Ο ανάργυρος γιατρός που πλήρωνε και τα εισιτήρια των άπορων ασθενών του – Αναξιοποίητο παραμένει το ανεκτίμητης αξίας συγγραφικό του έργο
Ένα φτωχόπαιδο από τις Βρύσες Αγίου Βασιλείου έμελλε να διαδραματίσει λαμπρή πορεία στην επιστημονική κοινότητα του Ρεθύμνου και να δημιουργήσει ένα λαογραφικό συγγραφικό πλούτο που δυστυχώς παραμένει ανεκμετάλλευτος. Η αναφορά μου στον αείμνηστο Εμμανουήλ Ιωσ. Φραγκεδάκη που ευτύχησα να γνωρίσω στα πρώτα βήματα της καριέρας μου. Ήταν ένας χαριτωμένος κύριος, μικρού αναστήματος, με την ενέργεια μικρού παιδιού κι ένα βήμα χορευτικό θα έλεγα.
Μου μιλούσε συχνά, όταν ερχόταν να αφήσει κείμενο στην εφημερίδα, για το πάθος του που ήταν η παράδοση. Ποτέ όμως δεν ήθελε να μιλά για τον εαυτό του. Πόσο σπουδαίος όμως ήταν φαίνεται και από τα δημοσιεύματα στον τύπο μετά το θάνατό του.
Έγραψε γι’ αυτόν ο Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκις με αφορμή ένα μνημόσυνό του.
«Ο Μανώλης Φραγκεδάκις κοντοχωριανός μου από τις Βρύσσες, πήγαινε στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου Ρεθύμνης, όταν εγώ φοιτούσα στην πρώτη. Τον εθαύμαζα γιατί ήτονε καλοκαμωμένος νέος, του πήγαινε θαυμάσια η κρητική ενδυμασία που ήξερε να φορή, ήτο ευχάριστος και πρόθυμος συνομιλητής και επί πλέον, έπαιζε σε βιολί τους κρητικούς σκοπούς και τους χορούς τους εχόρευε με αρκετή λεβεντιά και ευκινησία. Με την παράδοση και τον όρκο του Ιπποκράτη άσκησε και τούτος το Θείο Λειτούργημα του Ιατρού προσηνής και πρόθυμος, προσεκτικός και αντικειμενικός, εξαντλούσεν όλες τις δυνάμεις του να εξυπηρετήσει τους ασθενείς του, αφιλοκερδώς…»
Μυθιστορηματική ζωή
Ήταν όντως σπουδαίος αυτός ο άνθρωπος και η ζωή του θα ενέπνεε κάθε μυθιστοριογράφο.
Γεννήθηκε στις Βρύσες Αγίου Βασιλείου στις 20 Μαΐου («και μάγια δεν φοβούμαι»-συμπλήρωνε ο ίδιος) του 1892. Ανήκε σε πολυμελή και πολύ φτωχή οικογένεια.
Οι γονείς του εντελώς αγράμματοι, αλλά έντιμοι και εργατικοί, απέκτησαν επτά παιδιά, τέσσερα αγόρια και τρία κορίτσια. Τα παιδιά μεγάλωναν μέσα στην απόλυτη στέρηση και με τους καπνούς από τις επαναστάσεις διάχυτους ακόμα παντού. Ο μικρός Μανόλης, μάλιστα, θυμόταν καλά την τελευταία επανάσταση.
Ήταν πέντε χρονών όταν πρωτοπήγε σχολείο στα Ακούμια, γιατί στο χωριό του δεν υπήρχε ούτε σχολείο ούτε δάσκαλος. Τον μετέφερε, στην πλάτη του, ένα χωριανάκι του, από τη χαρά του που θα είχε και παρέα στο σχολείο. Έλεγαν κι εκείνο το παιδί Μανόλη. Πέθανε αργότερα στην Αμερική, όπου είχε πάει μετανάστης.
