Την παραμονή της επετείου 21-8-2013, το πρόγραμμα περιελάμβανε:
1. Αγώνες δρόμου θυσίας στον οδικό άξονα Γερακάρι – Άνω Μέρος, διαφόρων κατηγοριών.
2. Απονομή διπλωμάτων στους αθλητές.
3. Εκδήλωση τιμής στους 164 εκτελεσμένους-θύματα της χιτλερικής θηριωδίας. Στην εκδήλωση διαβάστηκαν κείμενα σχετικά με το ολοκαύτωμα των χωριών από τα μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου Βαρβάρα Τρουλλινού, Χαριτίνη Ανδρουλάκη και Ελένη Κωστουλάκη. Η μουσική επένδυση έγινε με επιτυχία από τον λυράρη Μιχάλη Τσικαλάκη και το συγκρότημά του. Επίσης, ερμηνεύτηκαν ριζίτικα τραγούδια από την Αμαριώτικη παρέα της Αθήνας, με επικεφαλής τον αντιστράτηγο ε. α. Σταύρο Φωτάκη, τα οποία έκαναν ιδιαίτερη αίσθηση.
Επίσης εκτέθηκαν φωτογραφίες από την περίοδο της κατοχής στην Κρήτη στην αίθουσα του Πολιτιστικού Συλλόγου Βρυσών.
Την ημέρα της επετείου, 22-8-2013, στις Βρύσες Αμαρίου, μετά την αρχιερατική θεία λειτουργία που έγινε, χοροστατούντος του Σεβασμιότατου Επισκόπου Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ. Ειρηναίου, εψάλη επιμνημόσυνη δέηση. Ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων στα ηρώα πεσόντων του Καρδακίου και των Βρυσών, εκφώνηση πανηγυρικού λόγου από τον συν/χο μηχανικό Μανώλη Κυδωνάκη, ριζίτικο τραγούδι από την Αμαριώτικη παρέα υπό τον κ. Σταύρο Φωτάκη, τήρηση ενός λεπτού σιγής και ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου από στρατιωτική μπάντα. Η εκδήλωση έκλεισε με παράθεση γεύματος.
Με αφορμή την επέτειο, οργανώθηκε από το Δήμο Αμαρίου επιστημονική ημερίδα με θέμα, «Κατοχή και Αντίσταση στον Αμάρι. Τα μαρτυρικά χωριά του. Μνήμη και Ιστορία». Η εκδήλωση έγινε στην κατάμεστη αίθουσα του Δημοτικού Σχολείου Βρυσών.
Μετά τους χαιρετισμούς του δημάρχου κ. Στέφανου Σημαντήρα και του εκπροσώπου των μαρτυρικών χωριών της Βιάννου τ. αντιδημάρχου Βιάννου κ. Αριστομένη Συγγελάκη, ακολούθησαν οι επιστημονικές εισηγήσεις από τους παρακάτω ομιλητές:
1. Ερατοσθένη Καψωμένο, ομότιμο καθηγητή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, πρόεδρο Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, με θέμα «Πολιτισμικοί κώδικες και αξιακά πρότυπα στα δημοτικά τραγούδια για τη μάχη της Κρήτης, την Κατοχή και την Αντίσταση».
2. Γιώργο Μαργαρίτη, καθηγητή σύγχρονης ιστορίας του Α.Π.Θ., με θέμα «Ο μεγάλος παγκόσμιος πόλεμος και ο μικρός αντίστοιχος της επαρχίας Αμαρίου Κρήτης».
3. Μανώλη Παντινάκη, δημοσιογράφο, με θέμα «Οδοιπορικό στις στράτες της αντίστασης, των ολοκαυτωμάτων και του πόνου».
4. Ζαχαρία Αντωνάκη, φιλόλογο ιστορικό, με θέμα «Ο λόγος περί αντιποίνων και η εφαρμογή τους από τις αρχές κατοχής στην Κρήτη (1941 – 1944)».
5. Αντώνη Σανουδάκη, επίκουρο καθηγητή ιστορίας – συγγραφέα, με θέμα «Η αγγλική πολιτική και τα γεγονότα του Αυγούστου 1944».
6. Βασίλη Μανουσάκη, υποψήφιο διδάκτορα Α. Π. Θ., με θέμα «Στοιχεία για την κατοχική οικονομία της Κρήτης».
