Κολλημένοι στις οθόνες των κινητών τους τηλεφώνων -που κατέχουν την πρώτη θέση στις προτιμήσεις τους- είναι στις μέρες μας οι περισσότεροι νέοι ηλικίας από 18 έως και 30 ετών, οι οποίοι πολλές φορές βάζουν στο περιθώριο κάθε προσωπική τους ανάγκη ή ασχολία, ακόμα και τις κοινωνικές τους επαφές, προκειμένου να μην χάσουν ούτε ένα δευτερόλεπτο την «επαφή» τους με τα smartphone (κινητά τηλέφωνα) που αποτελούν την προέκταση των χεριών τους.
Αυτό προκύπτει από την τελευταία έρευνα που διεξήγαγε πρόσφατα το τμήμα δημοσιογραφίας του δημόσιου Ι.Ε.Κ. Ρεθύμνου με θέμα, «εσύ πόσο εξαρτημένος είσαι από την οθόνη σου;».
Η εν λόγω έρευνα παρουσιάστηκε το απόγευμα της Τρίτης στο πλαίσιο των διήμερων ενημερωτικών εκδηλώσεων που διοργάνωσε το Δ.Ι.Ε.Κ. Ρεθύμνου στο «Σπίτι του Πολιτισμού». Τόσο η Κατερίνα Βλαχάκη, που είναι εκπαιδεύτρια δημοσιογραφίας στο Δ.Ι.Ε.Κ. Ρεθύμνου, όσο και ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης, που είναι καταρτιζόμενος στο ίδιο τμήμα, ανέλυσαν στα «Ρ.Ν.» όλα τα στάδια της έρευνας, καθώς και τα σημαντικά συμπεράσματα που προέκυψαν.
«Είμαστε τελικά εξαρτημένοι από τις οθόνες; Πως επηρεάζει την ζωή μας και την καθημερινότητά μας; Πώς επηρεάζει τις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Θέλουμε να αλλάξουμε; Παρατηρήστε για μια χρονική περίοδο τον εαυτό σας, πώς αντιδράει απέναντι στις οθόνες, σκεφτείτε και βγάλτε τα δικά σας συμπεράσματα. Γιατί η ζωή παραμένει εκεί έξω, στην ανθρώπινη επαφή και όχι στην πρόσκαιρη αυτοπροβολή μας στις οθόνες των άλλων», ανέφερε χαρακτηριστικά η κα Βλαχάκη.
Οι οθόνες
Το αρχικό ερώτημα της έρευνας ήταν πόσες συνολικά και επιμέρους οθόνες υπάρχουν κατά μέσο όρο σε κάθε σπίτι και πόσες από αυτές είναι συνδεμένες στο διαδίκτυο. Αυτό που προκύπτει δείχνει ότι τα «smartphone» επικρατούν, καθώς αντιστοιχεί πλέον μιάμιση συσκευή ανά σπίτι και ταυτόχρονα είναι συνδεδεμένη στο διαδίκτυο. Στον αντίποδα βρίσκεται η κατοχή tablet που είναι κάτι λιγότερο από μισό ανά σπίτι. Το τρίτο στοιχείο είναι πως η smart TV που διαθέτει σύνδεση στο διαδίκτυο μόλις που έχει αρχίσει να μπαίνει στις ζωές, ενώ επίσης παρατηρείται πως η κατοχή smartphone και η χρήση του για σύνδεση στο διαδίκτυο, έχει ξεπεράσει -μέσα σε μια δεκαετία- την κατοχή οποιαδήποτε μορφής ηλεκτρονικού υπολογιστή (Η/Υ).
«Έτσι βλέπουμε πόσο έχει εισχωρήσει στην ζωή μας μια συσκευή στο μέγεθος του χεριού μας που μπορεί να μας συνδέσει άμεσα με ολόκληρο τον πλανήτη, ενώ το σύνολο των δυνατοτήτων της (πλοήγηση στο διαδίκτυο, φωτογραφική μηχανή, τηλέφωνο, βιντεοκλήση κτλ.) μας δένει ακόμα περισσότερο με αυτή», σχολίασε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης.
