Και να που το «Χρονικό μιας Πολιτείας» του Παντελή Πρεβελάκη γίνεται αφορμή για γόνιμο προβληματισμό και μιας ουσιαστικής κοινωνιολογικής προσέγγισης του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης σε μικρές πόλεις.
Να τα φανταζόταν άραγε ο μεγάλος δημιουργός ότι θα γινόταν κάποτε αυτή η κατάθεση μνήμης για την πόλη του, αντικείμενο ενδιαφέρουσας έρευνας και αφορμή να έρθουμε κοντά σαν τόπος με επιφανείς της διεθνούς διανόησης όπως ο Εουζέμπι Αγιένσα Πρατ.
Τον επιφανή ελληνιστή, μεταφραστή και πανεπιστημιακό είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε στη διάρκεια των σύντομων διακοπών στην πόλη μας, που γι’ αυτόν ήταν κάτι σαν προσκύνημα. Γιατί είχε πολλά να θυμηθεί από την περίοδο που έκανε το μεταπτυχιακό του στο Ρέθυμνο.
Για μας βέβαια ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία η συζήτηση μαζί του γιατί ο κ. ο Εουζέμπι Αγιένσα Πρατ είναι από της σημαντικότερες μορφές της τέχνης του λόγου διεθνώς.
Ελληνιστής, μεταφραστής και πανεπιστημιακός είναι πτυχιούχος Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης (1989), με ειδίκευση στα αρχαία ελληνικά, και διδάκτωρ Ρομανικής Φιλολογίας του ιδίου Πανεπιστημίου (1996). Ως μεταπτυχιακός φοιτητής, φιλοξενήθηκε για ερευνητικούς σκοπούς εκτός από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, και από τα αντίστοιχα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα Αθηνών και Κύπρου, καθώς και το Κέντρο Έρευνας της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών και το Εργαστήριο Λαογραφίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έως το Σεπτέμβριο του 2007 διέμενε στο Riumors (Ζιρόνα) και εργαζόταν ως καθηγητής κλασικών γλωσσών στο Ινστιτούτο Ramón Muntaner του Φιγκέρας. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1996-2007 διετέλεσε αναπληρωτής καθηγητής αρχαίων και νέων ελληνικών του Πανεπιστημίου της Ζιρόνα.
Έχει συμμετάσχει σε ποικίλες συλλογικές εκδόσεις, μεταξύ των οποίων αξίζει να αναφέρουμε μια συλλογή μελετημάτων που εκδόθηκε το 2005 από το CSIC (Ανώτατο Συμβούλιο Επιστημονικών Ερευνών, Μαδρίτη), με αφορμή τα 550 χρόνια από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Σε αυτήν περιλαμβάνεται η εργασία του «Πάλι δική σας είναι: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης και η ανάμνησή της στην ελληνική λαϊκή παράδοση». Ακόμη, έχει δημοσιεύσει πάνω από εβδομήντα άρθρα σε ελληνικές και ισπανικές εφημερίδες και περιοδικά, Έχει λάβει μέρος σε πλήθος εθνικών και διεθνών επιστημονικών προγραμμάτων, έχει δώσει πάνω από εξήντα διαλέξεις και έχει συμμετάσχει σε περισσότερα από τριάντα συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα, στο πλαίσιο των οποίων έχει παρουσιάσει ανακοινώσεις και εισηγήσεις πάνω σε θέματα που αφορούν τόσο τo μεσαιωνικό όσο και το νεώτερο ελληνικό πολιτισμό και την αντίστοιχη γραμματεία.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών συνεργάστηκε στενά με το Ινστιτούτο Cervantes της Αθήνας (που διεύθυνε από το 2007 έως το 2012), δίνοντας μια διάλεξη πάνω στον απόηχο που άφησε στην ελληνική λαογραφική παράδοση η καταλανική παρουσία στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα (2005), επιμελούμενος την έκθεση με θέμα τον καταλανό ελληνιστή Αντόνι Ρουμπιό ι Λιούκ (2006) και συμμετέχοντας στο στρογγυλό τραπέζι και στην έκθεση φωτογραφίας με θέμα τον καστιλλιάνο επικό ήρωα Ροδρίγο Δίαθ δε Βιβάρ (γνωστό ως Ελ Σιδ), υπό τον τίτλο Οι δρόμοι της μεσαιωνικής επικής ποίησης: Ο Σιδ και ο Διγενής (2007).
