Με την παρουσία όλων των Κρυοβρυσανών αλλά χωρίς τη συμμετοχή των αρχών του νομού, λόγω των μέτρων πρόληψης για την μη εξάπλωση του κορωνοϊού, πραγματοποιήθηκε μέσα σε ένα έντονο συγκινησιακό κλίμα η σεμνή εκδήλωση που οργάνωσε ο Δήμος Αγίου Βασιλείου με τους τοπικούς φορείς, για την 76η Επέτειο Ολοκαυτώματος της Κρύας Βρύσης, τιμώντας τον αγώνα όλων των κατοίκων αλλά και το μεγαλείο της θυσίας των 35 θυμάτων που εκτελέστηκαν στην πλατεία του χωριού από τους Γερμανούς Ναζί.
Ο Δήμος Αγίου Βασιλείου εκπροσωπήθηκε από τον αντιδήμαρχο Γιάννη Νεκτάριο Χαραλαμπάκη και την εντεταλμένη σύμβουλο Αγγελική Πελαντάκη, τον τοπικό πρόεδρο Κωνσταντίνο Ασουμανάκη και τον πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου, Γιάννη Βαβουράκη.
Στην ομιλία του ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Δημόσιας Υγείας, ανέφερε:
«Η σημερινή μέρα η 22′ Αυγούστου του 1944 για τους Κρυοβρυσανούς είναι από εκείνες τις μέρες που πρέπει να μείνουν χαραγμένες βαθειά στη μνήμη μας αλλά είναι πραγματικά μεγάλη και η συγκίνηση που πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς, όταν καλείσαι να αναφερθείς για ανθρώπους που ξεπερνώντας τα όριά τους και βάζοντας στην άκρη το όποιο προσωπικό όφελος, πάλεψαν, αγωνίστηκαν, ύψωσαν το ανάστημά τους και εν τέλει προσέφεραν την ίδια τους τη ζωή, τίμημα για μια ελεύθερη πατρίδα.
Το κύριο μέρος του δράματος της Κρύας Βρύσης εκτυλίχτηκε στο χώρο της πλατείας του χωριού πριν 76 ολόκληρα χρόνια, αυτό της ολοκληρωτικής καταστροφής από τους Γερμανούς επιδρομείς όσο και της εκτέλεσης 35 κατοίκων της.
Η λανθασμένη αντίληψη των Γερμανών ότι υπήρξε σταθμός και τόπος απόκρυψης του αιχμαλωτισμένου Κράιπε αφενός, αλλά κυρίως η ενεργός συμμετοχή των κατοίκων στην αντίσταση που επιβεβαιώνεται και με την μαρτυρία του αξέχαστου Μανόλη Μαυροτσουπάκη ότι στην Κρύα Βρύση έκρυβαν ραδιόφωνο με κίνδυνο τη ζωή τους για τις ανάγκες της αντίστασης και για να φτάνουν ελπιδοφόρες ειδήσεις στον υπόδουλο λαό, ήταν τα αίτια που πλήρωσαν με βαρύ φόρο αίματος για την λευτεριά οι κάτοικοί της.
Τα ξημερώματα της 22′ Αυγούστου ένας λόχος πλήρως εξοπλισμένων Γερμανών περικύκλωσε το χωριό, όπου λίγοι κάτοικοι κατάφεραν να διαφύγουν.
Τους άνδρες τους οδήγησαν στην εκκλησία και τα γυναικόπαιδα στο σχολείο στην πλατεία του οικισμού.
Εκεί τους δήλωσαν ότι το χωριό θα καταστραφεί για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, διέταξαν τα γυναικόπαιδα να επιστρέψουν στα σπίτια τους και εντός δύο ωρών, αφού πάρουν μαζί τους ότι μπορούν να σηκώσουν τα χέρια τους η κάποιο ζώο και να συγκεντρωθούν στην σημερινή Νέα Κρύα Βρύση.
Ως προς τους Άνδρες, μετά από έλεγχο των ταυτοτήτων και αφού συμβουλεύτηκαν ονομαστική κατάσταση που είχαν μαζί τους, συνταγμένη προφανώς από την αρμόδια υπηρεσία τους, επέλεξαν 30 άνδρες για εκτέλεση.