Ηλικιακά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά
Σε ό,τι αφορά στα επιμέρους ηλικιακά χαρακτηριστικά, την κατοχή συσκευών και την σύνδεσή τους στο διαδίκτυο, προκύπτουν τα εξής:
Το ηλικιακό φάσμα μεταξύ των 46 – 60 ετών, είναι αυτό που κατέχει τις περισσότερες οθόνες και αυτό που είναι περισσότερο συνδεδεμένο στο διαδίκτυο, ενώ ακολουθείτε από το φάσμα ηλικίας 31-45 ετών. Άρα, είναι τα δύο ηλικιακά φάσματα, που κατά κύριο λόγο, έχουν οικογένειες και κατ’ επέκταση περισσότερες ηλεκτρονικές συσκευές μέσα στο σπίτι. Όπως επίσης προκύπτει ότι πολλοί είναι που εργάζονται και με ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Επίσης στις τρεις πρώτες κατηγορίες υπερτερεί η κατοχή smartphone και η σύνδεσή τους στο διαδίκτυο και μόνο στο τελευταίο ηλικιακό φάσμα «κερδίζει» η απλή τηλεόραση.
Ωστόσο, στον εκπαιδευτικό επιμερισμό του δείγματος τα δεδομένα που έλαβε η ομάδα που διεξήγαγε την έρευνα είναι πολλά. Συνολικά, προκύπτει ότι όσο αυξάνεται η εκπαιδευτική βαθμίδα, τόσο πιο εξοικειωμένοι είναι οι άνθρωποι με την σύγχρονη τεχνολογία, χρησιμοποιώντας το σύνολο των συσκευών και περισσότερο συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο.
Ειδικά το δείγμα «μεταπτυχιακό/διδακτορικό τίτλο σπουδών», παρουσιάζει τις ανώτερες τιμές, με μόνη εξαίρεση την κατοχή τηλεόρασης που υπερτερεί στους αποφοίτους δημοτικού. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι και το ηλικιακό δείγμα 61+ ετών, που εμμέσως επηρεάζει αυτό το αποτέλεσμα.
Ωστόσο, η ίδια έρευνα δείχνει ότι αναλογικά κινούνται και οι ώρες που οι ερωτώμενοι περνούν μπροστά στις οθόνες τους, καθώς στον ελεύθερο χρόνο τους -που συνήθως είναι τα Σαββατοκύριακα- προτιμούν να τον αναλώνουν μπροστά από τις οθόνες, παρουσιάζοντας αύξηση στις τρεις κατηγορίες (δηλαδή, κινητό, τηλεόραση και ηλεκτρονικός υπολογιστής), ενώ για το τάμπλετ οι ώρες μειώνονται ελαφρώς στην χρήση του.
«Το ίδιο παρατηρείτε και στις ηλικιακές βαθμίδες. Αυξάνεται ο μέσος όρος των ωρών που διαθέτουμε μπροστά στις οθόνες σε όλες τις ηλικίες εκτός από το tablet που το αφήνουν στην άκρη για να ασχοληθούν με τις υπόλοιπες οθόνες», πρόσθεσε η Κατερίνα Βλαχάκη.
Τα συμπεράσματα
Το πρώτο και βασικότερο συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα, όπως μας ανέφεραν η κα Βλαχάκη και ο κ. Ανδρουλιδάκης, είναι η σημαντική χρήση του smartphone από τις ηλικίες 18 έως 30 ετών, που -όπως είπαν- είναι σχεδόν διπλάσια χρήση από την ηλικιακή ομάδα 31 έως 45 ετών που την ακολουθεί. Επίσης προκύπτει ότι όσο αυξάνεται η ηλικία, τόσο αυξάνεται και η χρήση της τηλεόρασης.
Στην έρευνα υπολογίζεται επίσης πως η χρήση των Η/Υ είναι σημαντικό στοιχείο στην εργασία μας στον σύγχρονο ηλεκτρονικό κόσμο. Σε αυτό παρατηρείται πως είναι διαδομένη η χρήση των Η/Υ στην εργασία σε αυτό που αποκαλείται παραγωγική ηλικία. Ακόμα και στην ηλικιακή ομάδα των 18 έως 30 ετών, είναι σχεδόν ισορροπημένα, καθώς άλλοι εργάζονται, άλλοι σπουδάζουν ή τυγχάνει και κάνουν δουλειές που δεν απαιτούν την χρήση Η/Υ, όπως για παράδειγμα οι σερβιτόροι, οι εργαζόμενοι σε μπαρ κτλ. Ακόμα, προκύπτει ότι όσοι εργάζονται σε Η/Υ κυμαίνονται από 3 έως σχεδόν 5 ώρες ημερησίως με κυρίαρχες τις παραγωγικές ηλικίες, ενώ κανείς δεν θέλει περισσότερο ελεύθερο χρόνο για να ασχολείται με τις συσκευές.