7. Γιάννη Σκαλιδάκη, μεταδιδακτορικό ερευνητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με θέμα «Loius Land, η Βρετανική πολιτική απέναντι στην κρητική Αντίσταση και η περίπτωση του Αμαρίου».
Όλες ανεξαιρέτως οι εισηγήσεις έκαναν ιδιαίτερη αίσθηση τόσο για την επιστημονική αρτιότητα και τον πλούτο των περιεχομένων όσο και για τον ιδιαίτερο τρόπο παρουσίασης που ήταν αντάξια των καταξιωμένων ομιλητών.
Τον πανηγυρικό λόγο εκφώνησε ο συνταξιούχος μηχανικός, Μανώλης Κυδωνάκης από το Καρδάκι που μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Συγκεντρωθήκαμε εδώ, για να τιμήσουμε τη μνήμη όλων αυτών, που δώσανε τη ζωή τους σαν σήμερα, πριν από 69 χρόνια, στις 22 Αυγούστου 1944.
Τη μέρα, που τα τέσσερα μικρά χωριά μας, οι Βρύσες, το Καρδάκι, οι Γουργούθοι κι ο Σμιλές, μαζί με τ’ άλλα χωριά του Κέντρους, Γερακάρι, Δρυγιές, Άνω Μέρος και Κρύα Βρύση, πληρώσανε με ολικό αφανισμό, το τίμημα της πατριωτικής τους στάσης σ’ όλη τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής.
Πληρώσανε για την ενεργό συμμετοχή τους στην αντίσταση και την βοήθεια που παρείχαν στη διάσωση των συμμάχων.
Πληρώσανε για να έχουν οι Γερμανοί τα νώτα τους καλυμμένα, κατά την υποχώρησή τους προς τα Χανιά.
Κι ας τους είπανε ότι πληρώσανε, για την περίφημη απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιπε.
Μια ενέργεια χωρίς καμιά απολύτως στρατιωτική ωφέλεια και σκοπιμότητα, πέραν του εντυπωσιασμού της σαν επιχείρησης και της επικοινωνιακής εκμετάλλευσης.
Μια ενέργεια πράγματι ηρωική στην υλοποίησή της, η οποία όμως κόστισε την ολοκληρωτική καταστροφή δεκάδων χωριών στην Κρήτη.
Ακριβά κόστισε η «νύφη». Έτσι αποκαλούσαν τον αιχμάλωτο στρατηγό κατά την επιχείρηση οι Εγγλέζοι, όπως ομολόγησαν οι ίδιοι αργότερα.
Ανώγεια, Λοχριά, Σαχτούρια, Κοξαρέ, Ροδάκινο, μαζί με τα οχτώ χωριά του Κέντρους, στο Ρέθεμνος, και δεκάδες άλλα στο Ηράκλειο μα και στα Χανιά με τη μορφή των αντιποίνων πληρώσανε και με τη δικαιολογία αυτής της ενέργειας, με εκατοντάδες ανθρώπινες ζωές και ανυπολόγιστες υλικές ζημιές.
Η περίπτωση όμως των χωριών του Κέντρους, ξεπερνά κάθε φαντασία για την αγριότητα και το μέγεθος της καταστροφής.
Εκατόν εξήντα τέσσερις νεκροί την ίδια ώρα και η ολοκληρωτική ισοπέδωση των χωριών, είναι πέρα από κάθε λογική, μα και πολεμική εξήγηση.
Και παραμένουν πολλά ερωτηματικά αναπάντητα για το τι συνέβη το ξημέρωμα της 22ας Αυγούστου. Ο εφησυχασμός του κόσμου, ενώ είχαν καεί εννιά μέρες νωρίτερα τ’ Ανώγεια, η πληροφορία που δόθηκε για το επερχόμενο κακό και δεν αξιοποιήθηκε, οι κατάλογοι που υπήρχαν στο ξεδιάλεγμα των ανδρών που θα εκτελούνταν, δημιουργούν απορίες, που τώρα πια βέβαια πολύ μικρή σημασία έχουν.
Τα γεγονότα της αποφράδας εκείνης μέρας, λίγο πολύ είναι γνωστά και παρόμοια για όλα τα καμένα χωριά.
Ο αείμνηστος Σπύρος Μαρνιέρος, ψάχνοντας με πολύ ζήλο στοιχεία και ντοκουμέντα, μας έχει αφήσει σπουδαίες πληροφορίες στα γραφτά του, όπως βέβαια και αρκετοί άλλοι.
