Τις σοβαρές ενστάσεις του σε σχέση με τη μελέτη που έχει εκπονηθεί και αφορά στην αισθητική και λειτουργική αναβάθμιση του ενετικού λιμανιού του Ρεθύμνου εκφράζει ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων του Νομού.
Ειδικότερα, οι επιφυλάξεις του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων αφορούν κατά κύριο λόγο τον ξύλινο διάδρομο που έχει σχεδιαστεί για την περιοχή, υποστηρίζοντας πως η κατασκευή αυτή δεν συνάδει με τη φυσιογνωμία του ιστορικού μνημείου αφενός και αφετέρου, πρόκειται για μια ιδιαίτερα δαπανηρή υποδομή, αφού το κόστος μόνο για τον διάδρομο ανέρχεται σε 1 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων επισημαίνει την άμεση και επιτακτική ανάγκη αποκατάστασης των ύφαλων τμημάτων του ενετικού λιμανιού, τα οποία έχουν πλέον καταστεί ιδιαίτερα επικίνδυνα, λόγω της διάβρωσης.
Τις συγκεκριμένες θέσεις ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων τις έχει εκφράσει και στο Λιμενικό Ταμείο, στην αρμοδιότητα του οποίου είναι ο συγκεκριμένος χώρος, ενώ το βράδυ της Δευτέρας ο σύλλογος είχε συνάντηση με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, όπου συζητήθηκε εκτενώς το θέμα του ενετικού λιμανιού.
Σημειώνεται ότι ο φάκελος της μελέτης για την αναβάθμιση του λιμανιού βρίσκεται στα χέρια της Αρχαιολογίας, προκειμένου να γίνουν τυχόν τροποποιήσεις και στη συνέχεια αυτός να αποσταλεί στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο του υπουργείου Πολιτισμού για να λάβει τις τελικές εγκρίσεις για να ακολουθήσει στη συνέχεια η εξεύρεση κατάλληλου χρηματοδοτικού εργαλείου.
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Ρεθύμνου Σωτήρης Παναγόπουλος, μιλώντας στα «Ρ.Ν.» για τη μελέτη του ενετικού λιμανιού, υπογράμμισε την προτεραιότητα που πρέπει να δοθεί στην ασφάλεια του λιμανιού και στην αποκατάσταση των ύφαλων τμημάτων, ενώ αναφερόμενος στον ξύλινο διάδρομο, μεταξύ άλλων υποστήριξε: «Το πιο ουσιαστικό ζήτημα για εμάς είναι τα κρηπιδώματα, τα οποία έχουν υποστεί μεγάλη διάβρωση και πρέπει άμεσα να αποκατασταθούν. Ο προβληματισμός μας σε ό,τι αφορά τη μελέτη, είναι ο ξύλινος διάδρομος που έχει προβλεφτεί και μας ανησυχεί τόσο για το αποτέλεσμα το αισθητικό, -που όσο συμβατά κι αν ήταν τα υλικά, σίγουρα κάπως θα επηρέαζε τον χώρο, αλλά παράλληλα ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι το κόστος του ήταν πολύ μεγάλο. Ο προϋπολογισμός ήταν 1.000.000 ευρώ μόνο για τον διάδρομο. Εν τω μεταξύ με πολύ λιγότερα χρήματα, έχουν γίνει πολύ μεγαλύτερης κλίμακας έργα. Πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να υπάρχει ξύλινος διάδρομος, δεν προσφέρει κάτι. Είναι πολύ περιορισμένα τα σκάφη, δηλαδή οι βάρκες που μπαίνουν μέσα και δεν υπάρχει λόγος να γίνει. Τα τραπεζοκαθίσματα είναι αυτά που εμποδίζουν την πρόσβαση εκεί. Εμείς θέλουμε να πάνε τα τραπεζοκαθίσματα στη μεριά των καταστημάτων και να δημιουργηθεί ένας διάδρομος που να έχει ελάχιστο μήκος 2, 40 μ., όπου ο επισκέπτης θα μπορεί να κάνει τη βόλτα του. Σ’ αυτό συμφωνούμε απόλυτα. Εμείς προτείναμε να αναδειχθεί όλη η διαδρομή μέχρι και τον Φάρο, γιατί αυτή η μελέτη απ’ ό,τι φάνηκε δεν είναι ολοκληρωμένη, διότι σταματάει απότομα σ’ ένα σημείο που αμέσως μετά είναι το παλιό τελωνείο. Βέβαια, υπάρχουν κάποια θετικά στοιχεία τα οποία και θέλουμε να προχωρήσουν, όπως για παράδειγμα η αποκατάσταση του κτιρίου του παλιού τελωνείου, όπου προβλέπεται να απελευθερωθούν κάποιοι χώροι και να μετατραπούν σε ημιυπαίθριο όπως ήταν αρχικά.
