Ένα ιστοριογραφικό κενό
Του ΑΝΤΩΝΗ ΧΟΥΡΔΑΚΗ*
Η «μνήμη του Εικοσιένα» για τις περιοχές εκείνες που εντάχθηκαν στο νεοπαγές ελληνικό κρατίδιο με τα ευρωπαϊκά πρωτόκολλα και τους διακανονισμούς του 1830 και 1832 αντίστοιχα υπήρξε «δοξαστική», για όσες όμως αποκλείστηκαν ήταν τραυματική και επώδυνη. Το «πένθος» του 1821 για την Κρήτη επουλώθηκε μετά από ογδόντα και πλέον χρόνια, το 1913. «Η Ελλάς (…) ήτις μη έχουσα την Κρήτην δεν έχει ό,τι της είναι αναπόφευκτον… και αν (…) επέπρωτο να «την» υστερηθή (…) έπρεπε και δια πάντα να πενθηφορή», γράφει στα «Κρητικά» του (1842: Εισαγωγή) ο συγγραφέας και χωρογράφος του 19ου αιώνα Μιχαήλ Χουρμούζης Βυζάντιος.
Ωστόσο, μια επέτειος γύρω από το 1821, χωρίς μνεία στις συναισθηματικές αντιδράσεις που είχε στους πληθυσμούς τους ο αποκλεισμός των περιοχών αυτών, είναι ένα μεγάλο κενό. Ο Lucien Febvre (μαζί με τον Mark Bloch), πριν από ογδόντα χρόνια, είχε εισηγηθεί τη συγγραφή μιας συνολικής και συνθετικής ιστορίας όλων των υπαρξιακών συνθηκών του ανθρώπου (τον αναπαραστασιακό και συναισθηματικό εγραμματισμό μας στην ιστορία). Βέβαια, στην πρόσληψη της ελληνικής επανάστασης συχνά υποβαθμίζουμε τη συναισθηματική σφαίρα σε σχέση με τη διανοητική, «εκλογικεύοντας» την αφήγηση για πρόσωπα, γεγονότα, τόπους μνήμης, και απομειώνοντάς τα από συναισθήματα και συγκινήσεις που a fortiori γνωρίζουμε ότι επιδρούν όχι μόνο στις αντιλήψεις των ανθρώπων, στους θεσμούς και στις λειτουργίες τους, αλλά αποτελούν και τον καταστατικό χάρτη της ίδιας της ιστορίας.
Ένα ενδιαφέρον ερώτημα που οφείλουμε να θέσουμε άμεσα είναι: πώς αισθάνθηκαν αρχικά οι επαναστατημένοι Έλληνες της Κρήτης, οι οποίοι, μετά από μια δεκαετία σχεδόν, είδαν τον αγώνα τους να αποτυγχάνει, συγκριτικά με τους υπόλοιπους συμπατριώτες τους, και πώς εκφράσανε και αναπαραστήσανε (βιο-πολιτισμική κατάσταση) αυτό που αισθάνθηκαν αμέσως μετά, στην περίοδο της αιγυπτιοκρατίας (1830-1841); Επιπλέον, πώς ένιωσαν οι Οθωμανοί Κρήτες, οι οποίοι επίσης υποτάχθηκαν «εις τους ανέκαθεν εχθίστους αυτών Αιγυπτίους», αλλά και πώς νιώσανε οι απελευθερωμένοι Έλληνες για την απώλεια της Κρήτης;
Για την απάντηση των ερωτημάτων αυτών, τα συναισθήματα, στο πλαίσιο της συναισθηματικής στροφής στην ιστορία, κατέχουν κεντρική θέση, διότι αφενός θα «συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας πιο εμπεριστατωμένης περιγραφής της πολιτικής δράσης», και αφετέρου θα αποτελέσει τον κρίκο που θα συνδέσει το ατομικό με το συλλογικό, το δημόσιο με το ιδιωτικό, το πολιτικό με το ψυχολογικό (ψυχοϊστορία), το ερευνητικό με το εκπαιδευτικό, ανασκευάζοντας αυτό που κατά βάση θεωρούσαμε μέχρι πρόσφατα ως ανορθολογισμό και ουτοπία ή ρομαντικό κατάλοιπο (Βερέμη, ό.π.). Αλλά η πλήρωση ενός τέτοιου κενού εξακολουθεί να είναι δυσεπίτευκτη. Και παρά τις μεμονωμένες προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, η συγκρότηση ενός «Αρχείου Συναισθημάτων» για την ελληνική επανάσταση, ανά περιοχή, είναι ένα ερευνητικό και εκπαιδευτικό ζητούμενο, με υπαρκτό, ασφαλώς, τον κίνδυνο διολίσθησής μας στον εθνοκεντρισμό και τον διδακτισμό, επειδή αναφερόμαστε σε τραυματικές μνήμες.