Πριν ξημερώσει η εικοστή δευτέρα Αυγούστου, του 1944, μέρα Τρίτη, κι ενώ ο κόσμος κοιμόταν -ξέγνοιος, αφού φαινόταν πως ο πόλεμος έφτανε στο τέλος του-, πολυπληθή αποσπάσματα από τη Σχολή Ασωμάτων, περικύκλωσαν τα τέσσερα μικρά χωριά. Κλείσανε τα περάσματα -αμαξωτός δρόμος δεν υπήρχε- και τα απομονώσανε εντελώς.
Συγκεντρώσανε όλους τους κατοίκους στη μέση του χωριού και χωρίσανε τους άντρες από τα γυναικόπαιδα και τους ηλικιωμένους. Τα γυναικόπαιδα, απ’ όλα τα χωριά, τα οδήγησαν βίαια, με μια ατέλειωτη φάλαγγα μέχρι το Μέρωνα με την εντολή να μην επιστρέψουν ποτέ στα χωριά τους.
Στο μεταξύ ετοιμάζανε τα εκτελεστικά αποσπάσματα. Έπρεπε να διαλέξουν και να συγκεντρώσουν τον προκαθορισμένο αριθμό ανδρών που θα εκτελούσαν.
Στις Βρύσες 30. Εδώ τους είχαν και με το παραπάνω, μαζί με τους τρεις που φέρανε από το Σμιλέ. Ανάμεσά τους κι ο παπάς του χωριού και πολλοί απ’ αυτούς δυο και τρία αδέρφια μεταξύ τους, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε διαβάζοντας τα ονόματα στην πλάκα του Ηρώου.
Στο Καρδάκι 20. Που να τους βρουν όμως; Στο μικρό χωριουδάκι υπήρχαν όλοι κι όλοι οκτώ νέοι άντρες. Τρία αδέλφια Μοναχογιοί, δύο αδέλφια Κυδωνάκηδες, δύο αδέλφια Γιαννακάκηδες, κι ένας γαμπρός Καρδακιανός, ο διασωθείς Μανώλης Βλεπάκης. Από τους οκτώ μείνανε επτά, γιατί ο Δημήτρης Γιαννακάκης ξέφυγε από τον κλοιό και σώθηκε.
Η διαταγή δεν άφηνε περιθώρια. Έπρεπε να εκτελεστούν 20. Πού να τους βρουν; Οι δήμιοι βρήκανε εύκολα τη λύση στο πρόβλημα. Στα διπλανά χωριά, που είχανε… περίσσευμα!
Έτσι φέρανε από το Γερακάρι τρία αδέλφια Γενεράληδες, δύο αδέλφια Φυντίκηδες και ένα Τζωρτζάκη. Από τις Βρύσες δύο αδέλφια Τρουλλινούς, -τον τρίτο αδελφό τους τον εκτελέσανε στις Βρύσες-, έναν Κορωνάκη κι έναν Κραουνάκη 18 χρονώ, που τα αδέλφια τους εκτελέστηκαν επίσης στις Βρύσες, ένα Μαρνιέρο κι έναν Κουκλινό από τους Γουργούθους και ένα Λενακάκη από τη Γρηγοριά που άγνωστο πώς βρέθηκε στον κλοιό. Έτοιμος ο μαγικός αριθμός 20. Λύθηκε το πρόβλημα.
Μόλις τελειώσανε λοιπόν τα διαδικαστικά -όπως σ’ όλα τα χωριά, τους παίρνανε πέντε-πέντε, ή δυο-δυο, τους τουφεκίζανε και τους ρίχνανε μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Εκεί, στο σωρό, πέρασε μετά ο επικεφαλής αξιωματικός και έδωσε την χαριστική βολή.
Αυτή τη χαριστική βολή δεν την πήρε, από τύχη, ο Μανώλης Βλεπάκης στο Καρδάκι, που βαριά τραυματισμένος σύρθηκε τη νύχτα, έφτασε ως το Μοναστηράκι, όπου και διασώθηκε.
Αυτός μας έδωσε τις λεπτομέρειες για την εκτέλεση στο Καρδάκι, τη μαρτυρία για την ηρωική στάση του Μανώλη Κυδωνάκη και επίσης κατέθεσε στη δίκη του Μύλλερ -του Γερμανού φρουράρχου Κρήτης που διέταξε αυτά τα αντίποινα- και των άλλων εγκληματιών που καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν στο Χαϊδάρι το 1947.