Αυτό είναι μία πρόταση μελέτης που είναι θετική, έτσι ώστε να δοθεί προς χρήση πολιτιστικών χώρων το ισόγειο του κτιρίου, να μεταφερθεί το τελωνείο στον όροφο, -ούτως ή άλλως το Λιμεναρχείο πρόκειται να μεταφερθεί στο Δελφίνι-και κάποιες αποθήκες εκεί πίσω που αλλοιώνουν τον χώρο και εμπορεύματα από παλιά κ.λπ. να φύγουν και έτσι θα καθαριστεί ο χώρος και θα αναδειχθεί. Εμείς θα διατυπώσουμε τις ενστάσεις μας και είναι θέμα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας να μελετήσει σημείο προς σημείο τι αλλαγές δέχεται, τι αλλαγές προτείνει και τι αποδέχεται από τη μελέτη. Γενικά πιστεύω ότι όλοι οι φορείς και το Λιμενικό Ταμείο προβληματιζόμαστε για τη χρησιμότητα αυτού του έργου το οποίο είναι πάρα πολύ μεγάλο και ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο που η χώρα αντιμετωπίζει τόσα οικονομικά προβλήματα, δηλαδή δεν έχουμε περιθώρια για σπατάλες οι οποίες δεν προσφέρουν και κάτι στην αναβάθμιση του χώρου».
Ανάλογη είναι και η θέση του ΤΕΕ σε ό,τι αφορά τον ξύλινο διάδρομο. Ο πρόεδρος κ. Στέλιος Ξεζωνάκης υποστήριξε ότι προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στα έργα υποδομής και ασφάλειας, αναφερόμενος στην διάβρωση που έχουν υποστεί τα κρηπιδώματα του ενετικού λιμένα και στην επιτακτική ανάγκη αποκατάστασής τους.
Όπως ανέφερε μιλώντας στα «Ρ.Ν.» αυτό θα πρέπει να είναι προτεραιότητα και όχι ο ξύλινος διάδρομος. «Παρουσίασαν μία μελέτη στο ενετικό λιμάνι που αφορά τον ξύλινο διάδρομο, κάτι που έχει ένα κόστος κατασκευής 1.000.000 ευρώ περίπου όταν όλο το κόστος της προστασίας των υφάλων του Ενετικού λιμανιού είναι 300.000 ευρώ. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να δώσουμε τόσα χρήματα για την κατασκευή ενός διαδρόμου χωρίς να έχουμε προστατέψει πρώτα το λιμάνι; Επομένως, η θέση μας μέσω του τεχνικού επιμελητηρίου γενικώς, είναι ότι ο Δήμος πλέον, που έχει ένα κάνει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αναπλάσεων και εκτεταμένων έργων, θα πρέπει πια να προχωρήσει και στα έργα υποδομής και προστασίας της πόλης και των περιουσιών των ανθρώπων. Δεν γίνεται συνεχώς να κάνουμε έργα επιφανειακά. Εμείς δηλαδή πρώτα θέλουμε να βρεθούν τα 300.000 ευρώ, προκειμένου να φτιαχτεί το λιμάνι και μετά να συζητήσουμε γι’ αυτή τη μελέτη του διαδρόμου, η οποία και η κυρία Κουτσαλεδάκη απ’ το Λιμενικό Ταμείο θεωρεί ότι είναι πολύ ακριβή για τα σημερινά δεδομένα και θα πρέπει να βρούμε άλλες λύσεις λίγο πιο οικονομικές».