Άσυλα συναισθημάτων
Η συγκρότηση αυτών των Αρχείων των «ευαισθησιών», θα υπαγόταν, σύμφωνα με την Rosenwein, στις λεγόμενες «συναισθηματικές εστίες» ή «κοινότητες» («emotional communities»), ή «συναισθηματικά άσυλα» (emotional refuges). Δεν είναι συγκυριακό ότι ο Γ. Τσοκόπουλος, ένα άλλος, όχι και τόσο γνωστός, ιστορικός των επαναστάσεων της Κρήτης, τη χαρακτηρίζει ως «διαρκή εστία αισθήματος και πατριωτισμού» (1896: 8). Η μελέτη των εστιών αυτών: (α) καθιστά το παρελθόν πιο αφομοιώσιμο, και προσλήψιμο, (β) μας διασυνδέει αμεσότερα με τα κοινωνικά υποκείμενα που επαναστατήσανε, επιτρέποντάς μας την επανάγνωση των ταυτοτήτων και των νοοτροπιών τους, και (γ) κυρίως μας αναγκάζει να σκεφτούμε πού και πώς οι άνθρωποι πορεύτηκαν στη ζωή τους εντός ή και εκτός του γεωγραφικού τους στίγματος.
Απογοήτευση, οργή, θυμός, εκδίκηση, αμοιβαίο μίσος, αγανάκτηση, δυσαρέσκεια, έκπληξη, φρίκη, άλγος, στενοχώρια, ευαίσθητη ψυχή, συμπάθεια, ανυπόφορη κατάθλιψη, διάψευση ονείρων, αηδία, δυστυχία, απορία, βιασμός, πικρά δάκρυα, γόοι, οικτρά δέηση, ικεσία, καρτερία, φόβος, ανασφάλεια, οίκτος, απολύτρωση, ελπίδα, κ.ά.π., συνθέτουν τα «συναισθηματικά καθεστώτα» (emotional regimes) ή τα «άσυλα» που μπορούμε να εισχωρήσουμε για να ανασυγκροτήσουμε το διανοητικό σύμπαν των ανθρώπων της εποχής. Μια ιστορία του οίκτου, της οργής, της σκληρότητας, της συμπάθεια, ή του μίσους, κ.λπ. θα μας δείξει ότι η ανθρώπινη φύση στην επανάσταση δεν είναι μια παγωμένη εικόνα. Χρειάζεται, ωστόσο, να βρούμε τα μεθοδολογικά εργαλεία για να διερευνήσουμε πώς και υπό ποιες ιστορικές, πολιτικές, πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες γεννήθηκαν τα καθεστώτα αυτά και προκάλεσαν π.χ. βίαιους εκτοπισμούς (Ελλήνων ή Οθωμανών) εντός ή εκτός Κρήτης, την εκδικητική μανία των Τουρκοκρητικών, ή τις μεγάλες ροές Ελλήνων προσφύγων προς την ελεύθερη Ελλάδα.
Τα συναισθήματα, επειδή αποτελούν το βαρόμετρο της κοινής γνώμης, δικαιολογούν πολιτικές εξεγέρσεις, διαταραχές, ή βίαιες διαμαρτυρίες ομάδων ή ατόμων, γεγονός που επιβάλλει την ιστορική τους αξιοποίηση. «Εκπλάγησαν και έφριξαν οι πολυπαθείς Κρήτες», γράφει ο Χουρμούζης (ό.π.: α’), και ο Καλλίνικος Κριτοβουλίδης μας εξιστορεί ότι: «υπέφεραν εκατονταπλασίως (…) το οδυνηρόν τέλος της αποτυχίας των» και «εμβρόντητοι μείναντες εκείνοι επί τω παραδόξω τούτω ακούσματι και άφωνοι έχυσαν μόνον δάκρυα πικρά». Για τον Fernandez-Armesto: «Οι αντιλήψεις της ψυχολογίας μπορεί να έχουν τεράστια σημασία (…) για την προσπάθεια να κατανοηθούν οι συλλογικές νοοτροπίες και οι σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες».
Ανάγκη για μια ιστορία των συναισθημάτων
Ο αποκλεισμός της Κρήτης παρήγαγε, όπως είδαμε, σωρεία ανάμικτων συναισθημάτων και στις δύο εθνοθρησκευτικές κοινότητες που, υιοθετώντας το σχήμα της Rosenwein, μπορούμε να τα υπαγάγουμε και να τα αναλύσουμε σε «αισθηματικές» ομοταξίες, όπως, για παράδειγμα: (α) κοινωνικές ομάδες, σύνολα, σώματα, ή συσσωματώσεις, (β) απομνημονεύματα του αγώνα, (γ) περιηγητικά κείμενα, (δ) τα αποκαλούμενα «ικετήρια» ή «παρακλητήρια» έγγραφα, (ε) φωτογραφίες, πορτρέτα ή απεικονίσεις των ανθρώπων της εποχής.