Μόνο τέσσερα παιδιά από τις Βρύσες είχαν το προνόμιο να πηγαίνουν σχολείο. Από αυτά μόνο τα δύο τέλειωσαν το δημοτικό κι έδωσαν εξετάσεις για το Σχολαρχείο. Και πέτυχε μόνο ο Μανόλης. Μια ώρα δρόμο έκανε καθημερινά με τα πόδια για να πάει στο σχολείο του που ήταν στο Άγιο Πνεύμα. Επέστρεφε το βράδυ. Ένα χειμώνα η μητέρα του δεν τον άφησε να πηγαίνει, όλο τον καιρό γιατί έτρεχε πολύ ο ποταμός και η γυναίκα φοβόταν ότι θα πνιγεί το παιδί της. Έτσι από τις απουσίες έμεινε την πρώτη χρονιά στην ίδια τάξη.
Μετανάστης στην Αμερική
Όταν πήγε στο σχολαρχείο φόρεσε για πρώτη φορά υποδήματα ο Μανόλης, γιατί, λόγω φτώχιας, κυκλοφορούσε ξυπόλητος.
Επτά ήταν τελικά τα παιδιά μαζί με το Φραγκεδάκη, που μετά την τετραετή φοίτηση στο σχολαρχείο θέλησαν να συνεχίσουν στο Γυμνάσιο Ρεθύμνης.
Δυστυχώς για τους έξι μαθητές απορρίφθηκαν στις εισιτήριες εξετάσεις.
Έμεινε μόνος ο Μανόλης που ήταν και ο μοναδικός επιτυχών.
Φύση ανήσυχη ο μικρός δεν άντεχε άλλο τη στερημένη ζωή. Κι ένα πρωί τα παρατά και ξενιτεύεται. Ήταν το 1908, που βρέθηκε μετανάστης στην Αμερική, δηλώνοντας ζαχαροπλάστης.
Ήταν όμως αδύνατον να στεριώσει στην ξένη γη. Η νοσταλγία τον έτρωγε. Έτσι δυο χρόνια μετά, επιστρέφει στο Ρέθυμνο και συνεχίζει τις σπουδές του στο Γυμνάσιο. Στις 20 Απριλίου 1913, κλήθηκε στο στρατό. Πήγαινε στην τρίτη τάξη του Γυμνασίου. Ένα μήνα μετά κατετάγη στη Θεσσαλονίκη.
Πέρασε το Κιλκίς, καιόμενο, νύχτα, τη Δοϊράνη, τα Μπέλες, τη Στρώμνιτσα, το Πετρίτσι, τα στενά της Κρέσνας κι έφτασε στο Σιμιτλί που σημαίνει Καθάριο Ψωμί.
Εκεί σε υψώματα 1.050, έγινε η τελευταία μάχη στις 17 Ιουλίου και 18 Ιουλίου 1913 έγινε ανακωχή ηττηθέντων των Βουλγάρων.
Μετασταθμεύσανε στο όρος Όρβηλος, περνώντας τον ποταμό Στρυμώνα, με τεχνητή γέφυρα. Εκεί τους διάβασαν και την περίφημη διαταγή του Αρχιστρατήγου της 26ης Ιουλίου 1913. Τέλος ανεχώρησαν την 1η Αυγούστου επιστρέφοντας στο Κιλκίς.
Από κει όλοι οι Κρητικοί στρατιώτες βρέθηκαν στη Δράμα και αποτέλεσαν το 14ο Σύνταγμα Κρητών. Στη Δράμα ο Μανόλης προήχθη στο βαθμό του λοχία πεζικού και πολυβολητή.
Το 1914 υπηρετούσε στα πολυβόλα της 1ης Πολυβολαρχίας. Παραμονή Χριστουγέννων απολύθηκε από τις τάξεις του στρατού, γύρισε στο Ρέθυμνο και η πρώτη του δουλειά να τελειώσει το Γυμνάσιο τον Ιούλιο του 1915.
