Του Ανδρέα Ξανθού
Η έναρξη μαζικών εμβολιασμών κατά του SARS-CoV-2 στη Μεγάλη Βρετανία είναι σίγουρα ένα πολύ καλό και αισιόδοξο νέο. Στην προσπάθεια αναχαίτισης της πανδημίας προστίθεται ένα σημαντικό «όπλο» που, όπως όλα τα εμβόλια στην ιστορία των λοιμωδών νοσημάτων, μπορεί να αλλάξει ριζικά τους όρους με τους οποίους δίνει η ανθρωπότητα αυτή τη μάχη. Αλλά σίγουρα το εμβόλιο δεν αρκεί, ούτε η έκβαση της μάχης έχει οριστικά κριθεί. Η θετική αυτή εξέλιξη έχει σχέση με την παγκόσμια κινητοποίηση επιστημόνων, ερευνητών, φαρμακευτικών εταιρειών και διεθνών οργανισμών. Και όλοι ξέρουμε ότι πίσω από τις δημόσιες ανακοινώσεις και τις θριαμβολογίες κρύβονται επιχειρηματικοί ανταγωνισμοί, χρηματιστηριακά παιγνίδια, σύγκρουση ισχύος μεγάλων χωρών, προσπάθεια μικροπολιτικής εκμετάλλευσης από τις κυβερνήσεις. Ακόμα και για τον «εθνικισμό των εμβολίων» έχει μιλήσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ). Αυτά ισχύουν, αλλά ισχύει ταυτόχρονα ότι τα νέα εμβόλια έχουν τεράστια αξία για τη δημόσια υγεία και για την προοπτική «θωράκισης» των κοινωνιών απέναντι σ’ αυτήν την πρωτόγνωρη και διασυνοριακή υγειονομική απειλή. Και μάλιστα, είναι κρίσιμης σημασίας το γεγονός ότι τα εμβόλια, στον βαθμό φυσικά που διασφαλίζεται η ισότιμη και δωρεάν πρόσβαση όλων των ανθρώπων, είναι και ένα «δημοκρατικό εργαλείο» που προστατεύει με τους ίδιους όρους την υγεία κάθε ανθρώπου και τη δημόσια υγεία συνολικά. Είμαστε λοιπόν στη φάση της τελικής έγκρισης των νέων εμβολίων από τους κρίσιμους οργανισμούς (FDA, EMA) που θα αξιολογήσουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα τους. Σ’ αυτό το χρονικό σημείο αξίζει να υπενθυμίσουμε ορισμένα δεδομένα:
Η προοπτική να έχουμε πρόσβαση ως χώρα στα εμβόλια και μάλιστα σε προσιτές τιμές, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην κορυφαία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία προαγοράς και ισότιμης κατανομής των αναγκαίων δόσεων στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Τα εμβόλια δηλαδή δεν θα έρθουν στην Ελλάδα «κατόπιν ενεργειών» της κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη, αλλά ως αποτέλεσμα της κεντρικής παρέμβασης της Κομισιόν στη διεθνή φαρμακευτική αγορά, γεγονός που ανοίγει τον δρόμο για ανάλογες ρυθμίσεις και για τα υπόλοιπα καινοτόμα φάρμακα υψηλού κόστους.
Τα νέα εμβόλια επίσης είναι αυτονόητο ότι θα χορηγηθούν δωρεάν στον πληθυσμό, όπως όλα τα εγκεκριμένα εμβόλια που συμπεριλαμβάνονται στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών.
Είναι σημαντικό ότι θα αξιοποιηθούν οι δημόσιες δομές ΠΦΥ (Κέντρα Υγείας αστικού και αγροτικού τύπου, ΤΟΜΥ, ΠΙ) ως εμβολιαστικά κέντρα, διασυνδέοντας έτσι την ΠΦΥ με τη δημόσια υγεία, όπως είχαμε έγκαιρα εισηγηθεί στο υπουργείο Υγείας. Στον βαθμό που αυτό συνοδευτεί με την απαραίτητη ενίσχυση της ΠΦΥ με επιπλέον προσωπικό (γενικοί-οικογενειακοί γιατροί, νοσηλευτές, επισκέπτες υγείας, κοινωνικοί λειτουργοί), αναβαθμίζεται ο ρόλος της δημόσιας ΠΦΥ στη διαχείριση της πανδημίας και των υπόλοιπων αναγκών υγείας του πληθυσμού.