Από το 2006 διατελεί αντεπιστέλλον μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Καλών Γραμμάτων της Βαρκελώνης, από το 2016 της Ακαδημίας Αθηνών, στο κλάδο Μεταβυζαντινής και Νεοελληνικής Γραμματείας, στην Τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών, και από το 2019 της Εταιρείας Συγγραφέων.
Έχει μεταφράσει, σπουδαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας στην καταλανική γλώσσα και μεταξύ αυτών είναι και το Χρονικό μιας πολιτείας του Παντελή Πρεβελάκη (Βαρκελώνη 1999).
Μια νοσταλγική αναδρομή
- Πώς βρεθήκατε στο Ρέθυμνο είναι η πρώτη ερώτηση για να ξεδιπλωθεί η συζήτηση
Με χαμόγελο νοσταλγίας μας απαντά:
«Σπούδασα φιλολογία και ιστορία με τον κο Δετοράκη».
- Ασχοληθήκατε όμως ιδιαίτερα με τα παραδοσιακά τραγούδια.
«Μετά ασχολήθηκα με τα τραγούδια. Όμως το θέμα της διατριβής μου ήταν οι «Ελληνικές παραβολές και οι ομοιότητες με τα τραγούδια της Δύσης». Είναι παρόμοια θέματα με τα δικά μας και όταν αυτά τα τραγούδια ήταν στην ακμή τους, την εποχή της Βενετοκρατίας δηλ. όταν ήταν οι Καταλανοί στο δουκάτο των Αθηνών υπήρχε μια συμβίωση θα λέγαμε και υπήρχαν κοινά θέματα που περνάν από τον ένα πολιτισμό στον άλλο. Αυτό ήταν το θέμα της διατριβής».
- Πιστεύετε ότι υπάρχει ένας επηρεασμός;
«Μερικές φορές υπάρχει μια ομοιότητα και αυτό είναι το ενδιαφέρον, πώς το θέμα μελετάται δηλαδή πώς ένα θέμα γίνεται τραγούδι στην Ισπανία, στην Καταλονία στην ευρύτερη περιοχή με την οποία ασχολήθηκα και στην Ελλάδα. Υπάρχει μερικές φορές μια επίδραση. Και αυτό προσπάθησα να μελετήσω στη διατριβή».
- Ερχόμαστε στον τομέα των επαναστάσεων που σε εμάς είναι πάρα πολύ επίκαιρο. Διακρίνατε κάποια σημεία της δικής σας καταγωγής;
«Το θέμα της Ελληνικής επανάστασης με ενδιέφερε μέσω ενός ιστορικού Καταλανής καταγωγής, ο οποίος ήταν ο κατεξοχήν Kαταλανός μελετητής. Ήταν ο πρόξενος της Ελλάδος στη Βαρκελώνη για 30 χρόνια και ο πρώτος μεταφραστής Ελληνικής λογοτεχνίας στα Ισπανικά. Αυτός οργάνωσε μια εκδήλωση συμπαράστασης με τους Κρήτες και αυτό το μελέτησα στην αλληλογραφία του με τον Καμπούρογλου, με τον Νικ. Πολίτη, με όλους αυτούς που αλληλογραφούσε. Μ’ ενδιάφερε το θέμα των επαναστάσεων. Γι’ αυτό μίλησα στην ετήσια τελετή στο Ακρωτήρι. Και αυτό με έφερε στην Κρήτη, στα Χανιά. Ήταν δύο εκδηλώσεις. Η άλλη για τον Πρεβελάκη ήταν μια εκδήλωση που οργάνωσε η κυρία Δαμιανάκη».
- Επομένως μιλάει και λίγο και η καταγωγή που μας φέρνει κοντά.
«Ναι φυσικά. Μιλώντας για το θέμα του Πρεβελάκη υπάρχει και μια συγγένεια. Ο Πρεβελάκης π.χ. περιγράφει το Ρέθυμνο, τους Ρεθεμνιώτες. Υπάρχει αυτή η αρχοντιά, είναι κάτι που το έχουμε κι εμείς στην έννοια ότι έχουμε πολλές παραθαλάσσιες πόλεις, εκεί που είμαστε εμείς ή πολλές τουριστικές περιοχές. Και αυτό το χρονικό αν είχε επιτυχία στην πρώτη έκδοση είναι γιατί ο Καταλλανικός λαός που το διαβάζει ταυτίζεται με τη αυτό.