Τον Σεπτέμβρη κι ενώ ήταν έτοιμος να γραφτεί στο Πανεπιστήμιο, κηρύσσεται επιστράτευση και βρίσκεται ξανά στην 1η Πολυβολαρχία και από εκεί στα οχυρά Τουλούμπαρ και Μπούκια. Απολύθηκε 8 Ιουνίου 1916. Επέστρεψε στις Βρύσες, χωρίς ποτέ να έχει παραιτηθεί από το όνειρο των σπουδών του. Ο Σεπτέμβρης τον βρίσκει στο Πανεπιστήμιο. Ένας αδελφός του όταν εκείνος έλειπε στα οχυρά, φρόντισε να κάνει όλη τη διαδικασία εγγραφής. Έτσι ο Μανόλης δεν έχασε ούτε λεπτό.
Είχε τόση φλόγα για μάθηση ώστε τον Οκτώβρη του ίδιου έτους παρακολουθούσε μαθήματα 1ου και 2ου έτους στην Ιατρική. Οι δύσκολες εποχές και οι πολιτειακές μεταβολές επηρέασαν και τον τομέα σπουδών. Έτσι χαρίστηκαν στους φοιτητές τα μαθήματα του πρώτου έτους και αποφασίστηκε με τις διπλωματικές εξετάσεις να δοθούν και αυτές του δεύτερου έτους.
Ο αποκλεισμός των συμμάχων το 1916 φέρνει μεγαλύτερη φτώχεια και πείνα στο λαό. Τα πάντα τα πωλούσαν με δελτία. Ποιος να βρει και να στείλει έμβασμα σε ποιον; Ο νεαρός φοιτητής από την Κρήτη βρίσκεται σε μια από τις δυσκολότερες φάσεις της ζωής του. Η πείνα γίνεται ο εφιάλτης του. Ευτυχώς γι’ αυτόν το Πανεπιστήμιο άρχισε να οργανώνει συσσίτια για τους φοιτητές από την επαρχία.
Μια τιμή που δεν ξανάγινε
Αύγουστο του 1917, ο Φραγκεδάκης υποχρεώνεται να επιστρέψει ξανά στο στρατό. Ενώ το Σύνταγμα ετοιμάζεται για πόλεμο στη Μακεδονία εκείνος παίρνει φύλλο πορείας για το Έμπεδον νοσοκόμων στου Μακρυγιάννη. Από εκεί τον απέσπασαν στο Α’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο στου Μακρυγιάννη, όπου και παρέμεινε για τέσσερα χρόνια. Τα βάσανά του όμως δεν είχαν τελειώσει. Μόλις «καθάρισε» με το στρατό κατάφερε να πάρει το πτυχίο του με «ΛΙΑΝ ΚΑΛΩΣ» κι επέστρεψε στην επαρχία Αγίου Βασιλείου για να ξεκινήσει την καριέρα του ως γιατρός. Δεν πρόλαβε να στρώσει τη ζωή του.
Τον Μάιο του 1921 τον ανακάλεσαν ως Ανθυπίατρο στη Μικρά Ασία.
Έδειξε κι εκεί αφάνταστη γενναιότητα. Υπηρετούσε στο 3ο Τάγμα όταν έλαβε χρυσούν αριστείον ανδρείας, για το θάρρος και την αυτοθυσία που έδειξε σε όλες τις επιχειρήσεις στη μαρτυρική γη.
Έτυχε όμως και μια ιδιαίτερης τιμής που άργησε πολύ να την καταλάβει. Κάποιος Τούρκος ζήτησε μια μέρα την ιατρική του συνδρομή για την άρρωστη γυναίκα του. Όταν έκανε εκείνος το χρέος του, πιστός στον όρκο του Ιπποκράτη, έχοντας και άμεσα αποτελέσματα, από υποχρέωση δεν ήξεραν στην οικογένεια πώς να συμπεριφερθούν. Η κόρη μια ωραιότατη χανούμισσα έφερε καφέ να πιούν ο γιατρός με τον πατέρα της κι έπειτα πήρε, με επιδέξιες κινήσεις, ένα τσιγαρόχαρτο από την ταμπακιέρα του γέρου, έστριψε τσιγάρο, το σάλιωσε και το πρόσφερε στον νεαρό Κρητικό αξιωματικό, έτσι ήθελε να τον τιμήσει. Αργότερα πολύ, όταν ο Φραγκεδάκης, διηγήθηκε το περιστατικό στον συνάδελφό του Ευκλείδη, πρόσφυγα από την Ιωνία, εκείνος θαύμασε, γιατί όπως του είπε ήταν η μέγιστη των τιμών να σαλιώσει Τούρκος τσιγάρο και να το προσφέρει σε αλλόθρησκο.
