Η καρναβαλική ομάδα της πόλης μας «εμείς κι εμείς», για δεύτερη χρονιά νομίζω, παρουσιάζει ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα ψυχαγωγίας στο Ρεθεμνιώτικο κοινό, με αναφορά στον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο, και σε ασπρόμαυρες κωμωδίες που μας διασκέδαζαν στα παιδικά μας χρόνια και χαράχτηκαν ανεξίτηλα στη μνήμη μας.
Ζέστη αρκετή, αλλά στα τραπεζάκια μέσα στον κινηματογράφο υπάρχουν τα ανάλογα εφόδια για δρόσισμα. Όπου δεν υπάρχουν φροντίζουν μέλη της ομάδας «εμείς κι εμείς». Ο Σιδερής με τον κλασικό νταβά των δεκαετιών του 50 και του 60, φορώντας το καπελάκι της ομάδας, μοιράζει φιστίκια, πασατέμπο και στραγάλια, συνοδευόμενα από ένα τεράστιο χαμόγελο και πολλή αγάπη. Η Όλγα παντού παρούσα με την αδελφή της, φροντίζουν κάθε λεπτομέρεια και κάνουν τα πάντα προκειμένου να εξυπηρετήσουν μαζί με άλλα μέλη της ομάδας το κοινό. Μέλη της ομάδας προσφέρουν ρακί, λικέρ, πατατάκια, ελιές, παξιμάδια και τυρί στους θεατές. Το κοινό έχει κατακλύσει το θερινό κινηματογράφο, όχι για να δει την τελευταία πολυδάπανη παραγωγή του Χόλυγουντ σε πρώτη προβολή, αλλά μια ταινία που είναι χιλιοπαιγμένη στην τηλεόραση και ο καθένας μας την έχει δει δεκάδες φορές. «Η θεία από το Σικάγο» της δεκαετίας του 50, με τους αμίμητους Γεωργία Βασιλειαδου και Ορέστη Μακρή.
Τα φώτα σβήνουν για να αρχίσει η ταινία, αλλά δεν βγαίνει ο Τζέιμς Μποντ με τη γυναίκα του χωρίς κομπινεζόν, όπως λέγαμε γελώντας πονηρά όταν ήμασταν παιδιά, αλλά προβάλλονται τα ελληνικά επίκαιρα της δεκαετίας του 50, μ’ εκείνη τη χαρακτηριστική και αξέχαστη φωνή του σπίκερ και αμέσως μετά τα τοπικά επίκαιρα της πόλης μας, εκείνης της εποχής φυσικά! Ακολουθεί η ταινία. Το κοινό δείχνει να ξεχνά αμέσως και το ΔΝΤ και τη μιζέρια της εποχής και κάθε άλλη σκοτούρα και όπως είπαμε αν και χιλιοπαιγμένη, η ταινία, προκαλεί αβίαστο και άφθονο γέλιο με τις απίστευτες κλασικές ατάκες του σεναριογράφου Αλέκου Σακελάριου.
Τελικά απ’ ότι φαίνεται με ελάχιστα πράγματα ο άνθρωπος, ο Έλληνας στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, μπορεί να είναι ευχαριστημένος και το αυθόρμητο πηγαίο γέλιο της καθημερινότητάς του, ότι και να γίνει, δεν μπορεί να του το πάρει κανένας, όπως και αν λέγεται, είτε ΔΝΤ, είτε Μέρκελ, είτε οτιδήποτε.
Μια χούφτα συμπολίτες μας, διασκέδαζαν το ρεθεμνιώτικο κοινό για μια εβδομάδα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, πολυδάπανες εκδηλώσεις και περιττά έξοδα, με μόνα όπλα και εφόδια την αγάπη στην πόλη τους, το μεράκι και τη νοσταλγία για εποχές αθώες, τότε που δεν φοβόσουν να αφήσεις το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού σου και ζητούσες από τη γειτόνισσα να σου δώσει το αλεύρι, ή τη ζάχαρη που σου έλειπε για να φτιάξεις το γλυκό του σπιτιού.
Ο ποιητής λέει πως το Ρέθυμνο δεν είναι ένας τόπος που πηγαίνεις, αλλά ένας τόπος που επιστρέφεις! Εγώ θα έλεγα πως τελικά αυτή η πόλη έχει πάντα τον τρόπο να σε κάνει ευτυχισμένο! Άλλοτε με τις καρναβαλικές εκδηλώσεις της, άλλοτε με το αναγεννησιακό φεστιβάλ της, ή ακόμα με τις υπέροχες παραλίες και τα ταβερνάκια της, με τις βόλτες στην παλιά πόλη, είτε με εκδηλώσεις σαν αυτή τη συγκεκριμένη. Η ομάδα «εμείς κι εμείς» το αποδεικνύει στην πράξη με πολύ απλό τρόπο.
Ευχαριστώ, όπως και όλοι οι θεατές εκείνης της βραδιάς πιστεύω, για τις στιγμές χαλάρωσης, ξεγνοιασιάς, και γέλιου που μου χαρίσατε.
Απλά σκέφτομαι… μήπως έχετε λάθος ονομασία; Αφού απευθύνεστε στον Ρεθυμνιώτη, στον απλό κόσμο, και του προσφέρετε τόσα όμορφα πράγματα απλόχερα, τουλάχιστον για τη συγκεκριμένη εκδήλωση, που απ’ ότι φαίνεται πλέον πάει να γίνει θεσμός, μήπως θα έπρεπε να ονομάζεστε «εμείς κι εσείς»;