Περιγράφονται πράγματα εξαιρετικού ενδιαφέροντος.
Ο Πρεβελάκης περιγράφει μια σημερινή πολιτεία που στην πραγματικότητα όμως είναι αρχαϊκή γεμάτη κοινοτικούς και πλατωνικούς δεσμούς με ένα σύνολο ανθρώπων που συνδιαλέγονται μεταξύ τους γνωρίζονται με τα ονόματά τους μέσα από τα έθιμά τους. Και αυτό πιστεύω ότι αφορά όλους τους μεσογειακούς λαούς όχι μόνο του Ρεθεμνιώτες.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτό είναι ένας μικρός κόσμος, ένας κόσμος του παρελθόντος, νεκρός πλέον και ενταφιασμένος. Το ζήτημα όμως είναι πως ο μικρός αυτός κόσμος είναι ο μόνος που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί φυσικά στις τεράστιες απάνθρωπες μυρμηγκοφωλιές με τα πλοκάμια τους, που είναι οι σημερινές μικρές κοινωνίες».
- Αναφέρεστε στην παγκοσμιοποίηση. Πώς την αντιλαμβάνεστε;
«Εγώ είμαι υπέρ της παγκοσμιοποίησης που φέρνει πολλά θετικά, αλλά έχει και αρνητικές συνέπειες. Δηλαδή να έχεις επαφή με ένα Κινέζο, με ένα Ρώσο και να μη ξέρεις τι συμβαίνει στον διπλανό σου. Ούτε το όνομά του. Και γι’ αυτό το «Χρονικό μιας Πολιτείας» είναι το μόνο εγχειρίδιο που έχουμε είναι αυτή η αρχοντιά αυτή η αλληλοεγγύηση του ενός με τον άλλο, αυτή η γνωριμία αυτή η αμοιβαία βοήθεια. Είναι το μόνο όπλο που έχουμε για να αντισταθούμε στην παγκοσμιοποίηση στη χειρότερη έννοια της λέξης.
Θα έχετε κι εσείς προσέξει ότι στη σημερινή πραγματικότητα μπορεί να πεθαίνει ο διπλανός και κανείς δίπλα του να μην καταλάβει τίποτα.
Ο Πρεβελάκης περιγράφει στο τέλος του χρονικού μια κηδεία που γίνεται στη εποχή του, αρχές του περασμένου αιώνα. Και γράφει σχετικά «εδώ μπορεί να πεθάνει ο πιο απλός άνθρωπος, ο πιο φτωχός κι όλοι θα πάνε στη κηδεία του να συμπαρασταθούν». Αυτό νομίζω το έχουμε χάσει με την παγκοσμιοποίηση. Γι’ αυτό το λόγο το «χρονικό» εκτός από το ενδιαφέρον που έχει για το Ρέθυμνο και για την Κρήτη γενικά πιστεύω ότι έχει επιτυχία στην Καταλονία. Κι εμείς εκεί πάθαμε λίγο το ίδιο. Δηλαδή χάσαμε το χαρακτήρα μας, χάσαμε αυτά τα στοιχεία που μας χαρακτήριζαν: τη φιλοξενία, την αλληλεγγύη προς χάρη ενός μαζικού τουρισμού που βέβαια φέρνει πλούτο στη χώρα και ψωμί αλλά όμως γίνεται αφορμή να χάνουμε τα χαρακτηριστικά μας και αυτές τις αξίες. Αυτό δεν συμβαίνει στην πόλη σας. Με πολύ μεγάλη μου ευχαρίστηση είδα ότι κρατάει ακόμα κάτι από αυτήν την Αρχοντιά. Δηλαδή ο κύριος που μας φιλοξενεί σπίτι μας φιλοξενεί γιατί του έστειλα μήνυμα και μου είπε πως εφόσον αγαπάτε την Ελλάδα μιλάτε Ελληνικά ελάτε στο σπίτι σας φιλοξενώ. Οπότε βλέπεις πως υπάρχουν ακόμα οι παλιοί Ρεθεμνιώτες του Πρεβελάκη.
Η αρχοντιά τους, η φιλοξενία τους, η λεβεντιά είναι κάτι που ακόμα ανακαλύπτεις στο Ρέθυμνο».