Θα πρέπει να ήταν μεγάλη η ευεργεσία του Φραγκεδάκη για να του κάνει η νεαρή χανούμισσα και μάλιστα ενώπιον του πατέρα της, αυτή την τιμή.
Έσωσε το υγειονομικό υλικό
Κατά την εκκένωση της Μικράς Ασίας ο νεαρός γιατρός έκανε ακόμα ένα ανδραγάθημα. Κατάφερε να διασώσει και να μεταφέρει στη Χίο τους δύο υγειονομικούς καλάθους του τάγματός του. Κι ήταν οι μόνοι κάλαθοι που διασώθηκαν από το Σύνταγμα και τη Μεραρχία ολόκληρη.
Από τη Χίο τοποθετήθηκε στις Φερρές Θράκης. Δέκα ολόκληρα χρόνια δεν είχε βγάλει το χακί.
Επιτέλους τον Σεπτέμβριο του 1923 κατάφερε να πάει στο Παρίσι για ευρύτερες σπουδές και μετά από ενάμιση χρόνο πήγε στην Αμερική όπου φοίτησε για ένα εξάμηνο στο Bates Lewist On Maine. Από εκεί μπήκε εσωτερικός γιατρός στο Haward Hospital της Πενσυλβάνια για ένα ακόμα χρόνο. Τότε έλαβε και δίπλωμα ευρεσιτεχνίας από την Αμερική και από το Παρίσι για δυο εργαλεία που είχε κατασκευάσει ένα Coloscope και δυο λαβίδες ειδικές αιμοστατικές για αμυγδαλεκτομές.
Το 1927 έρχεται στο Ρέθυμνο και ιδρύει το 1928 πολυκλινική την «Αγία Αικατερίνη» με τους Γεώργιο Τσουδερό, Μιχαήλ Μαρούλη και Νικόλαο Λυράκη.
Αναφέρει σχετικά σε δημοσίευμά του ο Λυράκης, νεκρολογώντας τον φίλο και συνεργάτη του: «Σαν ήλθε στο Ρέθυμνο κάναμε την πρώτη πολυκλινική: Φραγκεδάκης, Μαρούλης, Τσουδερός Γ. και Λυράκης. Ο καθένας στην Ειδικότητά του. Φέραμε και Ακτίνες Ρέγκεν που χειριζόταν ο Γ. Τσουδερός και αργότερα ο Νικήστρατος Βογιατζάκης. Κέρδη δεν υπήρξαν. Συνέβη ό,τι παθαίνει ο πωλών επί πιστώσει υπήρχε κρίσις, αφορίας και όσα γραφτήκαν, χαθήκαν με μεταγενέστερους Νόμους. Το κέρδος ήτο ουσιαστικώτερο. Έγινε προώθηση στην Ιατρική στο Νομό μας ό,τι εγχείριση έκανε διακρινόταν για τη λεπτότητα και ομορφιά της τέχνης του Ιπποκράτους, μέσα στους αφορισμούς του οποίου ασκούσε την ιατρική σαν λειτούργημα. Με την εγκατάστασή του στο Ρέθυμνο δεν άργησε να παντρευτεί. Σ’ ένα χορό του Λυκείου πρόσεξε την Ελευθερία Ζαμπετάκη που ήταν ωραία και άψογος και την παντρεύτηκε. Ήτο τότε διορισμένος χειρουργός το Δημοτικό Νοσοκομείο που στο κήπο του είχε πολλά λουλούδια. Επί σειράν ετών τον έβλεπα να κρατά κάθε μέρα από μια ανθοδέσμη στην κ. Ελευθερία. Το ζεύγος απόκτησε δύο κορίτσια, τη Καίτη και τη Δέσποινα που όσο μεγάλωναν γινόταν και πλιο όμορφα και εν παντί αξιόλογα. Ο πατέρας τα λάτρευε και με τη διαρκή απασχόληση του σαν Γιατρός και λογοτέχνης ετύπωσε πολλά βιβλία και τις κρητικές μαντινάδες. Εκεί έχει καταχωρήσει τις φωτογραφίες των κοριτσιών και με κρητικές μαντινάδες εκδηλώνει τη στοργή του στα παιδιά. Προκαλεί εντύπωση το θυμητικό του. Ό,τι έζησε στο χωριό του το κρατούσε σαν φυλακτό και το εκφραζόταν με τη γνήσια κρητική διάλεκτο….»
