Το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες μιας κοινωνικής αντίδρασης εναντίον των μέτρων εξειδίκευσης του 3ου μνημονίου. Μιας αντίδρασης που στρέφεται εναντίον μιας αριστερής κυβέρνησης, η οποία προσπαθεί να πείσει ότι κάνει ότι μπορεί, ακροβατώντας μεταξύ του ιδεολογικού της πλαισίου (όχι οριζόντια εφαρμογή μέτρων) και των δημοσιονομικών στόχων του 3ου μνημονίου. Εκ του μέχρι σήμερα αποτελέσματος η κυβέρνηση δεν φαίνεται να πείθει τους διαμαρτυρόμενους.
Οι οργισμένες αντιδράσεις εναντίον κυβερνητικών βουλευτών και κομματικών γραφείων φαίνονται copy paste από τα παλιά, επί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Μια πιο προσεκτική ανάλυση του φαινομένου δείχνει ότι έκλεισε ο κύκλος της ελπίδας των πολιτών για καλύτερες μέρες από τα φερόμενα κόμματα εξουσίας και γι’ αυτό αναζητείται επειγόντως από τους πολιτικούς αναλυτές, το καινούριο, το οποίο θα κληθεί να στεγάσει τη ΝΕΑ ελπίδα.
Θα προσπαθήσω αποστασιοποιημένος, στο μέτρο του δυνατού, από τους δικαίως ή αδίκως οργισμένους πολίτες να αποτυπώσω την πραγματικότητα, όπως την αντιλαμβάνομαι και να ερμηνεύσω την αποτυχία των εφαρμοσμένων πολιτικών από όλες τις κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης.
Η πολιτική της ΝΔ κινήθηκε εντός των ορίων του νεοφιλελευθερισμού και του φιλελευθερισμού, συμβατή με την κυρίαρχη πολιτική της ΕΕ, με μια ιδιαίτερη αδυναμία στη σπατάλη και τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών, με την ανοχή και συνενοχή της ΕΕ. Οι ανισότητες και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα νομιμοποιήθηκαν αφήνοντας το μαύρο χρήμα που κυκλοφορούσε ελεύθερα να τις αμβλύνει κι έτσι λίγο πολύ οι περισσότεροι να είναι ευχαριστημένοι.
Η πρώτη κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ, βάλθηκε να ξηλώσει το παρακράτος της Δεξιάς και να αμβλύνει τις ανισότητες χωρίς τη βοήθεια του μαύρου χρήματος. Και όσον αφορά το ξήλωμα το κατάφερε αλλά στη θέση του έραψε ένα άλλο κράτος εκείνων των πρασινοφρουρών και των πρασινοσυνδικαλιστών, καταγράφοντας στο «ενεργητικό» του και την κατασπατάληση των χρημάτων των κοινοτικών προγραμμάτων. Οι πρώτες κοινωνικές αλλαγές στην πορεία του χρόνου ξεθώριασαν και το ΠΑΣΟΚ από κίνημα έγινε κόμμα εξουσίας καλομαθημένο με καλές δημόσιες και κρυφές σχέσεις με την οικονομική ολιγαρχία εθελοτυφλώντας και κωφεύοντας, στις φωνές, αποχωρήσεις και προειδοποιήσεις ηθικών και αξιόλογων στελεχών του.
Παρά την επίμονη ρητορική του για το αναλλοίωτο του ιδεολογικού του προσανατολισμού, μια χαρά συγκυβέρνησε με τη ΝΔ στο τέλος (Σαμαράς-Βενιζέλος), επικαλούμενο σαν άλλοθι την πατριωτική λογική. Ο κόσμος απογοητευμένος και συνεχώς στριμωγμένος από την εφαρμογή των δύο μνημονίων εναπόθεσε την ελπίδα του για φρενάρισμα στη λιτότητα, σε ένα αριστερό κόμμα συνιστωσών, τον ΣΥΡΙΖΑ, κι έτσι έγινε το εκλογικό θαύμα, όπου ένα κόμμα του 3.20% αναρριχήθηκε στην εξουσία, συντρίβοντας το ρεκόρ της αφετηρίας του ΠΑΣΟΚ΄74, το 13.58%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να έχει ένα κοστολογημένο πρόγραμμα, προσανατολισμένο στην κοινωνική συνοχή και κοινωνική δικαιοσύνη με αναπτυξιακό προσανατολισμό την ιδεολογική του ταυτότητα. Αλλά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο, την οικονομική δημοκρατία της ΕΕ, η οποία είχε επιβάλλει ήδη τα δύο μνημόνια χωρίς καμία διάθεση χαλάρωσης.
Πήρε πέντε μήνες άκαρπης διαπραγμάτευσης του Βαρουφάκη για να διαπιστωθεί ότι η εξουσία στην ΕΕ μετανάστευσε από την πολιτική στην οικονομική σφαίρα και ως εκ τούτου ο Νότος (Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία) ως οικονομικά ανίσχυρος δεν μπορούσε να σχηματίσει μέτωπο ανατροπής της λαθεμένης αρχιτεκτονικής της Γερμανο-ευρωζώνης, τη επικουρία του ΔΝΤ.