Εδώ στις Βρύσες δεν είχαμε κανένα διασωθέντα. Αυτά που ξέρουμε, τα διηγήθηκαν μετά κάποια νεαρά παιδιά, που τα αγγάρεψαν οι Γερμανοί να οδηγούν τα μουλάρια που χρησιμοποίησαν για τη μεταφορά των πυρομαχικών αρχικά και μετά της λείας από το πλιάτσικο στο οποίο επιδόθηκαν, οι πολιτισμένοι του Βορά…
Την ώρα που τα παιδιά περνούσαν μπροστά από το σχολειό που είχαν κλεισμένους τους άντρες, άκουσαν μέσα να ψάλλουν του Εθνικό Ύμνο. Κάποια στιγμή σταμάτησαν κι άκουσαν τη φωνή του ιερομόναχου Συμεών, -σαν το Χριστό πάνω στο σταυρό- να φωνάζει: Νερό-Νερό! Κι όταν με μια στάμνα πήγαν να τους δώσουν λίγο νερό, ο Γερμανός έσπασε τη στάμνα και τα απομάκρυνε βίαια.
Ο ιερομόναχος Συμεών Δρετουλάκης από τον Οψυγιά, ήταν εφημέριος στο χωριό, πολεμιστής της Μικράς Ασίας
και φλογερός πατριώτης. Λέγεται μάλιστα πως δεν τον περνούσαν οι σφαίρες του αποσπάσματος, γιατί είχε πάνω του Τίμιο ξύλο και τον τελείωσαν κόβοντάς του το κεφάλι. Το διηγήθηκε μετά ο ίδιος ο Γερμανός, στο Φουρφουρά που ήταν φρούραρχος και ορκίστηκε να μην ξανασκοτώσει παπά.
Την επομένη έριξαν βενζίνη στους νεκρούς, έβαλαν φωτιά, κάηκαν τα ξύλινα μεσοδόκια και τους καταπλάκωσε η χωμάτινη στέγη. Σ’ όλα τα σπίτια των χωριών, ακόμη και στις εκκλησίες που ήταν μέσα στον κλοιό, μετά το απίστευτο πλιάτσικο που ακολούθησε για μέρες, βάλανε φωτιά και δυναμίτες και κάηκαν τα πάντα.
Πραγματικό ολοκαύτωμα.
Αυτό ήταν το Ναζιστικό τέρας που αιματοκύλησε απ’ άκρη σ’ άκρη την υφήλιο. Σκληρό, αχόρταγο, απάνθρωπο, στυγνό, αιμοσταγές.
Που αφάνισε τα χωριά μας, καταδικάζοντας στην πείνα, την ανέχεια, και την ορφάνια όλη την περιοχή του Κέντρους και όχι μόνο. Που ακόμη και σήμερο, μετά από 69 χρόνια, δεν έχουν εξαλειφθεί οι οδυνηρές συνέπειες.
Η περίοδος που ακολούθησε, μέχρι τη αρχή της δεκαετίας του ‘60, μπορεί να χαρακτηριστεί, χωρίς υπερβολή, πιο ηρωική κι απ’ αυτήν της κατοχής. Τιτάνιος αγώνας για επιβίωση, για το ξαναχτίσιμο των κατεστραμμένων σπιτιών, για να σταθούν στα πόδια τους οι χήρες και τα μικρά ορφανά παιδιά τους. Χωρίς ουσιαστική βοήθεια από το κράτος, αφού η πατρίδα μας σπαρασσόταν από τον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο.
Ηρωίδες στάθηκαν όλες οι χήρες, αναλαμβάνοντας το ρόλο και του πατέρα προστάτη και της μάνας. Καμιά τους δεν ξαναπαντρεύτηκε. Με αξιοθαύμαστη δύναμη και αξιοπρέπεια αναθρέψανε, μεγαλώσανε, σπουδάσανε και αποκαταστήσανε τα παιδιά τους. Ξαναχτίσανε τα χωριά τους, μαζί με τους υπόλοιπους επιζήσαντες, και πιο όμορφα από πριν. Αξίζουν, πιστεύω την ίδια τουλάχιστον τιμή με τους άντρες τους. Ας είναι το σημερινό μνημόσυνο αφιερωμένο και σ’ αυτές, αφού φέτος θάψαμε την τελευταία.