Α. Στις κοινωνικές ομάδες, σύνολα, σώματα, συσσωματώσεις ή συγκεντρώσεις υπάγονται επαναστάτες, οπλαρχηγοί, εκπρόσωποι ευρωπαϊκών δυνάμεων, τοπικά ή κεντρικά συμβούλια, η προσωρινή διοίκηση Κρήτης, το Κρητικό Συμβούλιο, οι αντιπρόσωποι των επαρχιών, πληρεξούσιοι, κ.λπ., των οποίων τα μέλη αναπτύσσανε και εκφράζανε συναισθηματικές αντιδράσεις και ευαισθησίες (συγκλίνουσες ή αποκλίνουσες ή και αποσχίσεις), παράγοντας έναν αριθμό απευθύνσεων («κειμενικών εστιών»/ «textual communities»), που χρειάζεται να τις επανεξετάσουμε (αποφάσεις, διακηρύξεις, διαταγές, εκκλήσεις, αλληλογραφία, κ.λπ.) για να τις επανερμηνεύσουμε από την οπτική της ιστορικής ψυχολογίας, συνδέοντάς τις με την διανοητική /πολιτισμική ιστορία.
Β. Ο χριστιανικός και μουσουλμανικός πληθυσμός, που εξ ορισμού, συνθέτει δύο διαφορετικές εθνοθρησκευτικές και συχνά αντιτιθέμενες συναισθηματικές κοινότητες ή εστίες, αποτελεί προέκταση της πρώτης κατηγορίας στο σχήμα μας. Η παράμετρος αυτή, που είναι και η πιο περίπλοκη, επιβάλλει, στο πλαίσιο της ιστορικής ψυχολογίας να αναπτύξουμε νέες μεθόδους για τη μελέτη και διδασκαλία τους ήδη από την προεπαναστατική περίοδο. Η Ζέη κάνει λόγο για «ρηγματώδη κόσμο», εφιστώντας την προσοχή μας στον «ρόλο των μουσουλμάνων της Κρήτης στις εσωτερικές διαμάχες που διχάζουν την επανάσταση» («Εισαγωγή», ό.π.: 64), για «αντίδραση και ρήξη» μιλάει ο Ψιλάκης (ό.π.: 765) και ο Ραγκαβής μας αναφέρεται στους: «φρυάττοντας (…) και πνέοντας εκδίκησιν» Κρήτες Οθωμανούς (ό.π: 476). Μετά το «χάος» της επανάστασης, «οι χριστιανοί ένιωθαν και πάλι ότι ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας», ενώ «οι Τουρκοκρήτες έμοιαζαν πλέον μ’ ένα σώμα χωρίς ψυχή. Νοσταλγούσαν το παρελθόν και περίμεναν μεταβολή της κατάστασης». Ο Ραγκαβής, αναφέρει ότι ο Μεχμέτ Αλή επεδίωξε «να πραΰνη τον τρόμον» και να επιφέρει «κατάργησιν των καταχρήσεων και καταθλίψεων» (Ραγκαβής, ό.π.: 477), ενώ ο Ψιλάκης για μια κατ’ επίφαση πολιτική ενός «επεστιλβωμένου καπήλου» κατά των «καταπεπονημέων νησιωτών» (Ψιλάκης, ό.π.: 760, 764). Η ενδοκοινοτική σύγκρουση μετατρέπεται γρήγορα σε διαφυλετική και διαθρησκευτική. Η ψυχολογική ιστορία της επανάστασης στην Κρήτη φαίνεται να διαθέτει εύρος και δυναμική που δεν έχει αναδειχθεί όσο θα έπρεπε σε σχέση με τις κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες που επικρατούσαν.
