ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ
Περιορισμένη η κίνηση στην αγορά την περίοδο των εκπτώσεων
- Χαμηλότερες κατά 15-20% οι πωλήσεις στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με την περυσινή περίοδο
«Τα αποτελέσματα των θερινών εκπτώσεων 2014»
Χαμηλότερες πωλήσεις και μειωμένη κίνηση στα εμπορικά καταστήματα ήταν τα χαρακτηριστικά της φετινής καλοκαιρινής εκπτωτικής περιόδου που ολοκληρώθηκε στις 31 Αυγούστου, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποίησε η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου.
Ειδικότερα, από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται ότι περισσότεροι από τους μισούς εμπόρους και συγκεκριμένα το 53,9% πραγματοποίησε φέτος λιγότερες πωλήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, ενώ για το 31,7% των εμπόρων οι φετινές πωλήσεις κινήθηκαν στα περυσινά επίπεδα και μόλις το 13,6% κατέγραψε αύξηση. Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν ήταν η ίδια σε όλους τους κλάδους αλλά διαφοροποιείται ανάλογα με τις καταναλωτικές συνήθειες σε συνδυασμό με το διαθέσιμο εισόδημα.
Πιο συγκεκριμένα, ο κλάδος των καλλυντικών παρουσιάζει μια ιδιαίτερη δυναμική, ενώ διακρίνεται αισθητά η ένδυση από την υπόδηση, με τη δεύτερη να κινείται σε σαφώς καλύτερα επίπεδα.
Η μείωση στις πωλήσεις δεν αφορά όλες τις επιχειρήσεις με την ίδια ένταση αν και οι περισσότεροι έμποροι δήλωσαν πτώση άνω του 40%. Σύμφωνα με τους κατά τόπους Εμπορικούς Συλλόγους, οι πωλήσεις των καταστημάτων λιανεμπορίου την περίοδο των θερινών εκπτώσεων κινήθηκαν πτωτικά σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή θερινή εκπτωτική περίοδο.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τον Εμπορικό Σύλλογο του Ρεθύμνου, η πτώση που καταγράφηκε στα καταστήματα κυμάνθηκε από 15-20%.
Μιλώντας στα «Ρ.Ν.» για το συγκεκριμένο θέμα ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου, τόνισε πως η περίοδος των εκπτώσεων δεν ήταν κακή, όμως οι καταναλωτές λόγω της οικονομικής συγκυρίας δεν επένδυσαν σημαντικά ούτε σε ειδή ένδυσης και υπόδησης, ενώ τόνισε πως καθοριστικός ήταν και ο ρόλος των επισκεπτών, οι οποίοι επίσης δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα.
Ειδικότερα, μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο κ. Μανόλης Σταματογιαννάκης ανέφερε: «Οι πωλήσεις στις φετινές εκπτώσεις ήταν σαφώς λιγότερες σε σχέση με πέρυσι. Αυτό οφείλεται στο ότι ο κόσμος δεν έχει χρήματα για αγορές, καθώς μισθοί και συντάξεις δίδοντα απευθείας σε φόρους και δάνεια ή ακόμα και στον ΕΝΦΙΑ, οπότε ήταν αναμενόμενο να μη διαθέσουν χρήματα για ψώνια. Επίσης το τουριστικό προϊόν φέτος ήταν κάτω των προσδοκιών».
Αντίθετοι οι έμποροι με τις ενδιάμεσες εκπτωτικές περιόδους
Οι έμποροι δήλωσαν κατά γενική ομολογία τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στο θεσμό των ενδιάμεσων εκπτώσεων, αφού το 73,5% πιστεύει ότι οι ενδιάμεσες εκπτώσεις δεν βοήθησαν καθόλου την επιχείρηση ενώ το 20,1% τη βοήθησε λίγο.
