Στο Κέιπ Τάουν (Cape Town) της Ν. Αφρικής εξελίσσεται μία δραματική σύγχρονη ιστορία, η οποία μπορεί να μας διδάξει πολλά πράγματα. Η ανεπτυγμένη πόλη των 4 εκατομμυρίων κατοίκων, με την τουριστική βιομηχανία να συνεισφέρει στο 9,8 του ΑΕΠ της, αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά προβλήματα λειψυδρίας. Έχει ήδη ανακοινωθεί από τις αρχές ότι η πόλη οδηγείται στην «ΗΜΕΡΑ ΜΗΔΕΝ» κατά την οποία θα κοπεί κάθε παροχή νερού προς τις κατοικίες, με εξαίρεση τα νοσοκομεία και τα σχολεία, ενώ οι κάτοικοι θα τροφοδοτούνται από 200 σημεία εντός της πόλης, όπου θα διατίθεται καθημερινά περιορισμένη ποσότητα νερού, έως 25 λίτρα νερού ανά κάτοικο, για τις καθημερινές τους ανάγκες.
Δεν έφθασαν όμως εντελώς ξαφνικά σε αυτή την απελπιστική κατάσταση, μεσολάβησαν χρόνια απραξίας των πολιτειακών αρχών αφού από το 1990 μία επιτροπή έρευνας νερού έκανε μία παρουσίαση στο κοινοβούλιο της χώρας, σύμφωνα με την οποία «17 χρόνια αργότερα η πόλη θα εξαντληθεί από νερά» και πρότεινε να ξεκινήσουν μελέτες για την ανακύκλωση των λυμάτων, προκειμένου να ανατροφοδοτούνται οι υφιστάμενοι ταμιευτήρες που γέμιζαν μόνο με βρόχινο νερό και τροφοδοτούσαν την πόλη. Μεσολάβησαν όμως και χρόνια έμπρακτων προσπαθειών με επεκτάσεις στην αποθεματική ικανότητα των φραγμάτων ενώ περιόρισαν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις σπάταλες διαρροές και έλαβαν μάλιστα το 2015, μόλις πριν από 3 χρόνια, ένα διεθνές βραβείο για τις πολιτικές διατήρησης του νερού. Το Κέϊπ Τάουν διαθέτει έξι συνολικά φράγματα που τροφοδοτούν την πόλη, με το μεγαλύτερο εξ’ αυτών να έχει αποθεματική ικανότητα 480 εκατομμυρίων κυβικών νερού. Οι βροχές του 2013 και 2014 ήταν εξαιρετικά αποδοτικές με αποτέλεσμα όλα τα φράγματα να φθάσουν σχεδόν στη μέγιστη αποθεματική ικανότητα τους. Ακολούθησαν όμως 3 συνεχόμενα έτη με πολύ χαμηλά βροχομετρικά, λαμβανομένου υπόψη ότι από τα 788 χιλιοστά που είναι το μέσο ετήσιο ύψος βροχής, το 2015 το ετήσιο ύψος βροχόπτωσης ήταν 325 χιλιοστά, το 2016 μειώθηκε στα 221 χιλιοστά και το 2017 σημειώθηκαν μόλις 157 χιλιοστά.
Η έλλειψη βροχοπτώσεων προκάλεσε σημαντική πτώση στη στάθμη όλων των ταμιευτήρων, οι οποίοι στα τέλη Ιανουαρίου 2018 διέθεταν μόλις το 26 % της συνολικής τους χωρητικότητας με τις αρχές να έχουν ήδη ανακοινώσει ότι όταν η στάθμη κατέλθει στο 13,5 % θα σταματήσουν πλέον την τροφοδότηση της πόλης. Αρχικά η ημερομηνία είχε προσδιορισθεί για τις 26 Απριλίου, λόγω όμως των αυστηρών μέτρων που λαμβάνονται, ιδιαίτερα από τον περιορισμό των καταναλώσεων στον αγροτικό τομέα, δόθηκε μία παράταση έως τις 11 Μαΐου, παίρνοντας προφανώς μία ελπίδα ότι το φθινόπωρο που για το Ν. Ημισφαίριο ξεκινά την 1η Μαρτίου θα τους επιφυλάσσει μία περίοδο βροχών, ώστε να αντιμετωπισθούν τα χειρότερα.
Είναι κατανοητό βέβαια ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το κοινωνικό σύνολο είναι πολύ μεγάλα, καθόσον οι περιορισμοί που ήδη εφαρμόζονται είναι πολύ αυστηροί στην κατανάλωση, επιτρέποντας μόνο 50 λίτρα νερού ημερησίως ανά κάτοικο. Οι συσκευασίες εμφιαλωμένου νερού εξαφανίζονται άμεσα από τα ράφια των καταστημάτων με τεράστιες ουρές αναμονής. Οι αποθηκευτικές δεξαμενές, ακόμη και οι πλαστικοί κουβάδες έχουν εξαφανισθεί από την αγορά ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες αφαλάτωσης καταβάλουν πιεστικά «επίπονες» προσπάθειες να υπογράψουν συμβόλαια με τις αρχές προωθώντας μία λύση σωτηρίας της τελευταίας στιγμής.