Μετά το ατυχές, όπως απεδείχθη, δημοψήφισμα, όπου το αποτέλεσμα του ΟΧΙ δεν αντιστοιχήθηκε με το ακολουθούμενο 3ο μνημόνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ενωμένες τις συνιστώσες του. Εκ του αποτελέσματος οι συνιστώσες ήταν τέσσερις. Ο εναπομείνων ΣΥΡΖΑ, η ΛΑΕ του Λαφαζάνη, ο Βαρουφάκης και η Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Ο εναπομείνων ΣΥΡΙΖΑ και ο Βαρουφάκης πιστεύουν ότι η Ελλάδα πρέπει να επιβιώσει μέσα στην ΕΕ με την εξής διαφορά.
Ο εναπομείνων ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να εξειδικεύσει το 3ο μνημόνιο, που ψηφίστηκε απ’ όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου πλην ΚΚΕ, παίρνοντας μέτρα που δεν συνάδουν με τα πιστεύω του και το χειρότερο, ξέροντας ότι σε κάθε απαίτηση των εταίρων, αυτός θα υποχωρήσει τελικά. Αυτό λέγεται πολιτική αυτοκτονία εκτός κι αν πιστεύει ότι θα αντέξει τις κοινωνικές αντιδράσεις και θα ολοκληρώσει την 4-ετία με θετικό τελικό πρόσημο.
Ο Βαρουφάκης, βγάζοντας τον «πολεμιστή» που κρύβει καθένας μέσα του, ήταν της άποψης να μην υπογραφεί το 3ο μνημόνιο μετά το πλειοψηφικό ΟΧΙ, καλώντας αυτήν την πλειοψηφία να πράξει το ίδιο, αρχίζοντας έναν ανένδοτο για τη συνένωση της πολιτικής με την οικονομική σφαίρα της ΕΕ. Στην ομολογουμένως δύσκολη περίοδο που θα ακολουθούσε είχε ετοιμάσει σχέδιο επιβίωσης, που όπως χαρακτηριστικά είχε αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο του, δεν θα εστερείτο «δακρύων και αίματος». Μην ξεχνάμε όμως, ότι θα απευθυνόταν στους συνειδητοποιουμένους (;) πατριώτες «πολεμιστές» του ΟΧΙ, του 61%. Σε αυτό το σχέδιο διαφώνησαν Τσίπρας-Δραγασάκης. Γιατί άραγε; Μήπως αυτοί έκαναν καλύτερη εκτίμηση του αριθμού μεταξύ των φερόμενων και των συνειδητοποιημένων«πολεμιστών»;
Η ΛΑΕ του Λαφαζάνη δεν έχει ερωτική σχέση με τη σημερινή ΕΕ και δεν επιθυμεί πάση θυσία την παραμονή μας σε αυτήν. Τουναντίον η καρδιά της ανήκει στη Ρωσική σφαίρα επιρροής αλλά χωρίς να διαθέτει πειστικό εθνικό σχέδιο επιβίωσης, έστω και επί χάρτου.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την εικόνα της προσκυνηματικής χειραψίας του Λαφαζάνη προς τον Πούτιν κατά την επίσκεψη κυβερνητικού κλιμακίου του ΣΥΡΙΖΑ, πριν τη διάσπαση του, στη Ρωσία.
Για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν θα κάνω σχόλια γιατί μπορεί να βρεθώ μπλεγμένος.
Με βάση τα παραπάνω ο κόσμος περιέφερε, μέχρι σήμερα, την ελπίδα του για ένα καλύτερο αύριο σε όλο το ιδεολογικό πολιτικό φάσμα, φιλελεύθερο-σοσιαλιστικό-αριστερό. (Δεν αναφέρω το κεντρώο γιατί αυτό τραμπαλίσθηκε μεταξύ του φιλελεύθερου και του σοσιαλιστικο-αριστερού χώρου)
Σήμερα ξεμένοντας από επιλογές δεν ξέρει που να κρύψει τον θυμό του, τον οποίο δικαιολογημένα στρέφει κυρίως εναντίον της κυβέρνησης.
Θεωρώ στοιχειώδη υποχρέωση, εδώ που έφτασαν τα πράγματα, τόσο η κυβέρνηση όσο και τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου να πούνε την αλήθεια στον κόσμο χωρίς στρογγυλέματα και να προχωρήσουν, κοινή συναινέσει, στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις χωρίς να υπολογίσουν το αναθεματισμένο πολιτικό κόστος.
Ελπίζω σύντομα να καταλάβουν και οι εταίροι μας ότι εφάρμοσαν ένα 5-ετές καταστροφικό πρόγραμμα, όπου χάσαμε το ένα τρίτο του ΑΕΠ μας, αναγνωρίζοντας με αλλαγή της στάσης τους, ότι έκαναν ένα μεγάλο λάθος.
Υ.Γ.
Είναι εκνευριστικό να παρακολουθείς με αφορμή την τελευταία δημοσκόπηση, τους κατ’ επάγγελμα αλλήθωρους κομματικούς πολιτικούς αναλυτές να θριαμβολογούν για την ανατροπή της πρωτιάς κατά 3,7% υπέρ της ΝΔ και την ίδια στιγμή να περνάνε ασχολίαστο το ποσοστό 39.7% αποστροφής του κόσμου από το πολιτικό προσωπικό.
* Ο Γιώργος Ταταράκης είναι πολιτικός μηχανικός