H σημαντική αύξηση της τουριστικής κίνησης προς τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια (2013-2017), υπήρξε σωτήρια για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που κατέγραψαν αυξημένα έσοδα και κέρδη, όπως τονίζεται σε μελέτη της Icap Group για τον κλάδο. Ειδικότερα, αύξηση 3% παρουσίασε το μέγεθος της αγοράς ξενοδοχειακών επιχειρήσεων πολυτελείας, α’ και β’ κατηγορίας το 2017 σε σχέση με το 2016, σύμφωνα με την κλαδική μελέτη «Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις» που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group.
Τα έσοδα των ξενοδοχείων πολυτελείας εμφάνισαν αύξηση της τάξης του 3,5% και των ξενοδοχείων Α’ κατηγορίας αύξηση 4% περίπου.
Μικρότερη ήταν η αύξηση στα ξενοδοχεία Β’ κατηγορίας, η οποία διαμορφώθηκε σε ποσοστό της τάξης του 1%. Τα ξενοδοχεία Α’ κατηγορίας εκτιμάται ότι κάλυψαν το μεγαλύτερο ποσοστό (44% περίπου) της συνολικής αγοράς το 2017.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, οι αλλοδαποί τουρίστες αποτελούν τον κύριο «πελάτη» για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις της χώρας μας, καθώς πάνω από το 80% του συνόλου των διανυκτερεύσεων στα διάφορα ξενοδοχειακά καταλύματα πραγματοποιούνται από αλλοδαπούς.
Σύμφωνα δε με στοιχεία του 2016, σε όλα τα ξενοδοχειακά καταλύματα της χώρας πραγματοποιήθηκαν σχεδόν 80 εκατ. διανυκτερεύσεις, ενώ η μέση ετήσια πληρότητα όλων των ξενοδοχείων της χώρας ανήλθε σε 50,1% έναντι 49,1% το 2015.
Στο πλαίσιο της μελέτης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός για την πενταετία 2012-2016 βάσει δείγματος 47 επιχειρήσεων με διαθέσιμους τους ισολογισμούς ολόκληρης της περιόδου.
Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού προκύπτει σωρευτική αύξηση του συνόλου του ενεργητικού σε ποσοστό 12% περίπου την τελευταία πενταετία, ενώ τα ίδια κεφάλαια εμφάνισαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 6%. Οι συνολικές πωλήσεις κατέγραψαν σωρευτική αύξηση περίπου 40% την περίοδο 2012-2016.
Αναφορικά με το καθαρό αποτέλεσμα, κέρδη εμφανίζονται την τριετία 2014-2016 έναντι ζημιών τη διετία 2012-2013, ενώ τα κέρδη EBITDA σχεδόν διπλασιάστηκαν.
Από δείγμα 137 ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, ανοδικά κινήθηκε το μέσο περιθώριο μικτού κέρδους την περίοδο 2012-2016, ενώ αντίθετα πτωτικά κινήθηκε το μέσο περιθώριο κέρδους EBITDA τη διετία 2015-2016.
H υψηλή θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια κατάταξη τουριστικών προορισμών και το υψηλό επίπεδο της ξενοδοχειακής υποδομής της χώρας μας, αποτελούν δυνατά σημεία του κλάδου. Στα αδύνατα σημεία συγκαταλέγονται η μονομερής «εξάρτηση» των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων από τους μεγάλους διεθνείς τουριστικούς οργανισμούς (tour operators) και τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα του ελληνικού τουρισμού (εποχικότητα, γεωγραφική συγκέντρωση κ.λπ.). Η ανάπτυξη νέων εναλλακτικών μορφών τουρισμού, η προσέλκυση τουριστών από νέες «αναδυόμενες» τουριστικές αγορές, η στοχευμένη διαφημιστική προβολή της χώρας, καθώς και η αναβάθμιση των τουριστικών υποδομών συνιστούν ευκαιρίες για τον κλάδο. Από την άλλη πλευρά η κρίση που μαστίζει τον εσωτερικό τουρισμό σε συνδυασμό με την οικονομική κατάσταση της χώρας, ο έντονος ανταγωνισμός από γειτονικές μας χώρες και οι πτωχεύσεις τουριστικών οργανισμών του εξωτερικού, αποτελούν απειλές για τον κλάδο των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Από το 2004 και μετά, η ξενοδοχειακή υποδομή της χώρας μας αναβαθμίστηκε σημαντικά, καθώς μεγάλος αριθμός ξενοδοχειακών μονάδων ανά την επικράτεια ανακαινίσθηκε, ενώ νέες μονάδες υψηλού επιπέδου υπηρεσιών ξεκίνησαν τη λειτουργία τους. Αναφορικά με τον αριθμό των ξενοδοχειακών καταλυμάτων που λειτουργούν στη χώρα μας, το έτος 2016 λειτούργησαν 9.730 ξενοδοχειακές μονάδες με περίπου 790 χιλ. κλίνες. Τα ξενοδοχεία των δύο αστέρων αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού (ποσοστό 42% περίπου). Στην περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός κλινών (μερίδιο περίπου 25%).