Ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για τη φετινή σοδειά ελαιολάδου. Μετά από μια καταστροφική χρονιά για το βασικό προϊόν της Κρήτης και τη σοβαρή ζημία που υπέστη η τοπική οικονομία πέρσι, που υπολογίζεται στα 150-200 εκατομμύρια ευρώ, οι ελαιοπαραγωγοί του Νομού Ρεθύμνης αναμένουν ανάκαμψη της παραγωγής, με τις ποσότητες του ελαιολάδου που θα παραχθούν, με βάση τη μέχρι στιγμής πορεία της καρποφορίας των δέντρων, να αναμένονται μεγαλύτερες συγκριτικά με το 2013.
Ελαιοκομικοί φορείς, αρμόδιες υπηρεσίες και παραγωγοί του Νομού επισημαίνουν ότι ο Νομός μας δεν θα δεχτεί το πλήγμα της περσινής σεζόν, που η σοδειά «βυθίστηκε» στους 4.000 τόνους περίπου, από 15.000-16.000 τόνους που κυμαίνεται κατά τις «γεμάτες» σεζόν, αλλά με δυσκολία η παραγωγή θα ξεπεράσει τους 10.000 τόνους, καθώς άλλες περιοχές εμφανίζουν μείωση και άλλες αύξηση στην καρπόδεση.
Γενικότερα, παρά την ελλειμματική παραγωγή που αναμένεται σε χώρες της Μεσογείου, οι οποίες είναι ανταγωνιστικές ως προς το ελληνικό προϊόν (Ιταλία, Ισπανία), σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ), στην Ελλάδα η παραγωγή αναμένεται να είναι αρκετά καλή παντού και ιδιαίτερα στο νησί μας, παρά τα τοπικά προβλήματα και τις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Φέτος, στην Ελλάδα αναμένεται μια υψηλή παραγωγή καλής ποιότητας, που εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει ακόμα και στους 300.000 τόνους, ενώ στην Κρήτη η παραγωγή είναι πιθανό να υπερβεί τους 100.000 τόνους.
Σταθεροποιείται η τιμή πώλησης
Στα θετικά συμπεριλαμβάνεται το γεγονός ότι αγοραστές από Ιταλία και Ισπανία έχουν αρχίσει να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για την προμήθεια κρητικού ελαιολάδου, κάτι που αναμένεται να συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση καλύτερων τιμών. Ήδη, σύμφωνα με το παρατηρητήριο αγοράς ελαιολάδου του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης, η τιμή πώλησης του προϊόντος έχει υπερβεί τα 2,60 ευρώ ανά κιλό και σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει έως τα 2,80 ευρώ.
Αρκετοί ντόπιοι παραγωγοί υποστηρίζουν ότι το ελαιόλαδο έχει χάσει την αξία του και προτιμούν να διατηρούν αποθηκευμένες τις ποσότητες που διαθέτουν, ωστόσο άνθρωποι που γνωρίζουν καλά την αγορά ελαιολάδου εκτιμούν ότι η Κρήτη θα ανακάμψει φέτος τόσο σε ό,τι αφορά την ποσότητα, καθώς όπως προαναφέρθηκε αναμένεται σημαντική αύξηση στην ελαιοπαραγωγή, όσο και σε ότι αφορά την τιμή πώλησης, που εκτιμάται ότι θα σταθεροποιηθεί περίπου στα 2,70-2,80 ευρώ (υψηλότερα από τα 2,40-2,50 ευρώ των τελευταίων μηνών).
Οι ψεκασμοί κατά του δάκου και οι κλιματολογικές συνθήκες
Σε ό,τι αφορά το Νομό Ρεθύμνου, μετά το πλήγμα που υπέστη η περσινή παραγωγή, που έφτασε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οι παραγωγοί επισημαίνουν την ανάγκη της σωστής εφαρμογής των δολωματικών ψεκασμών κατά του δάκου, εκφράζοντας «ενστάσεις» σχετικά με τον τρόπο που εκτελείται το έργο και την αποτελεσματικότητα που τελικά έχει η προσπάθεια καταπολέμησης των ασθενειών των ελαιοδέντρων.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες από την πλευρά τους, επισημαίνουν ότι με τα μέσα που διαθέτουν και ακολουθώντας τον τρόπο που έχει υποδείξει το κεντρικό κράτος, επιδιώκουν η παρέμβαση στους ελαιώνες να επιτυγχάνεται όσο πιο ορθά γίνεται, ωστόσο παραδέχονται ότι υπάρχει ένα ποσοστό αστοχίας, το οποίο προτίθενται να ελέγξουν και να διορθώσουν.
Γενικότερα, πάντως, η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου, ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ότι φέτος έχει αντιμετωπιστεί σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της δακοπροσβολής των ελαιοδέντρων, ενώ η ίδια εκτιμά ότι η παραγωγή στο Νομό Ρεθύμνου θα φτάσει σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα τη φετινή χρονιά, υπό την προϋπόθεση ότι οι ελαιώνες δεν θα επηρεαστούν από τις κλιματολογικές συνθήκες που θα επικρατήσουν το επόμενο διάστημα.
«Οι ελαιώνες στις περισσότερες περιοχές του Νομού μας βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση και μπορώ να πω ότι φέτος αντιμετωπίστηκαν αρκετά προβλήματα.
Προχωράμε στον τρίτο δολωματικό ψεκασμό και στον τέταρτο κατά σειρά, ανά περιοχή, και η εικόνα που έχουμε σχηματίσει είναι ότι η συγκομιδή θα είναι ικανοποιητική.
Βέβαια, το διάστημα που απομένει έως ότου αρχίσουν να παράγονται οι πρώτες ποσότητες ελαιολάδου, είναι αρκετό για να αλλάξει η σημερινή εικόνα, αλλά πιστεύω ότι οι καιρικές συνθήκες δεν θα είναι τέτοιες που θα προκαλέσουν ζημιές», δήλωσε η κυρία Ευθυμία Βυδάκη.