- Σαν φοιτητής που ζήσατε εδώ, ποια ήταν τα αγαπημένα σας στέκια;
«Σαν φοιτητής ήμουν πολύ τυχερός γιατί ήρθα με μια υποτροφία της Ισπανικής Κυβέρνησης κι έκανα τα μεταπτυχιακά μου. Τότε έπαιρνα σε πεσέτες 80.000 που ήταν 160.000 δραχμές το μήνα και το Χειμώνα εδώ με 160.000 δραχμές έκανες ό,τι ήθελες. Δηλαδή ήμουν πλούσιος. Όμως το σημαντικό ήταν πως όλοι με υποδέχτηκαν καλά, έκανα παρέα με συμφοιτητές, με καθηγητές, απέκτησα φίλους. Από τη «Μόνα Λίζα» που είχα πάει πρώτη φορά με τον καθηγητή μου έχω πάντα ωραίες αναμνήσεις».
- Στο ζαχαροπλαστείο με το υπέροχο γαλακτομπούρεκο…
«Και όχι μόνο. Επίσης πήγαινα πολύ συχνά για φαγητό στη Φοιτητική Λέσχη. Σαν φοιτητής πέρασα πολύ όμορφα χρόνια. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης είναι ένα πολύ καλό Πανεπιστήμιο με μεγάλη βιβλιοθήκη, πλούσια κυρίως με περιοδικά. Επειδή ασχολούμαι με τον Καβάφη αναζητούσα κάποια άρθρα που δεν έχουν τυπωθεί αλλού στην Ελλάδα. Και τα βρήκα εκεί».
- Είναι γνωστή και η φιλία σας με τον κ. Πολίτη.
«Με τον Αλέξη εγώ είχα έρθει σε επαφή σε τρία συνεχή χρόνια 91-92-93. Κρατάω τη σχέση μαζί του και οφείλω να ομολογήσω ότι με βοήθησε πάρα πολύ. Μετά το τρίτο εξάμηνο το μοιράστηκα μεταξύ Ρεθύμνου και Αθήνας στο γραφείο της Ακαδημίας Αθηνών. Δούλεψα επίσης εκεί αρκετά για τη διατριβή. Όμως με την ευκαιρία που ήμουν στο Ρέθυμνο γιατί ήταν τόσοι καλοί καθηγητές παρακολούθησα πολλά μαθήματα, σεμινάρια μεταπτυχιακά και έχει πάρα πολλούς φίλους συμφοιτητές μου Έλληνες. Και τη δεύτερη χρονιά που ήμουν εδώ γνώρισα την γυναίκα μου, η οποία ήταν από την χώρα των Βάσκων. Ήταν εδώ για ένα Εράσμους κι εγώ μεταπτυχιακά και αυτό έφερνε το Ρέθυμνο. Μετά επέστρεψα και πήρα δουλειά και μπήκα στη Μέση Εκπαίδευση με εξετάσεις, όπως γίνεται στην Ισπανία στο Δημόσιο. Μετά διορίστηκα διευθυντής στο Ινστιτούτο Θερβάντες στην Αθήνα από το 2007-2012 και όταν ήμουν διευθυντής του Θερβάντες ήρθα 2-3 φορές στα Χανιά για κάποιες εκδηλώσεις του Ινστιτούτου, όχι τόσο του ίδιου αλλά εκδηλώσεις που κάλεσαν εμένα. Ήταν για την επανάσταση στο Ακρωτήρι μια από τις επαναστάσεις η πιο φημισμένη του 1895, γιατί είχα μελετήσει την απήχηση αυτής της επανάστασης στον Ισπανικό Τύπο».
- Πως ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για τον Πρεβελάκη;
«Το ενδιαφέρον με τον Πρεβελάκη οφείλεται στο γεγονός ότι το «Χρονικό μιας πολιτείας» είναι ένα έργο νοσταλγίας. Δηλαδή ο ίδιος ο Πρεβελάκης όταν ήταν φοιτητής στην Ιταλία, νοσταλγούσε το Ρέθυμνο και το περιγράφει. Κι εμένα μου συνέβη κάτι παρόμοιο. Γύρισα στη χώρα και μου έλειπε πολύ το Ρέθυμνο. Το νοσταλγούσα. Αυτό ήταν το κίνητρο που με έκανε να το μεταφράσω».