Το κλίμα της πόλης του Κέιπ Τάουν είναι μεσογειακό με τις λιγότερες βροχοπτώσεις να σημειώνονται τον Φεβρουάριο (15 χιλιοστά) και τις μεγαλύτερες τον Ιούνιο (140 χιλιοστά), λόγω Ν. Ημισφαιρίου. Η μέση τιμή θερμοκρασίας τον ψυχρότερο μήνα, τον Ιούλιο κυμαίνεται στους 15,5 °C και τον θερμότερο, Φεβρουάριο, στους 25,9 °C.
Η περίπτωση της Κρήτης
Μεσογειακό όμως είναι και το κλίμα της Κρήτης με τις λιγότερες βροχοπτώσεις να σημειώνονται τον Ιούλιο (0,5 χιλιοστά) και τις μέγιστες τον Ιανουάριο (122,9 χιλιοστά) λόγω Β. Ημισφαιρίου, σύμφωνα με τα κλιματικά δεδομένα της ΕΜΥ. Πόσο λοιπόν μακριά μπορεί να απέχουμε από ένα παρόμοιο σκηνικό παρατεταμένης περιόδου ανομβρίας, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει λειψυδρία με καταστροφικές συνέπειες για το νησί μας.
Αν ανατρέξουμε λοιπόν στο ιστορικό αρχείο καταγραφών της βροχής ανά έτος, όπως φαίνεται αναλυτικά στο διάγραμμα για τα Χανιά, με μία πρώτη ματιά και χωρίς να διαθέτει κάποιος ιδιαίτερες γνώσεις, διαπιστώνεται ότι από το 1960 έως και το 1984 υπερτερούσαν κατά πολύ τα υγρά έτη, δηλαδή το ετήσιο ύψος βροχής ήταν μεγαλύτερο από το μέσο ετήσιο ύψος. Αντιθέτως από το 1985 έως και το 2010, συνολικά 25 έτη, τα ξηρά έτη υπερτερούσαν των υγρών ετών, εμφανιζόμενα μάλιστα με παρατεταμένη επαναληψιμότητα (1988 – 1995, 1998 – 2002). Από το 2011 και μετέπειτα διαπιστώνουμε μία επαναφορά επικράτησης των υγρών ετών. Στον 7ετή αυτό κύκλο εμφανίσθηκε ως ξηρό το 2014 με μικρή όμως απόκλιση από τον μέσο ετήσιο όρο, ενώ το 2016 που χαρακτηρίσθηκε ως ιδιαίτερα ξηρό δημιούργησε μεγάλες ανησυχίες από τον κίνδυνο λειψυδρίας στην Κρήτη. Οι πρωτόγνωρες καθώς και σημαντικές χιονοπτώσεις του 2017 καθώς και οι πολύ καλές βροχοπτώσεις (συνολικά 752 χιλιοστά) αποθεματοποίησαν μεγάλες ποσότητες νερού και μας έκαναν να ξεχάσουμε κάθε κίνδυνο λειψυδρίας, μέχρι την τρέχουσα υδρολογική περίοδο του 2018, η οποία αν και βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, έχει προκαλέσει ήδη πολλές ανησυχίες.
Αυτό όμως που θα πρέπει να προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία είναι η επαναφορά επικράτησης των ξηρών ετών της περιόδου 1960-1984, διότι η ιστορία στη φύση επαναλαμβάνεται. Έχουμε φθάσει δυστυχώς σε ένα σημείο όπου οι ετήσιες βροχοπτώσεις της χειμερινής περιόδου, όσες και αν είναι, ίσα που μας φθάνουν για να ανταπεξέλθουμε στην ξηροθερμική περίοδο του καλοκαιριού. Η ανάπτυξη στο νησί μας γίνεται με πίστωση χρόνου έναντι του κινδύνου να φθάσουμε σε μία δύσκολη και μη αναστρέψιμη κατάσταση. Η φύση, μέσα από τις διακυμάνσεις, ακραίες κάποιες φορές, μας προειδοποιεί και μας προτρέπει στην προσαρμογή των νέων δεδομένων αφήνοντας τους πιο αδύναμους και απροετοίμαστους κρίκους του συστήματος να οδηγούνται στην καταστροφή.
Είναι καιρός επιτέλους και στον τόπο μας να θεσμοθετηθεί και να εφαρμοσθεί το κορυφαίο μέτρο, που με βία και αυστηρότητα επιβάλλεται πλέον στους κατοίκους του Κέιπ Τάουν, την εξοικονόμηση και τη σωστή διαχείριση του υδάτινου πλούτου. Είναι το πρώτο και το σπουδαιότερο μέτρο που η συνειδητοποίηση του είναι θέμα παιδείας και απαιτεί πολύ χρόνο έως ότου υιοθετηθεί από το σύνολο της κοινωνίας.
Ας γίνει λοιπόν φωτεινό παράδειγμα η πολύπαθη πορεία των κατοίκων του Κέιπ Τάουν και ας ευχηθούμε να «ανοίξουν οι ουρανοί» για να βρουν και αυτοί τη δική τους σωτηρία.
* Ο Εμμανουήλ Λέκκας είναι Μετεωρολόγος, MSc