος του Φιλόπτωχου Ταμείου τόνισε ότι έχει περιοριστεί στο ελάχιστο, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι η ανθρωπιά υπάρχει ακόμα και σε καιρούς κρίσης, λείπει όμως η μπόρεση. «Οι δωρεές έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο, αν εξαιρέσουμε τον έρανο της αγάπης που και αυτός όμως ήταν πτωτικός. Αυτό οφείλεται αφενός στην οικονομική κρίση και αφετέρου στην ύπαρξη πολλών συλλόγων και σωματείων που απευθύνονται στην ίδια κοινωνία με αποτέλεσμα. Είναι φανερή η οικονομική δυσπραγία των συμπολιτών μας. Τα συσσίτια στηρίζονται περισσότερο από την κοινωνία γιατί εκτός από χρήματα παρέχονται και τρόφιμα. Για παράδειγμα τα Χριστούγεννα είχαμε προσφορές κρέατος από κτηνοτρόφους και τυριού από τους τυροκόμους. Δηλαδή η ανθρωπιά υπάρχει, η μπόρεση έχει μειωθεί. Εμείς ευχόμαστε το 2019 να επιφέρει την αλλαγή την οποία ευχόμαστε, αν όχι ολοκληρωτικά, σταδιακά συνεχιζόμενα και κυρίως ελπιδοφόρα. Να ελπίζουμε και να μην χάσουμε την ελπίδα μας. Θεωρώ ότι η λειτουργία του Κοινωφελούς Κέντρου στον Τίμιο Σταυρό θα παίξει καθοριστικό ρόλο το επόμενο διάστημα».
Παράλληλα η μητρόπολη έχει φροντίσει να μεριμνήσει για τη φιλοξενία εννέα αστέγων σε σπίτια που έχει μισθώσει για τον σκοπό αυτό, ενώ τα χρήματα που αξιοποιούνται για την εκμίσθωση προέρχονται από τα χρήματα που άφησε στη μητρόπολη ο Γεώργιος Τσικόγιας. Στόχος της εκκλησίας είναι να βοηθήσει με κάθε τρόπο και να συμβάλει στην επανένταξη ανθρώπων, που έζησαν στο περιθώριο, στην κοινωνία.