«Στους λόγους ενασχόλησης με τις συσκευές υπάρχει μια γενική ισορροπία, και η εργασία, η εκπαίδευση και η πληροφόρηση έρχονται με αυτή την σειρά πρώτες στους γενικούς μέσους όρους, με τελευταία την ψυχαγωγία», τόνισε μεταξύ άλλων ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης.
Συσχετισμός ηλικίας – οθόνες
Σε ό,τι αφορά στον συσχετισμό ηλικίας, συσκευής και χρήσης αυτής, προκύπτει ότι συνολικά τα smartphone αντικαθιστούν τις υπόλοιπες συσκευές ειδικά στην πρώτη ηλικιακή ομάδα, δηλαδή, των 18 έως 30 ετών, που είναι και η πιο εξοικειωμένη με την χρήση τους. Ωστόσο, όσο αυξάνεται η ηλικία τόσο αυξάνονται και οι πιο παλιές συσκευές, όπως η τηλεόραση και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, ενώ τα tablet ελάχιστοι φαίνεται πως τα χρησιμοποιούν. Μάλιστα αν υπάρχει επιλογή μεταξύ tablet και Η/Υ πολλοί επιλέγουν τον Η/Υ για χρήσεις και λειτουργίες που δεν διαθέτει το smartphone.
Επιπλέον, οι ίδιοι οι χρήστες δείχνουν στην πλειοψηφία τους να αντιλαμβάνονται την υπερβολική χρήση που κάνουν στις συσκευές τους και ειδικά οι νεότερες ηλικίες έχουν ξεκινήσει να το αντιλαμβάνονται. Πόσο όμως τους επηρεάζει αυτό; Από τις απαντήσεις στην έρευνα φαίνεται πως ο έλεγχος των συσκευών για ειδοποιήσεις μηνύματα κτλ. γίνεται κυρίως ανά 30 λεπτά, αν και στην μικρότερη ηλικιακή ομάδα δείχνει να ισορροπεί το ποσοστό ανάμεσα στα 15 και τα 30 λεπτά. Έτσι παρά την αναγνώριση της υπερβολικής χρήσης των συσκευών δεν παύει να γίνεται συχνός έλεγχος σε αυτές.
«Μαζί με τον συχνό έλεγχο έρχεται το οξύμωρο αποτέλεσμα πως δεν θεωρούν ότι έχουν εγκαταλείψει τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην οικογένεια, ούτε έχουν μειώσει τις αγαπημένες τους συνήθειες. Και εδώ πρέπει να δοθεί βάση στο αρνητικό αποτέλεσμα. Και μάλιστα ένας ή μία στους πέντε ερωτηθέντες δεν θεωρεί πως μπορεί να υπάρξει πρόβλημα υγείας ή πρόκληση ατυχήματος από την υπερβολική ενασχόληση με τις συσκευές αυτές», επεσήμανε ο κ. Ανδρουλιδάκης. Και κατέληξε λέγοντας ότι «αυτή η παρουσίαση είναι ένα μέρος μόνο της συνολικής έρευνας. Μπορούν να γίνουν τετράκις εκατομμύρια συνδυασμοί των δεδομένων που έχουν συλλεχτεί και εξαχθούν πολλές απαντήσεις σχετικά με την εξάρτησή μας από τις οθόνες και τις συσκευές. Ίσως αργότερα γίνει περαιτέρω μελέτη αυτών των δεδομένων με πολύ εξειδικευμένες απαντήσεις που τώρα λόγω του περιορισμένου χρόνου παρουσιάζονται μόνο τα αρχικά ερωτήματα που είχαμε θέσει ως ομάδα».
Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της έρευνας
Η έρευνα που διεξήχθη από τους καταρτιζόμενους στο τμήμα δημοσιογραφίας του Δ.Ι.Ε.Κ. Ρεθύμνου έγινε σε διάστημα τεσσάρων ημερών στο πρώτο της σκέλος, που αφορούσε στις διαπροσωπικές συνεντεύξεις, ενώ στο δεύτερο σε ηλεκτρονική μορφή και η χρονική διάρκεια ήταν για ένα μήνα.
Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά 757 άτομα μέσω διαπροσωπικής συνέντευξης και συμπλήρωσης ερωτηματολογίου, ενώ 464 άτομα συμπλήρωσαν εντελώς ανώνυμα το ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο. Μάλιστα η διαπροσωπική συνέντευξη και η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων έγινε σε διάφορες περιοχές του Ρεθύμνου μέσα σε δύο ημέρες -και κυρίως στο κέντρο της πόλης που συγκεντρώνει περισσότερο πληθυσμό και ποικιλία των προσωπικών παραμέτρων που ήταν απαραίτητες για την έρευνα- ενώ η ίδια μέθοδος ακολουθήθηκε και στην πόλη των Χανίων.