Γ. Τα απομνημονευματικά κείμενα, που αν και είναι λίγα προς το παρόν για την Κρήτη, συνιστούν μία υπολογίσιμη «κειμενική» και «συναισθηματική εστία ή κοινότητα». Η διήγηση του Κριτοβουλίδη, όπως είδαμε πριν, παρά τη χρήση της καθαρεύουσας, είναι αρκούντως συναισθηματική και σε αρκετές περιπτώσεις γίνεται «σπαρακτική». Στον αντίποδα, βρίσκεται ο Φραγκίσκος Λιμπρίτης, ένας λιγότερο γνωστός απομνημονευματογράφος, ο οποίος είναι «ψυχρός» στην περιγραφή του: «μόλας τας προσπαθείας της δεν ηδυνήθη η Ελληνική Κυβέρνησις να κατορθώση τίποτα προς απελευθέρωσιν της Κρήτης, αλλά δυστυχώς μένει εις τους Τούρκους». Συναισθηματική, εντούτοις, παρουσιάζεται η πρώτη, μέχρι σήμερα, γυναίκα χρονογράφος, η Αντωνούσα Καμπουράκη. Στο έργο της, που εκδίδει στη Σύρο το 1840, εξιστορεί έμμετρα τα δεινά της πατρίδας της: «Πατρίδα μου τον θάνατον έχομεν ευτυχία,/ (…) Έξευρε ότ’ ο θάνατος είναι πλέον χαρά μας», «Άνδρες γενναίοι της πατρίς η ώρα μας βιάζη,/ η Κρήτη η περίφημος μετά δακρύων κράζει/ (…) Ρύακες εγεινήκασι τα δάκρυα των οφθαλμών μας».
Δ. Τα περιηγητικά κείμενα του 19ου αιώνα, που πολλά γράφτηκαν από Άγγλους, στο πλαίσιο του Grand tour της αγγλικής διπλωματίας, συγκαταλέγονται στην τέταρτη ομοταξία συναισθηματικών αναφορών. Τόσο οι Έλληνες όσο και οι Οθωμανοί, επειδή αποτελούν ξένους για τους περιηγητές, η κρίση τους και για τους δύο έχει ειδικό ιστορικό βάρος. Ενδεικτικά αναφέρουμε, πριν την επανάσταση, τον Αυστριακό γιατρό Franz Sieber, ο οποίος στο έργο του περιγράφει τις δυσκολίες και τους εμπαιγμούς που υπέφεραν οι Έλληνες του νησιού από Οθωμανούς, τις οποίες, ωστόσο, πρέπει να δούμε στο πλαίσιο της πόλωσης και του φανατισμού που υπήρξε στις περιοχές όπου ξέσπασε η επανάσταση, και μετά την αποτυχία της ελληνικής επανάστασης στο νησί, τον Pashley, που ήδη έχουμε αναφέρει. Ενδιαφέρον «συναισθηματικό» παρουσιάζουν και τα ταξιδιωτικά κείμενα γυναικών περιηγητριών, όπως της Ελπίδας Μέλαινα και της A. Vivanti, μετά το 1865.
Ε. Τα λεγόμενα «ικετήρια» ή «παρακλητήρια» έγγραφα αποτελούν την τρίτη «συναισθηματική εστία». Ο Κριτοβουλίδης κάνει λόγο για έγγραφα των οποίων «τα πρωτότυπα απωλέσθησαν μετά των λοιπών δημοσίων εγγράφων» και ότι είναι κυρίως κείμενα τοπικών ή του Κρητικού Συμβουλίου: «εν οις εξιστορεί μετά περιπαθών εκφράσεων τα δεινοπαθήματα του κρητικού λαού, τα προ της επαναστάσεως και τα επί της επαναστάσεως, την αξιοδράκρυτον κατάστασιν, εις ην θέτουσι δια της αποσπάσεως του εκ των λοιπών συναγωνιστών τα μέχρι τούδε πρωτόκολλα και την αδύνατον μετά των Τούρκων του λοιπού συμβίωσιν». Σε αυτά, όπως αναφέρει, «πρόσθεσαν (…) και την ανεξάλειπτον του κρητικού λαού ευγνωμοσύνην δια τα φιλανθρωπικά αισθήματα, άτινα εξέφρασαν άνδρες τινές φιλοδίκαιοι και φιλέλληνες υπέρ αυτού» (Κριτοβουλίδης, ό.π.: 467, 470, σημ. cv). «Αι ικεσίαι των Κρητών», που εντάσσονται στην παράδοση των «ικετηριών των Γραικών», πολιτικοποιούν έντονα τα αισθήματα, εξαπολύοντάς τα, τόσο απέναντι στην παγερή γεωστρατηγική των τριών ευρωπαϊκών δυνάμεων, όσο και προς αυτούς τους «συναδελφούς» Έλληνες. Ο Κριτοβουλίδης και ο Χουρμούζης το αναφέρουν εμφαντικά: «Ελπίζοντες μεταβολήν της τύχης των», από τους πρώτους («τα μεγάλα υποκείμενα»), και απαιτώντας, από τους δεύτερους, να σεβαστούν την ιερότητα των όρκων τους και να τους συνδράμουν: «χρεωστείτε να υπερμαχήσετε μέχρι τέλους μαζί μας» (Κριτοβουλίδης, ό.π.: 447, 459, 466, 473), «ο Κρης (…) βλέπων τον συνάδελφόν του Έλληνα απολαμβάνοντα τους καρπούς των αγώνων του, υψώνει προς τον ουρανόν τας πληγωμένας χείρας του και επικαλείται την θείαν αντίληψιν» (Χουρμούζης, ό.π.: α’).