Δεν θέλω να σας κουράσω.
Δεν μπορώ όμως να μη σταθώ στη σημερινή δύσκολη συγκυρία που περνά η χώρα και ο λαός μας και ειδικότερα τα χωριά μας.
Τότε είχαμε τα ΡΑΟΥΣ, του Γερμανού στρατιωτικού με το όπλο προτεταμένο.
Τώρα έχουμε το δάκτυλο που μας κουνάει αυστηρά ο συμπαθής κατά τα άλλα κύριος Σόϊμπλε.
Τότε είχαμε το πρόβλημα του αριθμού 20 στο Καρδάκι, που όρισε ο Μύλλερ.
Σήμερα έχουμε το πρόβλημα του αριθμού των 25.000 υπαλλήλων που πρέπει να απολυθούν, γιατί το απαιτεί η Τρόικα.
Τότε είχαμε το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο που έδωσε η κατοχική κυβέρνηση στη Γερμανία -δανεικά κι αγύριστα- και την αρπαγή των αρχαιολογικών μας θησαυρών.
Σήμερα έχουμε το χρέος και τα τοκοχρεολύσια, που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχρεώσουμε.
Τότε είχαμε τους μαυραγορίτες που εκμεταλλευόταν την πείνα του κόσμου και θησαυρίζανε.
Σήμερα έχουμε τα κοινώς λεγόμενα «λαμόγια», που λυμαίνονται το Δημόσιο πλούτο.
Αναπόφευκτος ο συνειρμός.
Και φτάσαμε στην οδυνηρή οικονομική κατάσταση που βρισκόμαστε. Και μέσα σ’ όλα τ’ άλλα εμφανίστηκαν και επίσημα, σαν κριτές μάλιστα, οι νοσταλγοί του Χίτλερ, -αν είναι δυνατόν-, και ακούστε, βρίσκουν ανταπόκριση ακόμη και στα καμένα χωριά μας. Αξίζουν άραγε οι νεκροί μας τέτοιες συμπεριφορές; Σίγουρα όχι. Ας το αποδώσουμε στην άγνοια και στη σύγχυση που έφερε η κρίσιμη οικονομική συγκυρία.
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια και τα χωριά μας βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση.
Η νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, έσπρωξε το μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην ξενιτιά και στα αστικά κέντρα, για αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Εγκαταλειφθήκανε τα άλλοτε παραγωγικά χωράφια και το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής είναι ένας απέραντος ρημαγμένος βοσκότοπος, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Τα σχολειά κλείσανε, οι κοινότητες κλείσανε κι οι λιγοστοί γέροντες που μένουνε στα χωριά, ζούνε με συνεχή αγωνία και φόβο για την περιουσία και την ίδια τη ζωή τους.
Κανείς μας δεν μπορεί να περηφανεύεται γι’ αυτή την κατάσταση. Προ παντός όμως αυτοί που μας κυβερνούνε.
Ας στοχαστούμε λίγο με την ευκαιρία της σημερινής ξεχωριστής μέρας.
Να σταθούμε απαιτώντας και όχι επαιτώντας από τους πολιτειακούς υπεύθυνους, να μη μας θυμούνται μόνο κάποιες μέρες σαν κι αυτή ή στις περιοδείες κάθε τέσσερα χρόνια.
Μα κι ο καθένας μας στο βαθμό που μπορεί, να βάλει πλάτη για να περισώσουμε ό,τι μπορούμε.
Συνειδητοποιώντας το χρέος που έχουμε στους αθάνατους νεκρούς που τιμούμε σήμερα, να προσπαθήσουμε να ξαναβρούμε τη χαμένη μας ταυτότητα. Την ταυτότητα της αξιοπρέπειας, του αλτρουϊσμού, της ανθρωπιάς, του φιλότιμου, της φιλοξενίας, της αλληλοβοήθειας, του αλληλοσεβασμού, της συμπαράστασης στον ανήμπορο συνάνθρωπό μας και βέβαια της προστασίας του μοναδικού μας περιβάλλοντος. Με μια κουβέντα, αυτά που συνθέτουν την ταυτότητα της Αμαριώτικης και της Κεντριανής πρεπειάς.
Αυτό θα ‘ναι το καλύτερο μνημόσυνο για τους νεκρούς της σημερινής επετείου».