Η λεηλασία των οικιών άρχισε αμέσως με τους επιδρομείς να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι για έλεγχο και διαρπαγή κάθε είδους που θεωρούσαν χρήσιμο για αυτούς, ενώ τα γυναικόπαιδα σε κατάσταση απελπισίας με θρήνους και οδυρμούς εγκατέλειπαν τις εστίες τους, όπου μετά από λίγους μήνες που επέστρεψαν από τις φυλακές της Φορτέτζας αντίκρισαν ερείπια και συντρίμμια, τους μόχθους μιας ζωής ισοπεδωμένους κάτω από στάχτες και καπνούς.
Πείνα, εξαθλίωση αλλά και ο αγώνας για το αύριο η ελπίδα για την ελευθερία φώλιαζε στις ψυχές τους.
Η τύχη των 30 κρατηθέντων δεν ήταν γνωστή για μεγάλο διάστημα, ενώ υπήρχε η υπόθεση και η ελπίδα ότι τους κράτησαν για να τους χρησιμοποιήσουν σε έργα ή κάπου αλλού.
Η ελπίδα αυτή χάθηκε όταν οι κάτοικοι που επέστρεψαν στο πυρπολημένο χωριό ανασκαλεύοντας στα ερείπια στο χώρο του σημερινού οστεοφυλακίου αποκάλυψαν τα παραμορφωμένα πτώματα των εκτελεσθέντων αλλοιωμένα από την πυρπόληση.
Διαπιστώθηκε και από σχετική πηγή γερμανικών αρχείων ότι το απόγευμα της ίδιας ημέρας οδηγούνταν ένας ένας από την εκκλησία στον χώρο του οστεοφυλακίου τότε κοινοτικού γραφείου, όπου ο επικεφαλής των Γερμανών με ένα βοηθό του, τους εκτελούσε στην είσοδο με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Τα πτώματα σωρεύτηκαν στο χώρο, ο οποίος μετά πυρπολήθηκε με ειδική εύφλεκτη ύλη και στη συνέχεια ανατινάχτηκε με εκρηκτικά και αυτό επιβεβαιώνεται από κατοίκους του χωριού που είχαν διαφύγει στο βουνό ή στην απέναντι πλαγιά της «λευτης».
Να σημειωθεί ότι οι επιδρομείς εκτέλεσαν 5 ακόμη άνδρες που βρήκαν κρυμμένους στα σπίτια τους.
Γενναιόψυχοι όμως οι κάτοικοι της Κρύας Βρύσης βάλθηκαν να αναστήσουν το χωριό από την αρχή της άνοιξης του επόμενου χρόνου.
Με φοβερές θυσίες, στερήσεις και κόπους άρχισε να ξανακτίζεται το χωριό, αλλά ο πόνος από το χαμό των 35 ανδρών ήταν απαρηγόρητος γιατί ολόκληρες οικογένειες σχεδόν ξεκληρίστηκαν, μάνες έμειναν χωρίς παιδιά, γυναίκες χωρίς τους συζύγους τους, αδέρφια χωρίς τους αδερφούς τους – και τα παιδιά, αρκετά παιδιά χωρίς πατέρα.
Οι κάτοικοι βοηθώντας ο ένας τον άλλο ξανάκτισαν πολλά από τα σπίτια τους.
Το υπουργείο ανοικοδομήσεως έκτισε το νέο οικισμό Νέα Κρύα Βρύση – πολλά σπίτια διατηρούνται στην κατάσταση που κτίστηκαν τότε γιατί οι περισσότεροι κάτοικοι αναζήτησαν καλύτερη τύχη σε κάποιο αστικό κέντρο ή στο εξωτερικό.
Και τώρα λοιπόν μετά από 76 χρόνια από την ηρωική εκείνη πράξη των Κρυοβρυσανών, είμαστε εδώ στον μαρτυρικό αυτό τόπο που ηρωικά αναστήθηκε από τις στάχτες του για να τιμήσουμε την μνήμη των ανθρώπων εκείνων που με το μεγαλείο της θυσίας τους προσέφεραν τα κορμιά τους και την καρδιά τους ως το προζύμι για να πλαστεί και πάλι μια ελεύθερη πατρίδα χωρίς δεσμά και αλυσίδες.
Η ιστορική αυτή μέρα μας δίνει την ευκαιρία να διακηρύξουμε ότι το πνεύμα της θυσίας τους, εμπνέει το καθημερινό μας έργο και την αφοσίωσή μας στο καθήκον.
Σε μας απομένει να ακολουθήσουμε πιστά και σταθερά τα χνάρια και τα πιστεύω όλων, όσων έδωσαν την ζωή τους για την ελευθερία».
Τομέας πολιτισμού Δήμου Αγίου Βασιλείου