Τα εμβόλια για τον νέο κορονοϊό είναι βασικό στοιχείο μιας ολοκληρωμένης υγειονομικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία πρέπει να θέτει ως προτεραιότητα τον έλεγχο της διασποράς του ιού στην κοινότητα (με τήρηση των μέτρων, συστηματικό testing και αποτελεσματική ιχνηλάτηση), την αξιόπιστη φροντίδα των ασθενών με covid με όλα τα σύγχρονα θεραπευτικά μέσα, καθώς και την ενδυνάμωση του ΕΣΥ και των υπηρεσιών δημόσιας υγείας της χώρας. Άρα, η θετική προοπτική των εμβολίων δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να οδηγήσει ούτε σε εφησυχασμό της πολιτείας και της κοινωνίας, ούτε σε αμφισβήτηση της ανάγκης συγκροτημένου σχεδίου για τη στοχευμένη πρόληψη στις «εστίες υπερμετάδοσης» (κλειστές δομές, εργοστάσια, μέσα μεταφοράς, καταυλισμοί προσφύγων, στρατόπεδα, φυλακές, κ.λπ.) και την ενδυνάμωση του δημόσιου συστήματος υγείας. Η μάχη με τον ιό είναι μπροστά μας, το ΕΣΥ εξακολουθεί να πιέζεται αφόρητα και απαιτείται συνεχής εγρήγορση.
Η πρόσβαση στα νέα εμβόλια πρέπει να είναι εγγυημένη (με βάση την πρωτοβουλία COVAX του ΠΟΥ) για όλες τις χώρες του κόσμου χωρίς διακρίσεις. Γιατί είναι γνωστό ότι σε θέματα δημόσιας υγείας, όταν δεν είμαστε όλοι ασφαλείς δεν είναι κανένας ασφαλής.
Με άλλα λόγια, μπροστά στην πρόκληση των εμβολίων, δεν πρέπει να επικρατήσει ούτε κλίμα θριαμβολογίας και αβάσιμης προσδοκίας ότι «τελειώνουμε με την πανδημία», αλλά ούτε ατεκμηρίωτος σκεπτικισμός για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα τους. Αυτό που χρειαζόμαστε πρωτίστως είναι ειλικρίνεια, τεκμηριωμένες απαντήσεις από τους ειδικούς στα ερωτήματα που υπάρχουν και προβληματίζουν τους πολίτες, συστηματική φαρμακοεπαγρύπνηση και συνεχή αξιολόγηση της εμβολιαστικής πολιτικής. Χρειαζόμαστε υπεύθυνη και συστηματική ενημέρωση των κομμάτων, της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας, διαφάνεια και δημόσια λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα, από τις επιστημονικές πληροφορίες και το περιεχόμενο των συμφωνιών με τις εταιρείες, μέχρι τον τρόπο με τον οποίο θα οργανωθεί και θα επικοινωνηθεί η εμβολιαστική εκστρατεία. Έτσι ώστε να μην υπάρχει η παραμικρή «σκιά» στα θέματα αυτά. Ειδικά για το κρίσιμο θέμα της ευαισθητοποίησης και της συνειδητής επιλογής των πολιτών να εμβολιαστούν ως πράξη κοινωνικής ευθύνης, απαιτείται επιστράτευση προσώπων και φορέων με κύρος και αξιοπιστία στην κοινή γνώμη και όχι πολυδάπανες καμπάνιες μέσω των ΜΜΕ.
* Ο Ανδρέας Ξανθός είναι βουλευτής Ρεθύμνου, τομεάρχης υγείας του ΣΥΡΙΖΑ