Όμως, εξίσου πολλοί Έλληνες, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, πιστεύουμε ότι η επιβεβλημένη επιλογή για τη χώρα το 2009, πριν την υπογραφή του μνημονίου, ήταν η φυγή από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η μη πληρωμή μεγάλου μέρους του χρέους κλπ. Μάλιστα οι δυνάμεις της αριστεράς συνδύαζαν την έξοδο από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση με μια αναδιάταξη της κοινωνίας προς πιο ριζοσπαστικές επιλογές.
Σήμερα που τα γεγονότα που ζήσαμε στην Ελλάδα από την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου και μετά αναπαράγονται ως καρμπόν στην Κύπρο, πολλοί Έλληνες και Κύπριοι, σοφότεροι από την εμπειρία της Ελλάδας, θεωρούμε αδιανόητη τη νέα υπογραφή του μνημονίου και τη συνακόλουθη οικονομική καταστροφή και θεωρούμε ως εθνικά ορθή λύση την αναζήτηση λύσεων έξω από το ευρώ και έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε αναλογία με την Ιρλανδία η Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγεί τη Κύπρο σε χρόνια, βαθιά ύφεση αποστερώντας της το συγκριτικό πλεονέκτημα, σε τομείς όπως ο τραπεζικός τομέας που είχαν αναπτυχτεί. Κανένας όμως δεν διανοήθηκε, κατ’ αναλογία, να προτείνει η Γερμάνια και οι πλούσιες χώρες του Βορρά να μειώσουν για παράδειγμα τη βιομηχανία τους για να φτάσουν τους κοινοτικούς μέσους όρους. Είναι πλέον ζήτημα χρόνου να φθάσει και στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η οικονομική και η πολιτική αστάθεια που απελευθέρωσαν αυτές οι εξελίξεις.
Την εποχή που η τρόικα στην Ελλάδα πιέζει για κατάργηση των «ταμπού» και των «κόκκινων γραμμών» η αριστερά οφείλει με τη στάση της να υπερβεί και αυτή κόκκινες γραμμές και προκαταλήψεις δεκαετιών. Από δεκαετίες η ριζοσπαστική Αριστερά μιλούσε για την Ευρώπη των λαών και είχε ως όραμα την ενωμένη Ευρώπη. Όμως αυτό το όραμα ολοένα και απομακρύνεται και στη θέση της έχουμε μια, γερμανοκρατούμενη, τύποις ενωμένη, Ευρώπη χωρίς όραμα και ψυχή παραδομένη στις αρχές του άκρατου νεοφιλελευθερισμού. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση συνειδητά παραδίδει διαδοχικά τις χώρες του Νότου στις αγκαλιές του ΔΝΤ, της ύφεσης, της ανεργίας και της φτώχιας, ενώ ο νότος δεν είναι υπεύθυνος για τη τελευταία κρίση του καπιταλισμού, άλλα θύμα της. Η Ευρώπη της αλληλεγγύης έχει αυτοκαταργηθεί και οι χώρες του πλούσιου Βορρά με επικεφαλής τη Γερμανία χαιρέκακα τιμωρούν το φτωχό νότο και προσπαθούν να τον υποδουλώσουν, εξαθλιώσουν, και ει δυνατό να αγοράσουν αντί πινακίου φακής τους πλουτοπαραγωγικούς του πόρους. Στη χώρα μας, ο αντιγερμανισμός, θυμίζει έντονα τον αντιαμερικανισμό των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των υποτακτικών στην Μέρκελ. Ο λαός μας αλλά και όλοι οι λαοί του Ευρωπαϊκού νότου αναπτύσσουν σιγά-σιγά έντονα αντιγερμανικά αισθήματα και εκδηλώνουν σθεναρά, ποικιλότροπα και κάποτε επικίνδυνα την αντίθεσή τους στον οικονομικό ηγεμονισμό της Γερμανίας. Επιπρόσθετα, οι προσεχείς εκλογές στην Γερμανία δεν προδικάζουν πολιτική αλλαγή αλλά συνέχιση της ίδιας πολιτικής. Ανεξάρτητα όμως από τις επιλογές του γερμανικού λαού και τη στάση της Γερμανίας απέναντι στο πρόβλημα χρέους του Ευρωπαϊκού νότου και γενικότερα τη θέση τους στο ερώτημα «τι Ευρώπη θέλουμε» οφείλουμε ως χώρα και ως αριστερά να προετοιμαζόμαστε για το μέλλον και να είμαστε έτοιμοι απέναντι σε όλα τα πιθανά σενάρια. Δε πρέπει να δώσουμε το δικαίωμα στη Γερμανία και στους δορυφόρους της να «πετσοκόβουν» ένα – ένα τους λαούς του νότου σε μνημόνια και υφεσιακές πολιτικές εκμεταλλευομένη την πολιτική και οικονομική ηγεμονία που το ίδιο το ευρώ της έδωσε, ανεξάρτητα αν αυτή η πολιτική είναι σε βάθος χρόνος προς όφελος η μη της Γερμανίας.
Ο αντίκτυπος της κυπριακής κρίσης στις δυνάμεις που αντιπαλεύουν τα Μνημόνια και την λιτότητα στον ευρωπαϊκό νότο, σηματοδοτεί το τέλος των αυταπατών που υπήρχαν για μια πορεία, χωρίς μνημόνια, εντός του ευρώ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χρέος της Αριστεράς που σύντομα θα κληθεί να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες ως συνέπεια της παταγώδους αποτυχίας των μνημονίων είναι η προσπάθεια συγκρότησης κοινού μετώπου, πρώτα σε επίπεδο λαών, και μετά σε επίπεδο κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση του προβλήματος χρέους του Ευρωπαϊκού νότου. Η αναγκαία διαπραγμάτευση με τον πλούσιο Βορρά τόσο για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους του Νότου όσο και για το χτίσιμο – δημιουργία μιας γνήσιας Ευρώπης των λαών θα γίνει με πολύ καλύτερους όρους και ακόμα καλύτερα αποτελέσματα αν ο ευρωπαϊκός νότος δράσει συντονισμένα και ενιαία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι επιβεβλημένη η ύπαρξη ενός εναλλακτικού ρεαλιστικού σχεδίου ανάπτυξης – ανάτασης της χώρας σε περίπτωση που οι διεθνείς πρωτοβουλίες για μέτωπο του νότου και η ουσιαστική διαπραγμάτευση με τη τρόικα δε φέρουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Καμιά χώρα δε μπορεί να διαπραγματευτεί σθεναρά με τη τρόικα αν δεν έχει θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως σοβαρό ενδεχόμενο την έξοδο από το ευρώ και την ευρωπαϊκή ένωση. Μια προοπτική που έχει σοβαρές δυσκολίες, αλλά όχι ανυπέρβλητες.
Οι ανεμογεννήτριες του Γκλέτσου και τα οφέλη του debate του ΣΥΡΙΖΑ
Αν κάτι μείνει στην ιστορία από το debate του ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα είναι σχεδόν σίγουρα το κορυφαίο πολιτικό meme της...