Ανεκτίμητο συγγραφικό έργο
Για μια διετία δημοσιεύει ενημερωτικά σημειώματα εκλαϊκευμένης ιατρικής.
Κι έπειτα άρχισε να γράφει μαντινάδες, κρητικά παραμύθια, τραγούδια και μια ενδιαφέρουσα σειρά για τη ζωή στο χωριό.
Αργότερα (5-5-1972) τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συλλογή 14.000 κρητικών λέξεων.
Εκτός από τα βιβλία του έγραψε επίσης:
Τετρακόσια ριζίτικα τραγούδια
Τριακόσια παραμύθια κρητικά
Χίλια λαογραφικά κρητικά γνωμικά
Δέκα έξι χιλιάδες μαντινάδες
Εκατόν πενήντα μοιρολόγια και τρία τούρκικα
Εκατό χιλιάδες κρητικές λέξεις για τη σύνταξη κρητικού λεξικού στο Ρέθυμνο.
Ήταν πολέμιος των εθνικά αναξίων και τον βλέπουμε να καταγγέλλει δημόσια τον επωφελούμενο από τη σύλληψη και βασανισμό του Μιχαήλ Μαρούλη γιατρό και μάλιστα σε πρωτοσέλιδο στον τύπο με την υπογραφή του φαρδιά πλατιά και σε σκληρή γλώσσα αμείλικτη σαν τον πέλεκυ της δικαιοσύνης.
Ο Εμμανουήλ Φραγκεδάκης, επειδή έζησε τη φτώχια φρόντιζε να κάνει πάντα το καθήκον του στους αναξιοπαθούντες. Κυρίως στους νέους που ήθελαν να σπουδάσουν ήταν ένα γερό στήριγμα χωρίς να ξέρει κανένας λεπτομέρειες για τη φιλανθρωπική αυτή δράση.
Ήταν επίσης πολύτιμος συνεργάτης σε πολλά πνευματικά σωματεία, ενισχύοντας κάθε φορέα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του. Το χωριό του, που δεν ξέχασε ποτέ και ωφέλησε ποικιλότροπα, κοσμείται με την προτομή του σημαντικού αυτού ανθρώπου, που ξεπέρασε, με σκληρό αγώνα, τη φτώχια και τις δυσκολίες της εποχής του και αναδείχτηκε σημαντικό μέλος της επιστημονικής κοινότητας και ένας από τους πολυγραφότερους λαογράφους μας. Η προτομή φιλοτεχνήθηκε με προτροπή του Πελοπίδα Ν. Κακογιαννάκη, Ανθ/στου Χωροφυλακής, που έχει σκιαγραφήσει θαυμάσια τον Φραγκεδάκη σε δημοσίευμά του (Κρητική Επιθεώρηση 11/07/1982). Αναφέρει προτείνοντας την προτομή: «Πέρα όμως από αυτό, (την αναλυτική αναφορά στη ζωή και το έργο του, εννοεί) που το θεώρησα σαν προσωπικό χρέος, θέλησα από ετών με τη βοήθεια όλων εκείνων που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν, όπως κι εκείνος τους αγάπησε, να αφήσουμε κάτι, που να σημαδεύει τη μνήμη του και να διδάσκει τις κατοπινές γενιές. Είναι να στήσουμε μια προτομή του στο χωριό που τον γέννησε, στις Βρύσες Αγίου Βασιλείου. Για το σκοπό αυτό έχει ανοιχτεί ο με αριθμό 732663 30-1-78 λογαριασμός στο Υποκατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας Ρεθύμνου. Είναι, νομίζουμε, ένα χρέος, μια τιμή, μια χειρονομία ανθρωπιάς για τον άνθρωπο που συνήθιζε να λέει: «Εγώ βλέπω τον Θεό και κουβεντιάζω μαζί Του. Όταν βλέπω κάποιον που έχει ανάγκη, ακούω μια φωνή μέσα μου να μου λέει: Βοήθησε τον, Αυτή η φωνή για μένα είναι ο Θεός».