Ε. Τη μελέτη των συναισθημάτων, και ειδικότερα όσων εκδηλώνονται μετά την επανάσταση ως ανεκπλήρωτης συνθήκης ή καθεστώτος, συμπληρώνει μια άλλη ομάδα «ευ-αίσθητων» ερευνητικών εστιών, οι φωτογραφίες, τα πορτρέτα ή οι απεικονίσεις των ανθρώπων της εποχής. Ως ιστορικοποιημένο αρχειακό υλικό υπάγονται στο συλλογικό ιστορικό βίωμα και τη μνήμη των εικονιζόμενων προσώπων, των οποίων τις συναισθηματικές διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις καλούμαστε να αποκωδικοποιήσουμε, με βάση το ύφος και την «πόζα» του σώματος που τους υπαγορεύει ο φωτογράφος ή ο ζωγράφος και η εθνοθρησκευτική και κοινωνική τους θέση. Για την Rosenwein, «emotions are represented by the face (…) and (…) are embedded in both the body and the brain» (ό.π.: 10).
Απομόνωση, προδοσία και φόβος
Το αίσθημα της «απομόνωσης», είναι εκείνο που κυρίως προβάλλει στα κείμενα αυτά: «απεσπάτο η Κρήτη της λοιπής Ελλάδος», «αποχωριζομένοι εαυτούς (…) των λοιπών συναγωνιστών» (Κριτοβουλίδης, ό.π.: 460, 463- 464, 472), όπως και ο μεγάλος φόβος. Χαρακτηριστικές για το θέμα είναι οι περιγραφές του Pashley: «Ο καθένας (…) μπορεί να αντιληφθεί τον φόβο και τον τρόμο που κατέλαβε τους Κρήτες», ή «Αυτοί οι φόβοι και τα προαισθήματα μεταδόθηκαν αμέσως σε όλα τα χωριά», «Οι φόβοι που δημιουργήθηκαν στις καρδιές των ανθρώπων (…) ήταν τόσο έντονοι, ώστε αντί να διαλυθούν συγκροτήθηκαν σε διαρκή Συνέλευση». Παράλληλα, φόβος διακατείχε και τους Οθωμανούς, όπως ανέφερε σε έκθεσή του για την Κρήτη ο Άγγλος προξενικός υπάλληλος στο Κάϊρο (1833-1841), Patrick Campbell.
Ερευνητικό και διδακτικό, ωστόσο, ενδιαφέρον έχει και η ανταπάντηση που έδιναν οι Έλληνες της Κρήτης στους λίγους αλλά υπαρκτούς Έλληνες, οι οποίοι αμφισβητούσαν το δικαίωμά της στην ελευθερία: «οίτινες ασυνειδήτως φρονούν και λέγουν ότι, όστις δεν εγεννήθη εντός των ορίων της ελευθέρας ελλάδος (sic) δεν πρέπει να χαίρη και τα αυτά με τους αυτόχθονας δικαιώματα» (Χουρμούζης, ό.π.: γ’- δ’). Οι χριστιανοί της Κρήτης νιώθουν πλέον αβοήθητοι από την καποδιστριακή κυβέρνηση και από τα ομόδοξα χριστιανικά κράτη της Ευρώπης: «Προδίδουσα ούτως η Ευρώπη (…) τας υποχρεώσεις αυτής δια της (…) αποπομπής λαού μαρτυρικώς δοκιμασθέντος» (Ψιλάκης, ό.π.: 741). Παράλληλα, αισθάνονται ότι εκβιάζονται σε ένα δεύτερο καθεστώς υποταγής και δεν αντέχουν: «να παραδοθώσιν (…) εις δευτέραν υποδούλωσιν» (Κριτοβουλίδης, ό.π.: 460, 464). Υπό ανάλογο συναισθηματικό καθεστώς γράφει και ο Χουρμούζης: «τουλάχιστον να μην εβίαζαν την υποδούλωσίν της», «μαχόμενοι πολλάκις και μ’ αυτά ακόμη τα στοιχεία (…) και εβάψαμεν ολόκληρον την γην της γεννήσεώς μας με τα αίματά μας, τα οποία αχνίζουν εισέτι» (Χουρμούζης, ό.π.: γ’ και «Εισαγωγή»).