Αντιφατικά είναι τα μηνύματα από την εφαρμογή του θεσμού των «ενδιάμεσων εκπτώσεων» (1ο δεκαήμερο των μηνών Μαΐου και Νοεμβρίου) – Η αίσθηση που επικρατεί στην αγορά είναι πως οι πολλές περίοδοι εκπτώσεων μάλλον αποπροσανατόλισαν τους καταναλωτές και προκάλεσαν σύγχυση παρά βελτίωση του κύκλου εργασιών. Οι ενδιάμεσες εκπτώσεις δεν αναδείχθηκαν σε πραγματικό κίνητρο για αγορές, αφού δεν ήταν εφικτό να αντιπαρατεθούν με τις προκλήσεις του γενικότερου μακροοικονομικού περιβάλλοντος αλλά ούτε με τους παράγοντες που κρατούν καθηλωμένη την κατανάλωση (απαράδεκτα υψηλή ανεργία, αβεβαιότητα, συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, υπερφορολόγηση, έλλειψη ρευστότητας κ.ά.)
Συγκεκριμένα, η εφαρμογή του μέτρου των ενδιάμεσων εκπτώσεων για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 2013, φάνηκε να λειτουργεί ευεργετικά στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου. Οι πωλήσεις σταθεροποιήθηκαν στα περσινά επίπεδα και είχαν δημιουργηθεί προσδοκίες για ενίσχυση του τζίρου τον Μάιο του 2014, οπότε και θα λειτουργούσε ο θεσμός για δεύτερη φορά. Τις αισιόδοξες προσδοκίες για βελτίωση του τζίρου τροφοδοτούσαν επίσης αφενός α) οι εκτιμήσεις για άνοδο της τουριστικής κίνησης και β) τα πολλαπλά μηνύματα για σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας.
Ωστόσο, η υποχώρηση του κύκλου εργασιών τον Μάιο ήταν η χειρότερη των τελευταίων τεσσάρων ετών, γεγονός που αποτέλεσε δυσάρεστη έκπληξη.
Η ΕΣΕΕ, είχε από την αρχή επισημάνει πως χωρίς τη μόνιμη και ουσιαστική ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών σε συνδυασμό με τη βελτίωση της αγοράς εργασίας και των συνθηκών ρευστότητας, καθώς και την ριζική ελάφρυνση των φορολογικών επιβαρύνσεων, μέτρα τύπου ενδιάμεσων εκπτώσεων προωθητικών ενεργειών και προσφορών, δεν θα επιφέρουν αξιόλογα αποτελέσματα.
Χαρακτηριστικά, στα συμπεράσματα της η ΕΣΕΕ τονίζει: «Απλά οι καταναλωτές θα αναδιανείμουν τις αγορές τους μεταξύ των μηνών, χωρίς τόνωση των καταναλωτικών δαπανών. Η αντιφατική εικόνα επαναλαμβάνεται και κατά την εξέταση των «κανονικών» περιόδων εκπτώσεων. Παρά το γεγονός ότι η κρίση και η αβεβαιότητα κορυφώθηκαν τα έτη 2011/ 2012, η πτώση του κύκλου εργασιών το 2013 κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων, είτε επρόκειτο για τη χειμερινή είτε για τη θερινή περίοδο, ήταν η υψηλότερη των τελευταίων ετών. Η αγοραστική κίνηση το 2013 δεν φάνηκε να επηρεάζεται από τις πρώτες ενδείξεις σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, αφού τα προβλήματα και οι προκλήσεις παραμένουν. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει τις θέσεις της ΕΣΕΕ σχετικά με την ανάγκη βελτίωσης του ευρύτερου μακροοικονομικού περιβάλλοντος (διαθέσιμο εισόδημα, ανεργία, υπερφορολόγηση κ.λπ.) αλλά και των συνθηκών ρευστότητας στην αγορά. Επιβράδυνση της πτώσης του τζίρου παρουσιάστηκε κατά την περίοδο των χειμερινών εκπτώσεων του 2014 ενώ η μη διάθεση στατιστικών δεδομένων για τις φετινές, θερινές εκπτώσεις, εμποδίζει την εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων».