Εν τω μεταξύ ο κ. Παναγόπουλος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση και στις κατασκευές που τυχόν γίνουν στην περιοχή του ενετικού λιμανιού, τονίζοντας ότι σε καμία περίπτωση αυτές δεν θα πρέπει να είναι μόνιμες, αλλά σταθερές τονίζοντας ότι το ενετικό λιμάνι μπορεί να αναδειχθεί και χωρίς αυτές: «Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί λύση και στο θέμα με τις «ζαρντινιέρες» όπου κι εκεί διαφωνούμε. Εμείς θα προτείνουμε να υπάρχει κάποιο πιο ελαφρύ διαχωριστικό του δημόσιου χώρου και των τραπεζοκαθισμάτων, παρά να μπουν ζαρντινιέρες με παγκάκια και τζάμια κ.λπ. που έχουν μπει κατά κόρον, ιδιαίτερα σ’ αυτό το ευαίσθητο σημείο της παλιά πόλης. Πιστεύω ότι θέλει μία πιο ειδική αντιμετώπιση και επειδή αυτά τα καταστήματα είναι εποχιακά -αν και θα έπρεπε να έχουν μία λειτουργία όλο το χρόνο όπως παλιότερα -. Δεν θέλουμε μόνιμες κατασκευές (πακτωμένες)», τόνισε.
Προβληματισμός για τις προσόψεις των κτιρίων της παλιάς πόλης
Η εικόνα που παρουσιάζουν τα κτίρια της παλιάς πόλης, ιδίως τα ιδιωτικά που είναι παραμελημένα και ενδεχομένως σε κάποιες περιπτώσεις ετοιμόρροπα, προβληματίζει το Σύλλογο Αρχιτεκτόνων. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια φαίνεται πως αποτελούν μονόδρομο, προκειμένου να γίνουν οι σχετικές παρεμβάσεις αποκατάστασης: «Για τις προσόψεις, είναι ένα άλλο θέμα το οποίο είναι πολύ σοβαρό επίσης. Είναι πολλά κτίρια ιδιωτών για τα οποία πολύ παλιά είχαν υπάρξει κάποιες μικρές χρηματοδοτήσεις από ευρωπαϊκά πακέτα τα οποία είχαν υλοποιηθεί μέσω της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και αφορούσαν κυρίως εργασίες στοιχειώδους συντήρησης των προσόψεων, κάποιων κουφωμάτων, στερεωτικές εργασίες, αντικατάσταση κάποιων στεγών κ.λπ. τα οποία είχαν κάποιο αποτέλεσμα. Τώρα όμως θα πρέπει να γίνει σίγουρα μία αναζήτηση νέων κονδυλίων, ευρωπαϊκών γιατί το υπουργείο Πολιτισμού είναι το πιο φτωχό υπουργείο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος γιατί από τον κρατικό προϋπολογισμό βγαίνουν ελάχιστα χρήματα και αφορούν κυρίως τα μνημεία. Επομένως δεν μπορεί το υπουργείο Πολιτισμού να αντιμετωπίσει θέματα τέτοιας κλίμακας. Για τα ιδιωτικά κτίρια υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και είναι μέσα στα θέματα που θέλουμε και θα προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε γιατί είναι κρίμα… Ανήκουν «σε πολύ σκληρούς νόμους και δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κάτι και βέβαια υπάρχουν και κτίρια, που οι ιδιώτες δεν αντέχουν το οικονομικό βάρος της αποκατάστασής τους».