Συμπερασματικά
Σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των συναισθημάτων που κάνουν οι Goodwin, Jasper και Polletta, τα συναισθήματα δεν διαφέρουν μόνο ως προς την πηγή και τη μορφή τους, αλλά και ως προς τη διάρκειά τους: η έκπληξη και ο συνεπακόλουθος θυμός των Ελλήνων Κρητικών φαίνεται να προκύπτει πιο άμεσα σε σχέση με την ντροπή και την αγανάκτησή τους για ό, τι αποφάσισαν οι «σημαντικοί» άλλοι ερήμην τους, και γι’ αυτό βρίσκονται σε υψηλότερη θέση στη συναισθηματική κλίμακα. Ο Pashley, π.χ., κάνει λόγο για εξαπάτηση των συναισθημάτων του κρητικού λαού και για «αηδιασμένους» Έλληνες (Pashley, ό.π.: 15).
Τα αισθήματα προσελκύουν το ερευνητικό και διδακτικό μας ενδιαφέρον γιατί αρχικά μας κινούν την περιέργεια και έπειτα μας εξωθούνε να ψάξουμε και να βρούμε πώς διαμορφώθηκε η κοινωνική και πολιτική ζωή μετά την επανάσταση μέσα σε ένα πολιτικά και κυρίως συναισθηματικά ασταθές μακρύ καθεστώς (μέσα από τις μεταβασιολογικές θεωρήσεις του «not yet»).
Για τον Jasper, τα συναισθήματα: «are present in every phase and every aspect of protest (social movements and protest) (…). They motivate individuals, are generated in crowds, are expressed rhetorically (…). Emotions are both means and ends (…)». Η ιστορία, εντέλει, περνάει μέσα από τους ανθρώπους και είναι φτιαγμένη από το υλικό των συναισθημάτων των δρώντων προσώπων, των χρονογράφων, των αφηγητών και των αναγνωστών της, αρκεί ιστορικοί, εκπαιδευτικοί και μαθητές/ μαθήτριες να τα «ενορχηστρώσουν» με όρους αντικειμενικότητας για να αισθανθούμε το βάθος τους.
* Ο Αντώνης Χουρδάκης είναι kαθηγητής Παιδαγωγικού Τμήματος Πανεπιστημίου Κρήτης
Σημειώσεις
1. Κουλούρη Χρ., Φουστανέλες και χλαμύδες. Ιστορική μνήμη και εθνική ταυτότητα 1821-1930, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2020: 47.
2. Για τον τρόπο με τον οποίο συναρθρωνόμαστε με το ιστορικό παρελθόν, την τραυματική μνήμη, και τη διδακτική χρήση τους, βλ. Κόκκινος Γ, «Εκβάλλοντας στην ίδια κοίτη: θεωρία/ επιστημολογία της ιστορίας, ιστορία της ιστοριογραφίας, διδακτική της ιστορίας», Κόκκινος Γ., Γατσωτής Π., Για μια Σφαιρική και Πολυδιάστατη Ιστορική Εκπαίδευση, Πεδίο, Αθήνα 2020.: 72-75.
3. Ραγκαβής Ιάκωβος Ρίζος, Τα Ελληνικά, τ. 3, εκ του τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, εν Αθήναις 1854: 476 – 477.
4. Λιάκος Α., «Ανάμεσα στην ιστορία και το συναίσθημα», εφημ. Το Βήμα, 25 Νοεμβρίου 2008, https://www.tovima.gr/2008/11/25/opinions/anamesa-stin-istoria-kai-sto-synaisthima/ Stearns P.N., «Preface: Why Do Emotions History?», Rubrica Contemporanea, 4, 7, 2015: 8, Boddice Rob, «The History of Emotions: Past, Present, Future», Revista de Estudios Sociales, 2017, 62: 10-15. https:// dx.doi.org/10.7440/res62.2017.02., Athanasiou A., Hantzaroula P., Yannakopoulos K., «Towards a New Epistemology: The «Affective Turn», Historein, 2008, 8: 10, DOI:10.12681/historein.33, Lang J., «New histories of emotions», Review essays, History and Theory, 57, 1, 2018: 105, 108, 112.
5. Βερέμη Έ., «Συναισθήματα και Κοινωνικά Κινήματα. Η Θέση της Θυμικής Παραμέτρου στις Κοινωνικές Επιστήμες», Intellectum, 2008, 04: 105, https://www.intellectum.org/articles/issues/intellectum4/ITL04P105117_Synaisthimata.pdf
6. Λούκος Χρ., «Η επανάσταση του 1821. Από κυρίαρχο αντικείμενο έρευνας και διδασκαλίας, στην υποβάθμιση και σιωπή», Π. Κιτρομηλίδης, Τρ. Σκλαβενίτης (επιμ.), Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας 1833- 2002, Πρακτικά, τ. Α΄, ΚΝΕ/ΕΙΕ, Αθήνα 2004: 590-592.