Τη νέα έκδοση προλογίζει η Χρύσα Δαμιανάκη
- Πώς βλέπει η επιστημονική πλευρά το έργο Πρεβελάκη μέσα από τις μεταφράσεις του;
«Το «Χρονικό» έχει μεταφραστεί στις γλώσσες μας όχι τόσο Ισπανικά. Ο τρόπος επίδρασης του Πρεβελάκη επάνω στα Ισπανικά γράμματα είναι περιορισμένη. Γι’ αυτό έχουμε κι ένα πεδίο για να δουλέψουμε με την κα Δαμιανάκη και αυτό είναι πιστεύω σημαντικό για να ανοίξουμε το ενδιαφέρον των Ισπανών για τον Πρεβελάκη. Γιατί δεν είναι τόσο γνωστό όσο θα έπρεπε».
- Κι ετοιμάζετε την νέα έκδοση;
«Η κα Δαμιανάκη έχει γράψει τον πρόλογο της καινούριας έκδοσης που θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβρη. Αυτή η έκδοση που είναι πολύ καλή με την έννοια ότι υπάρχει χοντρό εξώφυλλο, δεν είναι μόνο επανέκδοση της πρώτης, – γιατί αυτό το μετέφρασα εγώ πριν 30 χρόνια, σε τριάντα χρόνια κάτι μαθαίνεις, κι έκανα απλά κάποιες διορθώσεις με σκοπό να βελτιώσω τη μετάφραση σε ο,τι αφορά τα Καταλανικά. Μετά η κα Δαμιανάκη έγραψε τον πρόλογο, ο οποίος δεν υπήρχε στην πρώτη έκδοση και ένας φωτογράφος ο Αντώνης Χριστοφοράκης, μου έστειλε κάποιες παλιές φωτογραφίες του Ρεθύμνου και διακοσμείται με παλιές φωτογραφίες του Ρεθύμνου, η Μονή Αρκαδίου, η οδός Αρκαδίου κ.ά. Είναι λοιπόν μια πιο Κρητική Έκδοση σε σύγκριση με την πρώτη. Ελπίζω να έχει επιτυχία, γιατί συμβαίνει αυτό που σας είπα προηγουμένως πως συμβαίνει και σε εμάς. Οι παραθαλάσσιες πόλεις χάνουν τον χαρακτήρα τους, ο Τουρισμός φέρνει πολλά θετικά αλλά έχει και τα αρνητικά του».
- Πώς κρίνετε τις γεύσεις σε σύγκριση με το χθες;
«Η Κρητική κουζίνα παραμένει εξαιρετικά καλή. Με τεράστιες ποσότητες και καταπληκτική ποιότητα. Και η ποιότητα είναι σίγουρα καλύτερη εδώ παρά σε τουριστικά μέρη στην χώρα μας. Εμένα μου αρέσουν οι μικρές χειρονομίες. Αυτό που μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Σε αυτόν που την κάνει και σε αυτόν που τη δέχεται. Κι αυτό ευτυχώς το βρήκα μέσα στο Ρέθυμνο».
- Στην παρουσίαση του βιβλίου μετά την επανέκδοση θα συμμετέχει το Ρέθυμνο;
«Το βιβλίο θα παρουσιασθεί στην Βαρκελώνη. Γιατί η αιτία της επανέκδοσης είναι λίγο τυχαία.
Οπότε θα το παρουσιάσουμε εκεί. Προσπαθώ να βρω έναν Κρητικό στη Βαρκελώνη, υπάρχουν πολλοί, να έρθει στην παρουσίαση και να παίζει λίγο Κρητική Λύρα. Η κυρία Δαμιανάκη μου προτείνει να κάνουμε κάτι εδώ στο Ρέθυμνο, «ευχαρίστως λέω» αν όλα πάνε καλά μπορώ να έρθω στο Ρέθυμνο να το δω και τον Χειμώνα. Και ίσως με την αυτήν την ευκαιρία θα μπορούσαμε να κάνουμε μια παρουσίαση. «Πώς ένας Καταλανός που ζει στην άλλη άκρη της Μεσογείου βλέπει τον Πρεβελάκη και το έργο του». Πρέπει να έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Κάτι άλλο που μου αρέσει ακόμα στο Ρέθυμνο είναι ότι υπάρχει ένα επίπεδο πολιτιστικό στους απλούς ανθρώπους που δεν υπάρχει ίδιο στη χώρα μας».