Κι έτσι έγινε η προτομή που δεσπόζει στην κεντρική πλατεία του χωριού για τη σπουδαία κοινωνική προσφορά του Φραγκεδάκη, αναφέρει στο αναλυτικό του αφιέρωμα ο Ανθυπασπιστής Χωροφυλακής Πελοπίδας Ν Κακογιαννάκης: «Το 1963 συναντήθηκα στην Ύδρα μ’ ένα Ρεθεμνιώτη. Τον Κων/νο Παπαδάκη, τεχνικό της ΔΕΗ. Μου είπε, λοιπόν, για το γιατρό Φραγκεδάκη: «Όταν θυμάμαι αυτόν τον άνθρωπο δακρύζω. Πριν 10 χρόνια βρισκόμουν στο Ρέθυμνο. Η μητέρα μου ήταν άρρωστη, αλλά δεν είχα δραχμή. Πήγα σε δυο – τρεις γιατρούς και τους παρακάλεσα να έλθουν να δουν την μάνα μου πλην, όλοι μου ζητούσαν προκαταβολικά την αμοιβή τους και ΤΑΧΙ να τους μεταφέρω. Απογοητευμένος περνούσα από την κλινική του Φραγκεδάκη και είδα το γιατρό στο δρόμο. «Γιατρέ, του λέω, η μάνα μου είναι άρρωστη μα δεν έχω λεφτά να σε πληρώσω». Και ο γιατρός μου απάντησε: «και γιάντα μου το λες παιδί μου αυτό, εζήτηξα σου εγώ λεφτά; Πάμε να την δούμε. – Μα μένουμε στο Κουμπέ, του είπα εγώ, και δεν μπορώ να πληρώσω ΤΑΧΙ. – Γιάντα, ετούτο το μηχάνημα που οδηγείς δεν μας σηκώνει και τους δυό (είχα μια μοτοσικλέτα). Πήγαμε. Την εξέτασε προσεκτικά και μετά μου λέει: πάμε δα να με πας στην κλινική να σου δώσω και τα φάρμακα που χρειάζονται για να γενεί καλά η μάνα σου». Πράγματι, γυρίσαμε στην κλινική, μου έδωσε φάρμακα και μου είπε: «άμε δα στο καλό και αν με ξαναχρειαστείς μη ντραπείς να μου φωνάξεις. Για όλα αυτά δεν μου πήρε δραχμή και σημειωταίον ότι ο γιατρός Ε.Φ. δεν με γνώριζε σχεδόν καθόλου».
Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν άφθονα στην περιοχή του Ρεθύμνου. Υπάρχουν άνθρωποι που όχι μόνο τους θεράπευσε δωρεάν, αλλά και τους πλήρωσε τα εισιτήρια για να γυρίσουν στα χωριά τους.
Έτσι λειτουργούσε σαν άνθρωπος και επιστήμονας ο Φραγκεδάκις. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του πέρασαν μέσα στα προβλήματα που δημιουργούν τα γηρατειά. Εύρισκε όμως ανακούφιση στην αφοσίωση και στοργή των παιδιών του που δεν τον άφησαν λεπτό μόνο του. Έφυγε ειρηνικά το 1982.
Αυτός ήταν ο σπουδαίος γιατρός και ο φωτισμένος άνθρωπος Εμμανουήλ Ιω. Φραγκεδάκις που κανένας δεν θυμάται πια.