Επιπλέον, οι επίδοξοι δημοσιογράφοι επισκέφθηκαν και την πανεπιστημιούπολη στου Γάλλου, στην οποία διευρύνθηκε το δείγμα στην ηλικιακή κατηγορία 18-30 ετών και το εμπλούτισε με δεδομένα, καθώς ερωτούνταν μια ομάδα ανθρώπων που ζει εκτός της οικογενειακής στέγης και δημιουργεί τις δικές της συνθήκες διαβίωσης και σχέσης με τον ηλεκτρονικό κόσμο και τις οθόνες του.
Συμπερασματικά, μέσα σε τέσσερις ημέρες, 757 άνθρωποι θέλησαν να απαντήσουν σε προσωπικό επίπεδο, κάτι που έρχεται σε αντιδιαστολή με το ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, καθώς αυτό παρέμεινε ενεργό για συμπλήρωση, από την 1η Απριλίου έως και την 1η Μαΐου και σε αυτό το χρονικό διάστημα συμπληρώθηκε από 464 άτομα. Δηλαδή κάτι λιγότερο από 15 άτομα την ημέρα. Μάλιστα η μέθοδος διάδοσης ενός ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου έγινε μέσω email, chat και αναρτήσεων στα social media (facebook, twitter viber, instagram), απευθυνόμενο ουσιαστικά σε ανθρώπους που έρχονται σε διάδραση με τις οθόνες.
«Έτσι το πρώτο μας αποτέλεσμα σε αυτή την έρευνα είναι το οφθαλμοφανές και ταυτόχρονα απρόβλεπτο, καθώς μας δόθηκε απάντηση χωρίς να έχουμε ρωτήσει», σχολίασε μεταξύ άλλων στην εφημερίδα μας ο κ. Ανδρουλιδάκης. Και συνεχίζοντας πρόσθεσε πως «οι άνθρωποι ήταν πιο δεκτικοί στην διαπροσωπική επαφή και δεχόντουσαν να διαθέσουν πέντε λεπτά από τον χρόνο τους να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο. Αντιθέτως οι περισσότεροι στον ηλεκτρονικό κόσμο, απλά προσπερνούσαν το ερωτηματολόγιο όταν το συναντούσαν έβλεπαν στα social media ή στα διάφορα site που δημοσιεύτηκε. Από τον συλλογισμό αυτό, μπορούμε να συμπεράνουμε πως παρά την συνεχή ενασχόληση μας με τις οθόνες και την διάδρασή μας μέσω των social media, η άμεση φυσική επαφή δημιουργεί συνθήκες εμπιστοσύνης μεταξύ των ανθρώπων, παρά η ψυχρή ανωνυμία και διάδραση μέσω των συσκευών και των οθονών τους. Ίσως είναι έλλειψη εμπιστοσύνης, φόβος του αγνώστου. Αλλά σίγουρα είναι η άμεση ανθρώπινη επαφή είναι πάντα το ζητούμενο, ακόμα και όταν περνάει διαμέσου των ηλεκτρονικών μέσων».
Πάντως, μεταξύ αστείου και σοβαρού, όπως τόνισε ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης, η ομάδα των δημοσιογράφων που διεξήγαγε την έρευνα, πρότεινε η έρευνα να ονομαστεί ως έρευνα «1221», καθώς αυτός είναι ο αριθμός των ατόμων που συμμετείχαν ανώνυμα σε αυτήν.
Τα ερωτήματα
Από τις πρώτες σκέψεις και συζητήσεις της ομάδας του τμήματος δημοσιογραφίας του Δ.Ι.Ε.Κ. ήταν να σχεδιαστεί μία απλή και κατανοητή έρευνα, χωρίς αναφορές στις διάφορες εταιρείες του διαδικτύου και μη, που αποτελούν και εμπορικά προϊόντα.
Τα ερωτήματα που έθεσαν αφορούσαν στο κατά πόσο εν τέλει είμαστε συνολικά εξαρτημένοι από τις οθόνες, πόσες ώρες αναλώνουμε σε αυτές, για ποιον λόγο τις χρησιμοποιούμε και αν έχουμε την συνειδητότητα της κατάστασής μας. Τελικά το ερωτηματολόγιο συνοψίστηκε σε 21 ερωτήσεις που κάλυπταν όλο το φάσμα των ενηλίκων ατόμων και των κοινωνικών – επαγγελματικών ομάδων.