7. Rosenwein B. H., Problems and Methods in the History of Emotions, Passions in Context I, 1, 2010: 11, https://www.passionsincontext.de/uploads/media/01_Rosenwein.pdf
8. Εξερτζόγλου X., «Τα συναισθήματα έχουν τη δική τους ιστορία», εφημ. Καθημερινή, 13.05.2007, https://www.kathimerini.gr/culture/286070/ta-synaisthimata-echoyn-ti-diki-toys-istoria/
9. Μουρέλλος Ι., Ιστορία της Κρήτης, τ. Β’, Ηράκλειο 1950: 836-845, Ανδριώτης Ν., «Κρήτες πρόσφυγες κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της επανάστασης του 1821», Πεπραγμένα ΙΒ’ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου Ηράκλειο, 21-25/9/2016: 4-5, https://12iccs.proceedings.gr/uploads/029_%CE%93_%CE%91%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CF%84.pdf, Poulios St., “The Muslim exodus from Crete: Property destruction, urbanization, and counterviolence”, Lyberatos A. (επιμ.), Social Transformation and Mass Mobilisation in the Balkan and Eastern Mediterranean cities, 1900-1923, Ηράκλειο 2013: 267-287. Η βία (μουσουλμανική και χριστιανική), ιδεολογικά φορτισμένη, στην προεπαναστατική, επαναστατική και μετεπαναστατική Κρήτη χρήζει συστηματικής διερεύνησης, βλ. Σπυρόπουλος Γ., Οθωμανική διοίκηση και κοινωνία στην προεπαναστατική δυτική Κρήτη. Αρχειακές μαρτυρίες (1817-1819), ΥΠΕΘ/ ΓΑΚ -Αρχεία Ν. Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 2015: 97
10. Κριτοβουλίδης K., Απομνημονεύματα: Του περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών, Εισαγωγή- Επιμέλεια- Σχόλια Ελ. Ζέη, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2021: 456, 464.
11. Fernandez-Armesto F., «Επίλογος: τι είναι ιστορία σήμερα;», Cannadine D. (επιμ.), Τι είναι ιστορία σήμερα;, μτφρ. Κ. Αθανασίου, 2007: 279.
12. Για μια συνοπτική παρουσία των λόγων της αποτυχίας της επανάστασης, βλ. Ανδριώτης Ν., Κολοβός, Ηλ. (επιμ.), Όψεις της επανάστασης στην Κρήτη, Κοινωφελές Ίδρυμα Αγίας Σοφίας, Δήμος Αποκορώνου, ΒΔΒΗ, Κρήτη, 2021, «Εισαγωγικό σημείωμα»: 14
13. Βλ. Brett A., «Τι είναι διανοητική ιστορία σήμερα;», Cannadine D., ό.π.: 234-236.
14. Βλ. Περάκης Μ., Κρήτη. Το νησί των προσαρμογών, Ασίνη, Αθήνα 2017: 64.
15. Κροκίδας Π., «Η μετάβαση από το «χάος» της επανάστασης στη νέα «τάξη» μιας νέας εξουσίας. Η Κρήτη υπό την κυριαρχία του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, 1830-1841», Ανδριώτης Ν., Κολοβός, Ηλ. (επιμ.), ό.π.: 291-292.
16. Πεπονάκης Μ., Εξισλαμισμοί και επανεκχριστιανισμοί στην Κρήτη (1645-1899), διδακτορική διατριβή, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 1994: 74-75.
17. Δρακάκης Μ., Ξυπόλυτοι και καραβανάδες. Παιδεία και πολιτική στο Ηράκλειο του ύστερου 19ου αιώνα, HM Studies and Publishing, Κύπρος 2015: 5.
18. «Σπαρακτικές σελίδες γραμμένες σε ψυχρή καθαρεύουσα», εφημ. Καθημερινή, 05 Απριλίου 2021, https://www.kathimerini.gr/culture/books/561316642/sparaktikes-selides-grammenes-se-psychri-kathareyoysa/
19. Βουρλιώτης Μ., «Το μικρό απομνημόνευμα του Φραγκίσκου Λιμπρίτη για την επανάσταση στην Κρήτη (1825-1830)», Ν. Ανδριώτης, et al. (επιμ.), Αρχειακές ψηφίδες για τον Άγιο Θωμά Μονοφατσίου (16ος-19ος αι.), Περιφέρεια Κρήτης, Ηράκλειο 2018: 253.
20. Θα την τοποθετούσαμε στην παράδοση των λαϊκών έμμετρων αφηγήσεων, με έντονο το συναίσθημα του αλυτρωτισμού, βλ. Αγγέλου Άλ., «Πρώιμες μορφές ιστορικών αφηγήσεων», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους,, τ. Ι’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1974: 407, 408.