Σε σχέση με τις ενδιάμεσες εκπτώσεις ο κ. Σταματογιάννης ανέφερε: «Ενδεχομένως κάποια καταστήματα να επωφελούνται από τις ενδιάμεσες εκπτώσεις, όμως δεν μιλάμε για ουσιαστικά οφέλη. Πλέον οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν εκπτωτικά προγράμματα στους πελάτες του καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους οπότε θεωρώ ότι είναι ανούσιο».
«Δώρον άδωρο το κυριακάτικο άνοιγμα των καταστημάτων
Στο πλαίσιο της έρευνας, οι έμποροι ρωτήθηκαν εάν, σύμφωνα με τη δυνατότητα που τους εκχωρεί η πρόσφατη υπουργική απόφαση, άνοιξαν τα καταστήματά τους τις Κυριακές. Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας εκτιμάται ότι ο αριθμός των καταστημάτων που άνοιξαν την Κυριακή είναι μικρός, ενώ υπενθυμίζεται ότι, και την πρώτη Κυριακή των εκπτώσεων (20 Ιουλίου) είχε διαπιστωθεί ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό επιχειρήσεων δεν παρέμειναν ανοιχτά. Ωστόσο, για τα καταστήματα που άνοιξαν, υπήρξε σχετική ταύτιση των απόψεων των επιχειρηματιών, αναφορικά με τις επιπτώσεις του ανοίγματος στα έσοδα της επιχείρησης τον Ιούλιο και τον Αύγουστο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Αναλυτικότερα, το 49% και το 54% των επιχειρήσεων είδε τα έσοδά του να μειώνονται τον Ιούλιο και τον Αύγουστο αντίστοιχα, σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν. Μόλις το 18% των επιχειρήσεων δήλωσε αύξηση στα έσοδα, ενώ το υπόλοιπο 32% – 33% δήλωσε στασιμότητα.
Αναφορικά με τον αριθμό των απασχολούμενων, το 80% έχει διατηρήσει στα ίδια επίπεδα την απασχόληση της επιχείρησης του ενώ το 16,1% προέβη σε μείωση προσωπικού τον τελευταίο χρόνο. Επιπλέον, το άνοιγμα των Κυριακών, τουλάχιστον έως σήμερα, δεν φαίνεται να συνδέεται με την αύξηση της απασχόλησης, αφού μόλις το 25% δηλώνει κάποια πρόθεση να προσλάβει κάποιον στο μέλλον, ενώ το συντριπτικό 75% δεν σκοπεύει να προσλάβει επιπλέον προσωπικό.
Σχολιάζοντας το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές ο κ. Σταματογιάννης τόνισε πως είναι δώρον άδωρον: «Δεν υπήρξε κανένα κέρδος για τα εμπορικά καταστήματα με το άνοιγμα τις Κυριακές. Αντιθέτως χάσαμε σε εργατοώρες και προσωπικό», είπε.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, κ. Βασίλης Κορκίδης σχολίασε τα αποτελέσματα: «Οι καλοκαιρινές φετινές εκπτώσεις τελείωσαν σαν να μην ξεκίνησαν ποτέ! Το ενδιαφέρον ήταν μικρό και η κατανάλωση αδύναμη τόσο στα αστικά κέντρα όσο και κυρίως στις τουριστικές περιοχές, κάτι που έχει προκαλέσει στον εμπορικό κόσμο μεγάλη ανησυχία. Μάλιστα, τα αποτελέσματα αυτά προκύπτουν σε μια περίοδο που οι προσδοκίες από τον κλάδο του τουρισμού ήταν μεγάλες. Δυστυχώς, όμως, δεν επιβεβαιώθηκαν, ενώ ο μύθος της Κυριακής κατέρρευσε. Η ΕΣΕΕ εξετάζει τι ισχύει σε σχέση με το θεσμό των εκπτώσεων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και θα προτείνει τις αλλαγές που έχει ανάγκη η ελληνική αγορά, σύμφωνα με την ανάλυση της Eurocommerce».