21. Καμπουράκη Αντωνούσα, Ποιήματα τραγικά, Εισαγωγή-Επίμετρο: Β. Ρούσσου, Στιγμός, 2021: 140-143, 146, 147.
22. Εκκεκάκης Γ., Περιηγητές και περιηγητικά κείμενα για την Κρήτη (15oς μέχρι και 20ος αιώνας), Ρέθυµνο 2006.
23. Espinosa Manuel Serrano, «Η κρητική ταυτότητα μέσα από τις μαρτυρίες ξένων ταξιδιωτών του ΙΘ’ αιώνα», https://www.eens.org/EENS_congresses/2010/Serrano_Manuel_(ng).pdf
24. Sieber F.W., Ταξιδεύοντας στη νήσο Κρήτη το 1817, Εισαγωγή – σχόλια Γ. Γρυντάκης, Ιστορητής, Αθήνα 1994.
25. Σπυρόπουλος Γ., ό.π.: 24. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Βαχίντ πασάς. Η ατυχής θητεία του στο νησί συμπλέκεται συναισθηματικά με το άκρατο μίσος που αισθάνεται για τους Έλληνες επαναστάτες και με το φόβο του μήπως φανεί δειλός και ανάξιος στους ομοεθνείς του.
26. Βλ., επίσης, Ψιλάκης, Β., Ιστορία της Κρήτης, τ. Γ’, εκ του τυπογραφείου Νέας Ερεύνης, εν Χανίοις 1909: 739, Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, «Έκκληση του Κρητικού Συμβουλίου προς τους ναυάρχους (…), 2/6/1830», τ. 25, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2012: 51-54
27. Καμαριανός Ν., «Επτά σπάνια ελληνικά φυλλάδια δημοσιευμένα στην Πετρούπολη (1771-1772)», Ο Ερανιστής, 1986, 18, 4: 5-7, doi:https://doi.org/10.12681/er.284
28. Ζέη Ελ., Χώρος και φωτογραφία, ΠΙΟΠ, Αθήνα 2005: 20 και σημ. 6.
29. Βλ. Burke P., Αυτοψία. Οι χρήσεις των εικόνων ως ιστορικών μαρτυριών, Μεταίχμιο, Αθήνα 2003.
30. Για το θέμα του φόβου και της εξιστόρησής του, γενικά, στην Ελληνική επανάσταση, βλ. Χρ. Λούκος, ό.π.: 590, σημ. 23.
31. Pashley R., Ταξίδια στην Κρήτη, μτφρ. Δ. Γόντικα, τ. Ά, ΒΔΒΗ, Ηράκλειο 1994: 16-17.
32. Βλ. Περάκης, ό.π., σημ. 57, και Wilson D., List of British Consular Officials in the Ottoman Empire and its former territories, from the sixteenth century to about 1860, July 2011: 44, http://www.levantineheritage.com/pdf/List_of_British_Consular_Officials_Turkey(1581-1860)-D_Wilson.pdf
33. Για το μοτίβο ένταξης στη χριστιανική οικογένεια της Ευρώπης και την απογοήτευση των Ελλήνων, τελικά, από αυτό, βλ. Κατσιαρδή-Hering Όλ., «Nα εξομοιωθώμεν με τους λοιπούς συναδέλφους μας Ευρωπαίους χριστιανούς»: η ιδέα της Ευρώπης σε ελληνικά κείμενα στα χρόνια γύρω από την Επανάσταση του 1821», Ε. Χατζηβασιλείου, Πολιτικοί προσανατολισμοί του νέου ελληνισμού, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2012: 25-27.
34. Goodwin J., Jasper J. M., Polletta F. (eds.), Passionate politics: Emotions and social movements, Chicago, IL: University of Chicago Press, 2001: 10-12, https://voidnetwork.gr/wp-content/uploads/2016/10/Passionate-Politics-Emotions-and-Social-Movements-Jeff-Goodwin.pdf
35. «Έκτοτε δε (…) η ύπαρξις και η ιδιοκτησία ήσαν διηνεκώς εν στάσει φρικώδους αβεβαιότητος», αναφέρει ο Ραγκαβής, ό.π.: 578. Βλ. Χουρδάκης Α., «Μεταβάσεις, επιλογές και κοινωνική διαστρωμάτωση στο χώρο της εκπαίδευσης στην Κρήτη στις αρχές του 20ου αιώνα», Επιστήμες της Αγωγής, Θεματικό τεύχος, 2011, 11: 25-48.
36. Jasper J., «Emotions and Social Movements: Twenty Years of Theory and Research», Annual Review of Sociology, 2011, 37, 1: 1, DOI:10.1146/annurev-soc-081309-150015.